Ανήκει σε ένα «κλειστό κλαμπ» ανθρώπων. Πριν από το… σίριαλ Εμπολα ήταν και εκείνη μια αφανής ηρωίδα που προσέφερε ακούραστα μαζί με τον σύζυγό της τις υπηρεσίες της στη Δυτική Αφρική. Ωσπου σε μια στιγμή, ο ιός των… ημερών τον οποίο κατάφερε να νικήσει μετά από λήψη πειραματικής θεραπείας τη μετέτρεψε σε πρόσωπο… των ημερών. Τη στιγμή που 7 στους 10 ανθρώπους που μολύνονται με Εμπολα πεθαίνουν –τα κρούσματα στη Δυτική Αφρική αυξάνονται με γεωμετρική πρόοδο, ενώ ο Παγκόσμιος Οργανισμός Υγείας (ΠΟΥ) έκανε την περασμένη εβδομάδα λόγο για 10.000 νέα κρούσματα του ιού την εβδομάδα από τις αρχές Δεκεμβρίου -, εκείνη μολύνθηκε, έδωσε τη μάχη (με τη χείρα βοηθείας των πειραματικών φαρμάκων, κάτι που έχει συμβεί με ελάχιστους ασθενείς μέχρι σήμερα) και επιβίωσε.
«Πώς έμαθα ότι είχα Εμπολα»

Η Νάνσι Ράιτμπολ που εργαζόταν ως εθελόντρια στη Λιβερία και μολύνθηκε με Εμπολα μάς μιλά για το πώς κατάφερε να επιβιώσει

Η 59χρονη Νάνσι Ράιτμπολ μιλάει αποκλειστικά στο «Βήμα» για τη «συνάντησή» της με τον Εμπολα. Οπως λέει, εργαζόταν σε ένα κέντρο της διεθνούς, ιεραποστολικής οργάνωσης SIM στη Μονρόβια, την πρωτεύουσα της Λιβερίας, μαζί με τον σύζυγό της Ντέιβιντ. «Είχα ως καθήκον να βοηθώ τους γιατρούς, όπως τον φίλο και στενό συνεργάτη μου δρα Κεντ Μπράντλι που επίσης μολύνθηκε με Εμπολα και επιβίωσε, αλλά και το νοσηλευτικό προσωπικό στο έργο τους». Στις 22 Ιουλίου εμφάνισε τα πρώτα συμπτώματα. «Είχα πυρετό, πονοκέφαλο, αδυναμία. Υποβλήθηκα σε τεστ για ελονοσία το οποίο βγήκε θετικό και άρχισα να λαμβάνω ανθελονοσιακή αγωγή».

Τέσσερις ημέρες αργότερα όμως, όταν η αγωγή τελείωσε, τα συμπτώματα όχι μόνο δεν υποχωρούσαν αλλά γίνονταν χειρότερα. «Ετσι υποβλήθηκα σε τεστ για Εμπολα. Θυμάμαι ότι λίγες ώρες μετά ήρθε ο σύζυγός μου και μου είπε τα νέα. Από εκείνη τη στιγμή μπήκα σε απομόνωση στο σπίτι μου. Ο Ντέιβιντ έφυγε και με έβλεπε ελάχιστα, φορώντας μόνο ειδική στολή προστασίας».
«Τη διαφορά έκανε η νοσηλεία στην Αμερική»


