Ποια είναι η χώρα που παράγει λαμπρά, λαμπρότατα επιστημονικά μυαλά – ένα τεράστιο κεφάλαιο για τη φήμη, την οικονομία και το μέλλον της – και στη συνέχεια τα αναγκάζει να φύγουν όσο πιο μακριά γίνεται για να προσφέρουν το λαμπρό μυαλό τους σε άλλες χώρες; Μάλλον η απάντηση στο κουίζ είναι πανεύκολη. Η Ελλάδα (ως γνωστόν) τρώει τα παιδιά της και κυρίως τα πιο υποσχόμενα παιδιά της, εκείνα που με τις γνώσεις τους, το φιλότιμό τους, τις φιλοδοξίες τους, τη ζέση τους για σκληρή δουλειά, τους στόχους τους μπορούν να την κάνουν περήφανη αλλά και να της ανοίξουν μια πόρτα στην πρόοδο και στην άνθηση. Οποιος έχει μάλιστα την ευκαιρία και την τύχη να μιλά με έλληνες επιστήμονες του εξωτερικού τούς ακούει παντού και πάντοτε να του λένε πως θα ήθελαν πολύ να επιστρέψουν στη χώρα τους για να προσφέρουν εκεί το έργο τους αλλά δεν τους δίνεται ποτέ κανένα κίνητρο για να το πράξουν. Και αυτό δεν… τρώγεται με τίποτα.
Δύο αποτυπώσεις της «διαρροής εγκεφάλων»
Τώρα δύο νέα ελληνικά βιβλία (το ένα μάλιστα γραμμένο από έναν διαπρεπή έλληνα καθηγητή του εξωτερικού) θίγουν με τον έναν ή τον άλλον τρόπο μέσα από τις σελίδες τους το μείζον ζήτημα της «διαρροής εγκεφάλων» (το αποκαλούμενο «brain drain») που μέσα στην κρίση λαμβάνει πλέον… πλημμυρικές διαστάσεις. Σας τα παρουσιάζουμε σήμερα ελπίζοντας με τον τρόπο αυτόν να προσφέρουμε τροφή για σκέψη αλλά κυρίως για πράξη (από όσους «πνίγουν» το αύριο της χώρας μας και των μυαλών της στο μικρόνουν παρόν τους).
Το «Τractatus για την έκτη φήμη» είναι το έκτο βιβλίο του διακεκριμένου καθηγητή Παθολογίας, Ερευνας και Πολιτικής Υγείας και Στατιστικής στο Πανεπιστήμιο Στάνφορντ των ΗΠΑ κυρίου Ιωάννη Ιωαννίδη ο οποίος είχε επίσης διατελέσει καθηγητής στο Πανεπιστήμιο Ιωαννίνων επί μια δεκαετία. Αποτελεί, σύμφωνα με τα λεγόμενα του ιδίου στο «Βήμα», μια σύνθετη προσπάθεια που αποτυπώνεται σε 240 κείμενα τεσσάρων τύπων. Οι αποκαλούμενες «Παραλογές» είναι 166 κείμενα τα οποία «παραπέμπουν στο παράλογο αλλά και στο συνώνυμο είδος της ελληνικής παράδοσης, συνειρμοί και αφηγήματα τραγουδιών που μοιάζουν με παραμύθια συνδυάζοντας τα εξωπραγματικά στοιχεία με το πραγματικό, όπως για παράδειγμα το δημοτικό τραγούδι «Το Γιοφύρι της Αρτας» ή «Το Τραγούδι του νεκρού αδελφού». Το παράλογο είναι παντοδύναμο, πανταχού παρόν και γύρω μας και μέσα μας» εξηγεί ο συγγραφέας.
Πολλοί οι καλοί αλλά εκτός Ελλάδας
Ακολουθούν οι «Κατασκευές» – 21 στο σύνολό τους: κείμενα που περιέχουν αριθμούς, δεδομένα και στοιχεία και περιλαμβάνουν μεταξύ άλλων τους 714 σημαντικότερους έλληνες επιστήμονες (σύμφωνα με αυστηρά επιστημονικά κριτήρια όπως ο αριθμός αναφορών στις δημοσιεύσεις τους) παγκοσμίως. Ο κ. Ιωαννίδης αφήνει τους αριθμούς να «μιλήσουν» από μόνοι τους. «Στον ευρύτερο επιστημονικό χώρο υπάρχουν πάνω από 20 εκατομμύρια συγγραφείς που έχουν δημοσιεύσει τουλάχιστον μια ερευνητική εργασία η οποία έχει καταχωριστεί σε μεγάλες βιβλιομετρικές βάσεις. Τα ελληνικά ονόματα αντιπροσωπεύουν περίπου το 1% του συνόλου – δηλαδή 200.000 – αν και πληθυσμιακά οι Ελληνες αποτελούν λιγότερο από 0,2% του παγκόσμιου πληθυσμού. Την ίδια στιγμή στους κορυφαίους επιστήμονες το ποσοστό ελληνικών ονομάτων πλησιάζει το 3% – πρόκειται για αναλογία περισσότερο από 10 φορές υψηλότερη από το αναμενόμενο». Τι ωραία και τιμητικά όλα αυτά θα σκεφτόταν κάποιος. Και εδώ έρχονται και πάλι οι στυγνοί αριθμοί για να αποτυπώσουν την ακόμη πιο στυγνή πραγματικότητα: «Από το σύνολο των 714 ελλήνων επιστημόνων με τη μεγαλύτερη επιρροή, αν και η πλειονότητα γεννήθηκε ή/και σπούδασε αρχικώς στην Ελλάδα, μόλις 103 – ποσοστό δηλαδή 14% – ζουν και εργάζονται σήμερα στη χώρα μας. Η πλειονότητα – 396, ήτοι ποσοστό 55% – βρίσκεται στις ΗΠΑ ενώ ακολουθεί το Ηνωμένο Βασίλειο με 64 (9%) και ο Καναδάς (32 επιστήμονες – 4,5%). Να σημειώσουμε επίσης ότι από το σύνολο των 714 επιστημόνων το 97% διεξήγαγε το σημαντικότερο έργο του εκτός Ελλάδας». Χωρίς αριθμούς λοιπόν, αλλά με (δικά μας) λόγια, είναι πολλοί οι καλοί αλλά οι περισσότεροι δεν είναι εδώ.
