Ο καρκίνος του μαστού είναι μια απειλή, κυρίως για τις γυναίκες (γιατί προσβάλλει σπανιότερα και τους άνδρες), όπως είναι και οι άλλες απειλές για την υγεία μας (τα αυτοκινητικά ατυχήματα, οι καρδιοπάθειες, ο διαβήτης κτλ.). Την απειλή αυτή πρέπει να την προλάβουμε λαμβάνοντας τα κατάλληλα μέτρα προστασίας, χωρίς να αφήσουμε τον φόβο να μας οδηγήσει σε υπερβολές, που τελικά είναι και αυτές επικίνδυνες για την υγεία μας. H πιθανότητα μια γυναίκα καθ’ όλη τη διάρκεια της ζωής της να προσβληθεί από καρκίνο του μαστού είναι μία στις εννέα. Οσο μεγαλύτερη στην ηλικία είναι η γυναίκα τόσο μεγαλύτερες είναι οι πιθανότητες. Οταν υπάρχει οικογενειακό ιστορικό (δηλαδή να έχει προσβληθεί από καρκίνο του μαστού μητέρα ή αδελφή) ο κίνδυνος είναι μεγαλύτερος. H ψύχραιμη αντιμετώπιση της απειλής του καρκίνου του μαστού σώζει ζωές, ενώ ο υπερβολικός φόβος μπορεί να δημιουργήσει περισσότερα και μεγαλύτερα προβλήματα απ’ ό,τι ο ίδιος ο καρκίνος του μαστού.


Ολοι γνωρίζουμε ότι η αυτοεξέταση του μαστού, η εξέταση από την ίδια τη γυναίκα, μία φορά τον μήνα ή εξέταση από τον γιατρό της μία φορά τον χρόνο και οι απεικονιστικές εξετάσεις (μαστογραφία, υπερηχογράφημα, μαγνητική μαστογραφία) κατά τακτά χρονικά διαστήματα, που έχουν καθιερωθεί με διεθνείς οδηγίες, αποτελούν τη δευτερογενή πρόληψη του καρκίνου του μαστού. Δυστυχώς όμως ο υπερβολικός φόβος ορισμένων γυναικών ή – ακόμη χειρότερο – η εκμετάλλευση αυτού του φόβου από ασυνείδητους ή ανεκπαίδευτους ιατρούς οδηγεί πολύ συχνά σε υπερβολές. H πιο χαρακτηριστική είναι η υπερβολική χρήση χειρουργικών επεμβάσεων για ανοικτή βιοψία του μαστού. Χιλιάδες χειρουργικές επεμβάσεις, πολλές φορές με γενική αναισθησία, γίνονται κάθε χρόνο, π.χ. για κύστεις του μαστού ή για περιοχές του μαστού χωρίς κλινικοεργαστηριακή υποψία για καρκίνο του μαστού. Οι κίνδυνοι των χειρουργείων χωρίς λόγο είναι μεγάλοι, οδηγώντας πολλές φορές σε επιπλοκές τέτοιες που μπορεί να είναι χειρότερες και από αυτόν καθεαυτόν τον καρκίνο του μαστού (συμπεριλαμβανομένου και του θανάτου από κάποια αναισθησιολογική ή χειρουργική επιπλοκή).


Οι ευρωπαϊκές οδηγίες


Τον Ιούνιο του 2003 το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο αποφάσισε να καλέσει τα κράτη-μέλη ώστε ως το 2008 να έχουν δημιουργηθεί οι συνθήκες εκείνες που θα ελαττώσουν τη θνητότητα από καρκίνο του μαστού στην Ευρώπη κατά 25%. Επιπλέον πρέπει να ελαττωθούν οι διαφορές θνητότητας μεταξύ των μελών-κρατών της Ευρωπαϊκής Ενωσης από 16% που είναι σήμερα σε 5% με τη σωστή εφαρμογή των οδηγιών για την αντιμετώπιση του καρκίνου του μαστού.


Οι πρώτες ευρωπαϊκές οδηγίες για την ποιότητα στη χειρουργική αντιμετώπιση του καρκίνου του μαστού, ιδίως του πρώιμου σταδίου, δημοσιεύθηκαν στο περιοδικό «European Journal of Surgical Oncology» το 1998 (24(2): 96-98) ύστερα από πολλές συναντήσεις ειδικών αντιπροσώπων χειρουργών από κάθε κράτος-μέλος. Οι ίδιοι χειρουργοί, με επικεφαλής τους καθηγητές Ν. Ο’ Higgins από την Ιρλανδία, L. Cataliotti από την Ιταλία, R. Mansel από την Αγγλία, Δ. Λινό από την Ελλάδα και Μ. Blicher-Toft από τη Δανία, ξανασυναντήθηκαν πρόσφατα στη Βουδαπέστη και προχώρησαν σε αναθεώρηση των ευρωπαϊκών οδηγιών, που θα δημοσιευθούν σύντομα.