Η κυρία Ράιτμπολ ξεκίνησε αμέσως συμπτωματική αγωγή με λήψη πολλών υγρών, αντιβιοτικών, βιταμινών. Ωστόσο η κατάσταση επιδεινωνόταν. «Αρχισα να εμφανίζω κάποιες αιμορραγίες. Υστερα από αγώνα, βρέθηκαν δύο δόσεις της πειραματικής θεραπείας ZMapp, τις οποίες και έλαβα στη Μονρόβια. Η κύρια παρενέργεια που παρουσίασα ήταν ερύθημα στα χέρια. Δεν ένιωσα αμέσως καλύτερα μετά τη λήψη του φαρμάκου. Η απόκρισή μου ήταν αργή. Πιστεύω ότι το φάρμακο απλώς επιβράδυνε την εξέλιξη της νόσου». Στις 5 Αυγούστου η ασθενής μεταφέρθηκε με ειδικό αεροσκάφος στις ΗΠΑ και εισήχθη στο Πανεπιστημιακό Νοσοκομείο Εμορι στην Ατλάντα –λίγες ημέρες νωρίτερα και ο δρ Μπράντλι είχε μεταφερθεί στο ίδιο νοσοκομείο. «Η μεταφορά μου έγινε μέσα σε ειδικά κλεισμένο φορείο, που ονομάζεται isopod (isolation pod), ενώ φορούσα και μέσα στο φορείο πλήρη στολή προστασίας». Στο Νοσοκομείο Εμορι έλαβε και μια τρίτη δόση του Ζmapp. «Αρχισα να αισθάνομαι καλύτερα και σημαντικό ρόλο πιστεύω πως έπαιξε το ότι υπήρχαν αποτελεσματικότερα μέσα παρακολούθησης. Μου έλεγχαν καθημερινά τους ηλεκτρολύτες και μου έκαναν εξετάσεις αίματος συνεχώς για να βλέπουν την πορεία της κατάστασής μου».
«Περιμένω να μου επιτρέψουν να γυρίσω…»
Και η μάχη σιγά-σιγά κερδήθηκε. Στις 19 Αυγούστου η κυρία Ράιτμπολ βγήκε νικήτρια από τον θάλαμο μόνωσης –δύο ημέρες αργότερα την ακολούθησε ο φίλος της δρ Μπράντλι. «Με περίμεναν όλοι οι γιατροί και οι νοσηλευτές στον διάδρομο. Το πρώτο πράγμα που έκανα ήταν να αγκαλιάσω σφιχτά τον άντρα μου». Στο ερώτημα αν ύστερα από αυτή την εμπειρία «ενώπιος ενωπίω» με τον θάνατο, θα αποφάσιζε να ξαναγυρίσει στην Αφρική, η 59χρονη απαντά ταχύτατα: «Περιμένω να μου επιτρέψουν οι γιατροί ένα τέτοιο ταξίδι, καθώς είμαι ακόμη αδύναμη, και μετά σκεφτόμαστε με τον Ντέιβιντ να επιστρέψουμε. Πέρα και πάνω απ’ όλα, το μυαλό μας βρίσκεται στους ανθρώπους της Δυτικής Αφρικής. Πρέπει να βοηθηθούν για να επιβιώσουν, πρέπει να έχουν πρόσβαση σε εμβόλια και θεραπείες. Πιστεύω ότι σώθηκα χάρη στον Θεό που με βοήθησε και πρέπει με τη σειρά μου να συνεχίσω να βοηθώ, να έχω έναν σκοπό στη ζωή μεγαλύτερο από εμένα».
«Ζεις με τον θάνατο και δεν ακουμπάς τον διπλανό σου…»
Σε κάθε περίπτωση η πραγματικά γλυκιά, γενναιόδωρη προς τους συνανθρώπους της κυρία Ράιτμπολ στάθηκε τυχερή μέσα στην ατυχία της και μόνο επειδή έχει αμερικανικό διαβατήριο. Την ίδια στιγμή στη Δυτική Αφρική κάθε ημέρα υπάρχουν πολλοί άτυχοι ντόπιοι που δεν έχουν καμία πρόσβαση στις πειραματικές θεραπείες όπως εκείνη ή ο δρ Μπράντλι –έχουν μόνο τη στήριξη των εθελοντών γιατρών που παλεύουν υπό αντίξοες συνθήκες για να τους κάνουν καλά με τα μέσα που έχουν στη διάθεσή τους. Οπως αναφέρει στο «Βήμα» ο κ. Απόστολος Βεΐζης, διευθυντής Προγραμμάτων των Γιατρών Χωρίς Σύνορα, ο οποίος βρίσκεται σε καθημερινή επαφή με το προσωπικό στη Δυτική Αφρική, «οι γιατροί μας και το νοσηλευτικό προσωπικό –έχουμε συνολικά αυτή τη στιγμή στις τρεις πληγείσες χώρες, Λιβερία, Γουινέα, Σιέρα Λεόνε, περισσότερα από 3.200 άτομα –εργάζονται νυχθημερόν σε ένα πολύ δύσκολο περιβάλλον. Η θνησιμότητα από τον ιό είναι στο 70%, η πίεση που δέχονται όχι μόνο ως ειδικοί αλλά και ως άνθρωποι είναι τεράστια. Ξέρετε τι είναι βλέποντας κάθε μέρα τον θάνατο με τα μάτια σου να μην μπορείς καν να ακουμπήσεις, ούτε κατά λάθος, τον συνάδελφό σου; Και βέβαια η κούραση ξεπερνά πολλές φορές τα ανθρώπινα όρια».
«Απαιτούνται τρεις άνθρωποι για έναν ασθενή»


Ο κ. Βεΐζης επισημαίνει: «Μιλούμε για μια τεράστια επιδημία, που έλαβε όμως αυτές τις διαστάσεις εξαιτίας της εγκληματικής καθυστέρησης των αρμοδίων. Εμείς εδώ και πάρα πολύ καιρό, καθότι έχουμε πάντα προσωπικό στην Αφρική και βλέπαμε το τι θα συνέβαινε, είχαμε έλθει σε επαφή με τον ΠΟΥ, όμως δεν δόθηκε η δέουσα σημασία. Είχαν υποτιμήσει την κατάσταση. Τον Ιούνιο φθάσαμε να τους πούμε ότι δεν αντέχουμε άλλο. Οι Γιατροί Χωρίς Σύνορα έχουν έξι κέντρα στις τρεις πληγείσες χώρες, χρειάζονται όμως πολύ περισσότερα –και χρειάζεται και προσωπικό. Αν σκεφθεί κάποιος ότι για τη διαχείριση του κάθε ασθενούς απαιτούνται τρεις άνθρωποι και τέσσερις-πέντε για τη διαχείριση των νεκρών, αντιλαμβάνεται εύκολα τις απαιτήσεις».
«Οι γιατροί μας έπρεπε να αποφασίσουν ποιον θα σώσουν»

