Γυναίκες που εκτίθενται σε υψηλά επίπεδα ατμοσφαιρικής ρύπανσης κατά τη διάρκεια της εγκυμοσύνης αντιμετωπίζουν αυξημένο κίνδυνο μη φυσιολογικής ανάπτυξης του εμβρύου τους, σύμφωνα με μια νέα μελέτη ειδικών της Σχολής Δημόσιας Υγείας του Πανεπιστημίου Γέιλ.

Τα ευρήματα που δημοσιεύονται στην επιστημονική επιθεώρηση «International Journal of Epidemiology» βασίστηκαν σε δεδομένα που αφορούσαν περισσότερες από 8.000 γυναίκες οι οποίες ζούσαν στην πόλη Λαντσόου στη βορειοδυτική Κίνα.

Πρώτη μελέτη του είδους

Σύμφωνα με τους ερευνητές, πρόκειται για την πρώτη μελέτη του είδους η οποία διεξήχθη σε περιοχή άκρως επιβαρυμένη από την ατμοσφαιρική ρύπανση. «Υπάρχει έλλειψη μελετών που διερευνούν τη σύνδεση μεταξύ ατμοσφαιρικής ρύπανσης και μη φυσιολογικής ανάπτυξης του εμβρύου» ανέφερε η Γιαγουέι Ζανγκ, αναπληρώτρια καθηγήτρια στη Σχολή Δημόσιας Υγείας του Γέιλ και προσέθεσε: «Αναλύσαμε δεδομένα από μελέτη σχετικά με τις γεννήσεις στο Λάντσοου και διερευνήσαμε την υπόθεση ότι η έκθεση σε υψηλά επίπεδα των μικροσωματιδίων PM10 κατά τη διάρκεια της κύησης αυξάνει τον κίνδυνο μη φυσιολογικής ανάπτυξης του εμβρύου, συμπεριλαμβανομένων τόσο της υπολειπόμενης ανάπτυξης τόσο και της ανάπτυξης πάνω από το φυσιολογικό. Στόχος μας ήταν να προσδιορίσουμε αν και πώς οι έγκυοι θα μπορούσαν να προστατευθούν από τους ατμοσφαιρικούς ρύπους».

Οι ερευνητές του Γέιλ συνέλεξαν αρχικώς στοιχεία σχετικά με τις μέσες ημερήσιες συγκεντρώσεις των ΡΜ10 – πρόκειται για σωματίδια με μικρή διάμετρο που έχουν την ικανότητα να διεισδύουν βαθιά στους πνεύμονες – από τους κρατικούς σταθμούς μέτρησης στην πόλη Λάντσοου. Στη συνέχεια χρησιμοποιώντας μετρήσεις που προκύπτουν από τους υπερήχους στους οποίους υποβάλλονται οι έγκυοι σχετικά με τέσσερις σημαντικές παραμέτρους, οι επιστήμονες εξέτασαν τη σύνδεση μεταξύ της έκθεσης σε ΡΜ10 και του κινδύνου μη φυσιολογικής εμβρυϊκής ανάπτυξης.

Μεγαλύτερη περίμετρος κεφαλής

Εντόπισαν θετική συσχέτιση μεταξύ των υψηλότερων επιπέδων έκθεσης σε ένα «μείγμα» ρυπογόνων ουσιών που εκπέμπονται από τα καυσαέρια των αυτοκινήτων, τη βιομηχανία ή τις κατασκευαστικές δραστηριότητες και της άνω του φυσιολογικού ανάπτυξης της περιμέτρου κεφαλής των εμβρύων.

Σύμφωνα με τη δρα Ζανγκ, τα νέα ευρήματα πρέπει να επιβεβαιωθούν τώρα από άλλες μελέτες σε διαφορετικούς πληθυσμούς ενώ παράλληλα είναι σημαντικό να εντοπιστούν τα συγκεκριμένα «συστατικά» των μικροσωματιδίων ΡΜ10 τα οποία συνδέονται με τα προβλήματα ανάπτυξης των εμβρύων.

«Τα αποτελέσματά μας είναι σημαντικά για τη δημόσια υγεία. Απαιτούνται μελλοντικές μελέτες οι οποίες θα εξερευνούν τους υποβόσκοντες μηχανισμούς της σύνδεσης αλλά και τις συνέπειες από την έκθεση στη ρύπανση στα παιδιά μετά τη γέννησή τους» σημείωσε η δρ Ζανγκ. Μάλιστα η καθηγήτρια ανέφερε ότι με την ομάδα της προχωρά σε επαλήθευση των αποτελεσμάτων σε άλλο δείγμα.

Η ερευνήτρια προτείνει σε κάθε περίπτωση στις εγκύους που ζουν σε περιοχές «πνιγμένες» από τη ρύπανση να μειώνουν κατά το δυνατόν τις δραστηριότητές τους σε εξωτερικούς χώρους τις πιο «δύσκολες» σε ό,τι αφορά τους ρύπους ημέρες.