Πολλοί θα προσπαθήσουν να ορίσουν τις προτεραιότητες του προέδρου Μπαράκ Ομπάμα, αλλά ένα πρόσωπο είναι βέβαιο ότι θα τις επηρεάσει σημαντικά. Ο Τζορτζ Μπους αφήνει πίσω του ένα καθόλου αξιοζήλευτο κληροδότημα: οικονομική κρίση, δύο πολέμους, έναν αγώνα εναντίον της τρομοκρατίας και προβλήματα στη Μέση Ανατολή και αλλού. Αν ο Ομπάμα αποτύχει να σβήσει αυτές τις πυρκαϊές, θα κάνουν στάχτη το πολιτικό του κεφάλαιο. Αν η δράση του περιοριστεί στην προσπάθεια να τις σβήσει, μοιραία θα κληρονομήσει όλες τις προτεραιότητες του προέδρου Μπους.

Ο επόμενος πρόεδρος των Ηνωμένων Πολιτειών οφείλει να διαχειριστεί τα ζητήματα του παρελθόντος και ταυτόχρονα να σχεδιάσει ένα νέο μέλλον.

Πρώτη στην ατζέντα του κ. Ομπάμα θα είναι η οικονομική κρίση, όπου τέμνονται οι εγχώριες και διεθνείς προτεραιότητές του. Θα χρειαστεί να ενεργοποιήσει εκ νέου την οικονομία και να αποφύγει τις προστατευτικού χαρακτήρα πιέσεις στο εσωτερικό των ΗΠΑ, ενώ παράλληλα θα πρέπει να ηγηθεί της ανοικοδόμησης του παγκόσμιου χρηματοπιστωτικού συστήματος. Θα είναι απαραίτητο να προχωρήσει σε συνεργασίες. Το γεγονός ότι ο κ. Μπους συνεκάλεσε σε σύνοδο το G20 τον Νοέμβριο αποτελεί χρήσιμο προηγούμενο για τη διεύρυνση του G7, ώστε να συμπεριληφθούν αναδυόμενες οικονομίες, όπως εκείνες της Κίνας, της Ινδίας και της Βραζιλίας.

Στη δεύτερη θέση της προεδρικής ατζέντας θα πρέπει να τοποθετηθούν οι δύο πόλεμοι των Ηνωμένων Πολιτειών, στο Ιράκ και στο Αφγανιστάν. Κατά την προεκλογική εκστρατεία του ο κ. Ομπάμα υποσχέθηκε να αποσύρει τα μάχιμα αμερικανικά στρατεύματα (και όχι τους εκπαιδευτές ή όσους εμπλέκονται σε αντιτρομοκρατικές επιχειρήσεις) από το Ιράκ ως τα μέσα του 2010. Η κυβέρνηση Μπους υπέγραψε με την κυβέρνηση του Ιράκ μία συμφωνία για απόσυρση των στρατευμάτων στα τέλη του 2011. Κατά πόσο αυτά τα χρονοδιαγράμματα θα εφαρμοστούν θα εξαρτηθεί από τις εξελίξεις στο πεδίο της μάχης, αλλά και τους πολιτικούς συμβιβασμούς εντός των συνόρων του Ιράκ και τον διάλογο με τις γειτονικές χώρες. Παρ΄ όλα αυτά έχει ήδη θεσπιστεί μια ξεκάθαρη αίσθηση κατεύθυνσης.

Το Αφγανιστάν μοιάζει δυσκολότερη περίπτωση δεδομένης της αναζωπύρωσης του κινήματος των Ταλιμπάν με τη βοήθεια ομάδων από το Πακιστάν. Ο κ. Ομπάμα ζήτησε επιπρόσθετα στρατεύματα από τον Οργανισμό Ηνωμένων Εθνών και το ΝΑΤΟ ώστε να σταθεροποιηθεί η κατάσταση, αλλά το μόνο που θα κάνει η παρουσία υπερβολικά πολλών ξένων στρατευμάτων στο Αφγανιστάν θα είναι να ενισχύσει τις εθνικιστικές αντιδράσεις των Αφγανών. Δεν μπορούμε να εξέλθουμε από το πρόβλημα απλώς πυροβολώντας. Η καλύτερη εκπαίδευση του αφγανικού στρατού και της αστυνομίας και ο πολιτικός διάλογος είναι συστατικά οποιασδήποτε λύσης.