Το προσωπικό, όσο και αν παλεύει, δεν είναι αρκετό στη Δυτική Αφρική. Οσοι ζουν από κοντά την κατάσταση ζητούν άμεσα ενισχύσεις. Φωτογραφία: Daniel Berehulak/The New York Times

Τώρα που οι προηγμένες χώρες αντιλαμβάνονται το μέγεθος της «βιοκαταστροφής», υπάρχει πλέον κάποια κινητοποίηση, ωστόσο και αυτή δεν είναι αρκετή, κατά τον κ. Βεΐζη. «Οι ΗΠΑ είχαν ανακοινώσει εδώ και έναν μήνα ένα τεράστιο πακέτο βοήθειας και μόλις τώρα στέλνουν κάποια λίγα άτομα εξειδικευμένα στη διαχείριση ασθενών. Και στο μεταξύ ήδη 240 υγειονομικοί έχουν πεθάνει από Εμπολα στη Δυτική Αφρική. Πρόκειται κυρίως για ντόπιο προσωπικό που εκτίθεται σε μεγαλύτερο κίνδυνο, αφού μετά τη βάρδια επιστρέφει στο σπίτι του, στην κοινότητά του, και είναι πιο εκτεθειμένο στη μόλυνση». Πάντως, παρά τις ελλείψεις «λόγω των οποίων υπήρξαν στιγμές, όταν συνέρρεε ατελείωτος κόσμος, που οι γιατροί μας έκαναν «διαλογή» των ασθενών αποφασίζοντας ποιον θα σώσουν, διότι δεν γινόταν αλλιώς», υπάρχουν και κάποια αισιόδοξα νέα. Ο κ. Βεΐζης μάς πληροφορεί ότι «την τελευταία εβδομάδα, σύμφωνα με τις καταγραφές μας, έχουν επιβιώσει με συντηρητική θεραπεία περισσότεροι από 930 ασθενείς στα κέντρα μας». Αυτό βέβαια δεν αλλάζει το γεγονός ότι οι αρμόδιοι της Δύσης υποτίμησαν τον αντίπαλο, ίσως επειδή ήταν… αφρικανός. «Γνωρίζουμε αυτόν τον ιό από το 1976. Και τι κάναμε; Τίποτε, διότι πιστεύαμε ότι δεν μας αφορούσε»…

«300 άτομα μολύνθηκαν ταυτόχρονα σε μια κηδεία»


Οι ιοί όμως δεν γνωρίζουν σύνορα –ήδη τα κρούσματα που «πέταξαν» από την Αφρική προς τον… προηγμένο κόσμο (αλλά και η δευτερογενής μετάδοση του Εμπολα σε νοσηλευτές που τα φρόντισαν τόσο στην Ισπανία όσο και στις ΗΠΑ) το αποδεικνύουν. Ετσι πρέπει να μας νοιάζει πολύ –για την ακρίβεια, πάρα πολύ –το τι ακριβώς συμβαίνει αυτή τη στιγμή στις πληγείσες χώρες. Μια τέτοια «ανταπόκριση» (και θα λέγαμε πολεμική, αφού δεν είναι λίγοι οι ειδικοί που μιλούν για κατάσταση πολέμου) μας έδωσε ο εργαζόμενος στο άμισθο προξενείο της Ελλάδας στη Φριτάουν της Σιέρα Λεόνε κ. Σανούσι Ντιν. Κατ’ αρχάς ο κ. Ντιν σημείωσε ότι, σύμφωνα με τις μέχρι στιγμής πληροφορίες, δεν υπάρχουν Ελληνες με Εμπολα στην περιοχή. Οσο για τους ντόπιους, «ορισμένοι βρίσκονται πλέον σε πανικό, καθώς η επιδημία εξαπλώνεται. Αρκετοί όμως ζουν ακόμη στην άγνοια, δεν ξέρουν πώς μεταδίδεται ο ιός. Πρόκειται για έναν λαό που έχει στην κουλτούρα του τους συχνούς εναγκαλισμούς, τις συγκεντρώσεις, και δεν έχει τη γνώση για το πώς να προφυλαχθεί. Πρόσφατα 300 άτομα μολύνθηκαν συγχρόνως από Εμπολα καθώς παρευρέθηκαν στην κηδεία του μάγου του χωριού τους. Και τα έθιμα της ταφής θέτουν πολλούς ανθρώπους στον κίνδυνο του Εμπολα. Για παράδειγμα, τον νεκρό τον πλένουν όλοι μαζί, η οικογένεια και οι υπόλοιποι οικείοι, και έτσι κινδυνεύουν από τον ιό. Υπάρχει και το στίγμα, το οποίο τρέμουν οι ντόπιοι. Ετσι ενώ κάποιοι έχουν συμπτώματα δεν εμφανίζονται για να ελεγχθούν, αφού φοβούνται την απομόνωση. Σιγά-σιγά γίνονται προσπάθειες για να αλλάξουν αυτές οι συνήθειες, χρειάζεται όμως ακόμη δουλειά».
«Η ανάπτυξη εμβολίων πρέπει να γίνεται σε καιρό ειρήνης»



