Πριν από μισό σχεδόν αιώνα οι Ελληνες θεωρούμασταν οι τυχεροί της Ευρώπης, καθώς εμφανίζαμε καρδιαγγειακά νοσήματα με συχνότητα σημαντικά μικρότερη σε σχέση με τους υπόλοιπους Ευρωπαίους. Σήμερα τα πράγματα έχουν αλλάξει: η συχνότητα των καρδιαγγειακών νοσημάτων στη χώρα μας έχει πάρει την ανιούσα, γεγονός που οι ειδήμονες αποδίδουν κατά κύριο λόγο στο γεγονός ότι η διατροφή μας έχει πάψει να είναι μεσογειακή, ενώ παράλληλα αρνούμαστε να περιορίσουμε το κάπνισμα. Την ώρα λοιπόν που οι Βορειοευρωπαίοι βλέπουν τα καρδιαγγειακά νοσήματα να μειώνονται χάρη στη «μεσογειακοποίηση» της διατροφής τους και τη σημαντική ελάττωση του αριθμού των καπνιστών, εμείς για τα επόμενα χρόνια περιμένουμε συνεχή αύξηση των νοσημάτων που αποτελούν παγκοσμίως την πρώτη αιτία θανάτου. (Ιδιαίτερα αναμένεται να πληγούν οι γυναίκες, καθώς θα γίνονται ορατές οι συνέπειες της αύξησης των καπνιστριών που παρατηρήθηκε τις τελευταίες δεκαετίες στην Ελλάδα.)


Για να μην υλοποιηθούν οι δυσοίωνες προβλέψεις των ειδικών η συνταγή είναι απλή: άρση του καπνίσματος και επιστροφή στη μεσογειακή διατροφή. Να θυμίσουμε ότι είναι πλούσια σε ελαιόλαδο, φρούτα, λαχανικά, όσπρια και ότι περιλαμβάνει μερικές φορές την εβδομάδα ψάρια και μέτρια ποσότητα κρασιού. Τέλος, χωρίς να αποκλείει τα ζωικά τρόφιμα και λίπη, τα περιορίζει σημαντικά, ενώ περιλαμβάνει γαλακτοκομικά προϊόντα, σε μέτριες επίσης ποσότητες.


Μεσογειακή και αντιφλεγμονώδης


Πώς όμως ασκείται η προστατευτική έναντι των καρδιαγγειακών νοσημάτων δράση της μεσογειακής διατροφής; Σύμφωνα με τις ισχύουσες θεωρίες, οι οποίες υποστηρίζονται από ευρήματα ελλήνων και ξένων επιστημόνων, η μεσογειακή διατροφή προλαμβάνει τον σχηματισμό αθηρωματικών πλακών που φράσσουν τα αγγεία και αποτελούν την απαρχή των καρδιαγγειακών νοσημάτων. Καθώς η φλεγμονή είναι ο μηχανισμός μέσω του οποίου σχηματίζονται οι αθηρωματικές πλάκες, η μεσογειακή διατροφή φαίνεται ότι παρέχει στον οργανισμό τους απαραίτητους αντιφλεγμονώδεις παράγοντες που του επιτρέπουν να διατηρήσει τα αγγεία του ελεύθερα αθηρωματικών πλακών.


Την παραπάνω θεωρία στηρίζουν τα ευρήματα ελλήνων επιστημόνων του Χαροκοπείου Πανεπιστημίου και του Καποδιστριακού Πανεπιστημίου, σύμφωνα με τα οποία ο Παράγοντας Ενεργοποίησης Αιμοπεταλίων (Platelet Activating Factor, PAF), ο ισχυρότερος φλεγμονώδης παράγοντας που έχει εντοπιστεί, ευθύνεται άμεσα για τον σχηματισμό των αθηρωματικών πλακών. Ετσι, αν κάποιος θα ήθελε να προστατευθεί από τον σχηματισμό αθηρωματικών πλακών στα αγγεία του, θα έπρεπε να παρεμποδίσει τη φλεγμονώδη δράση του PAF. Πώς; Είτε παρεμποδίζοντας την παραγωγή του PAF από τον οργανισμό, είτε αναστέλλοντας απευθείας τη δράση του, είτε, για καλύτερα αποτελέσματα, κάνοντας ταυτόχρονα και τα δύο.


Οι έλληνες ερευνητές, υπό την εποπτεία της αναπληρώτριας καθηγήτριας Βιοχημείας κυρίας Σμαραγδής Αντωνοπούλου, έχουν καταδείξει ότι η μεσογειακή διατροφή περιλαμβάνει τρόφιμα τα οποία παρεμποδίζουν τον σχηματισμό του PAF (μέσω της παρεμπόδισης της οξείδωσης της χοληστερόλης), αλλά και αναστέλλουν τη δράση του. Χαρακτηριστικό παράδειγμα αποτελούν οι τροφές που είναι πλούσιες σε βιταμίνη Ε, ένα ισχυρό αντιοξειδωτικό και ταυτόχρονα αναστολέας της δράσης του PAF.


