Δύο νέες μελέτες αμερικανών επιστημόνων αποδεικνύουν ότι η μοναξιά σε καμία περίπτωση δεν είναι «πιο καλή» κατά το γνωστό άσμα. Σύμφωνα με τα ευρήματα των ειδικών του Πολιτειακού Πανεπιστημίου του Οχάιο, η κοινωνική απομόνωση «βλάπτει» τόσο την ψυχική όσο και τη σωματική υγεία.

Ο λόγος πίσω από αυτό, όπως αποκάλυψαν οι ερευνητές στο πλαίσιο του ετήσιου συνεδρίου της αμερικανικής Εταιρείας Προσωπικότητας και Κοινωνικής Ψυχολογίας στο Λος Άντζελες, οφείλεται στο γεγονός ότι η μοναξιά αυξάνει το στρες και «ρίχνει» το ανοσοποιητικό σύστημα του οργανισμού κάνοντάς τον ευάλωτο σε επιθέσεις «εχθρών» όπως οι ιοί.

Μάλιστα λόγω του αυξημένου στρες, τα μοναχικά άτομα τείνουν να παράγουν περισσότερες φλεγμονώδεις κυτοκίνες – παράγοντες που φαίνεται να συνδέονται με την εμφάνιση καρδιακών νοσημάτων και άλλων χρόνιων παθήσεων.

«Τα ευρήματα αυτά δείχνουν ένα “ξεκούρδιστο” ανοσοποιητικό σύστημα» εξηγεί η ερευνήτρια Λίσα Τζαρέμκα.

Μοναχικές ψυχές, ευάλωτοι οργανισμοί

Στη μελέτη των Αμερικανών έλαβαν μέρος 200 εθελόντριες, πρώην ασθενείς με καρκίνο του μαστού. Οι ερευνητές προχώρησαν στη λήψη δείγματος αίματος για τον εντοπισμό αντισωμάτων που σχετίζονταν με την προστασία ενάντια στον κυτταρομεγαλοϊό και τον ιό του έρπητα.

Πρόκειται για ιούς οι οποίοι «κοιμούνται» εντός του οργανισμού, με αποτέλεσμα να υπάρχουν πολλές φορές χωρίς να δίνουν συμπτώματα. Ακόμα και όταν είναι ενεργοί και παρά το γεγονός ότι και πάλι μπορεί να μην εκδηλωθούν με συμπτώματα, προκαλούν την παραγωγή αντισωμάτων ή πρωτεϊνών που σε ρόλο «αστυνομικού» βοηθούν το ανοσοποιητικό προκειμένου να προστατευθεί ενάντια στις επιθέσεις τους.

Τα υψηλότερα επίπεδα αντισωμάτων, σύμφωνα με τους ειδικούς, φάνηκε να σχετίζονται με τα υψηλότερα επίπεδα ενεργοποίησης ιών στον οργανισμό. Από τις εθελόντριες ζητήθηκε ακόμα να συμπληρώσουν ειδικά ερωτηματολόγια γύρω από την κοινωνική τους ζωή, προσδιορίζοντας τα επίπεδα της μοναξιάς τους.

Βάσει των αποτελεσμάτων, οι επιστήμονες διαπίστωσαν ότι όσο πιο μοναχικές ήταν οι εθελόντριες τόσο υψηλότερα επίπεδα αντισωμάτων κατά του κυτταρομεγαλοϊού είχαν στο αίμα τους.

«Κάτι τέτοιο μας δείχνει ότι το ανοσοποιητικό σύστημα με κάποιο τρόπο επηρεάζεται» υποστηρίζει η Τζαρέμκα.

Σε μια δεύτερη μελέτη, οι ερευνητές προχώρησαν στην εξέταση των επιπέδων των κυτοκινών σε 144 από τις πρώην καρκινοπαθείς εθελόντριες αλλά και σε μια ομάδα υγιών αλλά υπέρβαρων μεσήλικων γυναικών, μέσω δείγματος αίματος.

Συγκεκριμένα, οι επιστήμονες έλαβαν ένα πρώτο δείγμα αίματος από τις συμμετέχουσες και στη συνέχεια τις εξέθεσαν σε στρεσογόνες συνθήκες – τις υποχρέωσαν π.χ. να πραγματοποιήσουν μια ομιλία και να λύσουν μαθηματικές ασκήσεις μπροστά σε μια επιτροπή ερευνητών. Προκειμένου να αυξήσουν ακόμη περισσότερο τα επίπεδα του στρες, ζήτησαν από το πάνελ των ερευνητών να υιοθετήσει μια αποθαρρυντική στάση.

Προτού λάβουν το δεύτερο δείγμα αίματος από τις εθελόντριες, οι ειδικοί θέλησαν να κινητοποιήσουν το ανοσοποιητικό τους σύστημα με τη βοήθεια αβλαβών βακτηρίων.

Είδαν λοιπόν, ότι όσο πιο μοναχικές ήταν οι εθελόντριες, τόσο υψηλότερα ήταν τα επίπεδα της κυτοκίνης ιντερλευκίνης-6 που εμφάνιζαν μετά από την ομιλία τους.