Ο καθηγητής Ιολογίας στο Ιατρικό Κέντρο Erasmus στην Ολλανδία Αλμπερτ Οστερχάους (Φωτογρφία: EPA)

Επικριτικός για τα όσα (δεν) έχουν πράξει οι αρμόδιοι εμφανίστηκε μιλώντας στο «Βήμα» και ένας από τους κορυφαίους ιολόγους παγκοσμίως, ο καθηγητής Ιολογίας στο Ιατρικό Κέντρο Erasmus στο Ρότερνταμ της Ολλανδίας Αλμπερτ Οστερχάους. Ο δρ Οστερχάους τόνισε: «Η κατάσταση είναι πολύ πιο σοβαρή από ό,τι πιστευόταν. Δεν έχουμε να κάνουμε πια με ένα μικρό ξέσπασμα του ιού σε απομονωμένες περιοχές αλλά με χιλιάδες κρούσματα στα μεγάλα αστικά κέντρα της Δυτικής Αφρικής, γεγονός που καθιστά πολύ πιο δύσκολο το να τεθεί η επιδημία υπό έλεγχο». Ο καθηγητής επεσήμανε ότι οι υπεύθυνοι ανά τον κόσμο δεν φέρθηκαν καθόλου… σοφά: «Τον ιό τον γνωρίζουμε εδώ και δεκαετίες. Θα μπορούσαν να είχαν επενδύσει εγκαίρως πολύ λιγότερα χρήματα στην ανεύρεση εμβολίων και θεραπειών εναντίον του, κάτι που δεν συνέβη. Τώρα πλέον θα χρειαστούν εκατοντάδες εκατομμύρια δολάρια για να τεθεί υπό έλεγχο. Ακόμη και αν κάποιος το δει καθαρά οικονομικά, αυτή η ολιγωρία ήταν λανθασμένη. Και υπάρχει ένας κανόνας: η ανάπτυξη εμβολίων και θεραπειών πρέπει να γίνεται με όλες τις σωστές προϋποθέσεις σε καιρό ειρήνης και όχι σε καιρό πολέμου, όπως τώρα».

Ο χρόνος όμως δεν γυρίζει πίσω και ρωτήσαμε τον ειδικό ποιες πρέπει να είναι οι επόμενες σωστές κινήσεις: «Πρέπει να σταλεί επαρκές προσωπικό και υλικό στην «πηγή» του ιού, τη Δυτική Αφρική. Απαιτείται παράλληλα η εκπαίδευση του πληθυσμού στις πληγείσες χώρες. Συγχρόνως, εκτός από τα απαραίτητα εμβόλια και θεραπείες, είναι απαραίτητη η ανάπτυξη διαγνωστικών τεστ που θα μπορούν να χρησιμοποιηθούν εύκολα και γρήγορα στο πεδίο. Και αυτό διότι πρέπει να «συλλαμβάνονται» και τα κρούσματα εκτός των οργανωμένων κέντρων, αφού σήμερα είναι σίγουρο ότι πολλοί ασθενείς συνεχίζουν να κουβαλούν τον ιό παραμένοντας αδιάγνωστοι».
«Τα υπάρχοντα μέτρα πρόληψης και ελέγχου δεν λειτουργούν»


Το γεγονός ότι προφανώς δεν έχουν γίνει όσα θα έπρεπε από τη διεθνή κοινότητα για να αναχαιτιστεί ο ιός παραδέχεται και ο επικεφαλής του Τομέα Επαγρύπνησης και Αντιμετώπισης του Ευρωπαϊκού Κέντρου για τον Ελεγχο και την Πρόληψη Νοσημάτων (ECDC) Ντενί Κουλομπιέ. «Κοιτάζοντας τα νούμερα των καταγεγραμμένων νέων κρουσμάτων από τις πληγείσες περιοχές στη Δυτική Αφρική μπορούμε να πούμε ότι τα υπάρχοντα μέτρα πρόληψης και ελέγχου δεν λειτουργούν. Τα στοιχεία μαρτυρούν ότι συνεχίζεται η μετάδοση του ιού στην κοινότητα. Οι μεγάλες προκλήσεις που αντιμετωπίζουμε στην προσπάθεια ελέγχου του ξεσπάσματος του Εμπολα περιλαμβάνουν τη μεγάλη γεωγραφική εξάπλωσή του, τις φτωχές υποδομές παροχής υγείας και την αντίσταση και τη δυσπιστία των αφρικανικών κοινοτήτων. Το ECDC συμμετέχει ενεργά στην προσπάθεια για έλεγχο του ιού υποστηρίζοντας με προσωπικό τις επιχειρήσεις του ΠΟΥ στο πεδίο. Ηδη συνάδελφοι βρέθηκαν και βρίσκονται αυτή τη στιγμή σε αποστολές στη Δυτική Αφρική».
Το συμπέρασμα πάντως είναι απλό. Αφού τα νούμερα των κρουσμάτων αυξάνονται, τα μέτρα δεν επαρκούν. Και ας μην ξεχνάμε ότι τα νούμερα κρουσμάτων αφορούν ανθρώπινες ζωές. Ισως τώρα που τέτοιες ζωές χάνονται και εκτός Αφρικής τα μέτρα ενταθούν… Οψόμεθα.
Τρία αδέλφια-survivors στην Αφρική

