H αυτογνωσία του ανθρώπου, το μεγάλο αυτό δώρο της φύσης, έχει και το αντίδωρό της, την ευθύνη του ανθρώπου. Γι’ αυτό ο Homo Sapiens, ακόμη και πριν από την έλευση του πολιτισμού, προσπαθούσε σε απλοϊκό τόνο να προβληματιστεί για την καταγωγή του και τη φύση του. Σήμερα τα πράγματα προσεγγίζουν μια περισσότερο ήρεμη και ώριμη αντιμετώπιση της βιολογικής ύπαρξής του. Αυτός είναι και ο λόγος που καταπιανόμαστε με ένα τέτοιο θέμα το οποίο στο παρελθόν προκαλούσε ασύλληπτες αντιπαραθέσεις, όπως λ.χ. εκείνη του Χάξλεϊ, σύγχρονου του Δαρβίνου, φίλου και υποστηρικτή του, και του επισκόπου του Wilberforce, ο οποίος ζητούσε προκλητικά «να μάθει» αν ο Χάξλεϊ συγγενεύει με τον πίθηκο από τη γιαγιά του ή από τον παππού του. Ο Δαρβίνος είχε αποφύγει επιμελώς το 1859 στο βιβλίο του «H καταγωγή των ειδών» να αναπτύξει τις προεκτάσεις της εξέλιξης στον άνθρωπο, καθώς είχε μείνει σε μια επιφυλακτική πρόταση που προστέθηκε στις επόμενες εκδόσεις και αναφερόταν στο ότι «η προέλευση του ανθρώπου και η ιστορία του θα διασφαλιστούν». H πρόταση αυτή δημιούργησε το 1871 το βιβλίο του «H καταγωγή του ανθρώπου» το οποίο προκάλεσε τις μεγαλύτερες αντιδράσεις. Στο εν λόγω βιβλίο, που βασιζόταν σε θεωρητικές σκέψεις, καθώς εκείνη την εποχή δεν είχε βρεθεί κανένα αρχαίο ανθρώπινο απολίθωμα εκτός από εκείνα του Νεάντερταλ από την Ευρώπη, προβλέπονταν σημαντικές απόψεις που επιβεβαιώθηκαν στη συνέχεια. Π.χ. είχε προβλέψει ότι το λίκνο του ανθρώπινου είδους ήταν η Αφρική και ακόμη σπουδαιότερο ότι οι σημερινοί μεγάλοι πίθηκοι και ο άνθρωπος είχαν κοινό πρόγονο. «Σε κάθε μεγάλη περιοχή του κόσμου τα ζώντα θηλαστικά σχετίζονται στενά με τα εξελιγμένα είδη της ίδιας περιοχής. Συνεπώς είναι πιθανόν η Αφρική να κατοικήθηκε στο παρελθόν από ανθρωποειδείς πιθήκους που έχουν εκλείψει και συγγένευαν με τον γορίλα και τον χιμπαντζή. Και αφού τα δύο αυτά είδη είναι σήμερα οι στενότεροι συγγενείς του ανθρώπου, είναι πολύ πιθανόν οι αρχαίοι πρόγονοί μας να έζησαν μάλλον στην Αφρική» έγραφε ο Δαρβίνος.


Σήμερα είναι αποδεκτό ότι οι πιο κοντινοί συγγενείς μας είναι δύο οικογένειες πιθήκων: οι Πογκίδες στους οποίους ανήκουν ο ουραγκουτάγκος, ο χιμπαντζής και ο γορίλας, και οι Υαλοβατίδες που ανήκουν ο γίββονας και ο σιαμάγκ. Οι οικογένειες αυτές μαζί με την οικογένεια των Ανθρωπιδών, στην οποίαν ανήκουν ο αυστραλοπίθηκος και ο άνθρωπος, απαρτίζουν την υπεροικογένεια των Ανθρωποειδών. Ενας κοινός πρόγονος των σημερινών πιθήκων (Πογκίδες) και των Ανθρωπιδών φαίνεται να ήταν μια υποοικογένεια των Δρυοπιθήκων (17-22 εκατ. χρόνια πριν), τα είδη της οποίας είχαν πολλά πρωτόγονα χαρακτηριστικά ανθρωποειδών.


Πριν από 8-17 εκατ. χρόνια ζούσε στην Ινδία ο Ραμαπίθηκος, ο οποίος διέφερε από τους Δρυοπιθήκους και από τον οποίον φαίνεται να προήλθαν πριν από 15 περίπου εκατομμύρια χρόνια οι ασιατικοί πίθηκοι (γίββονας, σιαμάγκ, ουρακοτάγκος) και πριν από 5-7 εκατομμύρια χρόνια περίπου, ύστερα από μια άλλη διάσπαση, οι αφρικανικοί πίθηκοι (γορίλας, χιμπαντζής) και οι Ανθρωπίδες. Ο ουραγκουτάγκος διαφέρει περισσότερο από τον άνθρωπο, τον χιμπαντζή και τον γορίλα από ό,τι αυτοί διαφέρουν μεταξύ τους και λιγότερο από τους Υαλοβατίδες· γι’ αυτό θεωρείται ότι βρίσκεται σε μια ενδιάμεση εξελικτική θέση.


