Η βαθιά ανδρική φωνή δεν γεννήθηκε για να σαγηνεύει τις γυναίκες αλλά για να επιβάλλεται και να τρομάζει τους άλλους άνδρες, υποστηρίζει νέα μελέτη διεθνούς ομάδας επιστημόνων. Στο πλαίσιο της μελέτης των ερευνητών, οι ετεροφυλόφιλοι συμμετέχοντες (άνδρες και γυναίκες) κλήθηκαν να ακούσουν ηχογραφήσεις διαφόρων ανδρικών φωνών. Οι περισσότεροι άνδρες εθελοντές χαρακτήρισαν τις βαθιές ανδρικές φωνές ως πιο επιβλητικές από τις υπόλοιπες, ενώ οι γυναίκες από την πλευρά τους δήλωσαν ότι οι μπάσες φωνές είναι πιο σαγηνευτικές.
Οπως εξηγούν οι ειδικοί με δημοσίευσή τους στο επιστημονικό έντυπο «Proceedings of the Royal Society B: Biological Sciences», μέσα από τρία διαφορετικά στάδια προσπάθησαν να εξετάσουν τον συσχετισμό ανάμεσα στον τόνο της ανδρικής φωνής και στη διαδικασία της αναπαραγωγής, στο επίπεδο της ελκυστικότητας και στην επιβολή, η οποία όμως γινόταν αντιληπτή μόνο από άλλους άνδρες.


Η εξέλιξη της βαθιάς φωνής

Στο πρώτο μέρος της μελέτης οι επιστήμονες έστρεψαν την προσοχή τους στα πρωτεύοντα είδη από όλο τον κόσμο, με σκοπό να διερευνήσουν τις διαφορές ανάμεσα στις συχνότητες της φωνής τόσο των αρσενικών όσο και των θηλυκών ζώων. Επιλέγοντας ανάμεσα σε 1.721 ηχογραφήσεις, εντόπισαν τεράστιες διαφορές στην περίπτωση των πολυγαμικών ειδών. Αυτό, υποστηρίζουν, θα μπορούσε να συμβαίνει ακριβώς επειδή ο ανταγωνισμός ανάμεσα στα πολυγαμικά αρσενικά είναι μεγαλύτερος. Αρα ο χαμηλότερος τόνος φωνής χάριζε επιβολή στον κάτοχό της, εξασφαλίζοντάς του παράλληλα το πολυπόθητο θηλυκό που είχε βάλει στο μάτι.
Οι άνθρωποι, παρ’ όλα αυτά, ήταν εκείνοι οι οποίοι εμφάνιζαν τη μεγαλύτερη γκάμα ως προς τον τόνο της φωνής τους. Οι επιστήμονες θεωρούν ότι κάτι τέτοιο θα μπορούσε να επιβεβαιώνει ότι ο άνθρωπος δεν είναι μονογαμικός.
«Ακόμη και σε κοινωνίες όπου υποστηρίζεται το μονογαμικό μοντέλο, οι άνδρες ενδεχομένως να ξαναπαντρευτούν π.χ. έπειτα από ένα διαζύγιο και μάλιστα μια νεότερη γυναίκα προκειμένου να αποκτήσουν έναν νέο απόγονο» αναφέρει ο επικεφαλής της μελέτης δρ Ντέιβιντ Πατς από το Πολιτειακό Πανεπιστήμιο της Πενσιλβάνια. «Αρα και πάλι μιλάμε για ένα σύστημα το οποίο είναι κατά κάποιον τρόπο πολυγαμικό ακόμη και στην περίπτωση μονογαμικών κοινωνιών».

Επιβολή για τους άνδρες, γοητεία για τις γυναίκες

Στο δεύτερο μέρος της μελέτης ηχογραφήθηκε η φωνή 258 γυναικών και 175 ανδρών κατά την ανάγνωση ενός κειμένου. Στη συνέχεια οι γυναίκες κλήθηκαν να αξιολογήσουν τις ανδρικές φωνές και οι άνδρες τις γυναικείες. Φάνηκε, λοιπόν, ότι ο τόνος στις γυναικείες φωνές δεν φάνηκε να επηρεάζει την έλξη των ανδρών. Η περίπτωση του τόνου στις ανδρικές φωνές ωστόσο αποτελούσε μια τελείως διαφορετική περίπτωση. Οι βαθιές φωνές χαρακτηρίζονταν από άλλους άνδρες ως επιβλητικές, ενώ από τις γυναίκες ως γοητευτικές.
Εξετάζοντας τα αποτελέσματα αυτά εις βάθος, οι ερευνητές διαπίστωσαν ότι ο συσχετισμός της επιβολής που έκρυβε η βαθιά φωνή ήταν τρεις φορές ισχυρότερος από εκείνον της γοητείας. Αυτό υποστηρίζουν ενδεχομένως να σημαίνει ότι η εξέλιξη του τόνου της ανδρικής φωνής να βασίστηκε περισσότερο στον ανταγωνισμό μεταξύ των αρσενικών από ό,τι στη γυναικεία επιλογή για ταίρι.
«Χωρίς αμφιβολία, οι πρόγονοί μας ήταν ιδιαίτερα ανταγωνιστικοί μεταξύ τους, σε σημείο που δεν δίσταζαν να διαφημίζουν την υπεροχή τους στους αντίζηλούς τους ή ακόμη και να τους απειλούν» προσθέτει ο δρ Πατς. Χαρακτηριστικά όπως π.χ. ο τόνος της φωνής κατά τον ειδικό, ίσως να χρησιμοποιούνταν για να χαρίσουν στους άνδρες πιο επιβλητική εμφάνιση και υπεροχή απέναντι στους ανταγωνιστές τους. «Κάτι τέτοιο ενδεχομένως να ήταν ακόμη πιο σημαντικό κατά την απόκτηση όπλων».
Κληρονομικότητα διά της… φωνής

Στο τρίτο μέρος της μελέτης τους οι ειδικοί είδαν ότι οι άνδρες με χαμηλά επίπεδα της ορμόνης του στρες κορτιζόλης και υψηλά επίπεδα τεστοστερόνης εμφάνιζαν πιο βαθιά φωνή συγκριτικά με τους υπόλοιπους.
«Οι άνδρες με υψηλά επίπεδα τεστοστερόνης και χαμηλά επίπεδα κορτιζόλης εμφανίζουν ισχυρή ανοσοαντίδραση. Αρα η μπάσα φωνή συνδέεται με ένα υγιές ανοσοποιητικό σύστημα, και γενικότερα με έναν υγιή οργανισμό, γεγονός που θα μπορούσε να φαντάζει ιδιαίτερα θελκτικό στα μάτια των γυναικών» καταλήγει ο δρ Πατς.

HeliosPlus