Στη φωτογραφία από αριστερά η Χάτζα, η Αμπιβάτου, ο νοσηλευτής των Γιατρών Χωρίς Σύνορα Σάλια Σουαρόι και ο Λάμφια. Φωτογραφία: NATASHA LEWER/MSF

Πριν από λίγες εβδομάδες η ζωή τους παιζόταν κορόνα-γράμματα. Και όμως τώρα, χάρη στη βοήθεια των Γιατρών Χωρίς Σύνορα, μπορούν να ατενίζουν το μέλλον με αισιοδοξία. Η ιστορία που σας παρουσιάζουμε αποκλειστικά σήμερα έχει κύριους πρωταγωνιστές τρία αδέλφια: την 26χρονη Χάτζα, τη 17χρονη Αμπιβάτου και τον 24χρονο Λάμφια από την περιφέρεια Μογιάμπα της Σιέρα Λεόνε –ένα από τα σημεία όπου ο Εμπολα το τελευταίο διάστημα «σαρώνει». Ο μεγαλύτερος αδελφός τους εργαζόταν ως ιατρικό προσωπικό στην περιοχή και μολύνθηκε με Εμπολα από έναν ασθενή τον οποίο φρόντιζε. Οταν πέθανε, ολόκληρη η οικογένεια τέθηκε σε καραντίνα –ήταν αναγκασμένη να παραμένει στο σπίτι φρουρούμενη από αστυνομικούς. Ενα-ένα όλα τα μέλη αρρώστησαν. Τη στιγμή που έφθασαν για νοσηλεία στο νεότερο «τέκνο» των Γιατρών Χωρίς Σύνορα, στο Κέντρο Θεραπείας που βρίσκεται κοντά στη δεύτερη σε μέγεθος πόλη της Σιέρα Λεόνε, Μπο –ένα κέντρο που με τη θέληση και τον κόπο του προσωπικού δημιουργήθηκε μέσα σε μόλις πέντε εβδομάδες –τα τρία παιδιά ήταν τόσο άρρωστα ώστε κανένας δεν περίμενε να επιβιώσουν. Με τη βοήθεια των ειδικών όμως η κατάσταση και των τριών άρχισε να εμφανίζει βελτίωση. Η Αμπιβάτου ήταν η πρώτη που ανέρρωσε και σύντομα την ακολούθησαν η Χάτζα και ο Λάμφια. Την ημέρα που τα τρία αδέλφια ήταν ελεύθερα πια να ξαναβγούν υγιή στον κόσμο όλο το προσωπικό του Κέντρου συγκεντρώθηκε γύρω τους, τραγουδώντας, χορεύοντας, χτυπώντας παλαμάκια. Τώρα που η ζωή τούς χαρίστηκε ξανά έχουν να αντιμετωπίσουν τη σκληρή πραγματικότητα που τους περιμένει πίσω. Ενα σπίτι άδειο, αφού όλη η οικογένειά τους έχει πεθάνει. Ωστόσο τα όνειρα δεν σταματούν ποτέ. Η Αμπιβάτου θέλει να σπουδάσει λογιστική στο κολέγιο όταν εκείνο ξανανοίξει, ενώ ο Λάμφια που σπουδάζει Ιατρική επιθυμεί να ολοκληρώσει το τελευταίο έτος των σπουδών του και να γίνει αξιωματούχος του τομέα υγείας. Μόνο η Χάτζα που είναι πλέον η «μητέρα» για τα αδέλφια της δεν ξέρει τι δρόμο να διαλέξει επαγγελματικά.

