Οι φθαλάτες που χρησιμοποιούνται ως πλαστικοποιητές σε πλήθος προϊόντων καθημερινής χρήσης μπορούν να αυξήσουν σημαντικά τον κίνδυνο αλλεργιών στα παιδιά, σύμφωνα με νέα μελέτη επιστημόνων του Κέντρου Περιβαλλοντικών Ερευνών Helmholtz –UFZ στη Λειψία της Γερμανίας σε συνεργασία με συναδέλφους τους από το Πανεπιστήμιο της Λειψίας και το Γερμανικό Ερευνητικό Κέντρο για τον Καρκίνο (DKFZ), η οποία δημοσιεύθηκε στην επιστημονική επιθεώρηση «Journal of Allergy and Clinical Immunology». Συγκεκριμένα, οι ερευνητές ανακάλυψαν αύξηση του κινδύνου αλλεργικού άσθματος στα παιδιά όταν η μητέρα είχε εκτεθεί σε μεγάλο βαθμό σε φθαλάτες κατά την κύηση και τον θηλασμό.


Παντού γύρω μας

Στην καθημερινότητά μας ερχόμαστε όλοι σε επαφή με αμέτρητα πλαστικά τα οποία περιέχουν πλαστικοποιητές, όπως οι φθαλάτες που προστίθενται σε προϊόντα προκειμένου να τους χαρίζουν ελαστικότητα (π.χ. σε συσκευασίες καλλυντικών, σε συσκευασίες τροφίμων, σε πλαστικά μέρη παιδικών παιχνιδιών κ.α.). Οι φθαλάτες μπορούν να «διεισδύσουν» στο σώμα μας μέσω του δέρματος, των τροφών που καταναλώνουμε ή μέσω της εισπνοής. «Είναι γνωστό ότι οι φθαλάτες επιδρούν στο ορμονικό σύστημα και μπορούν να επηρεάσουν αρνητικά τον μεταβολισμό ή τη γονιμότητα. Ωστόσο δεν είναι μόνο αυτά τα προβλήματα» σημειώνει ο περιβαλλοντικός ανοσολόγος του Helmholtz-UFZ Τομπίας Πόλτε και προσθέτει: «Τα αποτελέσματα της νέας μελέτης μας αποδεικνύουν ότι οι φθαλάτες παρεμβαίνουν και στο ανοσοποιητικό σύστημα και μπορούν να αυξήσουν σημαντικά τον κίνδυνο εμφάνισης αλλεργιών».

Προκειμένου να καταλήξει στα συμπεράσματά της η ερευνητική ομάδα εξέτασε τα ούρα εγκύων που συμμετείχαν στη μελέτη LINA, η οποία αφορά τους παράγοντες του τρόπου ζωής αλλά και του περιβάλλοντος που επιδρούν στον κίνδυνο αλλεργιών στα νεογέννητα. Συγκεκριμένα, οι επιστήμονες αναζήτησαν μεταβολίτες των φθαλατών στα ούρα των γυναικών. Οπως προέκυψε, τα επίπεδα της συγκέντρωσης μεταβολιτών των συγκεκριμένων χημικών στα ούρα των εγκύων συνδέονταν άμεσα με τη συχνότητα εμφάνισης αλλεργικού άσθματος στα παιδιά που οι γυναίκες αυτές έφεραν στον κόσμο. «Υπήρχε σαφώς διακριτή σχέση μεταξύ των υψηλότερων συγκεντρώσεων του μεταβολίτη του χημικού ΒΒΡ (benzylbutylphthalate) στα ούρα των γυναικών και της ύπαρξης αλλεργικού άσθματος στα παιδιά τους» εξηγεί η δρ Ιρίνα Λεμάν, επικεφαλής της μελέτης LINA.

Επίδραση μέχρι και την τρίτη γενιά απογόνων
Τα ευρήματα αυτά επιβεβαιώθηκαν στη συνέχεια μέσα από πειράματα σε μοντέλα ποντικών τα οποία διεξήχθησαν σε συνεργασία με ειδικούς της Ιατρικής Σχολής του Πανεπιστημίου της Λειψίας. Οι ερευνητές εξέθεσαν θηλυκά ποντίκια σε μια συγκεκριμένη συγκέντρωση φθαλατών κατά τη διάρκεια της εγκυμοσύνης και της γαλουχίας. Οπως φάνηκε, ανιχνεύθηκαν συγκεντρώσεις του μεταβολίτη του ΒΒΡ στα ούρα των πειραματοζώων αντίστοιχες με εκείνες που είχαν μετρηθεί στις γυναίκες οι οποίες είχαν εκτεθεί σε υψηλά επίπεδα φθαλατών στη μελέτη LINA. Τα μικρά των θηλυκών ποντικιών εμφάνισαν σαφή τάση ανάπτυξης αλλεργικού άσθματος, η οποία μάλιστα έφθανε μέχρι και την τρίτη γενιά απογόνων! Πάντως ο κίνδυνος αλλεργικού άσθματος αυξανόταν μόνο στα μικρά, όχι και στα ενήλικα θηλυκά.

