Στις 8 Οκτωβρίου του 1795 ένας 38χρονος άγγλος ευγενής επέστρεψε στην Οξφόρδη, έπειτα από ένα «κυνήγι θησαυρού» στην Ελλάδα. Ηταν όμως εξουθενωμένος από την ελονοσία και, όπως καθυστερημένα διαγνώστηκε, τον είχε σημαδέψει και η φυματίωση. Πάλεψε τέσσερις μήνες, αλλά τελικά υπέκυψε. Γιατί; Ποιος ήταν ο «θησαυρός» που του κόστισε τη ζωή; Οπως θα διηγούνταν με θλίψη οι υπηρέτες του, ήταν μόνο κάποια δεμάτια ξεραμένα αγριόχορτα!

Η ιστορία ξεκίνησε έναν αιώνα πριν, όταν ο γάλλος βοτανολόγος Τουρνεφόρ (Joseph Ρitton de Τournefort, 1656-1708) ταξίδεψε στα νησιά του Αιγαίου, με οδηγό τα βοτανικά κείμενα του ιατρού Διοσκουρίδη (από τον 1ο αιώνα μ.Χ.). Μάζεψε αρκετά δείγματα της ελληνικής χλωρίδας και συνέγραψε δύο τόμους για την περιήγησή του, που εκδόθηκαν μετά τον θάνατό του και τον έκαναν ξακουστό. Ενας φοιτητής του, ο Βρετανός Σέραρντ (William Sherard, 1659-1728), βρέθηκε πρόξενος στη Σμύρνη και αποφάσισε να συνεχίσει το έργο του δασκάλου του. Παρέδωσε τη δική του συλλογή στο Πανεπιστήμιο της Οξφόρδης, μαζί με ένα εξαιρετικό κληροδότημα, το οποίο θέσπισε έδρα Βοτανικής στο όνομά του. Ο πρώτος καθηγητής που ανέλαβε αυτή την έδρα ήταν ο Χάμφρεϊ Σίμπθορπ (Ηumphrey Sibthorp). Μετά τη συνταξιοδότησή του, το 1782, διάδοχός του χρίστηκε ο γιατρός και βοτανολόγος γιος του, Τζον (John Sibthorp), σε ηλικία μόλις 24 ετών. Ο νεαρός καθηγητής ένιωθε βαρύ στους ώμους του το φορτίο αυτής της έδρας. Πώς θα απεδείκνυε ότι ήταν αντάξιος της κληρονομιάς; Μόνον αν συμπλήρωνε το έργο των Τουρνεφόρ και Σέραρντ, φέρνοντας στην Οξφόρδη και τα τελευταία αταξινόμητα φυτά του Λεβάντε! Ετσι, εξασφάλισε τη χρηματοδότηση μιας υποτροφίας και, το καλοκαίρι του 1784, ξεκίνησε για την Ελλάδα διασχίζοντας την Ευρώπη. Στη Βιέννη ο βοτανολόγος βαρόνος Φον Γιακίν (Joseph Franz von Jacquin) τού δώρισε τα αντίγραφα των δύο «κωδίκων του Διοσκουρίδη». Επίσης, προσέλαβε στην υπηρεσία του τον εξαίρετο αυστριακό ζωγράφο Βοτανικής, Φερδινάνδο Μπάουερ (Ferdinand Βauer), και κατηφόρισε για τη Νάπολι, απ΄ όπου μπαρκάρισαν για Σικελία, Κρήτη, Μήλο, Κίμωλο, Σίφνο, Υδρα, Αίγινα και, τελικά, την Κωνσταντινούπολη. Εκεί, στην παροικία των Ευρωπαίων, γνωρίστηκε με άλλον έναν βρετανό αριστοκράτη, τον γεωλόγο και γεωγράφο Τζον Χόκινς (John Ηawkins), και τον σκωτσέζο καπετάνιο Ιμραϊ (Νinian Ιmrie). Ενθουσιάστηκαν με την αποστολή του και έγιναν μέλη της. Μαζί ξεχύθηκαν στα νησιά της Προποντίδας, στην Κύπρο, στη Ρόδο, στη Λέρο, στην Πάτμο, στα Κουφονήσια, στη Νάξο, στη Σίκινο, στη Φολέγανδρο, στην Κίμωλο… για να φθάσουν τον Ιούνιο του 1787 στην Αθήνα. Εκεί, φιλοξενήθηκαν στην οικία Μακρή- στο ίδιο ακριβώς σπίτι όπου θα κατέλυε 36 χρόνια αργότερα ο Λόρδος Βύρων. Από εκεί πήγαν στη Λιβαδειά και στον Παρνασσό, αλλά και στην Πεντέλη, στον Μαραθώνα, στη Χαλκίδα και στο όρος Δίρφη. Ακολούθησαν η Σκόπελος και το Αγιον Ορος, όπου- στη Μονή Μεγίστης Λαύρας- ο Τζον Σίμπθορπ βρήκε έκπληκτος έναν από τους κώδικες του Διοσκουρίδη. Επειτα πήγαν στη Θεσσαλονίκη και στον Χορτιάτη, για να επιστρέψουν τελικά στον Πειραιά. Πέρασαν στον Ισθμό, ανεβοκατέβηκαν τον Ερύμανθο και τον Παρνασσό, για να καταλήξουν στην Πάτρα, απ΄ όπου άρχισαν το ταξίδι της επιστροφής. Εφθασαν στην Αγγλία τον Δεκέμβριο του 1787, κλείνοντας τριάμισι χρόνια «ξεχορταρίσματος» του Λεβάντε.