Κάποιοι μάλιστα από αυτούς τους εκλεκτούς δεν είναι πια ούτε καν κάτοικοι της Γης. Ο τρίτος τύπος κειμένων του βιβλίου είναι οι «Νεκρολογίες επιστημόνων» και αφορά 32 από τους 714 σημαντικούς έλληνες επιστήμονες που έχουν πλέον αποβιώσει – οι 28 εξ αυτών πέθαναν εκτός Ελλάδας. «Οι νεκρολογίες των εξεχόντων αυτών ανθρώπων ανθολογήθηκαν περίπου στο σύνολό τους από ξένα περιοδικά και εφημερίδες αφού εντός Ελλάδας σχεδόν κανένας δεν φάνηκε να πήρε είδηση την απώλειά τους και να ασχολήθηκε μαζί της» σημειώνει ο κ. Ιωαννίδης. Και προσθέτει: «Μετά την κυκλοφορία του βιβλίου υπήρξε μάλιστα άλλη μια αιφνιδιαστική απώλεια. Πρόκειται για εκείνη του μόλις 56 ετών Χριστόδουλου Φλούδα, καθηγητή του Πανεπιστημίου του Princeton από τα 26 χρόνια του, διευθυντή του Ινστιτούτου Ενέργειας που συνδιαμόρφωνε την ενεργειακή πολιτική των ΗΠΑ». Ο ξεχωριστός αυτός επιστήμονας που προσπαθούσε να βοηθήσει την Ελλάδα όπου και όποτε μπορούσε, δεν δέχθηκε σε όλη τη σταδιοδρομία του έστω και ένα τηλεφώνημα από την επίσημη ελληνική Πολιτεία για την έκφραση επιστημονικής γνώμης σε θέματα ενεργειακά…
Ο τέταρτος και πιο ποιητικός τύπος κειμένων του βιβλίου περιστρέφεται γύρω από τον μύθο της αρπαγής της Περσεφόνης. «Ουσιαστικώς τα 21 αυτά κείμενα μιλούν για την αρπαγή της ζωής από τον θάνατο, πρόκειται για κείμενα που θα χαρακτηρίζονταν βίαια αλλά συγχρόνως ίσως και τα πιο ερωτικά. Διότι η δημιουργία, ακόμη και η βίαιη, κρύβει μέσα της ερωτισμό και είναι η τελική πάλη της ζωής με τον θάνατο, μια πάλη μέχρις εσχάτων». Τελικώς, κατά τον ίδιο τον συγγραφέα «το βιβλίο αυτό είναι ένας συνθετικός κόσμος γεμάτος δεδομένα, συνειρμούς και πειραματική γραφή. Και το κύριο καταστάλαγμά του που δικαιολογεί και τον τίτλο του είναι ότι μιλούμε για μια πραγματεία σχετικά με την έκτη φήμη, κατά μία ερμηνεία την υστεροφημία και τον τρόπο που τη διαχειριζόμαστε. Η Ελλάδα δεν έχει δυστυχώς καταφέρει να διαχειριστεί τη φήμη της, τις δυνατότητές της και θα ήταν καλό να αρχίσει να το πράττει».
