Με δύο λόγια
Η βανιλίνη είναι λευκή κρυσταλλική αρωματική χημική ένωση που αποτελεί το βασικό συστατικό και της φυσικής βανίλιας. Δηλαδή παράγεται και με άλλους τρόπους και με άλλες πρώτες ύλες αλλά και από τους καρπούς μιας ορχιδέας με το συστηματικό όνομα Vanilla planifolia. Στο εργαστήριο δίνει αντιδράσεις αλδεΰδης και φαινόλης.

Ιστορίες με ενδιαφέρον
Το φυτό που θα μας δώσει τελικά τη βανιλίνη για τα γλυκά, τα αρώματα, τα σαπούνια, ακόμη και τα φάρμακά μας, έχει μακρύ και σαρκώδη αναρριχώμενο βλαστό και ζούσε αρχικά σαν παράσιτο, αφού οι άνθρωποι το βρήκαν να ζει προσκολλώμενο ρίχνοντας ειδικούς βλαστούς στους κορμούς άλλων δέντρων στο Μεξικό. Σε αυτή τη χώρα η επικονίαση των λουλουδιών γινόταν με τη βοήθεια μιας μικρής μέλισσας που κατοικεί μονον εκεί. Αφού λοιπόν ο ισπανός θαλασσοπόρος, τυχοδιώκτης, χρυσοθήρας και δεινός σφαγέας ιθαγενών Ερνάν Κορτές (1485-1547) αποβιβάστηκε στο Μεξικό και σκόρπισε τον τρόμο κυρίως στους Αζτέκους, επέστρεψε και εισήγαγε στην Ευρώπη τη βανίλια. Αλλά ως το 1841 όλες οι προσπάθειες να γονιμοποιηθεί το φυτό και να δίνει καρπούς αποδείχθηκαν άκαρπες. Χρειαζόταν η γύρη να διανύσει ένα πολύ μικρό διάστημα, από τους στήμονες στον ύπερο, αλλά αυτό το κατόρθωναν μόνο η μέλισσα Melipona και το πουλί κολιμπρί, όλα αυτά όμως μόνο στο Μεξικό. Και βρέθηκε ένα 12χρονο σκλαβάκι, ο Edmond Albius, στη γαλλική αποικία της Ρεϊνιόν, ένα νησί στα ανατολικά της Μαδαγασκάρης, το οποίο όμως φαίνεται πως ήταν πολύ παρατηρητικό, και με ένα μικρό κλαδάκι έδειξε και στους άλλους πώς μπορούσαν να γονιμοποιούν τα άνθη της ορχιδέας αυτής (ένας άνθρωπος μπορεί να γονιμοποιήσει κάπου 1.500 μέσα σε μία ημέρα!).
Τι θέλει στη ζωή μας;
Θέλει να την αρωματίσει με κάθε τρόπο. Και επειδή δεν παράγονται παραπάνω από 40-50 τόνοι βανίλιας φυσικής (δηλαδή βανιλίνη μαζί και με άλλα φυσικά φυτικά συστατικά) από τους καρπούς του φυτού, οι άνθρωποι από το 1840 έψαχναν τρόπους για να φτιάχνουν βανιλίνη, την καθαρή χημική ουσία, με πολύ πιο φθηνές πρώτες ύλες.

Βρήκαν διάφορους τρόπους αλλά πάντοτε ψάχνουν τον πιο φθηνό και ταυτόχρονα αποδοτικό. Ενας τρόπος που χρησιμοποιήθηκε πολύ ήταν από τη λιγνίνη. Τα ξύλα περιέχουν δύο βασικά συστατικά: την κυτταρίνη, η οποία όταν απομονωθεί μας δίνει τον χαρτοπολτό, και τη λιγνίνη, η οποία μέσα στο ξύλο είναι ο παράγοντας στερεότητας αλλά όταν φτιάχνουμε χαρτί πρέπει να φύγει. Από τα απόβλητα λοιπόν της χαρτοβιομηχανίας παράγεται τελικά βανιλίνη, διότι η λιγνίνη όταν οξειδωθεί δίνει έπειτα από κατάλληλη επεξεργασία και βανιλίνη. Πολλοί μάλιστα έχουν την αίσθηση ότι τα παλιά κιτρινισμένα βιβλία μυρίζουν κάπως βανίλια! Επίσης έτσι εξηγείται το ότι οι γευσιγνώστες σε κρασιά που έμειναν σε βαρέλια οξιάς (Quercus robur, Quercus sessilis) ανιχνεύουν αρώματα βανίλιας. Αλλά αυτός ο τρόπος απαιτεί για την οξείδωση καυστικό νάτριο και θειούχο νάτριο, οπότε να μην πούμε τι βγάζουμε τελικά στο περιβάλλον.

Η σύνθεση από το παράγωγο της πετροχημικής βιομηχανίας γουαγιακόλη είναι αρκετά πιο ακριβή και έτσι τώρα έχουν προταθεί και άλλοι τρόποι, υποτίθεται πιο «πράσινοι», για την παραγωγή βανιλίνης. Οπως αυτός δύο ερευνητών από τη Μαλαισία που χρησιμοποίησαν πριονίδι από κορμούς καουτσουκόδεντρου και τις ιδιότητες των λεγόμενων «ιοντικών υγρών», δηλαδή αλάτων σε υγρή μορφή που έχουν χωριστεί στα αρνητικά και θετικά τμήματά τους. Διέλυσαν λιγνίνη σε 1,3-dimethylimidazolium methylsulphate και διαβίβασαν οξυγόνο, παίρνοντας τελικά βανιλίνη.

