Με διαφορετικές ταχύτητες εξελίχθηκαν το ύψος και το βάρος των προγόνων μας και η εξέλιξη αυτή δεν ήταν ομαλή, αλλά περιλάμβανε άλματα, στάσεις, ακόμη και πισωγυρίσματα, σύμφωνα με νέα μελέτη που δημοσιεύεται στο επιστημονικό έντυπο Open Science.

Οι επιστήμονες, με επικεφαλής τον Δρ Μάνιουελ Γουίλ του Τμήματος Αρχαιολογίας του Πανεπιστημίου του Κέιμπριτζ, μελέτησαν εκατοντάδες απολιθώματα που καλύπτουν μια περίοδο περίπου 4,4 εκατομμυρίων ετών, από τον πρώτο πρόγονό μας που περπάτησε σε όρθια στάση έως τον Homo sapiens.

Πρόκειται για τη μεγαλύτερη διαχρονική και συγκριτική μελέτη που έχει γίνει πάνω στα σώματα των προγόνων μας (hominin), με βάση 311 διαφορετικά απολιθώματα.

Οι επιστήμονες χαρακτήρισαν την εξέλιξη του οικογενειακού δέντρου μας «ένα μακρύ δρόμο γεμάτες στροφές, πολλά κλαδιά και πολλά αδιέξοδα», καθώς διαπίστωσαν ότι το ύψος και το βάρος εξελίσσονταν σχεδόν παράλληλα έως πριν από περίπου ενάμισι εκατομμύριο χρόνια, οπότε πλέον αποσυνδέθηκαν από την κοινή τους εξέλιξη. Κάπου τότε, οι πρόγονοί μας ψήλωσαν κατά περίπου δέκα εκατοστά, αλλά το βάρος τους έμεινε στάσιμο και δεν αυξήθηκε για άλλο ένα εκατομμύριο χρόνια, ώσπου αυξήθηκε κατά περίπου δέκα έως 15 κιλά πριν από 500.000 χρόνια.

Το γεγονός ότι οι πρόγονοί μας έτειναν από ένα σημείο και μετά να ψηλώνουν αλλά όχι να βαραίνουν, οδήγησε στο να γίνουν τα σώματά τους πιο λεπτά, με πιο μακριά πόδια και πιο στενούς γοφούς και ώμους. Αυτό τους βοήθησε να αφήσουν τα δάση και να κυνηγήσουν στις αφρικανικές σαβάνες. Όταν αργότερα πήραν περισσότερα κιλά στο ήδη ψηλότερο σώμα τους, ήταν πια σε καλύτερη θέση να ξεκινήσουν μεταναστεύσεις προς τα βόρεια και την Ευρώπη, όπου το πιο κρύο κλίμα ευνοούσε ένα πιο ογκώδες και ανθεκτικό σώμα.

Σύμφωνα με τη νέα μελέτη, ο μέσος πρόγονός μας πριν από τέσσερα εκατομμύρια χρόνια ζύγιζε μόνο 25 κιλά και είχε ύψος 1,25 έως 1,30 εκατοστά. Όταν εμφανίσθηκε το γένος Homo πριν από 2,2 έως 1,9 εκατομμύρια χρόνια, υπήρξε μια παράλληλη αύξηση του ύψους κατά περίπου 20 εκατοστά και του βάρους κατά 15 έως 20 κιλά.

Πριν από 1,6 έως 1,4 εκατομμύρια χρόνια, λίγο μετά την εμφάνιση του «όρθιου» ανθρώπου (Homo erectus), το ύψος αυξήθηκε κατά άλλα δέκα εκατοστά, ενώ το βάρος παρέμεινε στάσιμο. Πριν από 500.000 έως 400.000 χρόνια το βάρος εμφάνισε αύξηση δέκα έως 15 κιλών. Από εκεί και πέρα, έως την εποχή μας, σύμφωνα με τους επιστήμονες, το μέσο ύψος και το μέσο βάρος έμειναν λίγο-πολύ τα ίδια.

Σε όλη την πορεία υπήρξαν δύο αξιοσημείωτες εξαιρέσεις που σηματοδότησαν ένα πισωγύρισμα σε μικρότερο σωματικό μέγεθος: ο ηλικίας 300.000 ετών Homo naledi στη Νότια Αφρική και ο ηλικίας 60.000 έως 100.000 ετών Homo floresiensis (γνωστός και ως «χόμπιτ») στη νήσο Φλόρενς της Ινδονησίας. Τα δύο αυτά είδη του ευρύτερου γένους Homo πήγαν αντίθετα στο εξελικτικό ρεύμα και σμίκρυναν.

Σύμφωνα με τους ερευνητές, με εξαίρεση τα δύο παραπάνω είδη, όλοι οι πρόγονοί μας που εμφανίσθηκαν πριν από 1,4 εκατομμύρια χρόνια και μετέπειτα, είχαν ύψος άνω του 1,40 και βάρος άνω των 40 κιλών.

Οι επιστήμονες τόνισαν ότι ο σεξουαλικός διμορφισμός (τα θηλυκά να είναι μικρότερα από τα αρσενικά, όπως και στα περισσότερα θηλαστικά) ήταν πολύ πιο έντονος στους πρώτους προγόνους μας, αλλά στην πορεία της εξέλιξης οι διαφορές μειώθηκαν και σήμερα το ανδρικό και το γυναικείο σώμα δεν έχουν πια μεγάλη απόκλιση μεγέθους.

Όσον αφορά το μέλλον, οι ερευνητές προβλέπουν ότι, εφόσον συνεχίζει να βελτιώνεται η διατροφή και υγεία, το μέσο ανθρώπινο σώμα θα συνεχίσει να ψηλώνει.