Το αβγοτάραχο στο μικροσκόπιο


Μεταξύ των μεσογειακών τροφίμων που μελετήθηκαν προσφάτως από την ελληνική ερευνητική ομάδα είναι και το αβγοτάραχο, παραδοσιακό προϊόν της λιμνοθάλασσας του Μεσολογγίου. Καθώς από προηγούμενες μελέτες είχε διαπιστωθεί ότι τα λιπαρά οξέα είναι τα μόρια που έχουν δραστικό βιολογικό ρόλο στην πρόληψη των καρδιαγγειακών, στόχος της μελέτης ήταν η ανάλυση των συστατικών του αβγοτάραχου, η αναζήτηση και ο υπολογισμός των ποσοτήτων τέτοιων μορίων, αλλά και η πειραματική απόδειξη της αντιφλεγμονώδους δράσης τους.


Σύμφωνα με τα ευρήματά τους, τα οποία παρουσιάστηκαν κατά τη διάρκεια ειδικής ημερίδας η οποία διοργανώθηκε προσφάτως στο Μεσολόγγι, το κερωμένο αβγοτάραχο (αυτό δηλαδή το οποίο πωλείται στην αγορά) «αποτελεί τρόφιμο υψηλής διατροφικής αξίας, παρέχοντας υψηλά ποσά πρωτεΐνης ενέργειας και λίπους. Τα λιποειδή του είναι πλούσια σε μονοακόρεστα και πολυακόρεστα λιπαρά οξέα, ενώ περιέχουν αξιόλογες ποσότητες πολυακόρεστων λιπαρών οξέων της σειράς ω3». (Πληθώρα μελετών έχει καταδείξει ότι τα ω3 λιπαρά οξέα προστατεύουν από τα καρδιαγγειακά).


Προφανώς δεν αποτελεί έκπληξη το γεγονός ότι το αβγοτάραχο, τα αβγά του κέφαλου (Mugil cephalus), αποτελεί τρόφιμο υψηλής διατροφικής αξίας: όπως και με όλα τα είδη αβγών, ο βιολογικός ρόλος του συνίσταται στην υποστήριξη της ανάπτυξης ενός νέου οργανισμού και ως εκ τούτου διαθέτει τα απαραίτητα αποθέματα. Το κρίσιμο ερώτημα λοιπόν είναι αν κάποια από τα εν λόγω αποθέματα είναι πολύτιμα για τη δική μας υγεία και ειδικότερα για την πρόληψη των καρδιαγγειακών νοσημάτων.


Αντιθρομβωτική δράση


Η απάντηση στο παραπάνω ερώτημα είναι καταφατική. Σύμφωνα με τους έλληνες ερευνητές του Χαροκοπείου Πανεπιστημίου, «το αβγοτάραχο περιέχει σημαντική ποσότητα βιταμίνης Ε (4 mg/100 gr). Η συγκέντρωση αυτή είναι χαμηλότερη από την τιμή των 7 mg/100 gr που έχει αναφερθεί για το χαβιάρι, αλλά είναι 3-4 φορές υψηλότερη από τις συνήθεις τιμές σε αβγά». Επιπροσθέτως, «τα ω3 πολυακόρεστα που προσλαμβάνονται με κατανάλωση 100 gr αβγοτάραχου είναι περίπου 2 gr, ποσότητα που υπερβαίνει τη συνιστώμενη ημερήσια δόση στον Καναδά (1,2-1,6 gr), ενώ είναι δεκαπλάσια των 0,2 gr που είναι η συνιστώμενη ως ελάχιστη ημερήσια πρόσληψη πολυακόρεστων ω3 λιπαρών οξέων στη Βρετανία». Με άλλα λόγια, το αβγοτάραχο μπορεί να μην είναι χαβιάρι, αλλά η κατανάλωσή του μας παρέχει ικανή ποσότητα βιταμίνης Ε (που, όπως σημειώθηκε παραπάνω, είναι ισχυρό αντιοξειδωτικό αλλά και αναστολέας της δράσης του PAF) και ω3 λιπαρών οξέων.


Βεβαίως, η παρουσία και μόνο κάποιων συστατικών σε ένα τρόφιμο δεν αποδεικνύει αυτόματα τη βιολογική δραστικότητά τους. Για τον λόγο αυτόν οι έλληνες ερευνητές δοκίμασαν αν τα εν λόγω συστατικά του αβγοτάραχου είχαν όντως αντιθρομβωτική δράση. Για τη δοκιμή χρησιμοποιήθηκαν αιμοπετάλια κουνελιού και, όπως σημειώνεται στα συμπεράσματά τους, «τα πειράματα βιολογικής δραστικότητας δείχνουν ότι τα λιποειδή του αβγοτάραχου εμφανίζουν αντιθρομβωτική δράση in vitro, αφού μπορούν να αναστείλουν τη συσσώρευση των αιμοπεταλίων που επάγεται από τους ισχυρούς συσσωρευτικούς παράγοντες PAF και θρομβίνη. Το γεγονός ότι η ανασταλτική δράση εμφανίζεται σε σχετικά χαμηλές συγκεντρώσεις δείχνει ότι η κατανάλωση μιας συνηθισμένης μερίδας αβγοτάραχου θα μπορούσε να συνεισφέρει στην είσοδο στο αίμα ικανοποιητικής ποσότητας ενώσεων αναστολέων της συσσώρευσης αιμοπεταλίων και τελικά στη μείωση της ενεργοποίησης των μηχανισμών θρόμβωσης και στην προστασία έναντι καρδιαγγειακών νοσημάτων».