Φεβρουάριος 1909. Το πρωτοσέλιδο δημοσίευμα στην παρισινή εφημερίδα «Φιγκαρό» με τον τίτλο «Ο φουτουρισμός», γραμμένο από τον ιταλό ποιητή Φιλίπο Τομάζο Μαρινέτι, έμελλε να στρέψει θεαματικά όλες τις τέχνες προς το τεχνικό στοιχείο και τις μηχανές, προς το ριζοσπαστικό πνεύμα, την πρόκληση και την επιθετικότητα. Το μανιφέστο αυτό, από το οποίο δεν έλειπαν τα φιλοπολεμικά και αντιφεμινιστικά συνθήματα, αποτέλεσε άμεσα μια θεωρητική πλατφόρμα για πρωτότυπες δράσεις και εκδηλώσεις σε αναπάντεχους χώρους και στον δρόμο, για διαδηλώσεις και διαμαρτυρίες που λογίζονταν καλλιτεχνικά γεγονότα, για σκάνδαλα που εμφανίζονταν ως καθημερινά τελετουργικά με αισθητική αξία. Φουτουρισμός ήταν η ακραία, ευρηματική όσο και παρεμβατική τέχνη που αποθέωνε το στιγμιαίο και την ίδια την ταχύτητα, που διεκδικούσε τη δυναμική του αυτοσχεδιασμού, που επεδίωκε την ταύτιση τέχνης και ζωής, ενώ στόχευε στην έκπληξη, στο σοκ, στη σύμπραξη του θεατή.

Κανένα άλλο κίνημα από την περίοδο των ιστορικών αβανγκάρντ, των μανιφέστων και των προγραμμάτων δεν χαιρέτισε τόσο εμφατικά, ανεπιφύλακτα, τα πλήθη και τα εργοστάσια για μαζική παραγωγή, τις μοντέρνες, χαοτικές μεγαλουπόλεις και τους νέους ηχητικούς περιγύρους, τα επιτεύγματα της τεχνικής και την πρόοδο στον τομέα των μεταφορών και των επικοινωνιών. Θαμπωμένοι από τη λάμψη των ηλεκτρικών κόσμων και μαγεμένοι από το πέταγμα των αεροπλάνων, οι φουτουριστές έπλασαν μια καινούργια κουλτούρα του φωτός και των ήχων, φαντάστηκαν ακόμη και μια τέχνη των αιθέρων με ακροβατικές και χορευτικές πτήσεις, με χρώματα και ιπτάμενα αντικείμενα προκειμένου να υπάρξει ένα νέο λαϊκό θέατρο για τις μάζες την ώρα που παρακολουθούν με ενθουσιασμό την κατάκτηση του στερεώματος.

Ηγετικό ρόλο στη διαμόρφωση μιας «φουτουριστικής ευαισθησίας» αλλά και στην πολιτική περιπέτεια του κινήματος όταν μια πτέρυγά του συνδέθηκε με τον ιταλικό φασισμό έπαιξε ο Μαρινέτι, οπαδός του ελεύθερου στίχου, θαυμαστής του βαριετέ αλλά και συνοδοιπόρος των γάλλων συμβολιστών. Αυτός που στο πρώτο από τη σειρά των μανιφέστων του, το 1909, υποστήριξε ότι «ένα αγωνιστικό αυτοκίνητο με τους μεγάλους σωλήνες να κοσμούν την καροσερί του… είναι πιο ωραίο από τη Νίκη της Σαμοθράκης».

Στους φουτουριστές ζωγράφους, συγγραφείς, μουσικούς που έλκονταν από την αρχή της συγχρονικότητας και από το μοντάζ, που πειραματίστηκαν σε εικαστικές εκθέσεις και θεατρικές βραδιές με «φωτοδυναμικές» εικόνες, με σκηνογραφίες καθαρά τεχνοκρατικού χαρακτήρα, με μηχανικά κοστούμια, με αφηρημένους, πλαστικούς και γλυπτικούς χώρους, που παρήγαγαν μουσική χρησιμοποιώντας τους θορύβους της φύσης και τους ήχους των αντικειμένων, παραπέμπουν πολλές από τις σημερινές καλλιτεχνικές προτάσεις και στρατηγικές. Μέσα στον 20ό αιώνα ο φουτουρισμός στάθηκε ένα ορόσημο για τον ακσιονισμό και το χάπενινγκ, για την περφόρμανς, τις θεατροποιημένες πρακτικές της καθημερινής ζωής, το μουσικό θέατρο όπου πρωτοστατούν οι μηχανές, οι ήχοι και το φως.

Η νέα αντίληψη για έναν συνοπτικό χρόνο, πέρα από την ιδέα μιας ιστορικής και ψυχολογικής εξέλιξης και με το παρόν, τη στιγμή, τη ζωντανή αντιπαράθεση καλλιτέχνη- θεατή να συνιστούν το κέντρο της καλλιτεχνικής εμπειρίας, ήταν κι αυτή ένα φουτουριστικό πυροτέχνημα με μακρά διάρκεια και ανεξάντλητη προοπτική.

Η παντοκρατορία του τεχνολογικού παράγοντα, επίκαιρη στις ημέρες μας, θυμίζει τη λατρεία των μηχανών, έναν από τους θεμέλιους λίθους της νεωτερικότητας τον οποίο είχαν για πυξίδα τους και οι φουτουριστές. Οι σημερινοί καλλιτέχνες όμως με κριτική ματιά και αμφιβολίες δεν επενδύουν οπωσδήποτε θετικά στον μύθο της τεχνολογίας και της ταχύτητας διαφοροποιώντας έτσι τη στάση τους από τη φουτουριστική θεοποίηση της τεχνικής, συνδεδεμένη στις αρχές του 20ού αιώνα με μιαν ουτοπία για το μέλλον και την απελευθέρωση του ανθρώπου. *