Η τρίτη προτεραιότητα θα είναι εκείνο που παραπλανητικά αποκάλεσε ο κ. Μπους «παγκόσμιος πόλεμος κατά της τρομοκρατίας». Η κυβέρνηση Ομπάμα υποχρεούται να συνεχίσει τον αγώνα εναντίον της Αλ Κάιντα, αλλά πρέπει να ρίξει τους τόνους της ρητορικής της. Δεν έχει και πολύ νόημα να κηρύξεις «πόλεμο» ενάντια σε μία τακτική. Αλλωστε η πείρα έχει αποδείξει ότι η ορολογία μερικώς ενισχύει την υπόθεση που προωθεί ο Οσάμα μπιν Λάντεν, γι΄ αυτό και η Βρετανία αποφεύγει πλέον να κάνει χρήση της εν λόγω φράσης. Μία επιτυχής στρατηγική εναντίον της Αλ Κάιντα θα απαιτήσει στενή συνεργασία των υπηρεσιών πληροφοριών της Αμερικής με εκείνες άλλων κρατών, όπως και πολιτικές που να έλκουν την υποστήριξη της κοινής γνώμης των μουσουλμανικών χωρών.

Ενα τέταρτο σύνολο από επείγουσες προτεραιότητες είναι η Μέση Ανατολή. Το Ιράν έχει πλέον προχωρήσει στον εμπλουτισμό αρκετού ουρανίου ώστε να μπορεί (θεωρητικά) να κατασκευάσει μία πυρηνική βόμβα. Μολαταύτα υπάρχει ακόμη χρόνος για διπλωματικές πρωτοβουλίες οι οποίες θα περιλαμβάνουν την Ευρώπη, τη Ρωσία και την Κίνα. Δεδομένης της καθόλου ελκυστικής επιλογής μεταξύ ενός προληπτικού χτυπήματος εναντίον του Ιράν και του να αποσταθεροποιήσουν την περιοχή του Κόλπου τα ιρανικά πυρηνικά όπλα, ο κ. Ομπάμα δεσμεύθηκε να διεξαγάγει ευρύ διπλωματικό διάλογο με την Τεχεράνη χωρίς τις προϋποθέσεις που παρακώλυαν τον πρόεδρο Μπους.

Μία επιτυχής διπλωματία ωστόσο θα απαιτήσει την αποκατάσταση των σχέσεων με τη Ρωσία. Εξίσου υψηλά στη λίστα προτεραιοτήτων για τη Μέση Ανατολή θα είναι να συντηρηθούν και ενισχυθούν οι προσπάθειες του Μπους για μία διμερή λύση μεταξύ Ισραήλ και Παλαιστίνης, και να δοθεί ώθηση στον διάλογο μεταξύ Ισραήλ και Συρίας. Σημαντικά ζητήματα θα εγερθούν ομοίως στην Αφρική, στη Λατινική Αμερική και στην Ασία, και οι σχέσεις με αυτές τις περιοχές θα αποκτήσουν μεγαλύτερη βαρύτητα. Ευτυχώς ο κ. Ομπάμα δεν άφησε ασάφειες σχετικά με αυτές στην πρόσφατη προεκλογική εκστρατεία του. Στην ασιατική πολιτική, με εξαίρεση τη Βόρεια Κορέα, η κληρονομιά του Μπους είναι καλύτερη, αφήνοντας καλές σχέσεις με σημαντικές χώρες, όπως η Ιαπωνία, η Κίνα και η Ινδία.

Το «Δόγμα Μπους», εκείνο του προληπτικού πολέμου και του αναγκαστικού εκδημοκρατισμού, συνδυασμένο με διπλωματική μονομέρεια, βασίστηκε σε μια λανθασμένη ανάλυση της ισχύος στον σημερινό κόσμο. Ιδού το παράδοξο της αμερικανικής ισχύος: η ισχυρότερη χώρα του πλανήτη μετά την εποχή της Ρώμης δεν μπορεί να επιτύχει τους στόχους της δρώντας μόνη.