Μέχρι στιγμής 16 ασθενείς βγήκαν νικητές στη μάχη με τον Εμπολα από το νέο κέντρο στο Μπο. Και κάθε φορά, κάθε νίκη απέναντι στον θάνατο ανεβάζει το ηθικό των άλλων ασθενών αλλά και των 280 μελών του προσωπικού. Γι’ αυτό και στο Κέντρο, σε αντίθεση με ό,τι θα περίμενε κάποιος, και παρά το στίγμα που μεγάλο μέρος του προσωπικού αντιμετωπίζει στην κοινότητα ακριβώς επειδή φροντίζει ασθενείς με Εμπολα, επικρατεί η αισιοδοξία.
Μπορεί το κλίμα να είναι καλό –διότι μόνο έτσι λειτουργούν αποτελεσματικά και δεμένα οι ομάδες -, γεγονός όμως παραμένει ότι πρόκειται για μια επιδημία που έχει σκοτώσει χιλιάδες άτομα και πιθανότατα θα σκοτώσει πολύ περισσότερα. Ο Μισέλ Γκαϊλενκίρχεν, υπεύθυνος εφοδιασμού του Κέντρου στο Μπο σημειώνει: «Νιώθω υπερήφανος που καταφέραμε να κατασκευάσουμε το Κέντρο πολύ γρήγορα και με πολύ υψηλές προδιαγραφές. Οταν όμως ξέρεις ότι τουλάχιστον έξι στους δέκα ασθενείς θα πεθάνουν εδώ, υπάρχει μια τεράστια σκιά που κρέμεται πάνω από όλους μας».
Εγρήγορση ζητεί ο «πατέρας» του Εμπολα

Ο Πέτερ Πιότ ανακάλυψε τον ιό Εμπολα

Σε ανάρτησή του στη «Huffington Post» ο ίδιος ο «πατέρας» του Εμπολα (τον ανακάλυψε το 1976), ο βέλγος καθηγητής Πέτερ Πιότ, αναφέρει ότι η επιδημία του Εμπολα που έχει πλήξει την Αφρική είναι χωρίς προηγούμενο. Οπως γράφει, είναι η πρώτη φορά που πλήττονται ολόκληρα κράτη, η πρώτη φορά που πρωτεύουσες με τεράστιους πληθυσμούς εμπλέκονται στην επιδημία. Και είναι η πρώτη φορά που ο ιός διαγιγνώσκεται εκτός Αφρικής. «Στα 38 χρόνια που πέρασαν από τότε που ασχολιόμουν με τον Εμπολα, δεν φαντάστηκα ποτέ πως αυτός ο ιός θα λάμβανε τέτοιες διαστάσεις και θα μετατρεπόταν από ένα μικρό ξέσπασμα σε μια τρομακτική ανθρωπιστική κρίση. Γυρνώντας πίσω τη σκέψη μου στην αρχική δουλειά της διεθνούς ομάδας μας στο Γιαμπούκου της Λαϊκής Δημοκρατίας του Κονγκό (που τότε ονομαζόταν Ζαΐρ), μπορώ να πω ότι όλα τα μαθήματα που πήραμε καθώς ενώναμε τα κομμάτια του παζλ σχετικά με το πώς αυτός ο καταστρεπτικός ιός εξαπλωνόταν, έχουν εφαρμογή και σήμερα. Ο τρόπος εξάπλωσής του δεν παραμένει μυστήριο πια και γνωρίζαμε πώς ακριβώς να προλάβουμε προηγούμενα ξεσπάσματα Εμπολα. Ωστόσο αυτά τα μέτρα δεν πέτυχαν να σταματήσουν την τελευταία επιδημία στη Δυτική Αφρική –σε μεγάλο βαθμό επειδή άρχισαν να εφαρμόζονται πολύ αργά και σε ανεπαρκή κλίμακα. Είναι επείγουσα ανάγκη να αυξηθούν οι πόροι ώστε να τεθεί υπό έλεγχο αυτή η ανθρωπιστική καταστροφή. Πρέπει να χτίσουμε νοσοκομεία στο πεδίο και μονάδες ειδικές για την αντιμετώπιση του Εμπολα, να αποστείλουμε υγειονομικό προσωπικό, ιατρικές προμήθειες, αλλά και να υποστηρίξουμε τις κυβερνήσεις και τις μη κυβερνητικές οργανώσεις ώστε να σταματήσει η μετάδοση του Εμπολα μέσω της κινητοποίησης των κοινοτήτων ώστε να αποφεύγουν τις επικίνδυνες πρακτικές που αφορούν την προετοιμασία και την ταφή των νεκρών».

