Πέρυσι τον Ιούλιο ένα κατάστημα τροφίμων της αλυσίδας Whole Foods στο Χάρλεμ της Νέας Υόρκης έβαλε στα ράφια του σακουλάκια με φόνιο. Η πρώτη παραλαβή πουλήθηκε μέσα σε τρεις ώρες. Στη συνέχεια ο μπασκετμπολίστας των Λέικερς Λούολ Ντενγκ διοργάνωσε ένα «φόνιο πάρτι» στο σπίτι του στο Λος Αντζελες. «Είναι το πιο «καυτό» δημητριακό που μπορεί να φάει κανείς» έλεγαν οι καλεσμένοι του άσου των Λέικερς –οι περισσότεροι δίμετροι, όπως ευλόγως θα υπέθετε κανείς.
Τι είναι, όμως, αυτός ο σπόρος που καλλιεργείται σήμερα κυρίως στις εκτάσεις της Σενεγάλης και έχει καταγοητεύσει τους πιο «προχωρημένους» αμερικανούς καταναλωτές; Πρόκειται για τον καρπό του αγρωστώδους φυτού Digitaria exilis, είναι δηλαδή ένα ψευδοδημητριακό, όπως το φαγόπυρο, η κινόα και ο αμάρανθος. Οι ιδιότητές του όμως κάνουν τους ειδήμονες να εκτιμούν ότι το φόνιο μπορεί να αποτελέσει μέρος της λύσης σε παγκόσμια προβλήματα που δημιουργούνται σε φτωχές γεωγραφικές περιοχές του πλανήτη από την κλιματική αλλαγή και τον υπερπληθυσμό. Με άλλα λόγια, να χορτάσει τον πληθυσμό περιοχών που πλήττονται από την ξηρασία. «Είναι ένας σπόρος πολύ ανθεκτικός. Με την κλιματική αλλαγή και σε αγροτικές χώρες που εξαρτώνται πολύ από τις καιρικές συνθήκες, το φόνιο μπορεί να παραχθεί δίχως προβλήματα, ακόμη και κατά τη διάρκεια μιας κακής χρονιάς» δηλώνει στο Bloomberg ο Κρίστοφερ Φιλντ, διευθυντής του Woods Institute for the Environment του αμερικανικού Πανεπιστημίου Stanford.
Δίχως γλουτένη και με χαμηλό γλυκαιμικό δείκτη, με τέσσερις φορές περισσότερη πρωτεΐνη, τρεις φορές περισσότερες ίνες και σχεδόν δύο φορές περισσότερο σίδηρο από όσο περιέχει το καστανό ρύζι, το φόνιο θεωρείται από πολλούς ειδικούς ως «υπερσπόρος». Χρειάζεται πολύ λίγο νερό για να καλλιεργηθεί, μπορεί να θεριστεί τρεις φορές ετησίως και οι εκτεταμένες ρίζες που απλώνει βοηθούν στην αποτροπή της διάβρωσης του εδάφους.

Η σωτηρία της Αφρικής

Το 2029 θα είναι μια κομβική χρονιά για την πρωτεύουσα της Νιγηρίας, το Λάγος. Από το 2029 και μετά η μέση θερμοκρασία της ψυχρότερης χρονιάς στην πόλη αυτή των 21 εκατ. κατοίκων θα είναι υψηλότερη από τη θερμότερη χρονιά που έχει καταγραφεί την περίοδο 1960-2005. Είναι η χρονιά που στο Λάγος θα καταγραφεί η «αναχώρηση του κλίματος» (climate departure), όπως τη χαρακτηρίζουν οι ειδικοί περί της κλιματικής αλλαγής.
Στο Κάιρο και στο Ναϊρόμπι η «αναχώρηση του κλίματος» θα επισυμβεί το 2036, ενώ στο Κέιπ Τάουν το 1938 –η μεγαλούπολη αυτή της Νότιας Αφρικής, μάλιστα, σε μόλις τρεις μήνες, τον προσεχή Ιούνιο, πρόκειται να εισέλθει σε περίοδο διαρκούς λειψυδρίας! «Με τις συνθήκες της ζωής στην Αφρική, έτσι όπως διαμορφώνονται από την κλιματική αλλαγή, το φόνιο μπορεί να αποβεί καθοριστικό για την επιβίωση των τοπικών πληθυσμών» σημειώνει ο Ρίτσαρντ Μόργκαν του Bloomberg.
Η βιομηχανοποίηση της παραγωγής του φονίου κατέστη δυνατή μόλις πριν από 22 χρόνια, χάρη στον σενεγαλέζο εφευρέτη Ζανουσί Ντιακιτέ, ο οποίος κατασκεύασε την πρώτη μηχανή αποφλοίωσης του σπόρου. «Είμαι ένας φανατικός οπαδός του φονίου. Πρόκειται για ένα προϊόν που μπορεί να σώσει την Αφρική. Αλλά ο κόσμος δεν θέλει να το καλλιεργήσει. Ολοι θέλουν να μετεγκατασταθούν στις πόλεις» σημειώνει ο Στίβεν Γουντ, οικονομολόγος που μελετά τις δυνατότητες του νέου αυτού τροφίμου τα τελευταία δέκα χρόνια.
Ο Γουντ προσθέτει ότι το φόνιο είναι ένας εξαιρετικά ελαφρύς σπόρος και ως εκ τούτου πρέπει κανείς να φάει μεγαλύτερες ποσότητες για να χορτάσει. Κυρίως στις φτωχές περιοχές της Αφρικής, όπου υπάρχουν ελλείψεις κρέατος και λαχανικών.

