Η βιοηθική, ένας διεπιστημονικός κλάδος, γεννήθηκε ουσιαστικά το 1974 στο Εσαΐλομαρ, μια μικρή πόλη των ΗΠΑ, σε μια συνάντηση βιολόγων που συνειδητοποίησαν ξαφνικά ότι αποκτούσαν μια ιδιότυπη μορφή εξουσίας πάνω στην ίδια τη ζωή με τον χειρισμό των γονιδίων. Ηταν η δεκαετία του ανασυνδυασμένου DNA που έφερε τους ερευνητές στον δρόμο διερεύνησης των δυνατοτήτων της νέας αυτής γενετικής τεχνολογίας· ήταν και το γεγονός ότι πολλοί βιολόγοι ερευνητές εκείνης της εποχής, όπως ο Περούντζ, ο Τσάρκαφ, ο Μοράντ κ.ά., προέρχονταν από άλλες επιστήμες και μερικοί ήταν ήδη πολύ ευαισθητοποιημένοι από τις ατομικές βόμβες στη Χιροσίμα και στο Ναγκασάκι.


Το θεμελιώδες λοιπόν βιοηθικό ερώτημα που τέθηκε εξ αρχής είναι ποιος αποφασίζει αν κάποιο πείραμα ή συνακόλουθη εφαρμογή είναι ηθικά αποδεκτή. Γι’ αυτό η οποιαδήποτε απαγόρευση πρέπει να είναι θεσμική· με την ευθύνη της πολιτείας έπειτα από τεκμηριωμένη εισήγηση ειδικής βιοηθικής επιτροπής, προκειμένου να αντιμετωπίζεται επιτυχώς ο αμείλικτος δυϊσμός του θετικού ή του αρνητικού της εφαρμογής της νέας γνώσης, η οποία είναι σαν τη φωτιά που ζεσταίνει αλλά καίει κιόλας!


Εξειδικεύοντας την επικοινωνία μας υπογραμμίζουμε τον πολύ λόγο που γίνεται τον τελευταίο καιρό μετά την εισήγηση της εθνικής επιτροπής βιοηθικής σχετικά με την επιλογή εμβρύου για συγκεκριμένους λόγους. Ενας τέτοιος σοβαρός λόγος αφορά το αν αποδεδειγμένα το έμβρυο έπειτα από προγεννητική διάγνωση θεωρείται βαριά ασθενές και δεν είναι εφικτή επιστημονικά η ενδομήτρια θεραπευτική παρέμβαση, με αποτέλεσμα όταν θα γεννηθεί να έχει σοβαρά προβλήματα υγείας σε όλη του τη ζωή· και το αμείλικτο ερώτημα που τίθεται είναι ποιος αποφασίζει τη διακοπή της κύησης, πώς και πότε.


Αλλος λόγος είναι η επιλογή εμβρύου με προεμφυτευτική διάγνωση προκειμένου να έχει ιστοσυμβατότητα με άτομο που νοσεί και με την αξιοποίηση βιολογικού υλικού του πρώτου να σωθεί το δεύτερο. Στο προεμφυτευτικό πλαίσιο εντάσσεται και η επιλογή φύλου όχι για σεξιστικούς λόγους, όπως γίνεται λ.χ. στην Κίνα και στην Ινδία όπου προτιμούν τα αγόρια με αποτέλεσμα να επέλθει αργά ή γρήγορα ανατροπή της κοινωνικής ισορροπίας, αλλά όταν η πράξη αυτή συνδέεται με σοβαρές φυλοσύνδετες ασθένειες, όπως π.χ. η αιμοφιλία που εκδηλώνεται στα αγόρια.


Σωτηρία ή ευγονική;


Μια περίπτωση που μπορεί να ανιχνευθεί προγεννητικά είναι το σύνδρομο Down· και η επιτροπή θεωρεί ότι είναι ηθικά αποδεκτό αν οι γονείς αποφασίσουν τη διακοπή της κύησης. Στον αντίποδα του επιχειρήματος είναι η θέση της Ιεράς Συνόδου με τη συλλογιστική ότι πρόκειται για ευγονική πρακτική και ότι συνάνθρωποί μας με μεσογειακή αναιμία λ.χ. – μια άλλη περίπτωση σοβαρής ασθένειας – παρά τη δυσκολία και τον αγώνα τους ομολογούν τη χαρά τους για τη ζωή. Η υπό διαπραγμάτευση βέβαια περίπτωση αφορά την αρνητική ευγονική που στοχεύει στη μείωση του γενετικού φορτίου του ανθρώπου· όχι τη θετική ευγονική η οποία είναι ασυζητητί απορριπτέα καθώς οδηγεί σε «παιδιά κατά παραγγελία».


Η βιοηθική δεν έχει έτοιμες και αδιαμφισβήτητες απαντήσεις στα ποικίλα αιχμηρά βιοϊατρικά προβλήματα που αναδύονται. Διαθέτει όμως ορισμένες βασικές αρχές, όπως η δημόσια παρέμβαση και φροντίδα, τα ανθρώπινα δικαιώματα και η κοινωνική δικαιοσύνη, που μπορούν να είναι η λυδία λίθος πάνω στην οποία δοκιμάζεται η γνησιότητα της ηθικής. Επιπλέον, το πλαίσιο της βιοηθικής αντανακλά φιλοσοφικό στοχασμό βασισμένο στη συνείδηση του ανθρώπου και οριοθετείται από τον σεβασμό του ατόμου, τον σεβασμό της γνώσης, την άρνηση της κερδοσκοπίας και το αίσθημα της ευθύνης.