Ο Εμπολα εξόντωσε τον… Περικλή;
Η θεωρία ότι ο Εμπολα διαθέτει ιστορία χιλιετιών δεν είναι νέα. Εχει εκφραστεί από τον αμερικανό επιδημιολόγο Πάτρικ Ολσον του Ναυτικού Κέντρου του Σαν Ντιέγκο ήδη από το 1996. Ο επιστήμονας με επιστολή του στο περιοδικό «Emerging Infectious Diseases», βασιζόμενος, όπως υποστήριζε, στον Θουκυδίδη, είχε εκφράσει την άποψη ότι ο ιός Εμπολα σκότωσε το ένα τρίτο των Αθηναίων (300.000 άτομα), μεταξύ των οποίων και τον Περικλή, κατά τη διάρκεια του Πελοποννησιακού Πολέμου (431-421 π.Χ.). Κατά τον Θουκυδίδη, τα συμπτώματα της νόσου ήταν αρχικώς ισχυροί πονοκέφαλοι και φλεγμονή των οφθαλμών. Φτέρνισμα, βήχας και ισχυροί έμετοι ήταν η συνέχεια. Σε μεγάλο ποσοστό των ασθενών εμφανιζόταν λόξιγκας που προκαλούσε ισχυρούς σπασμούς. Τα θύματα δεν εμφάνιζαν πυρετό στην αφή ή ωχρότητα –ήταν κόκκινα και γεμάτα εξανθήματα. Ενας εσωτερικός πυρετός όμως φαινόταν να τα βασανίζει, με αποτέλεσμα να μη δέχονται ούτε το πιο λεπτό σεντόνι επάνω τους. Εβρισκαν ανακούφιση μόνο στο νερό και ταλαιπωρούνταν από ακατάπαυστη δίψα. Πολλοί από τους πάσχοντες πέθαιναν μεταξύ έβδομης και ένατης ημέρας. Ακόμη όμως και όσοι γλίτωναν στο πρώτο στάδιο εξαντλούνταν από διάρροιες και συχνά κατέληγαν και αυτοί στον θάνατο. Στο αρχαίο κείμενο του Θουκυδίδη αναφερόταν επίσης ότι όσοι φρόντιζαν τους ασθενείς νοσούσαν αλλά ο λοιμός δεν επεκτάθηκε στους επιτιθέμενους Λακεδαιμονίους που βρίσκονταν εκτός των τειχών της πόλης –γεγονός που μαρτυρεί μετάδοση της νόσου όχι μέσω του αέρα αλλά μέσω της επαφής.
Ολα αυτά τα συμπτώματα θύμισαν στον Ολσον το ξέσπασμα του ιού Εμπολα στο Κικούιτ του Ζαΐρ (της Λαϊκής Δημοκρατίας του Κονγκό σήμερα) που έλαβε χώρα το 1995. Ο Εμπολα είναι γνωστό πλέον ότι μεταδίδεται επίσης με την επαφή, ενώ παράλληλα κατά τη διάρκεια του ξεσπάσματος του 1995 το 15% των ασθενών παρουσίαζε το ασυνήθιστο σύμπτωμα του ασταμάτητου λόξιγκα.
Η θεωρία αυτή συναντά πολλές αντιδράσεις ακόμη και σήμερα, καθώς επιστήμονες αναφέρουν ότι ο αθηναίος στρατηγός Θουκυδίδης στερούνταν ιατρικών γνώσεων με αποτέλεσμα οι περιγραφές των συμπτωμάτων που κάνει να είναι στην καλύτερη περίπτωση ασαφείς. Το σίγουρο πάντως είναι ότι κανένας δεν είναι σε θέση να την αποδείξει πειραματικά. Και αυτό διότι δεν υπάρχει αρχαίο υλικό προς μελέτη, αφού οι πρόγονοί μας έκαιγαν στην πυρά τους νεκρούς τους και μαζί τους κάθε γενετική ένδειξη του όποιου ιού.
Βαφτίσια του ιού με ένα ποτήρι μπέρμπον
Η διεθνής ομάδα επιστημόνων που επισκέφθηκε το 1976 το τότε Ζαΐρ (νυν Λαϊκή Δημοκρατία του Κονγκό) προκειμένου να διερευνήσει το ξέσπασμα ενός άκρως επικίνδυνου και θανατηφόρου ιού έμεινε άναυδη από τη «δριμύτητά» του. Αργά μια νύχτα, εκεί στην Αφρική, οι ερευνητές πίνοντας μπέρμπον προσπαθούσαν να «βαφτίσουν» τον ιό. Αρχικά σκέφθηκαν να του δώσουν το όνομα του χωριού Γιαμπούκου στο οποίο πρωτοεμφανίστηκε. Ωστόσο αποφάσισαν ότι με τον τρόπο αυτόν θα στιγμάτιζαν ολόκληρο το χωριό, όπως είχε συμβεί πρωτύτερα με τον ιό της Λάσα (εμφανίστηκε στην πόλη Λάσα της Νιγηρίας το 1969). Ο Καρλ Τζόνσον τότε, ένας ερευνητής των αμερικανικών Κέντρων για τον Ελεγχο και την Πρόληψη Νοσημάτων (CDC), πρότεινε να λάβει ο ιός το όνομά του από ένα ποτάμι, ώστε να μη στιγματιστούν χωριά. Προφανής επιλογή θα ήταν ο ποταμός Κονγκό, ο βαθύτερος του κόσμου. Αλλά το όνομα είχε ήδη… καπαρωθεί από τον ιό αιμορραγικού πυρετού Κριμαίας – Κονγκό. Οι ειδικοί κατέληξαν στο να κοιτάξουν έναν χάρτη αναζητώντας ποτάμια κοντά στο Γιαμπούκου. Είδαν ότι το κοντινότερο ήταν ο Εμπολα –σημαίνει «Μαύρο Ποτάμι» στην τοπική διάλεκτο Λινγκάλα. Θεώρησαν ότι η ονομασία αυτή ήταν… αρκούντως δυσοίωνη. Στη συνέχεια αποδείχθηκε ότι ο χάρτης δεν ήταν ακριβής και ο Εμπολα δεν ήταν το κοντινότερο ποτάμι στο Γιαμπούκου. Ωστόσο το όνομα του ιού που αυτή τη στιγμή ρίχνει τη σκιά του πάνω από την ανθρωπότητα είχε ήδη «κλειδώσει».
Μια γιατρός μιλάει στο «Βήμα» από το μέτωπο του Εμπολα

