Εκατοντάδες εκατομμύρια άνθρωποι παγκοσμίως βασίζονται στο Internet ή σε «έξυπνες» εφαρμογές… ελέγχου συμπτωμάτων προκειμένου να κάνουν αυτοδιάγνωση όταν δεν αισθάνονται καλά. Ωστόσο, η πρώτη ευθεία σύγκριση μεταξύ γιατρών και… ψηφιακών γιατρών δείχνει πως οι γιατροί με «σάρκα και οστά» έχουν πολύ καλύτερα σκορ στη διαγνωστική ακρίβεια σε σύγκριση με τους ηλεκτρονικούς «συναδέλφους» τους.

Η πρώτη σύγκριση

Τα νέα ευρήματα που ανήκουν σε ειδικούς της Ιατρικής Σχολής του Χάρβαρντ δημοσιεύθηκαν στις 10 Οκτωβρίου στην επιθεώρηση «JAMA Internal Medicine». Σύμφωνα με αυτά, οι γιατροί κάνουν σωστή διάγνωση με περισσότερο από διπλάσια συχνότητα σε σύγκριση με 23 δημοφιλείς εφαρμογές υγείας σε smartphones και υπολογιστές. Η ανάλυση αυτή πιστεύεται ότι είναι η πρώτη που προσφέρει ευθεία σύγκριση μεταξύ διαγνώσεων που γίνονται από ανθρώπους και διαγνώσεων που γίνονται με βάση υπολογιστές.
Τα διαγνωστικά λάθη προκύπτουν από την αποτυχία εντοπισμού μιας νόσου ή από τον μη έγκαιρο εντοπισμό της. Οι γιατροί κάνουν, σύμφωνα με τη μελέτη, πολύ λιγότερα τέτοιου είδους λάθη σε σύγκριση με τα μηχανήματα, ωστόσο και οι ίδιοι δεν είναι… αλάθητοι: στο 10%-15% των περιπτώσεων και οι ειδικοί προχωρούν σε λανθασμένες διαγνώσεις.
Tα κλινικά «μυστήρια»

Προκειμένου να καταλήξουν στα συμπεράσματά τους οι επιστήμονες ζήτησαν από 234 παθολόγους να αξιολογήσουν 45 διαφορετικές κλινικές περιπτώσεις, στις οποίες περιλαμβάνονταν κοινά αλλά και πιο ασυνήθιστα προβλήματα υγείας με βαρύτητα διαφορετικού βαθμού. Για κάθε σενάριο, οι γιατροί καλούνταν να δώσουν την πιο πιθανή διάγνωση καθώς και δύο επιπλέον εναλλακτικές διαγνώσεις. Κάθε κλινικό «μυστήριο» λυνόταν από τουλάχιστον 20 γιατρούς.
Οπως προέκυψε, οι παθολόγοι νίκησαν στα σημεία τις ηλεκτρονικές εφαρμογές υγείας, κάνοντας πρώτοι τη σωστή διάγνωση στο 72% των περιπτώσεων σε σύγκριση με 34% που ήταν το ποσοστό επιτυχίας για τις ψηφιακές πλατφόρμες. Το 84% των γιατρών περιέλαβε τη σωστή διάγνωση μέσα στο τοπ 3 των πιο πιθανών διαγνώσεων σε σύγκριση με ποσοστό της τάξεως του 51% για τους ψηφιακούς… γιατρούς.
Σαφής διαφορά

Μάλιστα, η διαφορά στη διαγνωστική ακρίβεια μεταξύ γιατρών και υπολογιστών ήταν πολύ μεγαλύτερη σε ό,τι αφορούσε τις πιο σοβαρές και λιγότερο κοινές παθήσεις (ήταν αντιστοίχως μικρότερη στις λιγότερο οξείες και πιο κοινές νόσους). «Παρότι τα υπολογιστικά προγράμματα ήταν σαφώς κατώτερα σε σύγκριση με τους γιατρούς σε ό,τι αφορούσε τη διαγνωστική ακρίβεια, είναι άκρως σημαντικό να μελετηθούν οι μελλοντικές γενιές προγραμμάτων που πιθανώς να είναι πιο ακριβείς» ανέφερε ο κύριος ερευνητής της νέας μελέτης, αναπληρωτής καθηγητής Πολιτικής της Υγείας στην Ιατρική Σχολή του Χάρβαρντ δρ Ατέεβ Μεχρότρα.


Τα λάθη με «σάρκα και οστά»

Πάντως, παρότι οι γιατροί νίκησαν κατά κράτος τις μηχανές, έκαναν διαγνωστικά λάθη περίπου στο 15% των περιπτώσεων. Σύμφωνα με τους ερευνητές, η ανάπτυξη νέων αλγορίθμων θα μπορούσε σε συνδυασμό με την ανθρώπινη συμβολή να οδηγήσει σε περαιτέρω μείωση των διαγνωστικών λαθών. Ετσι, ως φαίνεται, το ιδανικότερο θα ήταν μηχανές και άνθρωποι να συμπράξουν για το κοινό καλό.
«Η κλινική διάγνωση είναι αυτή τη στιγμή όχι μόνο επιστήμη αλλά και τέχνη. Ωστόσο υπάρχει μεγάλη ελπίδα από τη χρήση της τεχνολογίας ως βοηθού για ακόμη ακριβέστερες διαγνώσεις από τους γιατρούς» είπε ο δρ Μεχρότρα και κατέληξε: «Αυτή είναι η πραγματική αξία των συγκεκριμένων ψηφιακών εργαλείων».

HeliosPlus