Γιατί η μουσική αρέσει τόσο πολύ στον άνθρωπο και πολλοί νέοι φθάνουν σε επίπεδα υστερίας, μερικές φορές, ακούγοντας λ.χ. συναυλιακή μουσική από τα ινδάλματά τους; Η απάντηση προέρχεται κυρίως από σχετικές μελέτες, σύμφωνα με τις οποίες τα ευχάριστα μουσικά ερεθίσματα, όπως και τα ανάλογα οπτικά, διεγείρουν τα ίδια κέντρα ευχαρίστησης του εγκεφάλου που διεγείρονται από μια λ.χ. γευστική ευχαρίστηση, από ψυχοδραστικές ουσίες, από τον έρωτα κ.ά.


Η συμβολή της μουσικής στην ανάπτυξη του πολιτισμού μας είναι αναμφίβολα καταλυτική. Γι’ αυτό έχουν εξυμνηθεί και δοξασθεί πολλές κλασικές αλλά και σύγχρονες μουσικές φυσιογνωμίες· γι’ αυτό πολλοί ακόμα μιλούν για τη μουσική έκρηξη της χρυσής δεκαετίας του ’60, όχι μόνο στη χώρα μας αλλά και σε όλον τον κόσμο· και στις μέρες μας αναλύουν τη σχετική μουσική ύφεση ως εμφανή· με υπερπληθώρα μουσικών συνθέσεων αλλά και με ταυτόχρονη εμπορευματοποίηση και ποιοτική υποβάθμιση. Στέρεψαν το ταλέντο και η φαντασία;


Από τον Μεσαίωνα στην εποχή του DNA


Δεν μπορεί βέβαια να υποστηριχθεί κάτι τέτοιο. Σήμερα όμως βιώνουμε μια άλλη εποχή· με την υπερπληροφόρηση και τις νέες τεχνολογίες να δεσπόζουν επηρεάζοντας και την αισθητική έκφραση της τέχνης. Η μουσική λ.χ. άρχισε να γράφεται με νότες, οι οποίες εφευρέθηκαν στις αρχές του 11ου αιώνα από τον Guido d’ Arezzo, και συνέβαλαν καταλυτικά στον διαχρονικό εμπλουτισμό και στην εξέλιξή της· σήμερα, η μουσική καλλιεργείται επιπλέον και μέσα από τη μουσικοτεχνοκρατική αξιοποίηση της θεωρίας των συστημάτων, της αλληλοσυσχέτισης δηλαδή πολλών παραμέτρων προς την ανάδυση μιας κοινής συνισταμένης.


Τα κυτταρικά αυτόματα λ.χ. υπακούουν σ’ αυτή τη θεώρηση, η οποία αντανακλάται και στη συστημική βιολογία· η θεωρία των κυτταρικών αυτομάτων έχει ευρεία εφαρμογή στη φύση, την επιστήμη, την τεχνολογία, την επιχειρηματικότητα και τις τέχνες, όπως η μουσική. Στο πλαίσιο αυτό η δομή και η λειτουργία του γονιδίου είναι ένα παράδειγμα, κατά το οποίο «τεχνοκράτες» μουσουργοί προσπαθούν να μεταποιήσουν σε μουσική «έμπνευση» ορισμένα χαρακτηριστικά του· να μετατρέψουν δηλαδή την αλληλουχία των νουκλεοτιδίων ενός γονιδίου ή των αμινοξέων ενός πολυπεπτιδίου, μιας πρωτεΐνης, σε μουσική σημειολογία, συσχετίζοντας τα μοριακά στοιχεία, μέσω ενός αλγορίθμου, με νότες· σημειώνεται ότι η κωδικοποιημένη πληροφορία, υπό μορφή νουκλεοτιδικών DNA αλληλουχιών, μεταγράφεται σ’ ένα μοριακό γραμμικό μήνυμα που μεταφράζεται πάλι γραμμικά στα ριβοσώματα του κυτταροπλάσματος.


