Ακούμε συχνά, ιδιαίτερα κατά την περίοδο έξαρσης της γρίπης, πόσο εύκολα πια μεταδίδονται οι ασθένειες χάρη στις αυξημένες σε σχέση με το παρελθόν δυνατότητές μας να ταξιδεύουμε. Πράγματι, στις ημέρες μας ολοένα περισσότεροι άνθρωποι καλύπτουν ολοένα μεγαλύτερες αποστάσεις σε ολοένα μικρότερα χρονικά διαστήματα. Και πράγματι, αυτό είναι ένας από τους παράγοντες που συμβάλλουν στην εξάπλωση των ασθενειών από το ένα σημείο του πλανήτη στο άλλο. Αλλά οι άνθρωποι είμαστε μάλλον το τελευταίο είδος που ήρθε να προστεθεί στον κατάλογο με τους διηπειρωτικούς μεταφορείς ασθενειών. Ιστορικά έχουν προηγηθεί άλλα είδη, έστω και αν ο ρόλος τους αργεί καμιά φορά να αποκαλυφθεί. Πάρτε για παράδειγμα τα μεταναστευτικά πουλιά, τα οποία από καταβολής κόσμου μετακινούνται μαζικά δύο φορές τον χρόνο διανύοντας κάθε φορά τεράστιες αποστάσεις.
Δύο δισ. ιπτάμενοι μετανάστες!
«Με βάση συντηρητικές εκτιμήσεις, πάνω από 2,1 δισ. πουλιά μετακινούνται από και προς τις περιοχές αναπαραγωγής τους στην Ευρασία και στις περιοχές διαχείμασης στην Αφρική κατά τη διάρκεια της ανοιξιάτικης και της φθινοπωρινής μεταναστευτικής περιόδου» είπε μιλώντας στο «ΒΗΜΑScience» ο δρ Χρήστος Μπαρμπούτης του Μουσείου Φυσικής Ιστορίας της Κρήτης και προσέθεσε: «Κάτι που δεν είναι ευρέως γνωστό είναι ότι τα μεταναστευτικά πουλιά συνδέουν τις δύο ηπείρους καθώς συχνά αποτελούν το μέσο μεταφοράς παρασίτων, ασθενειών αλλά και σπόρων από και προς την Ευρώπη και την Αφρική».
Τα τελευταία χρόνια ο δρ Μπαρμπούτης και οι συνεργάτες του της Ελληνικής Ορνιθολογικής Εταιρείας μελετούν τη μετανάστευση των πουλιών στον Ορνιθολογικό Σταθμό των Αντικυθήρων. «Η παρακολούθηση της μετανάστευσης, εκτός από το γεγονός ότι αποτελεί συμβατική υποχρέωση της Ελλάδας προς την ΕΕ μέσω των διεθνών συνθηκών που έχει συνυπογράψει, είναι ιδιαίτερα σημαντική για την πρόληψη λοιμωδών μεταδοτικών νόσων που μπορούν να πλήξουν τους ανθρώπους αλλά και τα ζώα» επεσήμανε ο έλληνας ορνιθολόγος.
Η μελέτη της ικανότητας των πουλιών να γίνονται οχήματα μεταφοράς ασθενειών αποκτά ιδιαίτερη σημασία στις ημέρες μας καθώς οι μεταβαλλόμενες κλιματικές συνθήκες αναμένεται να μεταβάλουν και τις περιοχές εξάπλωσης των πουλιών και κατ’ επέκταση και τις περιοχές εξάπλωσης των παθογόνων. Στο πλαίσιο μιας τέτοιας μελέτης και σε συνεργασία με σουηδούς επιδημιολόγους ο δρ Μπαρμπούτης εξέτασε κατά τη διάρκεια της ανοιξιάτικης μεταναστευτικής περιόδου του 2009 και του 2010 ένα πλήθος πουλιών που στάθμευσαν στα Αντικύθηρα. «Τα πουλιά προέρχονταν κυρίως από την Υποσαχάρια Αφρική και κατευθύνονταν προς την Κεντρική και Βόρεια Ευρώπη. Στόχος της μελέτης ήταν να διαπιστωθεί αν τα πουλιά ευθύνονταν για την αύξηση των κρουσμάτων αιμορραγικού πυρετού Κριμαίας-Κονγκό που είχε διαπιστωθεί επί ευρωπαϊκού εδάφους» εξήγησε ο δρ Μπαρμπούτης.
