Αυξήθηκε ο αριθμός των πουλιών που βρίσκονται ένα βήμα πριν από την εξαφάνιση σε παγκόσμιο επίπεδο, συμπεριλαμβανομένης και της Ελλάδας. Σύμφωνα με την επικαιροποίηση του Κόκκινου Καταλόγου για το 2009 της Διεθνούς Ενωσης για την Προστασία της Φύσης (ΙUCΝΙnternational Union for the Conservation of Νature) 1.227 είδη έχουν χαρακτηριστεί «παγκοσμίως απειλούμενα» και 192 είδη θεωρούνται σήμερα «κρισίμως κινδυνεύοντα». Στη χώρα μας, η λίστα με τα απειλούμενα περιλαμβάνει 62 είδη πουλιών ενώ άλλα 16 βρίσκονται ένα βήμα πριν από την ένταξή τους στη λίστα. Για την Ελλάδα, το πρόγραμμα επικαιροποίησης του Κόκκινου Καταλόγου των Απειλούμενων Πουλιών υλοποίησε η Ελληνική Ορνιθολογική Εταιρεία (ΕΟΕ), σε συνεργασία με την Ελληνική Ζωολογική Εταιρεία.

Βάσει των στοιχείων που προέκυψαν, για ορισμένα είδη πουλιών το καθεστώς διατήρησής τους στη χώρα μας έχει χειροτερεύσει, με αποτέλεσμα 15 από αυτά να κατατάσσονται πλέον σε υψηλότερη κατηγορία κινδύνου. Χαρακτηριστικό παράδειγμα αποτελεί ένας μικρός γύπας, ο ασπροπάρης ( Νeophron percnopterus), του οποίου ο πληθυσμός στην Ελλάδα παρουσιάζει ραγδαία μείωση.

Ο αυξανόμενος αριθμός «κρισίμως κινδυνευόντων» πουλιών, σύμφωνα με τον επιστημονικό διευθυντή της Ελληνικής Ορνιθολογικής Εταιρείας κ. Τάσο Δημαλέξη, οφείλεται συνήθως στον ανθρώπινο παράγοντα. Η μείωση και η υποβάθμιση των βιοτόπων όπου τα πουλιά φωλιάζουν και βρίσκουν τροφή και καταφύγιο, η ανθρώπινη όχληση, η χρήση δηλητηριασμένων δολωμάτων και η λαθροθηρία αποτελούν τις κυριότερες απειλές που αντιμετωπίζουν οι πληθυσμοί σπανίων ειδών. Υπάρχουν πάντως και περιπτώσεις πτηνών που, σε σχέση με την πρώτη έκδοση του Ελληνικού Κόκκινου Καταλόγου το 1992, έχουν αντίστροφη πορεία. Οπως αναφέρει ο κ. Δημαλέξης, μετά την εφαρμογή συγκεκριμένων δράσεων για την προστασία τους, το καθεστώς διατήρησης ειδών, όπως τα δύο είδη πελεκάνων ( Ρelecanus crispus και Ρelecanus onocrotalus ) και η Λαγγόνα ( Ρhalacrocorax pygmeus ), έχει βελτιωθεί.

«Το μήνυμα που μας δίνει ο Κόκκινος Κατάλογος της ΙUCΝ είναι ότι μπορούμε να αντιστρέψουμε την κατάσταση για πολλά κινδυνεύοντα είδη,αν υπάρχει πολιτική βούληση και το ενδιαφέρον όλων μας για δράσεις και πρωτοβουλίες διατήρησης και προστασίας της φύσης» λέει ο κ. Δημαλέξης. Ο νέος Κόκκινος Κατάλογος βρίσκεται υπό έκδοση και αναμένεται να κυκλοφορήσει το ερχόμενο φθινόπωρο. Ο πελαργός (Ciconia ciconia) αναπαράγεται σε πεδινές και ημιορεινές περιοχές κυρίως στην Ανατολική Μακεδονία και στη Θράκη. Είναι ανθρωπόφιλο είδος και φωλιάζει κοντά σε ανθρώπινους οικισμούς, σε περιοχές με υγροτόπους, πλημμυρισμένους ορυζώνες, λιβάδια και εκτατικές καλλιέργειες. Παλαιότερα, έφτιαχνε τη φωλιά του σε μεγάλα δέντρα, ενώ σήμερα το 81% του πληθυσμού φωλιάζει σε στύλους της ΔΕΗ και το 14% σε στέγες εκκλησιών και σπιτιών. Ο συνολικός αναπαραγόμενος στην Ελλάδα πληθυσμός είναι περίπου 2.000 ζευγάρια.