Η δρ Ιντιρα Γκόβεντερ των Γιατρών Χωρίς Σύνορα δίνει τη δική της μάχη ενάντια στον Εμπολα στη Σιέρα Λεόνε. Φωτογραφία: MSF

Η 33χρονη Νοτιοαφρικανή Ιντιρα Γκόβεντερ, γιατρός με ειδίκευση στη δημόσια υγεία,δίνει τη δική της μάχη ενάντια στον ιό Εμπολα στο Κέντρο των Γιατρών Χωρίς Σύνορα του Καϊλαχούν στη Σιέρα Λεόνε. Είναι η τρίτη της αποστολή με τους Γιατρούς Χωρίς Σύνορα και η πρώτη για αντιμετώπιση του Εμπολα. Η δρ Γκόβεντερ μάς μιλάει για τη διεθνή βοήθεια που σε μεγάλο βαθμό έμεινε στις υποσχέσεις παρότι η επιδημία δεν φαίνεται να εμφανίζει ύφεση, για τις αντιδράσεις των κατοίκων απέναντι στον ιογενή εχθρό αλλά και για το πόσο η ίδια φοβάται μήπως γίνει ένα ακόμη από τα θύματα του ιού.

Σύμφωνα με τη γιατρό, ένα μεγάλο πρόβλημα σε ό,τι αφορά τον αγώνα να τεθεί ο Εμπολα υπό έλεγχο είναι πως «δεν ιχνηλατούνται όλες οι επαφές των κρουσμάτων που έρχονται στο κέντρο μας. Και αυτό διότι η κοινότητα στιγματίζει ενώ υπάρχει και παραπληροφόρηση». Δεν είναι όμως καλύτερα τα πράγματα τώρα που η διεθνής κοινότητα φαίνεται να αντιδρά; «Οι υποσχέσεις ήταν πολλές αλλά πρέπει να τις δούμε να υλοποιούνται. Οι Γιατροί Χωρίς Σύνορα παλεύουν να διατηρήσουν την καλύτερη δυνατή ποιότητα φροντίδας στο πεδίο αλλά δυστυχώς εμείς μπορούμε να «ακουμπήσουμε» ένα μικρό μόνο μέρος αυτής της επιδημίας».
Μέσα σε αυτή την καθημερινότητα που είναι γεμάτη κρούσματα ενός ιού για τον οποίο δεν υπάρχει εγκεκριμένη θεραπεία η ίδια δεν φοβάται; «Οχι, είμαι πεπεισμένη ότι αν τηρήσω τα μέτρα ασφαλείας και τα πρωτόκολλα είμαι ασφαλής, αν και δεν υπάρχει ποτέ μηδενικός κίνδυνος. Πρέπει να φροντίσω να μείνω υγιής. Πιστεύω ότι ένα από τα κυριότερα μηνύματα που στέλνουν σε όλους οι Γιατροί Χωρίς Σύνορα είναι πως είναι δυνατόν να θεραπευθούν άτομα ακόμη και σε συνθήκες που δεν είναι αντίστοιχες με εκείνες των μεγάλων νοσοκομείων της Δύσης χωρίς παράλληλα να μολύνονται οι θεραπευτές».
Η γιατρός κάνει έκκληση για καλύτερη ιχνηλάτηση και επιτήρηση των κρουσμάτων, για καλύτερη εκπαίδευση του πληθυσμού. «Για να γίνουν όλα αυτά, χρειαζόμαστε περισσότερα κέντρα θεραπείας, ασθενοφόρα και εκπαιδευμένο προσωπικό». Σε κάθε περίπτωση υπάρχει κάτι που την κάνει να μην τα παρατά. Είναι το ότι βλέπει ολοένα και περισσότερα άτομα με Εμπολα να γίνονται καλά στο Κέντρο στο Καϊλαχούν και να γυρνούν πίσω στις κοινότητές τους.
Οπως λέει, τα ποσοστά επίτευξης θεραπείας στο Κέντρο είναι 44% με απλά μέτρα, όπως η ενυδάτωση, η χορήγηση αναλγητικών, αντιβιοτικών και ανθελονοσιακών φαρμάκων. «Το να βλέπεις ανθρώπους να φεύγουν υγιείς χαμογελώντας είναι ανεκτίμητο» καταλήγει.

ΕΝΤΥΠΗ ΕΚΔΟΣΗ