Αποικιακές αντιλήψεις


«Εκείνο που πρέπει να ξεπεράσει ο κόσμος είναι οι αποικιακές αντιλήψεις που επικρατούν. Σην Αφρική το φόνιο θεωρείται ευρέως ως ένα προϊόν που απευθύνεται στον ντόπιο αγροτικό πληθυσμό. Στους δρόμους του Ντακάρ, για παράδειγμα, είναι πιο εύκολο να βρει κανείς μια μπαγκέτα ψωμί με αλεύρι από σιτάρι παρά ένα κρουασάν από φόνιο. Και αυτό παρά το ότι η καλλιέργεια σιταριού δεν είναι στην παράδοση της Σενεγάλης» εξηγεί ο Πιερ Τιάμ, ειδικός στην αφρικανική κουζίνα και συνιδρυτής της εταιρείας Yolélé που προωθεί το φόνιο στις διεθνείς αγορές.
«Ο αφρικανικός πληθυσμός αναμένεται να διπλασιαστεί έως το 2050. Μπορεί το φόνιο να χορτάσει όλους αυτούς τους ανθρώπους; Οχι. Μπορεί όμως, δίχως αμφιβολία, να θέσει τέρμα στη φτώχεια τους. Μπορεί επίσης να αυξήσει το προσδόκιμο της ζωής τους» σημειώνει ο Φίλιπ Τεβερόφ, διευθυντής της αμερικανικής αλυσίδας οπωροπωλείων Dean &Delucaκαι επίσης συνιδρυτής της Yolélé.
Ο Τεβερόφ, ο Τιαμ, ο Γουντ, ο Φιλντ και άλλοι δυτικοί και αφρικανοί μελετητές του φονίου θεωρούν ότι ο σπόρος αυτός καλλιεργείται σε δύο ποικιλίες, λευκή κυρίως στη Σενεγάλη και μαύρη στη Νιγηρία, στον Νίγηρα, στο Μαλί, στη Γουινέα, στο Τόγκο, στο Μπενίν και στην Γκάνα, αποτελεί τη λύση για την αντιμετώπιση της πείνας, της ξηρασίας και της φτώχειας. Μπορεί ακόμη να βοηθήσει και στην αντιμετώπιση της παγκόσμιας μεταναστευτικής κρίσης! Διότι η καλλιέργειά του θα συμβάλει στην παραμονή μεγάλων πληθυσμών καλλιεργητών στην αφρικανική ύπαιθρο.
Τα προβλήματα για τη μεγαλύτερη διάδοση και καλλιέργεια του σπόρου αυτού δεν είναι τεχνικά, επιμένουν οι ειδικοί. Είναι προβλήματα αντιλήψεων, όπως τις περιέγραψε ο Πιερ Τιάμ. Προβλήματα που αντιμετωπίζονται με ενημερωτικές καμπάνιες διεθνών ανθρωπιστικών οργανώσεων και ασφαλώς με επενδύσεις από διεθνείς οργανισμούς, όπως είναι η Παγκόσμια Τράπεζα που έχει ως καταστατική αποστολή την καταπολέμηση της φτώχειας στον πλανήτη, αλλά και διάφοροι κροίσοι – εμβληματικές μορφές ο Μπιλ Γκέιτς και ο Γουόρεν Μπάφετ που έχουν ξεκινήσει να επιστρέφουν την περιουσία τους «πίσω στους ανθρώπους» με τα Ιδρύματα και τα ανθρωπιστικά προγράμματα που χρηματοδοτούν στην Αφρική, στην Ασία και αλλού.
Το μείζον για τη δημιουργία μιας μεγάλης αγοράς στη Δύση για το φόνιο φαίνεται πως έχει συντελεστεί. Ή πλησιάζει να συντελεστεί, μια που στις ΗΠΑ αρχίζει να γίνεται μόδα. Αρκεί το «σωτήριο ψευδοδημητριακό» να συνεχίσει να έχει για διαφημιστές αστέρια του ΝΒΑ και του Χόλιγουντ…

ΕΝΤΥΠΗ ΕΚΔΟΣΗ