Πόσο όμως μπορεί να αποδώσει ένας τέτοιος συγγραμικός αλγόριθμος, μια τέτοια μαθηματική εξίσωση δηλαδή που αφορά τη σχέση «αλληλουχία DNA – Ψηφιακός ήχος – μουσική σημειολογία»; Τι είδους μουσική μπορεί να προκύψει από το κάθε γονίδιο ή από ολόκληρο το γονιδίωμα, το σύνολο δηλαδή των γονιδίων, κάθε ανεπανάληπτης ανθρώπινης μοναδικότητας; Θα μπορούσε λ.χ. ένα γονιδίωμα να αντανακλά μια κωδικοποιημένη παρτιτούρα; Ποιας μορφής ατομικές επιδράσεις θα είχε μια τέτοια προσωπική μουσική σύνθεση;


«Κολλαγόνο και μπάσο κλαρινέτο»


Τα ερωτήματα ενδιαφέροντα και προκλητικά· όπως και οι αναζητούμενες απαντήσεις που ήδη αναδύονται μέσω κάποιων ερευνητικών προσπαθειών. Ας δούμε μερικές ξεκινώντας από την υπογράμμιση ότι έχουν ήδη εκδοθεί συγγράμματα με τίτλους «Μουσική σύνθεση των αλληλουχιών DNA», «Μια φυσιολογική προσέγγιση στην DNA μουσική» κ.ά. Στο πλαίσιο αυτό έχουν γίνει διάφορες μουσικές συνθέσεις, όπως λ.χ. η ψηφιακή σύνθεση «Το κολλαγόνο και μπάσο κλαρινέτο», αξιοποιώντας πέντε αλληλουχίες DNA, μετατρέποντάς τες μέσω μιας σειράς μαθηματικών τύπων σε ψηφιακό ήχο που μεταποιείται από ένα αναμείκτη DNA σε νότες· ο αναμείκτης διαβάζει γραμμικά, όπως τα ριβοσώματα τα γενετικά μηνύματα, τα mRNAs, αναμειγνύοντας ταυτόχρονα πολλές αλληλουχίες, όπως γίνεται και στα κύτταρα.


Αλλες ανάλογες συνθέσεις είναι λ.χ. η πρώτη αμιγώς οργανική σύνθεση από DNA με τίτλο «Chopin’s Catarrh»· άλλη αφορά τη μουσική των «ερυθρών αιμοσφαιρίων», βασισμένη στις αλληλουχίες πέντε γονιδίων που εκφράζονται σ’ αυτά. Η μουσική επίσης μετατροπή της αλληλουχίας του γονιδίου cf2, που προκαλεί την κυστική ίνωση, έγινε υπό το πρίσμα μιας προσπάθειας να αποκαλυφθούν οι νότες οι οποίες εντάσσονται στη μουσική του Σοπέν, που πιθανόν έπασχε από την ασθένεια αυτή. Η «Botox α 5» είναι μια άλλη οργανική μουσική σύνθεση η οποία βασίζεται στο γονίδιο που κωδικοποιεί την τοξίνη της αλλαντίασης, την μποτουλίνη, χρήσιμη και στην κοσμητολογία.


