ΧΙΟΥΣΤΟΝ Ανησυχητικά ήταν τα αποτελέσματα των μετρήσεων του δορυφόρου ΑCΕ της ΝΑSΑ, ο οποίος ανιχνεύει τα επίπεδα της ακτινοβολίας στη διαστημική μας γειτονιά, αλλά και των διαφόρων σωματιδίων που φτάνουν μαζικά στον πλανήτη μας. Καταγραφές της γαλαξιακής ακτινοβολίας γίνονται τα τελευταία 50 χρόνια. Σύμφωνα με τους επιστήμονες που μελετούν το φαινόμενο, τα επίπεδα της τελευταίας καταγραφής είναι αυξημένα κατά 19% σε σχέση με τα υψηλότερα επίπεδα που έχουν σημειωθεί τον τελευταίο μισό αιώνα.

Η γαλαξιακή ακτινοβολία δεν είναι προϊόν του ηλιακού μας συστήματος αλλά φτάνει σε εμάς από μακρινές περιοχές του Διαστήματος. Πρόκειται για υποατομικά σωματίδια- πρωτόνια και πυρήνες βαρέων στοιχείων- που εκτοξεύονται από υπερκαινοφανείς αστέρες (σουπερνόβα) και κατακλύζουν το διαστρικό κενό. Εκτός από τους αστροναύτες, σημαντικός είναι ο κίνδυνος και για τους δορυφόρους, αφού αν τα σωματίδια αυτά πέσουν επάνω σε έναν δορυφόρο είναι πολύ πιθανό να καταστρέψουν κάποια κυκλώματά του και να τον θέσουν εκτός λειτουργίας.

Ασπίδα της Γης για τη γαλαξιακή ακτινοβολία αποτελούν τα μαγνητικά πεδία του Ηλίου και του πλανήτη μας, αφού τα σωματίδια της συγκεκριμένης ακτινοβολίας είναι φορτισμένα, οπότε ένα μαγνητικό πεδίο τα εκτρέπει από την πορεία τους. Το πρόβλημα όμως είναι ότι τα τελευταία χρόνια βρισκόμαστε στο κατώτερο σημείο της ηλιακής δραστηριότητας, ενός κύκλου που διαρκεί 22 έτη. Σε αυτό το διάστημα η δραστηριότητα του Ηλίου πέφτει από το μέγιστο στο ελάχιστο και ανεβαίνει ξανά στο μέγιστο. Τα τελευταία χρόνια διανύουμε την περίοδο της ελάχιστης ηλιακής δραστηριότητας, κάτι που έχει αποτέλεσμα το μαγνητικό πεδίο του Ηλίου (που καλύπτει ολόκληρο το ηλιακό σύστημα) να έχει συρρικνωθεί αφήνοντας την κοσμική ακτινοβολία να περάσει. Οι επιστήμονες πάντως έσπευσαν να διαβεβαιώσουν ότι παρά την αυξημένη ένταση της γαλαξιακής ακτινοβολίας τόσο το μαγνητικό πεδίο της Γης όσο και τα ανώτερα στρώματα της ατμόσφαιρας προσφέρουν επαρκή προστασία.