Η μακροχρόνια χρήση συγκεκριμένων φαρμάκων, μεταξύ των οποίων υπνωτικά, αντιϊσταμινικά, αντικαταθλιπτικά και σκευάσματα για παθήσεις του ουροποιητικού συστήματος ενοχοποιείται για άνοια και νόσο Αλτσχάιμερ από ομάδα αμερικανών ερευνητών.

Επιστημονική ομάδα της Φαρμακευτικής Σχολής του Πανεπιστημίου Ουάσιγκτον, με επικεφαλής τη δρα Σέλι Γκρέι, υποστηρίζει σε άρθρο που δημοσιεύεται στο επιστημονικό έντυπο JAMA Internal Medicine ότι τα σκευάσματα που έχουν αντιχολινεργική δράση, όταν χορηγούνται σε μεγάλες δόσεις και για πολύ καιρό, φαίνεται να αυξάνουν τον κίνδυνο.

Μη αναστρέψιμος κίνδυνος και μετά τη διακοπή της λήψης

Πρόκειται για την πρώτη μελέτη που καταδεικνύει αύξηση του κινδύνου αναλογικά με τη δοσολογία. Εντύπωση προκαλεί δε το γεγονός ότι, ο κίνδυνος δεν είναι αναστρέψιμος και συνεχίζει να υφίσταται ακόμα και όταν σταματά η λήψη των φαρμάκων.

Οι ερευνητές κατέληξαν στα παραπάνω συμπεράσματα αφού μελέτησαν τα ιατρικά αρχεία 3.434 ανθρώπων, άνω των 65 ετών, οι οποίοι δεν είχαν ενδείξεις άνοιας στην αρχή της έρευνας. Συγκεκριμένα, συσχέτισαν τα σκευάσματα που είχαν πάρει με την πιθανότητα εκδήλωσης άνοιας την επόμενη δεκαετία. Κατά τη διάρκεια της μελέτης 797 άτομα εκδήλωσαν νόσο Αλτσχάιμερ και άλλες μορφές άνοιας.

Να σημειωθεί ότι, περίπου το ένα πέμπτο των φαρμάκων λαμβάνονταν από το φαρμακείο, χωρίς συνταγή γιατρού.

Οι επιστήμονες παρατήρησαν ότι, όσοι ηλικιωμένοι έπαιρναν συγκεκριμένα αντιχολινεργικά φάρμακα για πάνω από τρία χρόνια, κινδύνευαν περισσότερο να εκδηλώσουν άνοια. Όσοι έπαιρναν τις μεγαλύτερες δόσεις, είχαν κατά 54% μεγαλύτερο κίνδυνο για άνοια και 63% για νόσο Αλτσχάιμερ, σε σχέση με όσους δεν έπαιρναν τέτοια φάρμακα.

«Κλειδί» η ακετυλοχολίνη

Τα αντιχολινεργικά φάρμακα μπλοκάρουν έναν χημικό νευροδιαβιβαστή, την ακετυλοχολίνη, με αποτέλεσμα να επιφέρουν παρενέργειες όπως υπνηλία, θόλωση της όρασης, μείωση της μνήμης κ.α. Οι ασθενείς με νόσο Αλτσχάιμερ είναι γνωστό ότι έχουν έλλειψη ακετυλοχολίνης.

Οι ειδικοί τονίζουν λοιπόν ότι, βάσει και των νεότερων δεδομένων, γιατροί και φαρμακοποιοί θα πρέπει να είναι πιο επιφυλακτικοί και να προσφέρουν εναλλακτικά φάρμακα, όπως νεότερης γενιάς αντικαταθλιπτικά και αντιϊσταμινικά
φάρμακα. Αν τέτοια δεν υπάρχουν (ιδίως όταν πρόκειται για ουρολογικά φάρμακα), τότε θα πρέπει να δίνουν τα υπάρχοντα, αλλά στη χαμηλότερη δυνατή δόση, για το μικρότερο δυνατό χρονικό διάστημα.

Απαιτείται περαιτέρω διερεύνηση

Ο δρ Σάιμον Ρίντλεϊ, επικεφαλής ερευνών της βρετανικής οργάνωσης Alzheimer Research, σχολιάζοντας τα αποτελέσματα της μελέτης, τα χαρακτηρίζει «ενδιαφέροντα» αλλά σημειώνει ότι δεν αποδεικνύουν σε καμιά περίπτωση ότι η συγκεκριμένη κατηγορία φαρμάκων προκαλεί άνοια και νόσο Αλτσχάιμερ.

«Σε κάθε περίπτωση, το ζήτημα απαιτεί περαιτέρω διερεύνηση, καθώς υπάρχουν και έρευνες σε πειραματόζωα που δείχνουν ότι οι δραστικές ουσίες με αντιχολινεργική δράση αυξάνουν το επίπεδο της πρωτεΐνης του β-αμυλοειδούς, που αποτελεί χαρακτηριστικό της νόσου Αλτσχάιμερ», υπογραμμίζει ο δρ Ρίντλεϊ.