Πέραν πολλών άλλων σχετικών συνθέσεων, προσπάθειες καταβάλλονται και για την τεχνοκρατικά αυτόματη δημιουργία ρυθμού και άλλων μουσικών χαρακτηριστικών, αξιοποιώντας DNA πληροφορίες. Θα πιστέψει όμως ο αναγνώστης ότι με τον τρόπο αυτόν δεν χρειάζεται μουσικό ταλέντο, παρά μια τεχνοκρατική συνεργασία ενός μουσικού και ενός γενετιστή λ.χ. Η φύση όμως δεν έχει κάνει τόσο απλά τα πράγματα, καθώς η παραγόμενη DNA μουσική απέχει πολύ από τις συνηθισμένες μελωδίες· είναι κάτι σαν την «εξωγήινη» μαθηματική μουσική του Ιάννη Ξενάκη. Γι’ αυτό δεν πρέπει να σπεύδουν πάλι κάποιοι δηλώνοντας ότι η προσωπική αυτή μουσική μπορεί να έχει ακόμα και εξατομικευμένες θεραπευτικές ιδιότητες! Αλλωστε μια προσέγγιση είναι ανάλογη κατά κάποιον τρόπο με εκείνες που αφορούν τη μελοποίηση λ.χ. των κορυφογραμμών ενός βουνού, του ηλιοβασιλέματος κ.ά., με την υποκειμενικότητα του συνθέτη να παίζει σημαντικό ρόλο· όπως λ.χ. στη σύνθεση «Genesis synthetic gene» που έγινε αλγοριθμική μουσική μετατροπή της φράσης της Βίβλου: «Ας έχει ο άνθρωπος κυριαρχία πάνω στα ψάρια της θάλασσας και στα πετεινά του ουρανού και πάνω σε κάθε ζωντανό πλάσμα που κινείται πάνω στη Γη».


Κριτής ο εγκέφαλος


Απόλυτος κριτής τέτοιων προσπαθειών είναι ο ακουστικός φλοιός που βρίσκεται κοντά στην επιφάνεια του εγκεφάλου, δίπλα στα αφτιά· με τον όγκο του να είναι κατά 25% μεγαλύτερος στους προικισμένους μουσικούς, επειδή τον έχουν καλλιεργήσει, με αποτέλεσμα να επεξεργάζονται καλύτερα τη μουσική πληροφορία που δέχεται· όπως σε πολύ μικρότερο βαθμό βέβαια οι απαίδευτοι ακροατές. Οι μουσικές πληροφορίες πρέπει να είναι σε αρμονία με την εγκεφαλική λειτουργία, για να αναγνωρίζονται ως ευχαρίστηση και όχι ως θόρυβος, όπως ίσως μπορεί να είναι τελικά η DNA μουσική. Αλλωστε ο εγκέφαλός μας έχει εξελιχθεί και προσαρμοσθεί στην ολιστική επεξεργασία ευχαρίστησης ορισμένου φάσματος ήχων· γι’ αυτό λ.χ. και η μάθηση συσχέτισης ορισμένων ήχων με οπτικά σύμβολα έχει ως αποτέλεσμα στο άκουσμα ενός χαρακτηριστικού ήχου να ενεργοποιούνται τόσο οι ακουστικές όσο και οι οπτικές περιοχές του εγκεφάλου.


Μπορεί λοιπόν η αναφερόμενη προσπάθεια μουσικής σύνθεσης του DNA να είναι αξιόλογη, ακόμα και πέραν των περιορισμών που θέσαμε· μπορεί να υπηρετεί την τέχνη και ταυτόχρονα τη ζωή μας, αφού η ζωή είναι τέχνη. Δεν παύει όμως να είναι μια απλή τεχνοκρατική προσέγγιση που αφορά μια σημαντική αισθητηριακή μας παράμετρο, την εξελιχθείσα μουσικότητα του εγκεφάλου μας. Γι’ αυτό η μουσική σύνθεση του DNA δεν μπορεί να υποκαταστήσει το έμφυτο ταλέντο, την έμπνευση, την ποιότητα της τέχνης εν τέλει· και δεν πρέπει η κάθε νεοτεχνολογική δυνατότητα να φαντάζει υποκατάστατο της φύσης μας, πάνω στην οποία βασίζεται ο πολιτισμός μας· για να μην πιστέψουμε ότι οι μηχανές μπορούν να κάνουν ό,τι και ο άνθρωπος· διότι τότε θα έχουμε προσχωρήσει στην αποποίηση της ταυτότητάς μας.


Ο κ. Σ. Ν. Αλαχιώτης είναι καθηγητής Γενετικής.