Στις βασικές αρχές των οδηγιών περιλαμβάνεται η ανάγκη για περιορισμό των ανοιχτών χειρουργικών επεμβάσεων. Συγκεκριμένα αναφέρεται ότι για τις ανοιχτές βιοψίες μαστού η σχέση των ιστολογικών αποτελεσμάτων προς κακοήθεις βλάβες δεν πρέπει να υπερβαίνει το 0,5 με 1. Δηλαδή στο χειρουργείο πρέπει να οδηγούνται μόνο οι βλάβες εκείνες που κλινικά και εργαστηριακά είναι σαφώς ύποπτες για κακοήθεια, ώστε το πολύ σε κάθε βιοψία για καλοήθη βλάβη να αντιστοιχεί μία για κακοήθη βλάβη. Επιπλέον στις ευρωπαϊκές οδηγίες αναφέρεται ότι στην πλειονότητα (πάνω από 70%) τόσο των ψηλαφητών όσο και των μη ψηλαφητών καρκίνων πρέπει να γίνεται διάγνωση πριν από το χειρουργείο με κυτταρολογική ή ιστολογική βιοψία. Δηλαδή το χειρουργείο σπάνια πρέπει να χρησιμοποιείται για διάγνωση, ιδίως για τους ψηλαφητούς όγκους. Τέλος στις πρόσφατες οδηγίες περιλάβαμε την «ενθάρρυνση» των χειρουργών να γνωρίσουν καλύτερα οι ίδιοι τη χρήση των υπερήχων για τον διεγχειρητικό εντοπισμό των ύποπτων βλαβών.


Σύγχρονες τεχνολογίες


Στην προσπάθεια να περιοριστούν τα άνευ λόγου χειρουργεία για τις παθήσεις του μαστού, όλο και περισσότερο καθιερώνονται οι νέες τεχνικές για την καλύτερη διαφορική διάγνωση των καλοηθών και κακοηθών βλαβών του μαστού.


Κατ’ αρχήν το Αμερικανικό Κολέγιο Χειρουργών (ACS) εκπαιδεύει τους ενδιαφερόμενους χειρουργούς στη χρήση τόσο της υπερηχογραφίας όσο και της στερεοτακτικής βιοψίας του μαστού. Το υπερηχογράφημα, που ως γνωστόν δεν έχει ακτινοβολία, γίνεται το «στηθοσκόπιο» του χειρουργού στη διάγνωση των ψηλαφητών κυρίως παθήσεων του μαστού. Οταν εξετάζοντας μία γυναίκα φανεί στον υπερηχοτομογραφικό έλεγχο ότι η ψηλαφητή «ύποπτη» βλάβη είναι μία απλή κύστη, τότε ο χειρουργός την καθησυχάζει, της λέει ότι δεν είναι, ούτε μπορεί ποτέ να εξελιχθεί σε καρκίνο και κυρίως δεν χρειάζεται χειρουργείο!


Σε ορισμένες περιπτώσεις το ανοιχτό χειρουργείο, ιδίως με γενική νάρκωση, μπορεί να αποφευχθεί ακόμη και σε πραγματικά «ύποπτες» εστίες (συμπαγείς στο υπερηχογράφημα ή με μικροαποτιτανώσεις στη μαστογραφία) με τη χρήση των στερεοτακτικών βιοψιών στα ειδικά τραπέζια, που με τη βοήθεια λεπτών βελονών μπορούν να πραγματοποιήσουν ακριβείς βιοψίες της περιοχής και να ξεκαθαρίσουν το διαγνωστικό δίλημμα. Μάλιστα τελευταία, με τη βοήθεια ειδικών εργαλείων, η ύποπτη βλάβη αφαιρείται ολοκληρωτικά χωρίς ο ασθενής να υποστεί τη συνήθη διαδικασία του χειρουργείου.


Οπως σε κάθε καινούργιο όμως χρειάζεται προσοχή και κατ’ αρχήν ο γιατρός να έχει εκπαιδευθεί σωστά. Το Αμερικανικό Κολέγιο Χειρουργών χορηγεί ειδικά πιστοποιητικά εκπαίδευσης προτού επιτρέψει στον χειρουργό να πραγματοποιήσει αυτές τις στερεοτακτικές βιοψίες, διότι ακόμη και αυτές έχουν επιπλοκές, με χειρότερο το ψευδώς αρνητικό αποτέλεσμα. H συνεργασία με τους ειδικούς ακτινολόγους που έχουν την εμπειρία της μαστογραφίας και της στερεοτακτικής τεχνικής είναι απαραίτητη προϋπόθεση για το σωστό αποτέλεσμα, με τελικά κύριο ωφελημένο τη γυναίκα που αγωνιά και θέλει τη γρήγορη, ακίνδυνη και σωστή απάντηση.


Ο καθηγητής κ. Δημήτριος Λινός είναι μέλος του Διδακτικού Προσωπικού της Ιατρικής Σχολής του Πανεπιστημίου Harvard και Consultant της Χειρουργικής στο Massachusetts General Hospital της Βοστώνης.