Βρισκόμαστε αναμφίβολα στο κορυφαίο σημείο του νεοτεχνολογικού πολιτισμού μας, με τη λεωφόρο αυτή να χαράσσεται από τις επιστημονικές αιχμές της Γενετικής και της Μικροηλεκτρονικής, στις οποίες προστέθηκε πρόσφατα και η Νανοτεχνολογία. Βιώνουμε, περιδιαβαίνοντας αυτή τη λεωφόρο, μια συναρπαστική εποχή στις σχέσεις μας με τις «μηχανές»· μια σχέση όμως που κρύβει μέσα της πολλά προβλήματα, τα οποία προέρχονται από τη βεβιασμένη και λανθασμένη πολλές φορές εφαρμογή της νέας γνώσης. Και τούτο διότι οι νέοι αυτοί επιστημονικοί τομείς ενέχουν πολλούς άγνωστους παράγοντες, οι περισσότεροι από τους οποίους δεν μπορούν να αποκαλυφθούν εύκολα πριν από μια ευρείας κλίμακας εφαρμογή.

Εφαρμογή της νέας γνώσης
Η θεώρηση αυτή αναδεικνύει τους πιθανούς κινδύνους μιας αλόγιστης εφαρμογής της νέας γνώσης· με το διακύβευμα να αφορά την ασφάλεια και την προστασία ή όχι των χρηστών μιας νέας εφαρμογής, τα δικαιώματά τους εν ολίγοις. Για τη σωστή λοιπόν προσέγγιση της πολιτικής για τις νέες τεχνολογίες και της συνακόλουθης πρακτικής, σημασία έχουν τρεις κύριοι τύποι ηθικών αρχών. Η πρώτη αφορά τα ανθρώπινα δικαιώματα, υπό το πρίσμα ότι ο καθένας πρέπει να έχει δικαίωμα στην επιλογή, όπως λ.χ. στο αν μπορεί να επιλέγει για να εντάξει στη διατροφή του νεοφανή τρόφιμα (μεταλλαγμένα) ή όχι.

Η δεύτερη αρχή έχει να κάνει με την αναγκαιότητα της δημόσιας παρέμβασης και φροντίδας: με τις κυβερνήσεις και τους ισχυρούς εθνικούς και διεθνείς οργανισμούς να έχουν την υποχρέωση της σωστής πληροφόρησης, ευαισθητοποίησης και προστασίας των πολιτών. Το παράδειγμα των γενετικώς τροποποιημένων οργανισμών είναι αποκαλυπτικό, καθώς μετά την άκριτη εν πολλοίς αλλά κερδοσκοπική εξάπλωσή τους σε πολλές χώρες, ευτυχώς όχι και στη δική μας, η ερευνητική σκαπάνη αποκάλυψε κινδύνους για την υγεία των καταναλωτών, παραβιάζοντας τα δικαιώματά τους, και ανάγκασε τη Γερμανία λ.χ. να αποφασίσει πρόσφατα τη διακοπή καλλιέργειας γενετικώς τροποποιημένου καλαμποκιού στο έδαφός της. Μια τρίτη αρχή αφορά την κοινωνική δικαιοσύνη, υπό το πρίσμα ότι επειδή η κάθε επιστημονοτεχνολογική πρόοδος έχει ένα «κόστος», το κόστος αυτό θα πρέπει να κατανέμεται ακριβοδίκαια, με το μέγιστο δηλαδή να πηγαίνει σε εκείνους που κερδίζουν από μια νέα εφαρμογή και το ελάχιστο σε αυτούς οι οποίοι υφίστανται τις επιπτώσεις. Οι ηθικές αυτές αρχές συνδέονται και με το κοινωνικό πλαίσιο στο οποίο ζούμε. Γι΄ αυτό η διάκριση επιστημονικών, ηθικών και κοινωνικών προβλημάτων δεν είναι πάντα εύκολη· κι εδώ επιστρατεύεται η Βιοηθική για να ρίξει το δικό της φως και να διαλευκάνει αυτές τις διακρίσεις.

