«Τι είναι η Κρήτη;». Το ερώτημα αυτό επιδέχεται πολλές απαντήσεις, τουλάχιστον τόσες όσες αντιστοιχούν στον πληθυσμό του νησιού του Καζαντζάκη και του Δομήνικου Θεοτοκόπουλου. Για τον κ. Δημήτρη Παπανικολάου όμως, καθηγητή Δυναμικής και Τεκτονικής Γεωλογίας στο Πανεπιστήμιο των Αθηνών, η Κρήτη όπως την ξέρουμε σήμερα είναι το προϊόν ενός εξαιρετικά ενδιαφέροντος γεωλογικού παρελθόντοςτο οποίο μελετά για περισσότερα από 30 χρόνια. Το παρελθόν αυτό ξαναζωντανεύει στο Παλαιοντολογικό Μουσείο Ρεθύμνου, το οποίο αποτελεί παράρτημα του Μουσείου Γουλανδρή Φυσικής Ιστορίας και το οποίο εγκαινιάστηκε μόλις χθες. Οι τυχεροί που παρευρέθηκαν στα εγκαίνια είχαν την ευκαιρία να ακούσουν την Ιστορία της Κρήτης από τον ίδιο τον κ. Παπανικολάου. Για εμάς τους υπόλοιπους, το ΒήμαScience ζήτησε από τον έλληνα επιστήμονα μια ξενάγηση κυριολεκτικά στα βάθη των αιώνων.

Στην κόψη της Ευρασίας
Το ενδιαφέρον του έλληνα καθηγητή για την Κρήτη δεν είναι περίεργο. Το νησί αποτελεί μια παγκοσμίου ενδιαφέροντος θέση πάνω στα συγκλίνοντα όρια της Ευρασιατικής με την Αφρικανική πλάκα και εμφανίζει όλα τα συνοδά της σύγκλισης γεωδυναμικά φαινόμενα σε εξαιρετικό βαθμό. Αν θέλει κανείς να πάρει το νήμα της Ιστορίας της Κρήτης (αλλά και της ευρύτερης περιοχής του ελληνικού και μικρασιατικού χώρου) πραγματικά από την αρχή, θα πρέπει να πάει πίσω κατά 300 εκατ. χρόνια. Τότε ο Ωκεανός της Τηθύος χώριζε την Ευρασία (ενιαίος ηπειρωτικός χώρος Ευρώπης και Ασίας) από την Γκοντβάνα, την ενιαία ήπειρο που περιελάμβανε την Αφρική, την Ινδία και την Αυστραλία. Από την Γκοντβάνα αποσπάστηκαν μεγάλα τεμάχια δημιουργώντας την Κιμμερική Ηπειρο, η κίνηση της οποίας (πριν από 300-180 εκατ. χρόνια) δημιούργησε τον ωκεάνιο χώρο της Νέας Τηθύος. Η σημερινή Μεσόγειος Θάλασσα αποτελεί το τελευταίο υπό λειμμα της Νέας Τηθύος η οποία υπέστη πλήθος αλλαγών στη διάρκεια αυτών των εκατομμυρίων ετών.

Στα γεωλογικά γεγονότα του ελλαδικού χώρου έχει εστιάσει το ερευνητικό ενδιαφέρον του ο κ. Παπανικολάου με τους συνεργάτες του από το Τεχνολογικό Ινστιτούτο της Μασαχουσέτης, όπου είναι επισκέπτης καθηγητής. Να πώς περιγράφει το απόσταγμα των ευρημάτων της δικής του αλλά και άλλων ερευνητικών ομάδων: «Τα τελευταία δεκάδες εκατ.χρόνια το Ελληνικό Τόξο εξελίσσεται στο νότιο περιθώριο της Ευρωπαϊκής πλάκας μεταναστεύοντας προ τον Νότο. Παράλληλα ο νοτιότερος κλάδος-υπόλειμμα του Ωκεανού της Τηθύος στη σημερινή Μεσόγειο Θάλασσα, που ανήκει στο βόρειο άκρο της Αφρικανικής πλάκας, εξαφανίζεται βυθιζόμενος κάτω από το τόξο,με σημερινή ταχύτητα σύγκλισης των δύο πλακών 40 χιλιοστά ανά έτος.Ετσιη απόσταση ανάμεσα στην Κρήτη, που βρίσκεται στο νοτιότερο τμήμα του τόξου,και στην Κυρηναϊκή χερσόνησο στο βόρειο άκρο της Βορειοανατολικής Αφρικής έχει σταδιακά μειωθεί σχεδόν στο 1/4 τα τελευταία 34 εκατ. έτη. Οι αφρικανικές ακτές της Λιβύης παραμένουν σταθερές,σε γενικές γραμμές,με μικρού εύρους ανοδικές και καθοδικές μεταβολές στη στάθμη της θάλασσας.Σε αντίθεση, το Ελληνικό Τόξο συνεχώς μετασχηματίζεται με τη δημιουργία νέων νησιών και ορεινών αλυσίδων.Η Κρητική Λεκάνη άρχισε να διαμορφώνεται σταδιακά από το Μέσο Μειόκαινο». Πλούσια ευρήματα

Πριν από 10 εκατ. χρόνια, αυτό που σήμερα ονομάζουμε Κρήτη δεν ήταν παρά ένα αρχιπέλαγος