Το 1794 οι Σίμπθορπ και Χόκινς επέστρεψαν στην Ελλάδα και, με ορμητήριο τη Ζάκυνθο, επισκέφθηκαν σχεδόν όλα τα προηγούμενα μέρη. Επειτα, τον Φεβρουάριο του 1795, ξεκίνησαν για την περιήγηση της Πελοποννήσου.

Ο «κατακαημένος Μοριάς»

Πορτρέτο του Τζον Σίμπθορπ, πλάι σε ένα από τα εξώφυλλα των δέκα τόμων της «Flora Graeca»

Στο ημερολόγιό του ο Σίμπθορπ δεν κρατούσε μόνο βοτανολογικές σημειώσεις, αλλά και λαογραφικές. Αλλωστε είχε μάθει πια αρκετά ελληνικά ώστε να συνεννοείται με τους αγωγιάτες και τους καλογήρους. Αλλά ποιος ήταν ο Μοριάς που αντίκρισε;

Είναι μάλλον ξεχασμένο στην εποχή μας το τι συνέβη στα χρόνια των Ναπολεόντειων Πολέμων στην Ελλάδα: Για αντιπερισπασμό, στον πόλεμό της με την Τουρκία, η αυτοκράτειρα Αικατερίνη έστειλε στην Πελοπόννησο ρωσικά πλοία, με επικεφαλής του αδελφούς Ορλόφ. Η κλεφτουριά προσχώρησε στην εξέγερση και κατέλαβε την Κορώνη, αλλά το Πάσχα του 1770- τότε που γεννήθηκε ο Θεόδωρος Κολοκοτρώνης- λιανίστηκε από το τουρκικό ιππικό, έξω από τα τείχη της Τριπολιτσάς. Αυτό που επακολούθησε ήταν φρικιαστικό: Χιλιάδες Τουρκαλβανοί μισθώθηκαν από τον Σουλτάνο και μεταφέρθηκαν στον Μοριά, για να δώσουν«ένα μάθημα στους ραγιάδες».Το μάθημα κράτησε μία δεκαετία και αφάνισε το 1/3 του πληθυσμού! Από τους 300.000 έλληνες κατοίκους, περίπου 100.000 σκοτώθηκαν, πουλήθηκαν στα σκλαβοπάζαρα ή ξενιτεύθηκαν. Το μακελειό σταμάτησε μόλις το 1779, όταν οι ίδιοι οι Τούρκοι εξολόθρευσαν με μπαμπεσιά τους μισθοφόρους τους.

Οπότε οι εικόνες που αντίκρισε ο Σίμπθορπ ήταν εικόνες ερήμωσης. Μάταια αναζητούσε δάση στην Αρκαδία. Τίποτε το «αρκαδικό» δεν είχε μείνει στον ιερό τόπο… ούτε στις Μυκήνες ή στο Αργος. Στη Μεσσηνία βρήκαν τους κατοίκους να επιβιώνουν με τρούφες. Περιπλανήθηκαν σε όλον τον Μοριά, από τον Πύργο ως την Ερμιόνη και από τη Μάνη ως την Πάτρα, για να επιστρέψουν στις 29 Απριλίου στη Ζάκυνθο. Πέρασαν στην Κεφαλλονιά, στην Ιθάκη, στη Λευκάδα, στην Κέρκυρα… και σταμάτησαν στους Οθωνιούς να γαληνέψει ο καιρός. Από εκεί, μέσω Γερμανίας, γύρισαν στην Αγγλία. Η οδύσσειά τους είχε λάβει τέλος, αλλά ο Σίμπθορπ δεν θα ξανάβλεπε το Λεβάντε.

