Τριάντα ασθενείς με άσθμα θα υποβληθούν για πρώτη φορά παγκοσμίως σε μια πρωτοποριακή θεραπεία έγχυσης στον λάρυγγα αλλαντοτοξίνης τύπου Α (πρόκειται για το γνωστό μπότοξ) με στόχο να αναπνεύσουν …πιο ελεύθερα.

Το μπότοξ που είναι ευρέως γνωστό στην κοσμητική ιατρική καθώς «σιδερώνει» τις ρυτίδες θα δοκιμαστεί τώρα ως αντιασθματικό φάρμακο από ειδικούς του Πανεπιστημίου Μόνας στη Μελβούρνη της Αυστραλίας.

Προβλήματα και στον λάρυγγα

Η κλινική δοκιμή αποφασίστηκε μετά από μελέτη που διεξήγαγαν ερευνητές του Πανεπιστημίου και από την οποία προέκυψε ότι περίπου οι μισοί ασθενείς με σοβαρό άσθμα εμφανίζουν προβλήματα και στον λάρυγγα εκτός από τους πνεύμονες. Τα προβλήματα αυτά είναι παρόμοια με εκείνα της δυσφωνίας (προκαλείται εξαιτίας κόπωσης των φωνητικών χορδών), για την αντιμετώπιση της οποίας χρησιμοποιείται ήδη η αλλαντοτοξίνη τύπου Α.

Οι ερευνητές ελπίζουν ότι οι ενέσεις μπότοξ θα βοηθήσουν στη χαλάρωση των μυών του λάρυγγα ανακουφίζοντας τους ασθματικούς από το αίσθημα δύσπνοιας που παρουσιάζουν. «Δεν πιστεύουμε ότι η συγκεκριμένη προσέγγιση θα προσφέρει θεραπεία στα ασθματικά άτομα, αλλά εκτιμούμε ότι θα τους βοηθήσει να έχουν καλύτερη ποιότητα ζωής» ανέφερε χαρακτηριστικά στο πρακτορείο ειδήσεων Associated Press της Αυστραλίας ο διευθυντής του Τμήματος Πνευμονολογίας στο Ιατρικό Κέντρο Μόνας, καθηγητής Φιλ Μπάρντιν. Ο καθηγητής προσέθεσε ότι η θεραπεία αναμένεται να μειώσει τα ασθματικά συμπτώματα, επιτρέποντας σε πολλά άτομα να μπορούν να ανεβαίνουν σκάλες και να περπατούν χωρίς να αισθάνονται έντονο σφίξιμο στο στήθος.

Πρόληψη των σπασμών

Ο δρ Μπάρντιν εξήγησε ότι απεικονιστικές εξετάσεις έδειξαν πως ο λάρυγγας των ατόμων με σοβαρό άσθμα εμφανίζει συχνά σπασμούς. Πρόθεση των ερευνητών είναι να προληφθούν οι σπασμοί αυτοί με τη χρήση του μπότοξ. Εκτιμούν μάλιστα ότι ο λάρυγγας θα εμφανίσει φυσιολογικά επίπεδα λειτουργίας μετά από περίπου τρεις μήνες από τη θεραπεία.

Σημειώνεται ότι η αλλαντοτοξίνη τύπου Α έχει ήδη ορισμένες ιατρικές χρήσεις ενώ επίσης μελετάται η χορήγησή της εναντίον των ημικρανιών, της ακράτειας αλλά και της αύξησης του βάρους στα διαβητικά άτομα.

Η αυστραλιανή κλινική δοκιμή θα ξεκινήσει μέσα στους επόμενους μήνες και αναμένεται να διαρκέσει ένα έτος.