Πώς είναι όμως σε θέση οι επιστήμονες να γνωρίζουν γεγονότα τα οποία έλαβαν χώρα πριν από τόσα εκατομμύρια χρόνια, γεγονότα για τα οποία δεν υπάρχουν αυτόπτες μάρτυρες; Ποια είναι, παραδείγματος χάριν, τα στοιχεία που τους αποκαλύπτουν τα μυστικά του γεωλογικού παρελθόντος της Κρήτης; Οπως εξηγεί ο κ. Παπανικολάου, «πάνω στο γεωλογικό υπόβαθρο της Κρήτης,που περιλαμβάνει πετρώματα του Παλαιοζωικού,του Μεσοζωικού και του Κατώτερου Καινοζωικού (ηλικίας περίπου από 300 ως 35 εκατ.έτη) παρατηρούνται ιζήματα των τελευταίων 15 εκατ.ετών.Τα ιζήματα αυτά είναι θαλάσσιας,λιμναίας και χερσαίας προέλευσης και με βάση τις επιφανειακές εμφανίσεις,το παλαιοπεριβάλλον και την ηλικία τους μαρτυρούν την πρόσφατη γεωλογική ιστορία της Κρήτης.Ετσιμπορεί να γίνει διάκριση περιόδων που κάποια τμήματα της Κρήτης ήταν κάτω από τη στάθμη της θάλασσας (π.χ.πριν από 10 και 4 εκατ. χρόνια) και περιόδων που κάποια τμήματα ανυψώθηκαν σε νέα χέρσο,ενώνοντας τα προηγούμενα ανεξάρτητα νησιά (π.χ.,πριν από 14 και 1 εκατ.έτη)». Στα σχετικά πρόσφατα ιζήματα (του τελευταίου εκατομμυρίου ετών) έχουν εντοπιστεί τα απολιθωμένα θηλαστικά που εκτίθενται στο μουσείο και τα οποία είναι μάρτυρες μιας εξαιρετικά πλούσιας πανίδας.

Προβλέψεις για το μέλλον
Οι γεωλόγοι, όμως, δεν διερευνούν μόνο το παρελθόν αλλά μπορούν, αξιοποιώντας τα σημερινά δεδομένα, να εξηγήσουν σημερινά φαινόμενα αλλά και να προβλέψουν το μέλλον. Ετσι η προς βορράν μετακίνηση της Αφρικανικής πλάκας εξηγεί τη σημερινή ηφαιστειακή δραστηριότητα στη Σαντορίνη και στη Μήλο. Παράλληλα προδιαγράφει τη μελλοντική σύγκρουση της Αφρικανικής Ηπείρου με την Κρήτη. Σύμφωνα με τον κ. Παπανικολάου, «τα τελευταία εκατομμύριαχρόνιατο πλησίασμα του Ελληνικού Τόξου με την Αφρικήδημιουργεί στα νότια της Κρήτης την υποθαλάσσια οροσειρά της Ανατολικής Μεσογείου,η οποία αναμένεται να αναδυθεί στα αμέσως επόμενα εκατομμύριαχρόνια, πριν από την τελική σύγκρουση του Ελληνικού Τόξου με την Αφρική». Με άλλα λόγια, όλα δείχνουν πως πάμε για μετωπική σύγκρουση με την Αφρική! Μην ανησυχείτε, όμως: Κανείς από εμάς δεν θα βρίσκεται στη ζωή για να βιώσει το κατακλυσμικό γεγονός!

soufleri@dolnet.gr

ΤΟ ΤΕΜΕΝΟΣ ΠΟΥ ΕΓΙΝΕ ΜΟΥΣΕΙΟ

Τ ο Παλαιοντολογικό Μουσείο Ρεθύμνου στεγάζεται στο Τέμενος Μασταμπά που χτίστηκε περί τα μέσα του 17ου αιώνα, όπως προκύπτει από απεικονίσεις περιηγητών. Το τέμενος χαρακτηρίζεται από τους εννέα τρούλους του, ενώ διαθέτει 13 συνεχόμενα κελιά, ένα ηγουμενείο και μιναρέ, ο οποίος είναι ο αρχαιότερος της πόλης (φωτογραφία αριστερά). Το μνημείο υπέστη σοβαρές φθορές, κυρίως μετά τους βομβαρδισμούς του 1941. Η αναστήλωσή του έγινε σταδιακά μετά την παραχώρηση του τεμένους από το ΥΠΠΟ στο Μουσείο Γουλανδρή Φυσικής Ιστορίας.

Η συλλογή του προέρχεται κυρίως από έρευνες που πραγματοποιήθηκαν από τον καθηγητή του Γεωλογικού Ινστιτούτου του Πανεπιστημίου του Freiburg, Siegfried Κuss στην ευρύτερη περιοχή του Ρεθύμνου με τη συνδρομή του δήμου. Στη συλλογή περιλαμβάνονται απολιθώματα ασπονδύλων, προερχόμενα από τις Παλαιοζωικές, Μεσοζωικές και Καινοζωικές θαλάσσιες αποθέσεις της Κρήτης. Περιλαμβάνονται επίσης απολιθώματα Πλειστοκαινικών ενδημικών ελεφάντων, ελαφιών αλλά και νάνων ιπποποτάμων. Τα εκθέματα καθώς και οι χάρτες και οι επεξηγήσεις που τα συνοδεύουνξεναγούν τον επισκέπτη στο εξαιρετικά ενδιαφέρον γεωλογικό παρελθόν της Κρήτης και της ευρύτερης λεκάνης της Μεσογείου.