Η Flora Graeca

Οι «τσουκνίδες της ιστορίας μας», από τη σελίδα 38 του βιβλίου

Με τη διαθήκη του ο Σίμπθορπ άφησε όλο το υλικό που είχε συλλέξει στο Πανεπιστήμιο της Οξφόρδης. Ο σύντροφος των ταξιδιών του, Χόκινς, ανέλαβε να ταξινομήσει το έργο του, με τη βοήθεια του βοτανολόγου Τζέιμς Σμιθ (James Smith). Από τα αποξηραμένα φυτά του Σίμπθορπ, 966 έγιναν πανέμορφες εικόνες που γέμισαν τους 10 τόμους της έκδοσηςFlora Graeca. Αλλα 2.600 είδη ταξινομήθηκαν στην έκδοσηΡrodromus. Συνολικά το 30% της χλωρίδας του ελληνικού κόσμου. Το όλο εκδοτικό έργο ολοκληρώθηκε το 1840. Τυπώθηκαν 25 πολύτιμα αντίτυπα εκείνη τη χρονιά και άλλα 40 πέντε χρόνια αργότερα. Από τότε και έπειτα αυτή η σπάνια, πανάκριβη αλλά και πολύτιμη για μας έκδοση έμεινε κλειδωμένη στη βιβλιοθήκη Βodleian της Οξφόρδης. Ως το 2007, οπότε η βιβλιοθήκη εξέδωσε ένα απάνθισμα τηςFlora Graeca. Οι εκδόσεις Δίαυλος κατόρθωσαν να πάρουν τα δικαιώματα αυτής της έκδοσης, να τη μεταφράσουν και να την ετοιμάσουν για να κυκλοφορήσει εφέτος τον Δεκέμβριο, σε προσιτή- ευτυχώς- τιμή. «Το Βήμα» εξασφάλισε για τους αναγνώστες του μια αποκλειστική προδημοσίευση στοιχείων του περιεχομένου. Σας τα παραθέτουμε, κλίνοντας το γόνυ στον «δρα Λίβινγκστον της Βοτανικής», τον Τζον Σίμπθορπ, που «μάζευε λουλούδια με το όπλο στην τσέπη», τα ματωμένα εκείνα χρόνια της ιστορίας μας.

a.kafantaris@gmail.com

ΥΓ.:Για το πλήρες ιστορικό των ταξιδιών του Σίμπθορπ έχει εκδοθεί στα αγγλικά (Οxford University Ρress,1999) το βιβλίο «Τhe Flora Graeca Story»,του Η.Walter Lack.

ΑΠΟΣΠΑΣΜΑΤΑ ΚΕΙΜΕΝΟΥ ΑΠΟ ΤΗ FLORA GRAECA
Το κληροδότημα του Διοσκουρίδη (από τη σελίδα 44)

Οι πληροφορίες που υπήρχαν για τα φυτά της Ανατολικής Μεσογείου, κατά τον 18ο αιώνα, ήταν περιορισμένες και διασκορπισμένες σε βιβλιοθήκες, σε φυτοθήκες και σε ορισμένους βοτανικούς κήπους της Ευρώπης.