Πολλές προσπάθειες γίνονται για βιοσύνθεση της βανιλίνης, δηλαδή να ξεκινούν από φυσικές πρώτες ύλες. Στο Βέλγιο η γνωστή εταιρεία Solvay ξεκινά από φλοιό ρυζιού και στην Ελβετία άλλη εταιρεία χρησιμοποιεί ζάχαρη και δημιουργεί ζύμωση με ζυμομύκητες προσπαθώντας να μην είναι προϊόντα γενετικής τροποποίησης.
Εκτός από τις γνωστές χρήσεις της, από τον καιρό των Αζτέκων οι άνθρωποι τη χρησιμοποιούσαν και για φάρμακο. Το κακό είναι πως η βανιλίνη είναι ευαίσθητη και καταστρέφεται ήδη στο στομάχι προτού φθάσει στα έντερα. Ενας αιματολόγος στο Νοσοκομείο Παίδων της Φιλαδέλφειας των Ηνωμένων Πολιτειών, ο Τόσιο Ασακουρα, δημιούργησε το ΜΧ-1520, ένα προ-φάρμακο που γίνεται βανιλίνη μετά το στομάχι, με στόχο τη θεραπεία της δρεπανοκυτταρικής αναιμίας. Η βανιλίνη καταφέρνει να προσκολλάται στην ελαττωματική αιμοσφαιρίνη, η οποία κάνει τα στρογγυλά σε σχήμα αιμοσφαίρια να παραμορφώνονται σε σχήμα δρεπανιού και καθώς περνούν να προξενούν φθορές στα αιμοφόρα αγγεία.

Και η ερώτηση του «ενός εκατομμυρίου»

Ποια είναι η ρίζα της λέξης βανίλια; Α. Η λέξη vanity. B. Η λέξη vagina. Γ. Η λέξη vane.
Αρχίζουμε από τη λατινική λέξη vagina=θήκη. Από εκεί στα ισπανικά έγινε vaina, με την ίδια έννοια, εξελίχθηκε σε vainica και όταν οι Ισπανοί του Κορτές αντίκρισαν τα λουβιά του φυτού τα είπαν vainillas, δηλαδή μικρές θήκες. Από εκεί το πήραν οι Αγγλοι και οι άλλοι και το έκαναν vanilla.
Με την ευκαιρία αυτή να αναφέρουμε ότι στα αμερικανικά αγγλικά υπάρχουν οι εκφράσεις «vanilla» και «plain vanilla». Με αυτές χαρακτηρίζουν οτιδήποτε, από μηχάνημα ως και σεξ, που είναι εντελώς απλό και δεν έχει έξτρα επινοήσεις. Αναφορά στο ότι το παγωτό με άρωμα βανίλιας είναι το πιο απλό και συνηθισμένο μεταξύ όλων των άλλων.

Face control

Για να πάρουμε βανίλια από το φυτό χρειάζεται να μεσολαβήσει μια μακρά διαδικασία. Οι καρποί που έχουν τη μορφή πράσινων μακρόστενων λοβών, δηλαδή φασολιών με πολλά μικρά σπόρια μέσα, περιέχουν τη βανιλίνη με τη μορφή γλυκοζίτη, δηλαδή η περιζήτητη καθαρή ουσία είναι ενωμένη με μόρια σακχάρου και πρέπει να αποχωριστεί από αυτά. Πρέπει να θερμανθεί στους 60-65 βαθμούς για τρία λεπτά, να διαβραχεί για αρκετά μεγάλο χρονικό διάστημα και μετά αρχίζει μια διαδικασία, την ημέρα στον ήλιο, τη νύχτα σε αεροστεγή κιβώτια. Ακολουθεί μια ζύμωση, οι λοβοί παίρνουν αυτό το καφέ σκούρο χρώμα και μετά η καθαρή ουσία αποσπάται με τη βοήθεια εκχύλισης.
Βανιλίνη περιέχουν και τα σπόρια και το εσωτερικό του φλοιού του λοβού. Μερικές φορές βάζουν σπόρια σε ένα παρασκεύασμα για να δείξουν ότι αρωμάτισαν με κάτι φυσικό (και πανάκριβο, οπότε δικαιολογούν και την τιμή του). Πώς όμως διαπιστώνεται αν πρόκειται για φυσική ή τεχνητή βανιλίνη; Από τη… ραδιενέργεια. Οι καρποί περιέχουν μεταξύ άλλων και ραδιενεργό άνθρακα-14 σε μικροποσότητες. Μερικοί πονηροί έφθασαν να προσθέτουν στο τεχνητό προϊόν και αυτό το συστατικό για να ξεγελάσουν τον αγοραστή.
Στην ουσία αυτή πάει γάντι η φράση «ουκ εν τω πολλώ το ευ», διότι για κάθε ποσότητα υλικού που θέλουμε να αρωματιστεί αρκεί μια συγκεκριμένη, αναλογικά μικρή συνήθως, ποσότητά της. Οταν προσπαθήσεις να βάλεις μεγαλύτερη ποσότητα, δεν πετυχαίνεις ανάλογη αύξηση στο άρωμα!

ΕΝΤΥΠΗ ΕΚΔΟΣΗ