Και ύστερα… φύγανε (εκτός από τις μέλισσες) και οι βομβίνοι. Για την ακρίβεια, φεύγουν συνεχώς σε μεγάλους αριθμούς από τα… εγκόσμια, όπως και τα υπόλοιπα ωφέλιμα έντομα, εξαιτίας της έκθεσής τους σε φυτοφάρμακα, σύμφωνα με όλο και περισσότερα επιστημονικά στοιχεία.
Μια νέα μελέτη ειδικών από το Κολέγιο Royal Holloway του Πανεπιστημίου του Λονδίνου, η οποία δημοσιεύθηκε on-line στις 21 Οκτωβρίου στην επιθεώρηση «Nature», επιβεβαιώνει ευρήματα άλλων μελετών που δείχνουν ότι τα εντομοκτόνα φάρμακα που χρησιμοποιούνται ευρέως στις καλλιέργειες σε παγκόσμιο επίπεδο… βλάπτουν σοβαρά την υγεία των ωφέλιμων εντόμων. Την ίδια στιγμή όμως βάζει το δικό της λιθαράκι στην επιστημονική γνώση μαρτυρώντας ότι η έκθεση των βομβίνων ακόμη και σε χαμηλές δόσεις δύο ευρέως χρησιμοποιούμενων φυτοφαρμάκων είναι αρκετή για να επιφέρει πολλά και σημαντικά «πλήγματα» στους πληθυσμούς τους.
Διαφορετικές πρόσφατες μελέτες έχουν δείξει ότι τα εντομοκτόνα φάρμακα και κυρίως τα νεονικοτινοειδή –διασυστηματικά εντομοκτόνα που κυκλοφορούν σε όλα τα μέρη του φυτού και χρησιμοποιούνται σε πολλές καλλιέργειες όπως στην ελαιοκράμβη, στα σιτηρά, στο βαμβάκι και στους ηλίανθους –αποτελούν «δηλητήριο» για τις μέλισσες και όχι μόνο.
Το πείραμα
Τώρα η νέα μελέτη των ειδικών από τη Βρετανία δείχνει ότι η έκθεση του πιο κοινού είδους βομβίνου (Βοmbus terrestris) ακόμη και σε μη θανατηφόρες δόσεις σε ένα συνδυασμό δύο εντομοκτόνων φαρμάκων (του imidacloprid που αποτελεί το πιο ευρέως χρησιμοποιούμενο νικοτινοειδές φυτοφάρμακο και του πυρεθροειδούς εντομοκτόνου Λ. Συαλοθρίνη –τα πυρεθροειδή εντομοκτόνα αντιπροσωπεύουν σημαντικό ποσοστό της συνολικής παραγωγής εντομοκτόνων) μπορεί να είναι πολύ πιο βλαπτική για τις αποικίες του από την έκθεση των εντόμων στο καθένα από τα δύο εντομοκτόνα ξεχωριστά.
Ο πρώτος συγγραφέας της νέας μελέτης, μεταδιδακτορικός ερευνητής στο Royal Holloway, δρ Ρίτσαρντ Γκιλ εξηγεί στο «Βήμα» ότι στο πλαίσιο της μελέτης επελέγησαν βομβίνοι και όχι μελισσοπαραγωγοί μέλισσες (Αpis mellifera) καθώς οι βομβίνοι δημιουργούν πιο μικρές αποικίες στις οποίες οι επιστήμονες μπορούν να κάνουν καλύτερες παρατηρήσεις. «Δημιουργήσαμε 40 αποικίες: 10 αποικίες «ελέγχου» τις οποίες δεν εκθέσαμε σε φυτοφάρμακα, 10 τις οποίες εκθέσαμε σε imidacloprid (σε συγκέντρωση της τάξεως των 10 ppb –μέρη ανά δισεκατομμύριο –που δεν θεωρείται θανατηφόρος δόση αλλά είναι αυτή που ανευρίσκεται συνήθως στις καλλιέργειες της Βρετανίας), 10 τις οποίες εκθέσαμε σε Λ. Συαλοθρίνη (σε συγκέντρωση της τάξεως των 37,5 ppm –μέρη ανά εκατομμύριο -, η συγκέντρωση αυτή θεωρείται υψηλή αλλά εντοπίζεται συχνά σε καλλιέργειες) και 10 τις οποίες εκθέσαμε και στα δύο εντομοκτόνα».