 
Τα 40 φωτεινά μυαλά
Τάδε (και πολύ σωστά) έφη κλείνοντας τη συζήτησή μας ένα από τα πιο φωτεινά μυαλά της χώρας μας – έστω και αν βρίσκεται μακριά της – ο κ. Ιωαννίδης που περιλαμβάνεται μαζί με άλλους 39 λαμπρούς επιστήμονες στο έτερο βιβλίο που θα σας παρουσιάσουμε σήμερα με τίτλο «Τα φωτεινά μυαλά δεν έχουν πατρίδα» της βιολόγου και δημοσιογράφου, μέλους του εξαμελούς ΔΣ στο International Science Writers Association, κυρίας Βάσως Μιχοπούλου. Ενα βιβλίο που γεννήθηκε, όπως μας αναφέρει η ίδια η συγγραφέας του, «από τον θαυμασμό μου για τους μεγάλους επιστήμονες, από τα ερωτήματα που μου προέκυπταν για τη ζωή τους, από το πάθος της παρατήρησης που τελικώς μετουσιώθηκε σε επιθυμία για την καταγραφή της έρευνας και των επιτευγμάτων τους». Αυτό το βιβλίο λοιπόν αποτελεί ένα ταξίδι σε ανθρώπινες ιστορίες επιστημόνων, «φωτεινές» όσο και τα μυαλά που φωτίζουν τις σελίδες του. «Πρόκειται ουσιαστικώς για μια ανθολογία συνεντεύξεων που έγιναν σε ανύποπτο χρόνο. Και λέω ανύποπτο, γιατί οι περισσότερες από αυτές προέκυψαν εντελώς ξαφνικά είτε μέσα από τα ταξίδια μου όπου προσπαθούσα να «ξετρυπώσω» έλληνες επιστήμονες του εξωτερικού, είτε μέσα από έναν καφέ ή από έναν περίπατο σε κάποιον κήπο ενός ερευνητικού ιδρύματος ή ακόμη και στη σκάλα ενός δημόσιου κτιρίου κατά τη διάρκεια ενός συνεδρίου ή στο κυλικείο ενός τηλεοπτικού καναλιού λίγο προτού οι ίδιοι οι ερευνητές βγουν στον «αέρα» κάποιας εκπομπής ως προσκεκλημένοι». Και σε αυτήν την ανθολογία, αν προσέξει κάποιος (εκτός από έξι ξένους διακεκριμένους επιστήμονες), υπερτερούν οι Ελληνες που εργάζονται και διαπρέπουν στο εξωτερικό. Η συγγραφέας μάς αναφέρει ότι «πάντα ρωτώ τους έλληνες ερευνητές του εξωτερικού για την Ελλάδα και όλοι τη νοιάζονται, όλοι θα ήθελαν να γυρίσουν αν τους έδιναν έστω ένα κίνητρο. Και είναι φοβερό ότι οι διεθνώς αναγνωρισμένοι αυτοί επιστήμονες διψούν να γίνουν αναγνωρίσιμοι στη μικρή χώρα τους. Παρά τις τόσες διεθνείς βραβεύσεις τους, θα χαίρονταν όσο τίποτε άλλο να βραβευθούν στην Ελλάδα».
 

 

Brain gain, το μεγάλο στοίχημα
Σε μια Ελλάδα όμως που πληγώνει και έτσι φθάνουμε στο brain drain, τη μεγάλη πληγή. Είναι όμως έτσι ακριβώς τα πράγματα; Ας δανειστούμε, για να δώσουμε μια πιθανή απάντηση, τα λόγια του καθηγητή Μοριακής Βιολογίας Συστημάτων και προέδρου στο Ιδρυμα Τεχνολογίας και Ερευνας (ΙΤΕ) του Πανεπιστημίου Κρήτης κ. Νεκτάριου Ταβερναράκη σε πρόσφατη συνέντευξή του στη δημοσιογράφο Βάσω Μιχοπούλου που περιλαμβάνεται στο βιβλίο: «Νομίζω πως έχουμε δαιμονοποιήσει λίγο το brain drain για λόγους εντυπωσιασμού. Δεν είναι κακό να βγαίνουν οι έλληνες επιστήμονες στο εξωτερικό και να παραμένουν για λίγο. Δεν είναι κακό το brain traffic, το brain circulation, αυτό το πήγαινε-έλα, γιατί κάτι καλό θα φέρεις γυρίζοντας που θα το μεταλαμπαδεύσεις στο περιβάλλον σου. Οι Ελληνες είμαστε λαός που δεν φοβάται να ταξιδεύει και πάντα δείχναμε ιδιαίτερη ανησυχία και κινητικότητα. Και εγώ υπήρξα ένα κομμάτι του brain drain. Αλλού είναι το στοίχημα, στο brain return, στο brain gain. Το στοίχημα είναι να φτιάξουμε ένα ελκυστικό περιβάλλον για να επιστρέφουν οι έλληνες επιστήμονες, που να έχει ως «σημαία» την αξιοκρατία, που να υποστηρίζεται έμπρακτα από την Πολιτεία, που να αποτελεί μοχλό ανάπτυξης, που να συνδέει την επιστήμη με την επιχειρηματικότητα, που να οδηγεί σε καινοτομία και που να παράγει πλούτο. Μπορούμε να το κάνουμε. Υπάρχει υλικό, αλλά λείπει η στρατηγική». Να σημειώσουμε ότι ο κ. Ταβερναράκης ήταν από τους λίγους που γύρισαν πίσω. Ας ελπίσουμε ότι στο μέλλον όλο και περισσότερα ελληνικά «φωτεινά» μυαλά θα έχουν έδρα εργασίας την πατρίδα τους παράγοντας έρευνα με κύρος που δεν θα γνωρίζει σύνορα και πατρίδες.

ΕΝΤΥΠΗ ΕΚΔΟΣΗ