Απλήρωτοι ανειδίκευτοι εργάτες με πτυχίο Νομικής, με μισθό που μόλις αγγίζει τα 300-400 ευρώ και χωρίς δικαίωμα ασφάλισης, χιλιάδες ασκούμενοι δικηγόροι βιώνουν έναν εργασιακό μεσαίωνα για 18 μήνες μετά το πτυχίο. Μετά το πολυπόθητο πτυχίο Νομικής και την ορκωμοσία εγγράφηκαν ως ασκούμενοι στον Δικηγορικό Σύλλογο. Εβαλαν το καλό τους κοστούμι, παρουσιάστηκαν την πρώτη ημέρα στο γραφείο και κάπου εκεί τελείωσε το όνειρο και άρχισε ο εφιάλτης. Για τους επόμενους 18 μήνες έμελλε να δουλεύουν χωρίς δικαίωμα σε κατώτατο μισθό ή ασφάλιση, εκτελώντας κάθε είδους εργασίες- από τη σύνταξη δικογράφων και την κατάθεση διαταγών πληρωμής ως το να σηκώνουν τηλέφωνα, να φτιάχνουν καφέ και να πηγαίνουν το κοστούμι του εργοδότη τους στο καθαριστήριο- και όλα αυτά για 200-400 ευρώ τον μήνα (στην καλύτερη περίπτωση)!

«Η ρίζα του προβλήματος είναι ότι δεν υπάρχει θεσμοθετημένος κατώτατος μισθός για τους ασκούμενους.Η πλειονότητα των ασκουμένων καταλήγει να κερδίζει το 30% του μισθού του ανειδίκευτου εργάτη» σχολιάζει η κυρία Νατάσα Αθανασιάδου, ασκούμενη δικηγόρος από τη Θεσσαλονίκη. Οι Δικηγορικοί Σύλλογοι έχουν, βέβαια, υιοθετήσει αποφάσεις για ενδεικτικές αμοιβές των ασκουμένων, ωστόσο αυτές δεν έχουν δεσμευτικότητα.

Ανασφάλιστοι

Ο ασκούμενοι εργάζονται και (με τον νόμο) ανασφάλιστοι. «Η νομοθεσία δεν αναγνωρίζει τους ασκούμενους ούτε ως δικηγόρους ούτε ως μισθωτούς. Συνεπώς, οι εργοδότες δεν έχουν την υποχρέωση να τους ασφαλίσουν στο ΙΚΑ ή σε άλλο Ταμείο! Σκεφτείτε έναν ασκούμενο που δουλεύει καθημερινά στο ετοιμόρροπο Ειρηνοδικείο Αθηνών:αν πέσει πάνω του ένα δοκάρι… ποιος θα τον αποζημιώσει;» λέει χαρακτηριστικά ο κ. Νικόλαος Κουτκιάς, πρόεδρος της Ενωσης Ασκουμένων και Νέων Δικηγόρων Αθηνών.

«Εχουμεβέβαιατο δικαίωμα να καταβάλλουμε οικειοθελώς ασφαλιστικές εισφορές, ώστε τουλάχιστον να έχουμε ιατροφαρμακευτική περίθαλψη. Ωστόσο, όταν η πλειονότητα των ασκουμένων κερδίζει περίπου 200-300 ευρώ τον μήνα, αντιλαμβάνεστε ότι ελάχιστοι από αυτούς είναι πρόθυμοι να καταβάλλουν επιπλέον χρήματα για ασφαλιστικές εισφορές» σχολιάζει η κυρία Ελίζα Καζίλη, ασκούμενη δικηγόρος από τη Θεσσαλονίκη.

«Δυστυχώς, στην πράξη οι περισσότεροι περιορίζονται σε δουλειές σε τράπεζες, εφορίες, διαδικαστικές πράξεις στο δικαστήριο, ακόμη και σε σουπερμάρκετ ή καθαριστήριο, τις οποίες πολύ εύκολα θα μπορούσε να κάνει μια γραμματέας ή ένας κλητήρας. Το θέμα είναι ότι η γραμματέας ή ο κλητήρας… αμείβονται καλύτερα!» λέει χαρακτηριστικά ο κ. Βασίλης Αρχιμανδρίτης, ο οποίος ύστερα από 18 μήνες άσκησης συμμετέχει αυτό το Σαββατοκύριακο στις εξετάσεις του Δικηγορικού Συλλόγου για την απόκτηση της άδειας ασκήσεως του επαγγέλματος.