Ηθική πλευρά της επιστήμης
Η ανάπτυξη και η καθιέρωση μιας νέας τεχνολογίας συνοδεύεται από δύο κατηγορίες ζητημάτων. Το πρώτο αφορά το επιστημονικό: Η επιστήμη ασχολείται με την κατανόηση του κόσμου στον οποίο ζούμε, καθώς και με τις αιτιατές σχέσεις οι οποίες μορφοποιούν τον κόσμο. Το δεύτερο ζήτημα αφορά το ηθικό θέμα: Η Ηθική, και ειδικότερα η Καθηκοντολογική Ηθική, αντίθετα με την επιστήμη, ασχολείται με εκείνα που οφείλουμε ή δεν οφείλουμε να κάνουμε. Μια διάσταση εμφανής από μια πρώτη ματιά που ουσιαστικοποιείται με το παράδειγμα της ατομικής βόμβας: Οταν π.χ. ρώτησαν τον Οπενχάιμερ γιατί κατασκεύασε την ατομική βόμβα, εκείνος απάντησε: «Αν είσαι επιστήμονας είναι καλό να γνωρίζεις πώς λειτουργεί ο κόσμος». Δεν ήταν βέβαια καλό για τους χιλιάδες κατοίκους της Χιροσίμα και του Ναγκασάκι που πέθαναν από τις δύο ατομικές βόμβες οι οποίες έπληξαν τις πόλεις τους, φέρνοντας και τον Ψυχρό Πόλεμο, ενώ η διάσπαση του ατόμου έχει πάμπολλες ειρηνικές εφαρμογές.

Σε ανάλογο τόνο, τον περασμένο αιώνα, είχαμε επίσης πολλές καταστρατηγήσεις των ανθρωπίνων δικαιωμάτων, με τη συχνή παραβίαση του σχετικού με την ιατρική πράξη Κώδικα της Νυρεμβέργης, όπως δοκιμές εμβολίων σε φυλακισμένους ψυχιατρικών φυλακών, σε νέγρους κ.ά., με τον βιοδεσποτισμό των ναζιστών και την άνθηση της Ευγονικής η οποία διδασκόταν ως το 1945 στα καλύτερα πανεπιστήμια. Οι βιοηθικές όμως παραβιάσεις σήμερα συνεχίζονται σε ένα άλλο επίπεδο, πιο μαζικό, πιο επικίνδυνο, πιο βασικό: Με την κακή εφαρμογή ορισμένων γενετικών νεωτερισμών, οι οποίοι αφορούν λ.χ. τον γενετικό επανασχεδιασμό της ζωής, όπως τα παιδιά κατά παραγγελία· την πιθανή γονιδιακή θεραπεία στη γεννητική σειρά· την «αναζητούμενη» κλωνοποίηση ανθρώπων που παραβιάζει θεμελιώδεις ηθικές αρχές οι οποίες διέπουν την αναπαραγωγή, τον σεβασμό του ανθρώπου και την προστασία του γενετικού του υλικού· την υποβοηθούμενη αναπαραγωγή σε γυναίκες πέραν των ορίων τεκνοποίησης παραβιάζοντας έτσι τα δικαιώματα των παιδιών· την εμπορευματοποίηση της γονιδιωματικής γνώσης διά των ευρεσιτεχνιών κ.ά.

Βιοηθική, μια άλλη επιστήμη
Οι αντιστάσεις όμως που εγείρονται από τις βιοηθικές προσεγγίσεις ενοχλούν πολλούς: Αλλους διότι εμποδίζονται να αποβλέπουν στην αισχροκέρδεια και άλλους που δεν κατανοούν τους κινδύνους μιας ανεξέλεγκτης γενετικής μηχανικής με τις σημερινές δυνατότητές της. Το αποτέλεσμα είναι να ακούγονται απόψεις ότι η Βιοηθική λειτουργεί σαν τροχοπέδη στην επιστημονοτεχνολογική πρόοδο! Η αλήθεια, όμως, είναι ότι η Βιοηθική είναι ένα νέο διεπιστημονικό γνωσιακό αντικείμενο που ασχολείται με την αξιολόγηση της συμπεριφοράς και των πράξεων του ανθρώπου προς την κατεύθυνση να μην εμποδίζονται οι ευεργετικές εφαρμογές της νέας γνώσης και να περιορίζονται οι κίνδυνοι από την αλόγιστη, βεβιασμένη και ανεξέλεγκτη εφαρμογή της. Δεν είναι δηλαδή οδόφραγμα, όπως θέλουν να την παρουσιάσουν μερικοί για δικούς τους λόγους.