«Αποδεικνύεται ότι αν ο οργανισμός εκτίθεται σε φθαλάτες κατά τα πρώτα στάδια της ανάπτυξης, αυτό μπορεί να έχει επίδραση στον κίνδυνο αλλεργίας όχι μόνο στους ίδιους τους απογόνους αλλά και στις επόμενες γενιές» εξηγεί ο δρ Πόλτε. «Η διαδικασία προγεννητικής ανάπτυξης τροποποιείται από την έκθεση σε φθαλάτες».


Φως στο γενετικό υπόβαθρο

Με στόχο να αποδειχθεί πώς μπορεί να επιδρούν οι φθαλάτες σε γενετικό επίπεδο, ο δρ Πόλτε και η ομάδα του σε συνεργασία με συναδέλφους τους από το DKFZ εξέτασαν τα γονίδια των μικρών που γεννήθηκαν από τις ποντικίνες οι οποίες είχαν εκτεθεί στους πλαστικοποιητές. Εντοπίστηκαν μεθυλομάδες σε αυτά τα γονίδια –και μάλιστα σε μεγαλύτερο βαθμό από το κανονικό. Κατά την επιγενετική τροποποίηση του DNA, μεθυλομάδες προσδένονται στα γονίδια και λειτουργούν ως «λουκέτα» που δεν επιτρέπουν να διαβαστεί ο γενετικός κώδικας –αυτό μεταφράζεται στο ότι η πρωτεΐνη την οποία κωδικοποιεί το εκάστοτε γονίδιο δεν μπορεί να παραχθεί. Οταν οι ερευνητές χορήγησαν στα ποντίκια μια ουσία η οποία… σπάζει τις «κλειδαριές» στα γονίδια, τα συμπτώματα αλλεργικού άσθματος υποχώρησαν. Σύμφωνα με τον δρα Πόλτε, «οι φθαλάτες φαίνεται να κλείνουν τον «διακόπτη» σημαντικών γονιδίων μέσω μεθυλίωσης, καταστέλλοντας έτσι τη δραστηριότητά τους». Μάλιστα περαιτέρω πειράματα έδειξαν μείωση στη δραστηριότητα ενός συγκεκριμένου γονιδίου-καταστολέα εξαιτίας μεθυλίωσης. Το μπλοκάρισμα της δραστηριότητας του γονιδίου φάνηκε να οδηγεί σε αυξημένο σχηματισμό Τ-βοηθητικών κυττάρων από το ανοσοποιητικό σύστημα τα οποία οδηγούν σε αλλεργίες.
Αυτό φάνηκε τουλάχιστον στα ποντίκια. Αφορά όμως ο ίδιος γενετικός μηχανισμός και τους ανθρώπους; Προκειμένου να δώσουν απάντηση στο συγκεκριμένο ερώτημα, οι ερευνητές κατέφυγαν και πάλι στη μελέτη LINA. Μελέτησαν το γονίδιο- καταστολέα που είχε προκύψει από τα πειράματα στα ποντίκια, στα παιδιά με αλλεργικό άσθμα και εξέτασαν τον βαθμό μεθυλίωσης και δραστηριότητάς του. Και στα παιδιά φάνηκε ότι το συγκεκριμένο γονίδιο μπλοκάρεται εξαιτίας μεθυλίωσης. «Χάρη στην ερευνητική προσέγγισή μας η οποία οδήγησε από τους ανθρώπους στα μοντέλα ποντικών και πίσω στους ανθρώπους καταφέραμε να δείξουμε ότι οι επιγενετικές αλλαγές είναι υπεύθυνες για το ότι τα παιδιά των οποίων οι μητέρες είχαν εκτεθεί σε υψηλά επίπεδα φθαλατών κατά την εγκυμοσύνη και τον θηλασμό αντιμετωπίζουν αυξημένο κίνδυνο εμφάνισης αλλεργικού άσθματος» υπογραμμίζει ο δρ Πόλτε. Καταλήγει ότι στόχος των επόμενων μελετών της ομάδας είναι η κατανόηση σχετικά με το πώς συγκεκριμένες ουσίες της ομάδας των φθαλατών οδηγούν σε μεθυλίωση γονιδίων τα οποία σχετίζονται με την ανάπτυξη αλλεργιών.

HeliosPlus