Ολοι οι βομβίνοι αφέθηκαν στη συνέχεια να κυκλοφορήσουν ελεύθεροι ώστε να συλλέξουν την τροφή τους. Οι ερευνητές τοποθέτησαν ειδικά τσιπάκια επάνω σε κάθε βομβίνο ώστε να μπορούν να καταγράφουν πόση ώρα είχε μείνει έξω καθώς και πόση γύρη συνέλεξε.
Συνταγή για… κατάρρευση
Ιδού τα συμπεράσματα που εξήχθησαν από τη στενή παρακολούθηση των εντόμων: η έκθεσή τους στο imidacloprid οδήγησε σε προβλήματα σε ό,τι αφορούσε τη συμπεριφορά τους και συγκεκριμένα τη ζωτικής σημασίας διαδικασία συλλογής τροφής. Οι βομβίνοι συνέλεγαν λιγότερη γύρη και χρειάζονταν μεγαλύτερο χρονικό διάστημα για να το καταφέρουν. «Το αποτέλεσμα ήταν ότι αναγκάζονταν να βγαίνουν περισσότερες φορές προς αναζήτηση τροφής και το καθήκον αυτό είναι πολύ επικίνδυνο αφού στον… δρόμο μπορεί να συμβεί οτιδήποτε. Ετσι τελικώς εμφανίζονταν απώλειες και μειώνονταν τα άτομα της αποικίας» σημειώνει ο δρ Γκιλ.
Η έκθεση στο πυρεθροειδές εντομοκτόνο δεν επιδρούσε στη συμπεριφορά των βομβίνων, ωστόσο οδηγούσε σε πολλούς θανάτους εργατριών. Οσο για τον συνδυασμό των δύο εντομοκτόνων, αυτός αποδείχθηκε και ο πιο επικίνδυνος αφού συνδύασε όλα τα… δεινά που παρουσιάστηκαν από τη μεμονωμένη έκθεση στο κάθε εντομοκτόνο. Είναι μάλιστα αξιοσημείωτο ότι λίγες ημέρες μετά την έναρξη της μελέτης δύο αποικίες κατέρρευσαν. Και οι δύο είχαν εκτεθεί στον συνδυασμό των εντομοκτόνων!
Σύμφωνα με τον δρα Γκιλ «τα ευρήματα αυτά μαρτυρούν ότι οι υπάρχουσες μέθοδοι ελέγχου των εντομοκτόνων φαρμάκων από τις αρμόδιες αρχές είναι ανεπαρκείς και αυτό διότι σήμερα, προκειμένου να εξαχθεί ο βαθμός επικινδυνότητας ενός εντομοκτόνου στις μέλισσες, τα τεστ αφορούν μόνο θανατηφόρες δόσεις ενός και μόνο χημικού τη φορά. Πρέπει λοιπόν οι Αρχές να λάβουν υπόψη τους ότι ακόμη και οι μικρές δόσεις ενός συνδυασμού ουσιών μπορεί να είναι άκρως βλαπτικές –φανταστείτε μάλιστα ότι εμείς διεξαγάγαμε έρευνα μόνο για δύο ουσίες τη στιγμή που εκεί έξω στα χωράφια τα έντομα εκτίθενται σε πολύ περισσότερα χημικά».
Παράλληλα, συνεχίζει ο ειδικός, με βάση τους υπάρχοντες κανόνες τα τεστ αφορούν παρακολούθηση των μελισσών μόνο επί τέσσερις ημέρες. «Από τη μελέτη μας όμως που διήρκεσε τέσσερις εβδομάδες προέκυψε ότι πολλά από τα συμπτώματα εμφανίστηκαν μετά τη δεύτερη ή την τρίτη εβδομάδα, γεγονός που μαρτυρεί ότι τα τεστ πρέπει διαρκούν περισσότερο ώστε να καταγράφονται οι μακροπρόθεσμες βλάβες που προκαλούνται στα έντομα».
Ακούει κανείς τον επιθανάτιο… βόμβο των βομβίνων και των μελισσών που αποτελούν τους σημαντικότερους επικονιαστές χωρίς τους οποίους η ισορροπία του οικοσυστήματος στο οποίο και εμείς ανήκουμε θα καταρρεύσει;

ΕΝΤΥΠΗ ΕΚΔΟΣΗ