Ελαττώματα στο DNA φαίνεται ότι συνδέονται με την εμφάνιση προεκλαμψίας, μιας εν δυνάμει θανατηφόρας κατάστασης της εγκύου η οποία χαρακτηρίζεται από υψηλή αρτηριακή πίεση. Στο συμπέρασμα αυτό κατέληξαν ερευνητές από την Ιατρική Σχολή του Πανεπιστημίου Ουάσιγκτον στο Σεντ Λούις μετά από ανάλυση του γενετικού υλικού 300 εγκύων.
γιείς γυναίκες νοσηλεύονταν εξαιτίας σοβαρής προεκλαμψίας, ενώ οι υπόλοιπες 250 είχαν εισαχθεί στο νοσοκομείο για πα
Εξήντα από αυτές τις κατά τα άλλα υρακολούθηση σχετικά με άλλα προβλήματα υγείας. Ωστόσο και στη δεύτερη ομάδα, 40 γυναίκες εμφάνισαν τελικώς προεκλαμψία.

Η γενετική ανάλυση αποκάλυψε ορισμένα γενετικά «λάθη» σε πέντε από τις 60 υγιείς εγκύους καθώς και σε επτά από τις 40 που αντιμετώπιζαν άλλα προβλήματα υγείας και ανέπτυξαν προεκλαμψία.

Τα «ένοχα» γονίδια

Τα γονίδια στα οποία εμφανίστηκαν ελαττώματα ονομάζονται MCP παράγοντας 1 και παράγοντας Η. Αμφότερα παίζουν σημαντικό ρόλο στη ρύθμιση της ανοσολογικής απόκρισης του οργανισμού, γεγονός που σύμφωνα με τους ερευνητές , εξηγεί την πιθανή σύνδεση με την προεκλαμψία.

Οι ειδικοί είχαν υποπτευθεί πριν τη διεξαγωγή της μελέτης ότι οι διαταραχές του ανοσοποιητικού συστήματος μπορεί να προκαλούν κάποιες περιπτώσεις προεκλαμψίας. Και αυτό διότι έχει παρατηρηθεί ότι έγκυοι με ερυθηματώδη λύκο και κάποιες άλλες ανοσολογικές διαταραχές αντιμετωπίζουν αυξημένο κίνδυνο της διαταραχής της εγκυμοσύνης.

Οι ερευνητές σχεδιάζουν τώρα να μελετήσουν μεγαλύτερο αριθμό εγκύων και να εντοπίσουν και άλλα γονίδια τα οποία πιθανώς παίζουν ρόλο στην εμφάνιση προεκλαμψίας. Εκτιμούν ότι το γονιδιακό υπόβαθρο μπορεί να ευθύνεται για το 10%-15% των περιπτώσεων της διαταραχής. Το ποσοστό αυτό δεν είναι πολύ μεγάλο, ωστόσο μπορεί να οδηγήσει στην ανάπτυξη νέων θεραπειών που θα προλαμβάνουν ή θα καθυστερούν την εμφάνιση του σοβαρού αυτού προβλήματος στις εγκύους.