Η εκλογή του κ. Ομπάμα συνετέλεσε αρκετά στην ανάκτηση της «ήπιας δύναμης» της Αμερικής, αλλά ο νέος πρόεδρος θα πρέπει να ακολουθήσει πολιτικές που να συνδυάζουν «ήπια» και «σκληρή» δύναμη σε μια ευφυή στρατηγική, όπως αυτή που κέρδισε τον Ψυχρό Πόλεμο. Η προώθηση της δημοκρατίας επιτυγχάνεται καλύτερα μέσω της διπλωματικής προσέλκυσης παρά μέσω της επιβολής- και απαιτεί χρόνο και υπομονή.

Στην προκειμένη περίπτωση ο κ. Ομπάμα θα πρέπει να δώσει το καλό παράδειγμα και να θυμηθεί την ιστορική σοφία της «αστραφτερής πόλης πάνω στον λόφο» του Ρόναλντ Ρίγκαν. Το κλείσιμο της φυλακής στον Κόλπο του Γκουαντάναμο στην Κούβα θα μπορούσε να στείλει ένα τέτοιο μήνυμα. Αυτή τη στιγμή οι εκκλήσεις Μπους για δημοκρατία ακούγονται σαν μια αυτοκρατορική επιβολή των αμερικανικών θεσμών. Χρειαζόμαστε λιγότερη ρητορική τύπου Γούντροου Γουίλσον («να γίνει ο κόσμος ασφαλής για τη δημοκρατία»), εκτός αν συνδυαστεί με την έκκληση του Τζον Φ. Κένεντι «να γίνει ο κόσμος ασφαλής για τη διαφορετικότητα».

Μια πολιτική φιλελεύθερου ρεαλισμού θα πρέπει να κινηθεί προς τη μακροπρόθεσμη εξέλιξη της παγκόσμιας τάξης και να συνειδητοποιήσει την ευθύνη της ισχυρότερης χώρας του διεθνούς συστήματος να παράγει δημόσια αγαθά σε παγκόσμιο επίπεδο- πράγματα που άνθρωποι και κυβερνήσεις σε όλον τον κόσμο επιθυμούν αλλά δεν μπορούν να κερδίσουν-, όπως έκανε η Βρετανία τον 19ο αιώνα.

Η Αμερική θα πρέπει ομοίως να προωθήσει μια ανοιχτή διεθνή οικονομία και μέσα (θάλασσες, Διάστημα, Διαδίκτυο) να διαμεσολαβεί στις διεθνείς διαμάχες προτού αυτές κλιμακώνονται και να αναπτύξει διεθνείς κανόνες και θεσμούς. Μια καλή αρχή θα ήταν οι ΗΠΑ να ηγηθούν της αντιμετώπισης της παγκόσμιας κλιματικής αλλαγής.

Οι ΗΠΑ μπορούν να γίνουν μία έξυπνη δύναμη επενδύοντας και πάλι σε παγκόσμια δημόσια αγαθά. Αυτό σημαίνει να υποστηρίξουν τους διεθνείς οργανισμούς αποσκοπώντας στη διεθνή ανάπτυξη, προωθώντας τη δημόσια υγεία, αυξάνοντας τις πολιτιστικές ανταλλαγές, διατηρώντας μια ανοιχτή οικονομία και αντιμετωπίζοντας με σοβαρότητα το περιβάλλον.

Η σημαντικότερη προτεραιότητα του κ. Ομπάμα θα είναι να δείξει ότι η Αμερική είναι και πάλι στα πράγματα, εξάγοντας στον πλανήτη την ελπίδα και όχι τον φόβο.

Ο κ. Τζόζεφ Σ.Νάι,πρώην υφυπουργός Αμυνας της κυβέρνησης του Μπιλ Κλίντον,είναι καθηγητής του Πανεπιστημίου Χάρβαρντ.Το τελευταίο βιβλίο του έχει τίτλο «Τhe Ρowers to Lead»