«Πρέπει όλοι να αναλάβουμε προσωπική πρωτοβουλία για την εξέλιξή μας» αναφέρει ο κ. Γιώργος Γεωργόπουλος, ασκούμενος δικηγόρος από τη Θεσσαλονίκη, ο οποίος αποφάσισε παράλληλα με την εννιάωρη εργασία του σε δικηγορικό γραφείο να φοιτήσει και σε μεταπτυχιακό τμήμα της Νομικής Σχολής ΑΠΘ. «Είμαι διαρκώς υπό πίεση, αλλά τουλάχιστον αναπτύσσω τις γνώσεις μου και αυτό με αποζημιώνει» προσθέτει.

Συνεργάτες…
Η κυρία Ελένη Μόκα, ασκούμενη δικηγόρος στην Αθήνα και μέλος της Γραμματείας της Επιτροπής Αγώνα Μισθωτών Δικηγόρων, βίωσε πέρυσι τη «νομική ανυπαρξία» του ασκουμένου, όταν ανακάλυψε ότι ο εργοδότης της δικηγόρος είχε εγκαταστήσει χωρίς άδεια κρυφές κάμερες στο γραφείο για να παρακολουθεί τους εργαζομένους. «Αφού του ζήτησα επανειλημμένως να τις αφαιρέσει,εν τέλει ήρθε το τελεσίγραφο: Σε έναν μήνα φεύγεις!”. Υπέβαλα άμεσα καταγγελία στον Δικηγορικό Σύλλογο». Το πόρισμα του ΔΣ του συλλόγου δεν έμελλε να τη δικαιώσει: «Με απλά λόγια αποφάνθηκαν ότι ως ασκούμενη δεν μπορώ ούτε να “προσληφθώ”ούτε να “απολυθώ”, διότι ο ασκούμενος δεν είναι μισθωτόςαλλά “συνεργάτης”! Και εκεί έληξε η υπόθεση» καταλήγει.

«Χρειάζονται αλλαγές στην άσκηση»

«Στην άσκηση έμαθα κυρίως τα πρακτικά και διαδικαστικά ζητήματα. Η εξοικείωση με τη δικαστηριακή πρακτική είναι χρήσιμη, ωστόσο η πεμπτουσία της δικηγορίας είναι η σωστή σύνταξη των δικογράφων και η καλή επαφή με τον πελάτη. Αυτάείναι πολύ δύσκολο να τα διδαχθεί κάποιος στην άσκηση», αναφέρει ο κ. Μιχάλης Καλαντζόπουλος (φωτογραφία), γενικός γραμματέας της Ενωσης Ασκουμένων και Νέων Δικηγόρων Αθηνών, ο οποίος ολοκλήρωσε την άσκησή του πριν από πέντε χρόνια και από τότε εξασκεί το επάγγελμα του δικηγόρου. Ο κ. Καλαντζόπουλος σχολιάζει, παράλληλα, ότι η δεκαοκτάμηνη διάρκεια της άσκησης δεν δικαιολογείται από τον τρόπο με τον οποίο αυτή έγινε. «Ολοι μας ασκηθήκαμε για 18 μήνες κοντά σε έναν δικηγόρο, διάστημα αδικαιολόγητα μεγάλο. Θα ήταν πολύ πιο χρήσιμο η άσκηση να διαρκούσε μεν 18 μήνες, αλλά 6 μήνες σε δικηγόρο, 6 μήνες στα δικαστήρια και 6 μήνες στο νομικό τμήμα μιας δημόσιας υπηρεσίας. Αυτό θα είχε δώσει σε όλους μας την ευκαιρία να αποκτήσουμε μια πολύπλευρη προσέγγιση της δικηγορικής πρακτικής» καταλήγει.