Ενα παράδειγμα αφορά τη χρήση της νέας γνώσης από τη χαρτογράφηση του γονιδιώματός μας λ.χ., καθώς μπορεί να αξιοποιηθεί σε πολλά πεδία βασικής και εφαρμοσμένης γνώσης (στη γονιδιακή θεραπεία π.χ.), αλλά είναι εύκολο να παραβιαστούν και τα ανθρώπινα δικαιώματα από εργοδοτικούς και ασφαλιστικούς οργανισμούς. Ανθρωποι με «ιδιωτικά πιθανά δυνητικά» γενετικά μειονεκτήματα μπορούν να περιθωριοποιηθούν λ.χ. και να υποστούν το τίμημα του γενετικού ρατσισμού, του γενετικού «Καιάδα». «Ιδιωτικά διαγνωστικά γονιδιωματικά κέντρα του εξωτερικού» ήδη «πουλούν» ατεκμηρίωτες εν πολλοίς γνωματεύσεις για πάσης φύσεως γενετικούς κινδύνους, με τη βεβαιότητα όμως να περιορίζεται, επί του παρόντος, σε ελάχιστες περιπτώσεις ασθενειών. Ο καθένας μας όμως έχει κάποιο γενετικό μειονέκτημα· και αν υιοθετηθεί η οπτική του μελλοντικού παρόντος, όπως υποστηρίζει και ο Χάμπερμας, ίσως ατενίζουμε τις αμφισβητούμενες βιοηθικά πρακτικές τού σήμερα ως απόπειρες να ανοίξει ο δρόμος για μια φιλελεύθερη αγοραία Ευγονική, μια Νέα Ευγονική, γίγαντα μπροστά στην Ευγονική των ναζιστών.

Ας μην ξεχνάμε ακόμη ότι το πιο ευχάριστο στην ανθρώπινη σκέψη και δημιουργία είναι ότι πολλές θαυμαστές ικανότητες/δεξιότητες έχουν εκτιναχθεί πολλές φορές από πολύ βαθιά σωματικά ή διανοητικά μειονεκτήματα. Π.χ. ο Μπετόβεν είχε χάσει την ακοή του αλλά δημιουργούσε, ανάλογα και ο Ομηρος που είχε τυφλωθεί, ο μεγάλος κοσμολόγος Χόκινγκ είναι παράλυτος αλλά σκέφτεται δημιουργικά με εκπληκτικές επιστημονικές σκέψεις, ο μεγάλος ζωγράφος Λοτρέκ έπασχε από μυϊκή δυστροφία, ο Βαν Γκογκ ήταν ψυχικά άρρωστος. Πόσο θα έχανε η ανθρωπότητα αν οι μεγάλοι αυτοί άνθρωποι ζούσαν σήμερα και ο «γονιδιωματικός έλεγχός» τους με την κερδοσκοπική αντίληψη, τους «βάφτιζε» ανάπηρους;

Η νέα γνώση λοιπόν είναι σαν το νερό που ξεδιψά αλλά πνίγει κιόλας: Το πώς πρέπει να τη χειριζόμαστε για να μην καταπατούνται τα ανθρώπινα δικαιώματα είναι αποκλειστικά θέμα βιοηθικής παιδείας και ευαισθητοποίησης των πάντων, πολιτικών και πολιτών.

Ο κ. Σ. Ν. Αλαχιώτης είναι καθηγητής Γενετικής.