Ανάμεσα σε όσα μπορεί κανείς να κληρονομήσει από τους γονείς του, είναι και η μοναχικότητα, σύμφωνα με μια νέα αμερικανική επιστημονική έρευνα που διαπίστωσε ότι τα γονίδια ενός ανθρώπου μπορούν να τον προδιαθέσουν, ώστε να γίνει πιο μοναχικός. Η επίδραση του περιβάλλοντος πάντως παίζει σαφώς μεγαλύτερο ρόλο για την πρόκληση μοναχικότητας.

Τα συμπεράσματα

Και άλλες μελέτες στο παρελθόν έχουν καταλήξει σε παρόμοια συμπεράσματα. Η νέα μελέτη εκτιμά ότι η μοναχικότητα είναι σε ποσοστό 14% έως 27% γενετική, ενώ προηγούμενες εκτιμήσεις είχαν ανεβάσει τη γενετική συμβολή σε 37% έως 55%, ποσοστά όμως που θεωρούνται υπερβολικά.

Οι ερευνητές, με επικεφαλής τον καθηγητή ψυχιατρικής Άμπραχαμ Πάλμερ της Ιατρικής Σχολής του Πανεπιστημίου της Καλιφόρνια-Σαν Ντιέγκο ανέλυσαν γενετικά και ιατρικά δεδομένα για σχεδόν 10.800 ανθρώπους ηλικίας άνω των 50 ετών, οι οποίοι επιπλέον κλήθηκαν να απαντήσουν σε ερωτηματολόγια για το πόση χρόνια (όχι περιστασιακή) μοναχικότητα ένιωθαν.

Η μελέτη κατέληξε στη διαπίστωση ότι σε μερικούς ανθρώπους η μοναχικότητα τείνει να κληρονομείται μαζί με τον νευρωτισμό και τα συμπτώματα κατάθλιψης. Πιο ασθενής είναι η συσχέτιση της κληρονομικής μοναχικότητας με τη σχιζοφρένεια και τη διπολική διαταραχή. Πάντως μέχρι στιγμής δεν έχει εντοπισθεί κάποιο συγκεκριμένο γονίδιο της
μοναχικότητας. Η μελέτη δημοσιεύεται στην επιθεώρηση «Neuropsychopharmacology».

Οι κίνδυνοι

Η μοναξιά σχετίζεται με χειρότερη σωματική και ψυχική υγεία, πράγμα που αυξάνει τον κίνδυνο για πρόωρο θάνατο, περισσότερο και από την παχυσαρκία. Από την άλλη, η μοναχικότητα βιώνεται διαφορετικά από τους ανθρώπους και για ορισμένους αποτελεί πολύ μεγαλύτερο πρόβλημα από ό,τι για άλλους. Όπως είπε ο Πάλμερ, αυτό ακριβώς μπορεί να οφείλεται στο ότι κάποιος έχει γενετική προδιάθεση για μοναξιά, ενώ κάποιος άλλος όχι.

Newsroom ΔΟΛ