Τα θανατηφόρα τσιμπούρια
Χιλιάδες πουλιά συνέλαβαν και εξέτασαν οι ερευνητές κατά τη διάρκεια της μελέτης. Για την ακρίβεια, εξετάστηκαν 14.824 πουλιά που ανήκαν σε 78 διαφορετικά είδη. Πάνω τους εντοπίστηκαν 747 τσιμπούρια, το 88% των οποίων ανήκε στο γένος Hyalomma, το γένος δηλαδή που προτιμά ο ιός ο οποίος προκαλεί τον αιμορραγικό πυρετό Κριμαίας-Κονγκό. Τα ανώριμα τσιμπούρια αυτού του γένους διαβιούν κυρίως σε πουλιά, ενώ τα ενήλικα προβαίνουν σε ενεργή αναζήτηση μεγαλύτερων ξενιστών όπως είναι τα θηλαστικά. Ετσι δεν αποτέλεσε έκπληξη για τους ερευνητές η διαπίστωση ότι το 99% των τσιμπουριών ήταν ανήλικα (στο στάδιο της λάρβας ή της νύμφης).
Στο άρθρο του δρος Μπαρμπούτη και των συνεργατών του στην επιθεώρηση «Emerging Infectious Diseases» (επίσημη επιθεώρηση του Κέντρου Ελέγχου και Πρόληψης Νοσημάτων των ΗΠΑ) περιγράφεται η διεξοδική μελέτη των 19 τσιμπουριών που αποσπάστηκαν από έναν κοκκινοκεφαλά (Lanius senator) που κατέφθασε στο νησί στις 23 Απριλίου 2009. «Ο κοκκινοκεφαλάς είναι ένα μεταναστευτικό μικρόπουλο που αναπαράγεται κυρίως περιφερειακά της Μεσογείου Θάλασσας και διαχειμάζει στην Υποσαχάρια Αφρική, κυρίως στη Σενεγάλη και στη Σομαλία. Το είδος δεν αναπαράγεται στα Αντικύθηρα αλλά χρησιμοποιεί το νησί ως ενδιάμεσο μεταναστευτικό σταθμό στο ταξίδι του από την Αφρική προς τις περιοχές αναπαραγωγής του» μας είπε ο έλληνας ορνιθολόγος.
Τρία από τα 19 τσιμπούρια που μετέφερε ο άτυχος κοκκινοκεφαλάς βρέθηκαν θετικά για τον ιό όταν εξετάστηκαν με τις κατάλληλες μοριακές τεχνικές. Περαιτέρω ανάλυση κατέδειξε ότι επρόκειτο όντως για μολυσματικό στέλεχος του ιού, ενώ επιβεβαιώθηκε ότι η προσκόλληση του τσιμπουριού στο πουλί έλαβε χώρα στην Αφρική. Να λοιπόν ένα πιθανότατο σενάριο εξάπλωσης της νόσου από τη Σομαλία στην Κεντρική και Βόρεια Ευρώπη: μια λάρβα τσιμπουριού – φορέας του ιού προσκολλάται σε έναν κοκκινοκεφαλά λίγο προτού αυτός ξεκινήσει το ταξίδι του προς τα βόρεια. Ωσπου το πουλί να φθάσει στον προορισμό του η λάρβα έχει ωριμάσει. Ετσι αποκολλάται και αναζητεί καλύτερο ξενιστή: ένα ελάφι, ένα πρόβατο, έναν άνθρωπο… Οτιδήποτε από αυτά θα ικανοποιούσε το τσιμπούρι και θα εξυπηρετούσε άριστα και τα σχέδια του ιού που μεταφέρει μαζί του.
Ευτυχώς όμως η επιβεβαίωση από τον έλληνα ερευνητή και τους συνεργάτες του της υπόθεσης ότι ο ιός του αιμορραγικού πυρετού Κριμαίας-Κονγκό μεταφέρεται μέσω των πουλιών μπορεί να αναστείλει την εξάπλωσή του: «Τώρα πια είμαστε υποψιασμένοι ότι ο ερχομός κάποιων μεταναστευτικών πουλιών μπορεί να προκαλέσει έξαρση της νόσου και οι αρχές δημόσιας υγείας μπορούν να λάβουν τα κατάλληλα μέτρα για να αποτρέψουν αυτό το ενδεχόμενο» εξήγησε ο δρ Μπαρμπούτης.