Υπό το πρίσμα αυτό και για το αν λ.χ. θα διακοπεί η κύηση ή θα επιλεγεί προεμφυτευτικά ένα έμβρυο, θα πρέπει στη συλλογιστική μας να παίξουν καταλυτικό ρόλο συγκεκριμένα κριτήρια. Η αξιοπρέπεια π.χ. του βαριά άρρωστου ατόμου το οποίο θα διακρίνεται από τα φυσιολογικά άτομα φορτώνει του γονείς με ηθική ευθύνη. Αλλωστε όλοι οι γονείς στο άκουσμα μιας τέτοια είδησης, ότι το παιδί τους θα πάσχει από σοβαρή γενετική ασθένεια, καταρρέουν· κι εδώ θα πρέπει η θεσμοθετημένη απόφαση να τους απαλλάξει από αυτό το φορτίο. Πέραν τούτου δεν πρέπει να υπάρχει η ίδια σχέση μεταξύ της περίπτωσης μιας γυναίκας που υποβάλλεται στην αποβολή εμβρύου για να σωθεί η ίδια, και της περίπτωσης διακοπής της κύησης ή της προεμφυτευτικής απόρριψης γενετικά βεβαρημένου σοβαρά εμβρύου το οποίο θα υποφέρει διά βίου;


Υπάρχει πρώιμο έμβρυο;


Γενικά έχει ήδη παγιωθεί ένα ηθικό προηγούμενο για το πρώιμο έμβρυο που προβάλλεται στη θεώρησή του ως «ζωής εν τω γεννάσθαι» ως υποδεέστερης σε σύγκριση με περισσότερο αναπτυγμένα στάδια της ζωής του ανθρώπου. Γι’ αυτό επώνυμος ξένος θεολόγος υποστηρίζει ότι το πρώιμο έμβρυο είναι κατάλληλο για πειράματα διότι είναι αδιαφοροποίητο και το πνεύμα δεν έχει αναδυθεί από την ύλη.


Στην όλη συζήτηση για τον χειρισμό του εμβρύου παρεμβαίνει βέβαια η άποψη του χρόνου εμψύχωσής του, με αποτέλεσμα να έχει αναπτυχθεί μια επιχειρηματολογία ένθεν και ένθεν η οποία φυσικά δεν οδηγεί σε καμία αποδεδειγμένα πειστική απάντηση επιστημονικού ή μεταφυσικού επιπέδου. Αλλωστε, το θέμα αυτό τέθηκε το 1869 από έναν Πάπα ο οποίος υποστήριξε ότι η ψυχή εμφανίζεται από τη γονιμοποίηση, αν και το ερώτημα από πότε αρχίζει η ζωή δεν απαντάται από τη Βίβλο.


Κάλλιον το προλαμβάνειν…


Αξίζει πάντως να τονισθεί πως ό,τι δεν είναι επιστημονικό δεν είναι ούτε ηθικό και πως ό,τι είναι επιστημονικό δεν είναι κατ’ ανάγκην και ηθικό. Γι’ αυτό η κανονιστική διάσταση της βιοηθικής χρειάζεται ιδιαίτερη προσοχή. Στο πλαίσιο αυτό η χώρα μας έχει προχωρήσει σε σημαντικές βιοηθικές ρυθμίσεις που την κατατάσσουν σε πρωτοποριακό επίπεδο· και ο θόρυβος που ξέσπασε με την εισήγηση επιλογής εμβρύου θα πρέπει να ισορροπήσει στο σημείο εκείνο που θα ενέχει τόσο τα θετικά της επιστήμης όσο και την κατανόηση ότι η διάκριση επιστημονικών, ηθικών και κοινωνικών ζητημάτων δεν είναι πάντα εύκολη.


Για τον λόγο αυτόν θα πρέπει να υπάρχει τεκμηριωμένη στήριξη για οποιαδήποτε γενετική ασθένεια θεωρείται ικανός λόγος διακοπής της κύησης· όπως και συνεχής επανεξέταση της κατάστασης σε σχέση με τη θεραπευτική πρόοδο που κινείται στις μέρες μας με ιλιγγιώδεις ρυθμούς. Επί του παρόντος ίσως πρέπει να δανεισθούμε και πάλι το ιπποκρατικό «κάλλιον το προλαμβάνειν ή το θεραπεύειν» που στην περίπτωσή μας αφορά το να προλαμβάνουμε την αμετάκλητη δυστυχία ενός βαριά διά βίου άρρωστου ατόμου σεβόμενοι την αξιοπρέπειά του, αλλά και το δικαίωμα να είναι κανείς γονιός. Γι’ αυτό θα πρέπει να προηγείται της αποκλειστικής δραματικής απόφασης των εμπλεκόμενων γονιών η εξαντλητική ενημέρωσή τους· για να ‘χει γίνει ένα βήμα προς την αλήθεια, η μόνη που υπαγορεύει αλάνθαστα τη σωστή συμπεριφορά του ανθρώπου.


Ο κ. Σ. Ν. Αλαχιώτης είναι καθηγητής Γενετικής.