Και ενώ ο Ραμαπίθηκος εθεωρείτο για αρκετό καιρό ανθρωποειδές, μια άλλη άποψη, βασισμένη σε μοριακά δεδομένα (ανοσοβιολογικές αποστάσεις, αμινοξικές αλληλουχίες, χρωμασωμοτικές ζωνώσεις) που αποκάλυψαν οι Γουίλσον και Σάριχ, υποστηρίζει ότι το πρώτο είδος δίποδου ανθρωποειδούς πιθήκου, το ιδρυτικό μέλος των Ανθρωπιδών, είχε εξελιχθεί σχετικά πρόσφατα, πριν από περίπου 7 εκατομμύρια χρόνια κατά γενική ομολογία. Ο άνθρωπος πάντως δεν εξελίχθηκε απευθείας από τους σημερινούς πιθήκους, με τους οποίους είχε κοινό πρόγονο.


Σήμερα γίνεται όλο και πιο σαφές ότι η γενετική ομοιότητα μεταξύ του ανθρώπου και των αφρικανικών πιθήκων είναι μεγαλύτερη σε σχέση με των ασιατικών. Ο άνθρωπος και ο χιμπαντζής λ.χ. διαφέρουν μόνο σε 1,2% του DNA τους και σε 1% των αμινοξέων των πρωτεϊνών τους· οι άνθρωποι μεταξύ τους διαφέρουν σε 0,1% στο DNA τους, με τον καθένα μας να διαφέρει από τον άλλον σε περίπου 3 εκατομμύρια βάσεις-μεταλλάξεις.


Αλλες μελέτες έχουν δείξει επίσης ότι οι α και β αλυσίδες της αιμοσφαιρίνης του ανθρώπου και του γορίλα διαφέρουν μόνο σε ένα αμινοξύ η καθεμία. Το σύστημα των ομάδων αίματος (AB0) είναι κοινό στοιχείο του ανθρώπου και των μεγάλων πιθήκων (χιμπαντζή, γορίλα). Οι αλβουμίνες και οι τρανσφερίνες του ορού καθώς και το DNA δείχνουν περισσότερη ομοιότητα μεταξύ του ανθρώπου και των μεγάλων πιθήκων παρά μεταξύ οποιουδήποτε από αυτούς και των άλλων πιθήκων. H κοινή ψείρα ζει μονάχα πάνω στους ανθρώπους και στους πιθήκους· ιλαρά μπορούν να πάθουν μόνο ο πίθηκος και ο άνθρωπος.


Τα χρωμοσώματα του ανθρώπου και του χιμπαντζή είναι ουσιαστικά παρόμοια, ζώνη προς ζώνη, εκτός από μερικές χρωμοσωματικές ανακατατάξεις που οδήγησαν στη μείξη δύο χρωμοσωμάτων χιμπαντζή προς ένα χρωμόσωμα ανθρώπου, με αποτέλεσμα ο χιμπαντζής να έχει 48 χρωμοσώματα και ο άνθρωπος 46. Πέραν βέβαια των φαινοτυπικών και ανατομικών διαφορών μεταξύ ανθρώπου και πιθήκων, λ.χ. ως προς το ύψος, το βάρος, τη διατροφή, την ηλικία της σεξουαλικής ωριμότητας, τη διάρκεια κυοφορίας, το πόσο ζουν κ.ά., ιδιαίτερη σημασία έχει η διαφορά στο μέγεθος της κρανιακής κοιλότητας που είναι πολύ μικρότερη στους πιθήκους (100 κυβικά εκατοστά στον γίββονα, 500 στον γορίλα, 1.400 στον άνθρωπο. Και ενώ ο χιμπαντζής έχει λ.χ. κατασκευή λάρυγγα και φωνητικές χορδές που μοιάζουν αρκετά με του ανθρώπου, δεν μπορεί παρά να μάθει λίγες μόνο λέξεις· ο περιοριστικός παράγοντας αναμφίβολα είναι ο εγκέφαλος.


Αυτός ο εγκέφαλος της αυτογνωσίας και του πολιτισμού είναι «θείο» δώρο της φύσης· είναι «νυστέρι» το οποίο ως εργαλείο προεκτείνει τη δύναμη του ανθρώπου, αλλά ως φονικό όργανο φέρνει την καταστροφή. Αυτός ο εγκέφαλος ανατροφοδοτείται από τον πολιτισμό που ο ίδιος δημιουργεί. Μια διαλεκτική σχέση που διαμορφώνει προσωπικότητες και κοινωνίες, που καθοδηγεί τον άνθρωπο στο παρελθόν, στο παρόν και στο μέλλον. Για να γνωρίζει την ιστορία του και να διαμορφώνει την πορεία του στο μεγάλο ταξίδι της καθημερινότητας αλλά και της εξέλιξης, της προόδου και της υπέρβασης των καταβολών του. H γνώση λοιπόν είναι η δύναμη της θέλησης για την επιτυχή πορεία μας, είναι η πυξίδα της επιτυχίας μας, αλλά και η θέληση της δύναμής μας. Γι’ αυτό οποιαδήποτε παρερμηνεία των επιστημονικών ανακαλύψεων για τη φύση του ανθρώπου και τη σχέση του με την υπόλοιπη ζωή δεν συμβάλλει στην προσέγγιση της αλήθειας την οποία πρέπει να υπηρετεί ο άνθρωπος· για να ‘ναι άνθρωπος.


* Στο προηγούμενο άρθρο «Οι αποκαλύψεις του απολιθωμένου DNA» (4 Απριλίου 2004), οι σιαμάγκ κατατάχθηκαν στους Πογκίδες ενώ κατατάσσονται στους Υαλοβατίδες.


Ο κ. Σταμάτης N. Αλαχιώτης είναι καθηγητής Γενετικής και πρώην πρύτανης του Πανεπιστημίου Πατρών.