Ο ασπροπάρης (Νeophron percnopterus) είναι το μικρότερο από τα τέσσερα είδη γύπα που αναπαράγονται στη χώρα μας. Εχει μήκος περίπου 60 εκατοστά και ασπρόμαυρο πτέρωμα. Επισκέπτεται την Ελλάδα κάθε καλοκαίρι και κατασκευάζει τη φωλιά του σε βράχια. Απαντάται κυρίως στη Θράκη, στη Θεσσαλία και στην Ηπειρο, όπου τρέφεται κατά κύριο λόγο με ψοφίμια. Ο σημαντικότερος κίνδυνος για τον ασπροπάρη είναι η δηλητηρίαση από τη χρήση παράνομων δολωμάτων, τα οποία προορίζονται για τα «επιβλαβή» ζώα. Ετσι σήμερα, σύμφωνα και με το ερευνητικό πρόγραμμα καταγραφής που εκπονεί η ΕΟΕ, έχει υποστεί μείωση μεγαλύτερη από το 80% του πληθυσμού του με συνέπεια να έχουν απομείνει λιγότερα από 50 ζευγάρια.

Το όρνιο (Gyps fulvus) είναι ένα από τα τέσσερα είδη γύπα που αναπαράγονται στη χώρα μας. Πρόκειται για ένα μεγάλο είδος γύπα με άνοιγμα φτερών που μπορεί να φτάσει τα τρία μέτρα. Αναπαράγεται σε βραχώδη βουνά και ημιορεινές περιοχές και συχνά καλύπτει μεγάλες αποστάσεις για να βρει νεκρά ζώα. Σήμερα, που η παραδοσιακή κτηνοτροφία εγκαταλείπεται, το όρνιο δυσκολεύεται όλο και περισσότερο να βρει διαθέσιμη τροφή. Για τον λόγο αυτόν, ο ελληνικός πληθυσμός του διαρκώς συρρικνώνεται με αποτέλεσμα από 500 ζευγάρια περίπου, τη δεκαετία του 1980, σήμερα να αναπαράγονται λιγότερα από 200 ζευγάρια. Το μεγάλο μέρος του πληθυσμού των όρνιων βρίσκεται στην Κρήτη, ενώ στην ηπειρωτική Ελλάδα ο πληθυσμός έχει κυριολεκτικά καταρρεύσει κυρίως εξαιτίας της εκτεταμένης χρήσης δηλητηριασμένων δολωμάτων για τον έλεγχο του λύκου και της αλεπούς.

Η νανόχηνα (Αnser erythropus) είναι μια μικρόσωμη χήνα που έρχεται στην Ελλάδα τους χειμερινούς μήνες. Το σύνολο του ευρωπαϊκού πληθυσμού της (45-50 νανόχηνες) φωλιάζει στη Σκανδιναβία και στη ΒΔ Ρωσία, αλλά διαχειμάζει στη χώρα μας, σε υγροτόπους της Μακεδονίας και της Θράκης (κυρίως στην Κερκίνη και στο Δέλτα του Εβρου). Η σοβαρότερη απειλή για το είδος είναι η λαθροθηρία, λόγω της μεγάλης ομοιότητας της νανόχηνας με την ασπρομέτωπη χήνα, της οποίας το κυνήγι επιτρέπεται.

Ο αργυροπελεκάνος (Ρelecanus crispus) είναι ένα από τα δύο είδη πελεκάνων που φωλιάζουν στη χώρα μας. Αναπαράγεται σε νησίδες στον Αμβρακικό κόλπο, στη Μικρή Πρέσπα και στην Κερκίνη. Ο σημαντικότερος κίνδυνος είναι η ενόχληση που προκαλείται από τον άνθρωπο είτε σκόπιμα είτε από αμέλεια στις νησίδες αναπαραγωγής των πουλιών. Είναι ένα από τα λίγα είδη του οποίου ο πληθυσμός, χάρη στα προγράμματα προστασίας, αυξήθηκε. Σήμερα αναπαράγονται στη χώρα μας περίπου 1.200 ζευγάρια.

Η χαλκόκοτα (Ρlegadis falcinellus) είναι ένα ιδιαίτερα όμορφο πουλί, με σκουρόχρωμο καστανοκόκκινο φτέρωμα, ο οποίο συγγενεύει με τις Ιβιδες, τα ιερά πουλιά της αρχαίας Αιγύπτου. Κάθε άνοιξη έρχεται στη χώρα μας και φωλιάζει σε πέντε υγροτόπους της Βόρειας και της Δυτικής Ελλάδας- ο συνολικός πληθυσμός είναι περίπου 100 ζευγάρια. Η μεγαλύτερη ελληνική αποικία βρίσκεται στον βάλτο της Ροδιάς στον Αμβρακικό κόλπο. Τα τελευταία χρόνια ο αναπαραγωγικός πληθυσμός της έχει υποστεί σημαντική μείωση.