Η καλύτερη πηγή πληροφοριών εξακολουθούσε να είναι το πεντάτομο έργο του ΔιοσκουρίδηΠερί Υλης Ιατρικής(~ 60 μ.Χ.), που έγινε ευρέως γνωστό από αντίγραφα και διάφορα βοτανολόγια. Κατά τους επόμενους αιώνες παρατηρήθηκε ότι εξαιτίας της αντιγραφής του κώδικα του Διοσκουρίδη προέκυψε όλο και λιγότερο αξιόπιστη εικονογράφηση των φυτών σε διάφορα χειρόγραφα αντίτυπα. Το πιο σπουδαίο αντίγραφο, ο κώδικας της Βιέννης (~ 512 μ.Χ.), βρισκόταν στην Αυτοκρατορική (μετέπειτα Εθνική) Βιβλιοθήκη της Βιέννης. Μια άλλη σπουδαία πηγή πληροφοριών για τα μεσογειακά φυτά ήταν το έργο του Πλίνιου του πρεσβύτερου Νaturalis Ηistoriae(Φυσική Ιστορία). Πολλά από τα ονόματα των φυτών, όπως εμφανίζονται στα έργα του Διοσκουρίδη και του Πλίνιου, χρησιμοποιήθηκαν αιώνες αργότερα από τον Λινναίο (18ος αιώνας), ως ονόματα για ταξινομικές μονάδες (γένος ή είδος) των φυτικών ειδών, σύμφωνα με τη διωνυμική ονομασία, και χρησιμοποιούνται ακόμη ως σήμερα.

Εκδρομή στον Παρνασσό (από τις σελίδες 86-87)

Το απόγευμα της 24ης Ιουνίου ο Σίμπθορπ, ο Χόκινς, ο Ιμραϊ και ο Μπάουερ, μαζί με τον βρετανό υποπρόξενο Προκόπη Μακρή, μερικούς υπηρέτες και τρεις Αθηναίους που είχαν την ευθύνη για τα ζώα και τα τρόφιμα, ξεκίνησαν για τη Λιβαδειά και τον Παρνασσό. Μαζί τους είχαν συστατικές επιστολές από τις Αρχές των Αθηνών. Την πρώτη νύχτα διανυκτέρευσαν σε ένα εγκαταλελειμμένο μοναστήρι, στο Δαφνί. Πέρασαν από τη Θήβα και τη λίμνη Κωπαΐδα και ύστερα από τρεις ημέρες έφθασαν στη Λιβαδειά, όπου και διανυκτέρευσαν σε αντίσκηνα, δίπλα στον δρόμο.

Ο Σίμπθορπ είχε εμμονή με τα ονόματα των φυτών στη νεοελληνική γλώσσα (τέλη του 18ου αιώνα) και όταν κοντά στη Λιβαδειά άκουσε ένα σύγχρονό του Ελληνα, που γνώριζε τα φυτά, να χρησιμοποιεί ονόματα όμοια με αυτά που είχε δει γραμμένα στον κώδικα του Διοσκουρίδη στη Βιέννη (αρχές του 5ου αιώνα), εκστασιάστηκε:

«Ο βουκολικός βοτανολόγος με εξέπληξε με την ονοματολογία(nomenclature)που χρησιμοποιούσε. Διέκρινα ονόματα φυτών του Διοσκουρίδη και του Θεοφράστου, παρά τη δυσκολία που είχα με την προφορά…Εχει περάσει όμως πάρα πολύς χρόνος από την εποχή όπουέζησαν αυτοί οι φιλόσοφοι.Είναι προφανές ότι τα ονόματα των φυτών διατηρήθηκαν στον προφορικό λόγο.Ισως διασώθηκαν με την αγροτική χρήση,όπωςέγινε, για παράδειγμα, με τη φασκομηλιά στη Βοιωτία. O βουκολικός βοτανολόγος, το παιδί του κτηνοτρόφου,χάρηκε πάρα πολύόταν τουέδωσα λίγα χρήματα, ως ανταμοιβή… Αλλά η δική μου χαρά ήταν πολύ μεγαλύτερη,μιας που βρήκα μια πηγή αρχαίας επιστήμης στην εξοχή».

Οι δυσκολίες και οι κακουχίες που είχαν να αντιμετωπίσουν τριγυρίζοντας στην ύπαιθρο είχαν αρχίσει να επηρεάζουν τη συμπεριφορά όλων. Ηταν εξαιρετικά δύστροποι, ιδιαίτερα όταν δεν μπορούσαν να κοιμηθούν:

«Πιθανώς φανεί χρήσιμο σε οποιονδήποτε θέλει να ταξιδέψει στην Ελλάδα,να γνωρίζει πως θα πρέπει να αντιμετωπίσει κουνούπια, σκνίπες και κοριούς.Αν κοιμηθεί κάτω από τέντες,θα τον τσιμπήσουν τα κουνούπια και αν πάει σε δωμάτιο, θα βρει τους κοριούς. ΩΘεέμου, πώς θαέπρεπε να είναι η υφή του δέρματος για να προφυλαχθούμε;».