Αμερικανοί ερευνητές υποστηρίζουν ότι η φισετίνη, ένα φυσικό φλαβονοειδές που περιέχουν οι φράουλες και άλλα φρούτα και λαχανικά, μειώνει τα γνωστικά ελλείμματα και τη φλεγμονή που σχετίζονται με τη γήρανση.

Η επιστημονική ομάδα του Ινστιτούτου Βιολογικών Μελετών Salk στην Καλιφόρνια, με επικεφαλής τη δρα Πάμελα Μάγιερ, δημοσίευσε τα αποτελέσματα ζωικών πειραμάτων στο επιστημονικό έντυπο Journals of Gerontology Series A.

Πρόκειται ουσιαστικά για συνέχεια παλαιότερης μελέτης που είχε δείξει ότι η φισετίνη μπορεί να συμβάλλει στη θεραπεία της σχετιζόμενης με τη γήρανση πνευματικής εξασθένησης και παθήσεων όπως η νόσος Αλτσχάιμερ ή το εγκεφαλικό επεισόδιο.

Η μελέτη

Στο νέο ερευνητικό σκέλος οι επιστήμονες χρησιμοποίησαν εργαστηριακά ποντίκια που γερνούσαν πρόωρα ώστε να μπορούν να μελετήσουν καλύτερα τη σποραδική νόσο Αλτσχάιμερ. Μέχρι να φτάσουν, λοιπόν, σε ηλικία 10 μηνών, τα ποντίκια αυτά είχαν αρχίσει ήδη να εμφανίζουν σωματικά και γνωστικά ελλείμματα, που δεν εμφάνιζαν τα φυσιολογικά ποντίκια μέχρι την ηλικία των δύο ετών.

Οι ερευνητές σίτισαν τα τριών μηνών πρόωρα γερασμένα ποντίκια με μια δόση φισετίνης την ημέρα για επτά μήνες. Μια άλλη ομάδα επίσης πρόωρα γερασμένων πειραματόζωων έτρωγε το ίδιο φαγητό αλλά χωρίς φισετίνη.

Κατά τη διάρκεια της μελέτης, τα τρωκτικά υποβάλλονταν σε διάφορες δραστηριότητες και τεστ μνήμης.

Επίσης, οι ερευνητές εξέταζαν τα επίπεδα συγκεκριμένων πρωτεϊνών που σχετίζονται με την εγκεφαλική λειτουργία και τις αντιδράσεις των τρωκτικών στο στρες και στη φλεγμονή.

«Στους δέκα μήνες, οι διαφορές μεταξύ των δύο ομάδων ήταν σημαντικές. Τα ποντίκια που δεν πήραν φισετίνη είχαν δυσκολίες σε όλα τα γνωστικά τεστ καθώς και αυξημένους δείκτες στρες και φλεγμονής. Τα αστροκύτταρα και τα μικρογλοία, που υπό φυσιολογικές συνθήκες είναι αντιφλεγμονώδη εγκεφαλικά κύτταρα, καθοδηγούσαν την αναπτυσσόμενη φλεγμονή. Τα τρωκτικά που πήραν φισετίνη, απ’ την άλλη, δεν είχαν αξιοσημείωτες διαφορές στη συμπεριφορά ή τους δείκτες φλεγμονής στους δέκα μήνες, από την ομάδα των ποντικιών ηλικίας τριών μηνών, χωρίς πρόωρη γήρανση», εξηγεί η δρ Μάγιερ.

Χωρίς παρενέργειες

Να σημειωθεί ότι, δεν παρατηρήθηκε οξεία τοξικότητα στα ποντίκια που πήραν φισετίνη, ακόμα και όταν επρόκειτο για υψηλές δοσολογίες.

«Φυσικά τα ποντίκια διαφέρουν από τους ανθρώπους, αλλά υπάρχουν αρκετές ομοιότητες που μας κάνουν να πιστεύουμε ότι η φισετίνη αξίζει να μελετηθεί περισσότερο, όχι μόνο στην περίπτωση της θεραπείας της σποραδικά εμφανιζόμενης νόσου Αλτσχάιμερ, αλλά και στη μείωση ορισμένων εκ των γνωστικών επιπτώσεων της φυσιολογικής γήρανσης», καταλήγει η ερευνήτρια.

Επόμενος στόχος των ειδικών είναι να κάνουν κλινικές δοκιμές της φισετίνης σε ανθρώπους.

Newsroom ΔΟΛ