Αμερικανοί επιστήμονες αναγνώρισαν ένα νέο γονίδιο που εκτιμούν ότι θα βοηθήσει στο μέλλον τους κλινικούς γιατρούς να διακρίνουν ποιες ασθενείς έχουν επιθετικής μορφής πρώιμου σταδίου καρκίνο του μαστού. Απώτερος στόχος είναι χιλιάδες γυναίκες να γλιτώσουν από μη αναγκαίες και πολυδάπανες εξετάσεις και θεραπείες.

Οι ερευνητές του Ινστιτούτου «Whitehead» εντόπισαν το γονίδιο SMARCE1 που υπερεκφράζεται σε μια υποομάδα πρώιμου σταδίου καρκίνων, οι οποίοι είναι πιθανότερο να εξελιχθούν σε επιθετικά διηθητικούς.

Οι επιστήμονες παρατήρησαν ότι το 50% των πρώιμου σταδίου καρκίνων με υψηλή έκφραση του SMARCE1 θα δώσουν μεταστάσεις στα επόμενα 10 με 15 χρόνια μετά την αρχική διάγνωση.

«Δεν είναι όλοι οι καρκίνοι πρώιμου σταδίου ίδιοι. Ορισμένοι είναι προδιαγεγραμμένο να γίνουν επιθετικοί και γι’ αυτό πρέπει να αντιμετωπιστούν αναλόγως από την αρχή», εξηγεί ο επίκουρος καθηγητής Βιολογίας στο MIT, Πίγιους Γκούπτα.

Έτσι, η ανακάλυψη του γονιδίου δίνει για πρώτη φορά τη δυνατότητα διάκρισης των ελάχιστα διηθητικών όγκων από αυτούς που πραγματικά θα δώσουν μεταστάσεις.

Η μελέτη

Οι αμερικανοί ερευνητές για να καθορίσουν ποιες αλλοιώσεις ήταν επιθετικότερες από άλλες, ανέλυσαν τους ρυθμιστές περίπου 350 γονιδίων που αύξαναν την έκφραση σε διηθητικές περιοχές των καρκίνων. Έτσι εντόπισε μια μεγάλη ομάδα γονιδίων που επιτρέπουν στα καρκινικά κύτταρα να εισβάλλουν στο εξτρακυτταρικό πλέγμα. Το γονίδιο SMARCE1 είναι ο ρυθμιστής αυτής της γονιδιακής ομάδας.

«Είναι ξεκάθαρο ότι το SMARCE1 επηρεάζει όλους τους βασικούς παίκτες στην εισβολή και την μετάσταση. Το γονίδιο όμως φαίνεται να είναι σημαντικό μόνο κατά τα πρώιμα στάδια της μετάστασης, γεγονός που το κάνει τον κατάλληλο βιοδείκτη για το κρίσιμο αυτό στάδιο της νόσου», εξηγεί ο δρ Γκούπτα.

Μάλιστα, όταν οι ερευνητές ανέλυσαν τη δράση του SMARCE1 σε εργαστηριακό μοντέλο από ιστούς ανθρώπινου μαστού καθόρισαν ότι είναι απαραίτητο στο τοπικά εντοπισμένα καρκινικά κύτταρα του μαστού για να αποδράσουν προς τους περιβάλλοντες ιστούς. Χωρίς αυτό, τα κύτταρα έμεναν στάσιμα και σχετικά άκακα.

Επίσης, ανέλυσαν τα επίπεδα του SMARCE1 σε δείγματα ιστών από περίπου 200 πρώιμου σταδίου καρκινοπαθείς. Όσες είχαν τα υψηλότερα επίπεδα SMARCE1 ήταν πιθανότερο να εκδηλώσουν μετάσταση και να έχουν το χειρότερο θεραπευτικό αποτέλεσμα. Η σχέση μεταξύ των επιπέδων του γονιδίου και της πρόγνωσης ίσχυε επίσης και στην περίπτωση των ασθενών με καρκίνο του πνεύμονα και των ωοθηκών, δηλαδή σημαίνει ότι η σημασία του SMARCE1 δεν περιορίζεται μόνο σε μια μορφή καρκίνου.

Συνεπώς, οι ερευνητές εκτιμούν ότι ένας τέτοιος βιοδείκτης θα συμβάλλει στο μέλλον και στον σχεδιασμό καλύτερων θεραπειών που θα ταιριάζουν απόλυτα στην συμπεριφορά του καρκίνου κάθε ασθενή.

Ο καρκίνος του μαστού ξεκινά υπό τη μορφή ανώμαλων κυττάρων που διαχωρίζονται ανεξέλεγκτα, συνήθως στους γαλακτοφόρους αδένες. Σχεδόν σε όλες τις περιπτώσεις, η ασθενής δεν αντιλαμβάνεται τον αρχόμενο καρκίνο αλλά τον δευτεροπαθή όγκο, αφού ο καρκίνος έχει πια εξαπλωθεί.

Βέβαια τα τελευταία 20 χρόνια η ικανότητα των μαστογραφιών να εντοπίζουν ακόμα και τέτοιες μικρές αλλοιώσεις έχει αυξηθεί σημαντικά. Αλλά αυτό έχει και ως συνέπεια πολλές γυναίκες με ακίνδυνες αλλοιώσεις να υποβάλλονται σε μαστεκτομές/ογκεκτομές και ακτινοθεραπείες. Παράλληλα, οι υπάρχουσες θεραπείες δεν είναι αποτελεσματικές στο ένα τέταρτο των ασθενών με πρώιμου σταδίου καρκίνου, που τελικά δίνουν μεταστάσεις σε απομακρυσμένα σημεία του σώματος.

Αν μελλοντικά οι γιατροί καταφέρουν να διακρίνουν τους επιθετικούς από τους καλοήθεις όγκους, τότε θα μπορούν να σχεδιάσουν εξατομικευμένα θεραπευτικά σχήματα και οι ασθενείς θα αποφεύγουν ακριβές θεραπείες που δεν χρειάζονται.

Newsroom ΔΟΛ