Πώς μεταδίδεται ο αιμορραγικός πυρετός
Ο αιμορραγικός πυρετός Κριμαίας-Κονγκό προκαλείται από έναν ιό (Nairovirus). Η νόσος πρωτοπεριγράφτηκε στην Κριμαία το 1944 και το αρχικό όνομά της ήταν αιμορραγικός πυρετός Κριμαίας. Ωστόσο, μετά τη διαπίστωση το 1969 ότι η νόσος ήταν εξίσου διαδεδομένη στο Κονγκό, απέκτησε το σημερινό όνομά της, που φαίνεται πως αντικατοπτρίζει και τη δυνατότητα του ιού να καλύπτει μεγάλες αποστάσεις. Και να πώς ακριβώς το κάνει: «φιλοξενείται» σε τσιμπούρια (και ειδικότερα αυτά του γένους Hyalomma) που με τη σειρά τους «φιλοξενούνται» από τα πουλιά. Βεβαίως, τα τσιμπούρια προσβάλλουν επίσης τα ζώα και τους ανθρώπους, αλλά τα πουλιά αποτελούν τα καλύτερα οχήματα μεταφοράς από το ένα σημείο του πλανήτη στο άλλο. Σήμερα ο αιμορραγικός πυρετός Κριμαίας-Κονγκό αποτελεί την πλέον εξαπλωμένη γεωγραφικά νόσο που μεταδίδεται μέσω των τσιμπουριών, έχοντας εντοπιστεί σε περισσότερες από 30 χώρες, της Ελλάδας συμπεριλαμβανομένης.
Η μετάδοση του ιού σε ανθρώπους γίνεται μέσω των τσιμπημάτων τσιμπουριών, μέσω της επαφής με βιολογικά υγρά ασθενών και μέσω της επαφής με αίμα και ιστούς μολυσμένων ζώων. Αξίζει να σημειωθεί ότι τα ζώα είναι φορείς του ιού, χωρίς ωστόσο να αναπτύσσουν συμπτώματα (οι εξάρσεις της νόσου συχνά αρχίζουν από σφαγεία). Σύμφωνα με τα στοιχεία του Παγκόσμιου Οργανισμού Υγείας (ΠΟΥ), τα ποσοστά θνησιμότητας από τον αιμορραγικό πυρετό Κριμαίας-Κονγκό μπορούν να φτάσουν το 40%.
Για πρόληψη των νόσων που μεταδίδονται από τα τσιμπήματα των τσιμπουριών οι ειδικοί συνιστούν την απομάκρυνση των παρασίτων από το δέρμα με τη βοήθεια λεπτής λαβίδας η οποία εφαρμόζεται κοντά στην περιοχή του κεφαλιού. Στόχος είναι να μη λιώσουμε το τσιμπούρι, ούτε να αφήσουμε μέρος του αγκιστρωμένο στο δέρμα. Αν μετά την απομάκρυνση τσιμπουριού παρατηρηθεί εξάνθημα, πονοκέφαλος, κόπωση ή αδυναμία, πρέπει άμεσα να επισκεφθούμε γιατρό.

Ορνιθολογικός Σταθμός Αντικυθήρων
Κάθε άνοιξη και φθινόπωρο ο Ορνιθολογικός Σταθμός Αντικυθήρων, που αποτελεί τη βάση ενός πολυετούς προγράμματος της Ελληνικής Ορνιθολογικής Εταιρείας, πραγματοποιεί πρόγραμμα παρακολούθησης της μετανάστευσης με τη συμμετοχή ελλήνων και ξένων επιστημόνων, καθώς και εθελοντών. Βασικός στόχος του προγράμματος είναι η παρακολούθηση και μελέτη του φαινομένου της μετανάστευσης των πουλιών με απώτερο σκοπό την προστασία των μεταναστευτικών πουλιών σε εθνικό και παγκόσμιο επίπεδο. Επίσης, στόχο του προγράμματος αποτελεί και η έρευνα γύρω από την ορνιθοπανίδα, τα ενδιαιτήματά της και το φυσικό περιβάλλον της περιοχής των Αντικυθήρων. Η Ορνιθολογική δραστηριοποιείται στο νησί από το 1997, αλλά η θεσμοθέτηση του Ορνιθολογικού Σταθμού Αντικυθήρων πραγματοποιήθηκε το 2000 με την υποστήριξη του Ιδρύματος Α. Γ. Λεβέντη. Από τότε ως και σήμερα υπάρχει συνεχής παρουσία ερευνητών και εθελοντών στο νησί κατά την περίοδο της εαρινής και της φθινοπωρινής μετανάστευσης, προερχόμενοι από πλήθος χωρών, καθιστώντας τα Αντικύθηρα ένα από τα σημαντικότερα κέντρα παρακολούθησης και μελέτης της μετανάστευσης στη Μεσόγειο.

ΕΝΤΥΠΗ ΕΚΔΟΣΗ