Η τρέλα των Οσκαρ μπορεί να έχει περάσει και οι νικητές της εφετινής κινηματογραφικής αρένας να έχουν ανακοινωθεί, το στοίχημα όμως πίσω από την επιτυχία μιας ταινίας παραμένει: θα καταφέρει να κάνει το κοινό της να γελάσει, να κλάψει ή να… τρομάξει; Τη «συνταγή» πίσω από την ενεργοποίηση πραγματικών συναισθημάτων αποκαλύπτει ο αμερικανός νευροεπιστήμονας Τζέφρι Ζακς από το Πανεπιστήμιο της Ουάσιγκτον, στο Σεντ Λούις.
Σύμφωνα με τον ειδικό από το Τμήμα Ψυχολογίας, πίσω από την επιτυχία μιας ταινίας ενδεχομένως να κρύβονται δύο απλοί κανόνες: ο «κανόνας του καθρέφτη» και ο «κανόνας της επιτυχίας».
Ο κανόνας του καθρέφτη αφορά την ασυνείδητη παρόρμηση που μας δημιουργείται στο να μιμηθούμε ό,τι κάνουν οι γύρω μας. Εξηγεί, δηλαδή, το γιατί η γλώσσα του σώματός μας τείνει να αντικατοπτρίζει τους γύρω μας, το γιατί χαμογελάμε στον απέναντί μας όταν εκείνος κάνει το ίδιο, γιατί συγκινούμαστε όταν βλέπουμε κάποιον να κλαίει κ.ο.κ. Πέρα από την πραγματικότητα, κάτι τέτοιο παρατηρείται ακόμη και σε σχέση με τους τηλεοπτικούς ή κινηματογραφικούς χαρακτήρες που παρακολουθούμε κάθε φορά, αναφέρει ο επιστήμονας.
Από την άλλη πλευρά, ο κανόνας της επιτυχίας μας υποδεικνύει μια συνταγή που έχει αποδειχθεί επιτυχημένη κατά το παρελθόν. Στην πραγματικότητα, π.χ. όταν βλέπουμε ένα ιπτάμενο αντικείμενο να πλησιάζει προς το μέρος μας σκύβουμε, όταν μας κυνηγάει κάποιος τρέχουμε κ.τ.λ. Το ίδιο συμβαίνει όταν παρακολουθούμε μια ταινία. Περιμένουμε, δηλαδή, συγκεκριμένες αντιδράσεις.
Νευροεπιστήμη σε ρόλο κριτικού


«Ισως η πιο εντυπωσιακή διαπίστωση είναι το γεγονός ότι πηγαίνουμε στο σινεμά με έναν εγκέφαλο ο οποίος έχει εξελιχθεί με την πάροδο των αιώνων ώστε να αντιλαμβάνεται τον πραγματικό κόσμο» εξηγεί ο δρ Ζακς. «Ο εγκέφαλός μας, δηλαδή, αναλύει ό,τι βλέπουμε στη μεγάλη οθόνη όπως ακριβώς θα έκανε και στην πραγματικότητα. Με την πάροδο των ετών έχουμε μάθει πώς να κάνουμε μια ταινία να συνεπαίρνει το κοινό».
Ο αμερικανός νευροεπιστήμονας δεν θεωρεί ότι η επιστήμη θα μπορούσε να αντικαταστήσει την αισθητική. «Η επιστήμη δεν μπορεί να υποδείξει τι είναι καλό και τι όχι» αναφέρει χαρακτηριστικά. «Θα μπορούσε να μας υποδείξει ωστόσο τι θα μπορούσε να έχει απήχηση στο κοινό και τι όχι. Ισως το πιο σημαντικό πράγμα που μπορούμε να κάνουμε ως ψυχολόγοι και νευροφυσιολόγοι για τους δημιουργούς ταινιών είναι να τους συμβουλεύσουμε γύρω από τις επιλογές τους: ότι, δηλαδή, αν κάνετε αυτό, θα συμβεί εκείνο. Εκείνοι ωστόσο θα είναι αυτοί που θα πρέπει να αποφασίσουν π.χ. αν θέλω να συμβεί αυτό, θα είναι αισθητικά αποδεκτό;».
Το κλάμα βγήκε από τα… γονίδια


Πρόσφατη μελέτη ερευνητών από το Πανεπιστήμιο Στόουνι Μπρουκ, στη Νέα Υόρκη, έδειξε ότι περίπου το 20% του κόσμου πάσχει από αισθητηριακή υπερευαισθησία –μια διαταραχή που σχετίζεται με την υπερευαισθησία που εκδηλώνει κάποιος απέναντι σε περιβαλλοντικά και κοινωνικά ερεθίσματα –η οποία θα μπορούσε να εξηγεί το γοερό κλάμα κατά την παρακολούθηση μιας συγκινητικής ταινίας.
Με τη βοήθεια λειτουργικής μαγνητικής τομογραφίας (fMRI) οι επιστήμονες προσπάθησαν να «μετρήσουν» τα επίπεδα της συναισθηματικής ταύτισης των εθελοντών με τα εικονιζόμενα πρόσωπα σε μια σειρά φωτογραφίες. Είδαν λοιπόν ότι κάποιοι εμφάνιζαν ιδιαίτερα υψηλή ευαισθησία στη θέα των χαμογελαστών συντρόφων τους.
Σύμφωνα με τη δημοσίευση της μελέτης στο επιστημονικό έντυπο «Brain and Behavior» στην οποία έλαβαν μέρος ερευνητές από τα πανεπιστήμια του Μόνμουθ και της Καλιφόρνιας και από το Κολέγιο Ιατρικής Αλμπερτ Αϊνστάιν, η αισθητηριακή υπερευαισθησία ενδεχομένως να έχει γονιδιακό υπόβαθρο.

«Διαπιστώσαμε ότι περιοχές του εγκεφάλου που σχετίζονται με την αντίληψη και το συναίσθημα, ιδιαίτερα εκείνες που συνδέονται με συναισθήματα ενσυναίσθησης, εμφάνιζαν μεγαλύτερη αιμάτωση σε άτομα που εκδήλωναν υπερευαισθησία συγκριτικά με όσους συγκέντρωναν χαμηλά επίπεδα ευαισθησίας στη θέα των αγαπημένων τους»
εξηγεί ο δρ Αρθουρ Αρον, από το Πανεπιστήμιο Στόουνι Μπρουκ.

HeliosPlus