Η προσθήκη τροφών πλούσιων σε πρωτεΐνες ή προβιοτικά στη διατροφή των πασχόντων από διαβήτη μπορεί να συντελέσει στον έλεγχο των επιπέδων του σακχάρου στο αίμα, σύμφωνα με δύο μελέτες που παρουσιάστηκαν στο ετήσιο συνέδριο της Αμερικανικής Καρδιολογικής Εταιρείας στη Νέα Ορλεάνη.

Επιβραδύνουν την πέψη των υδατανθράκων

Οι πρωτεΐνες και τα προβιοτικά φαίνεται να επιβραδύνουν την πέψη των υδατανθράκων, εμποδίζοντας την απότομη άνοδο της γλυκόζης που συντελεί στον διαβήτη τύπου 2 ή στις βλάβες που προκαλεί η νόσος σε διάφορα όργανα του σώματος.

Στην πρώτη μελέτη, που διεξήχθη στο Ερευνητικό Κέντρο Ανθρώπινης Διατροφής και Γήρανσης του Πανεπιστημίου Ταφτς, οι ερευνητές ζήτησαν από τέσσερις ομάδες των 20 ατόμων έκαστη να τρώνε συγκεκριμένα τρόφιμα και να μετράνε τα επίπεδα του σακχάρου στο αίμα τους ανά δύο ώρες.

Οι ομάδες έτρωγαν λευκό ψωμί μαζί είτε με δημητριακά ρυζιού (υδατάνθρακες), τόνο (πρωτεΐνη), ανάλατο βούτυρο (λίπος) ή δημητριακά με βρώμη (φυτικές ίνες). Οι επιστήμονες ήθελαν μέσω αυτών των συνδυασμών να δουν ποιο είδος θρεπτικού συστατικού επηρέαζε την πέψη των υδατανθράκων.

Η πρωτεΐνη καθυστέρησε την έκκριση ορισμένων γαστρικών ορμονών που ίσως επιβραδύνουν τον ρυθμό της γαστρικής κένωσης.

Στη δεύτερη μελέτη, ειδικοί του Κολεγιακού Ινστιτούτου Waterloo στο Οντάριο του Καναδά ζήτησαν από 80 άτομα με υψηλή αρτηριακή πίεση να ακολουθήσουν το διατροφικό σχήμα DASH (σχεδιασμένο για τη μείωση της αρτηριακής πίεσης). Όμως, οι μισοί έπρεπε να αντικαταστήσουν τρόφιμα με προβιοτικά με άλλα είδη διατροφής.

Για παράδειγμα, μπορούσαν αντί για γιαούρτι με προβιοτικά ή ροφήματα με προβιοτικά, να φάνε κάτι άλλο.

Προβιοτικά και μείωση της γλυκόζης


Όσοι πρόσθεσαν προβιοτικά στη διατροφή αντί να αφαιρέσουν δεν είδαν μεν διαφορά στην αρτηριακή τους πίεση αλλά πέτυχαν καλύτερη μείωση των επιπέδων της γλυκόζης νηστείας καθώς και της γλυκοζυλιωμένης αιμοσφαιρίνης, η οποία αποτελεί βασικό βιοδείκτη των μακροπρόθεσμων επιπέδων της γλυκόζης στο αίμα.

Τα προβιοτικά φάνηκε ότι μπορούσαν να παράγουν συστατικά που θα καθιστούσαν ευκολότερη σε κυτταρικό επίπεδο τη χρήση της ινσουλίνης για την μετατροπή της γλυκόζης σε πηγή ενέργειας για τον οργανισμό.

«Αν και οι δυο μελέτες είναι μικρού εύρους, παρέχουν χρήσιμες πληροφορίες για τα άτομα που πάσχουν από διαβήτη και θέλουν να κάνουν ουσιαστική διαφορά στην καθημερινή διατροφή τους. Πρόκειται για αλλαγές που μπορούν να γίνουν εύκολα και δεν περιορίζονται μόνο στον διαβήτη αλλά και σε άτομα με μεταβολικό σύνδρομο ή προδιαβήτη» σχολίασε ο δρ Πράκας Ντιντβάνια, καθηγητής Καρδιολογίας στο Πανεπιστήμιο της Καλιφόρνιας στο Σαν Φρανσίσκο και αντιπρόεδρος της επιτροπής Διαβήτη της Αμερικανικής Καρδιολογικής Εταιρείας.


Newsroom ΔΟΛ