Ο Νεύτωνας θεωρούσε ότι η πιο παραγωγική επιστημονική ηλικία του ήταν γύρω στα 23, ο Αϊνστάιν έλεγε ότι «όποιος δεν έκανε τη μεγάλη συνεισφορά του στην επιστήμη ως τα 30 δεν πρόκειται να την κάνει ποτέ». Οι δυο σοφοί μάλλον δεν έκαναν λάθος για τα δεδομένα της εποχής τους, μια νέα μελέτη όμως δείχνει ότι τα πράγματα έχουν αλλάξει: οι ανακαλύψεις που χαρίζουν τα Νομπέλ σήμερα φαίνεται ότι γίνονται πολύ μετά τα 40.

Οι οικονομολόγοι Μπέντζαμιν Τζόουνς του Πανεπιστημίου Northwestern των Ηνωμένων Πολιτειών και Μπρους Γουάινμπεργκ του Πολιτειακού Πανεπιστημίου του Οχάιο ανέλυσαν τα δεδομένα όλων των βραβευθέντων με Νομπέλ επί περισσότερο από έναν αιώνα. Σύμφωνα με τα συμπεράσματά τους, τα οποία δημοσιεύθηκαν στην επιθεώρηση «Proceedings of the National Academy of Sciences», αν και παλαιότερα οι «νεαρές» μεγαλοφυΐες αφθονούσαν, σήμερα οι όροι έχουν αντιστραφεί.

Στη σύγχρονη εποχή, λένε, οι πιθανότητες ενός επιστήμονα κάτω των 30 να κάνει μια πολύ σημαντική ανακάλυψη είναι σχεδόν μηδαμινές. Το ίδιο «περίπου 0%» επεκτείνεται μάλιστα και στο μεγαλύτερο μέρος της τέταρτης δεκαετίας με την πλέον παραγωγική «επιστημονική ηλικία», τουλάχιστον για τη Φυσική, να μετατοπίζεται στα 48.

Νεανικά κατορθώματα

Όταν ανέπτυξε τη θεωρία της βαρύτητας ο Νεύτων ήταν μόλις 23 ετών, ο Αϊνστάιν δημοσίευσε τη μετέπειτα βραβευμένη με Νομπέλ μελέτη του για το φωτοηλεκτρικό φαινόμενο στα 26, ο Πολ Ντιράκ πρόβλεψε την ύπαρξη της αντιύλης στα 26 και έθεσε τις αρχές της Κβαντομηχανικής στα 28 ενώ η Μαρία Κιουρί κόντευε τα 30 όταν, μαζί με τον σύζυγό της Πιερ, ανακάλυψε τα ραδιενεργά στοιχεία ράδιο και πολώνιο.

Για να διερευνήσουν πώς η ηλικία σχετίζεται με την επιστημονική δημιουργικότητα οι δυο οικονομολόγοι ανέλυσαν στοιχεία που αφορούσαν τους 525 επιστήμονες που κέρδισαν τα Νομπέλ Φυσικής, Χημείας και Ιατρικής από το 1901 ως το 2008. Παίρνοντας ως «μέτρο» τον μέσο όρο ηλικίας κατά τον οποίο οι νομπελίστες παρήγαγαν το έργο που τους χάρισε το βραβείο συνέκριναν πώς το ηλικιακό «απόγειο» της επιστημονικής δημιουργικότητας μεταβαλλόταν ανά τομέα με την πάροδο του χρόνου.

Διαπίστωσαν ότι τα μεγάλα επιστημονικά επιτεύγματα πριν από την ηλικία των 30 ήταν διαδεδομένα σε όλους τους τομείς ως το 1905. Την περίοδο εκείνη περίπου τα δυο τρίτα των επιστημόνων είχαν παρουσιάσει τις εργασίες που τους χάρισαν το βραβείο προτού κλείσουν τα 40, ενώ περίπου το 20% τις είχε παρουσιάσει πριν από τα 30.

Τα Νομπέλ «ωριμάζουν»

Στις επόμενες δεκαετίες όμως η «χρυσή» ηλικιακή βαθμίδα άρχισε να ανεβαίνει όλο και περισσότερο. «Η ηλικία κατά την οποία οι επιστήμονες έκαναν μια σημαντική συνεισφορά αυξάνεται με τον χρόνο» εξήγησε ο κ. Γουάινμπεργκ.

Για παράδειγμα, το μεγαλύτερο ποσοστό των φυσικών που έκαναν τη σημαντική τους ανακάλυψη πριν από τα 30 παρατηρήθηκε το 1923 και έφθανε το 31%. Αντίστοιχα το μεγαλύτερο ποσοστό αυτών που παρουσίασαν την καλύτερη δουλειά τους πριν τα 40 εμφανίστηκε το 1934 φθάνοντας το 78%. Από εκεί και πέρα και τα δυο αυτά ποσοστά άρχισαν να μειώνονται συνεχώς.

Το 2000 τα μεγάλα έργα πριν από τα 30 είναι σχεδόν παντελώς απόντα σε όλους τους τομείς. Πριν από τα 40 εμφανίζονται σε ποσοστό περίπου 19% στη Φυσική αλλά απουσιάζουν σχεδόν εξ ολοκλήρου από τη Χημεία.

«Η εικόνα του λαμπρού νεαρού επιστήμονα που κάνει σημαντικές ανακαλύψεις γίνεται όλο και πιο ξεπερασμένη, τουλάχιστον σε αυτούς τους τρεις τομείς των Νομπέλ» τόνισε ο ερευνητής, εννοώντας τις επιστήμες της Φυσικής, της Χημείας και της Ιατρικής. «Σήμερα ο μέσος όρος ηλικίας που οι φυσικοί κάνουν μια εργασία που τους χαρίζει το Νομπέλ είναι τα 48. Ελάχιστες ανακαλύψεις γίνονται από φυσικούς κάτω των 30».

Οι δυο οικονομολόγοι θεωρούν ότι η ανάλυσή τους έχει ιδιαίτερη σημασία σε μια εποχή όπου υπάρχει έντονος προβληματισμός σχετικά με τη διανομή των ερευνητικών επιχορηγήσεων.