Κανείς δεν γνωρίζει πότε ακριβώς το ανθρώπινο είδος πρωτοσυναντήθηκε με τον ιό του Δυτικού Νείλου. Στην πραγματικότητα, αυτό που συμβαίνει με όλους τους ιούς είναι ότι για εμάς η ιστορία τους ξεκινά όταν τους ανιχνεύουμε για πρώτη φορά. Μετά την πρώτη ανίχνευση, ξεκινά μια μακρά ερευνητική περίοδος γνωριμίας των ιδιαιτεροτήτων κάθε ιού στο εργαστήριο και βεβαίως, κάθε φορά που υπάρχουν εξάρσεις του, παρακολούθησής του στο πεδίο.
Ετσι λοιπόν και η ιστορία του ιού του Δυτικού Νείλου ξεκινά το 1937 στο πλαίσιο μιας μεγάλης επιδημιολογικής μελέτης για τον κίτρινο πυρετό στη Βόρεια Ουγκάντα. Εμβολιασμός ποντικών με ορό ενός από τους ασθενείς οδηγεί στην απομόνωση ενός φλαβοϊού παρόμοιου με άλλους που προσβάλλουν το κεντρικό νευρικό σύστημα. Με άλλα λόγια, ο ασθενής ο οποίος εμφανίζει μόνο πυρετό, δεν πάσχει από κίτρινο πυρετό, αλλά έχει προσβληθεί από έναν άγνωστο μέχρι τότε ιό.
Οι επιστήμονες βαφτίζουν τον νέο ιό «ιό του Δυτικού Νείλου» και δεν έχουν την ευκαιρία να μελετήσουν την επιδημιολογία και οικολογία του παρά στις αρχές της δεκαετίας του ‘50. Για την ακρίβεια, το 1951 ξεσπά μια επιδημία του ιού σε μια μικρή πόλη έξω από τη Χάιφα, στο Ισραήλ. Από τους 303 κατοίκους προσβάλλονται οι 123, στην πλειονότητά τους παιδιά. Θάνατοι δεν σημειώνονται, ενώ καταγράφονται τα συμπτώματα της νόσου, κυρίως πυρετός και πονοκέφαλος, αλλά και μυϊκός και κοιλιακός πόνος, ανορεξία, εξανθήματα και πολύ σπανιότερα, έμετοι, λεμφαδενοπάθεια, διάρροιες.
Μεγάλα ξεσπάσματα του ιού στην Αίγυπτο, από το 1951 ως το 1954, δίνουν περισσότερες ευκαιρίες στους επιστήμονες να τον μελετήσουν. Από τις μελέτες αυτές προκύπτει ότι τα μικρά παιδιά εμφανίζουν συμπτώματα (κυρίως πυρετό) μετά τη μόλυνση, η οποία όμως είναι αυτοϊούμενη. Αντίθετα, ενήλικοι και μεγαλύτερα παιδιά παραμένουν ασυμπτωματικοί, πράγμα που κάνει τους ειδικούς να κατατάξουν τη νόσο στις παιδικές ασθένειες. Παράλληλα, μελέτες σε πτηνά (κυρίως κοράκια) καταδεικνύουν τόσο τον δικό τους ρόλο στον πολλαπλασιασμό του ιού όσο και τον ρόλο του κουνουπιού του γένους culex στη μετάδοσή του.
Το 1957 ένα μεγάλο ξέσπασμα του ιού στο Ισραήλ δίνει τα πρώτα κρούσματα εγκεφαλίτιδας. Οι ασθενείς ζουν σε οίκο ευγηρίας. Από τότε και καθ’ όλη τη διάρκεια των δεκαετιών του ‘70 και του ‘80 ο ιός δίνει αραιά ξεσπάσματα (Γαλλία, Ρωσία, Ινδία, Νότια Αφρική, Ισπανία) κατά τα οποία οι εγκεφαλίτιδες και οι μηνιγγίτιδες παραμένουν σπάνια φαινόμενα.
Το 1996 υπήρξε μια σημαντική στροφή στη συμπεριφορά του ιού του Δυτικού Νείλου: ένα μεγάλο ξέσπασμα στο Βουκουρέστι της Ρουμανίας προκαλεί κυρίως νευρολογικά συμπτώματα. Από τότε και μέχρι το τέλος της δεκαετίας του 1990 ο ιός δείχνει τα δόντια του: συχνά ξεσπάσματα (Ευρώπη, Μέση Ανατολή) και προσβολή του κεντρικού νευρικού συστήματος. Χαρακτηριστικό παράδειγμα το ξέσπασμα του ιού στην περιοχή Volgograd της Ρωσίας το καλοκαίρι του 1999, όπου μεταξύ των 183 κρουσμάτων σημειώθηκαν 84 οξείες μηνιγγοεγκεφαλίτιδες εκ των οποίων οι 40 θανατηφόρες. Το 75% των θανάτων αφορούσε άτομα άνω των 60 ετών.
Το καλοκαίρι του 1999 ο ιός έφτασε και στις ΗΠΑ, με προέλευση το Ισραήλ, σύμφωνα με τα ερευνητικά δεδομένα της ταυτοποίησής του, με τα πρώτα κρούσματα να σημειώνονται στη Νέα Υόρκη. Το καλοκαίρι του 2002 ο αριθμός των κρουσμάτων του ιού είχε ξεπεράσει κάθε προηγούμενο: οι αριθμοί μηνιγγοεγκεφαλίτιδας που σημειώθηκαν τότε ήταν οι μεγαλύτεροι που είχαν καταγραφεί ποτέ στο βόρειο ημισφαίριο. Σήμερα, ο ιός εντοπίζεται παντού, εκτός της αφιλόξενης στα κουνούπια Ανταρκτικής, αλλά οι ερευνητές έχουν κάνει και μεγάλες προόδους τόσο όσον αφορά τη γνωριμία μαζί του όσο και την καταπολέμησή του.
Τελευταία ερευνητικά ευρήματα
Τα σημαντικότερα ερευνητικά δεδομένα που προέκυψαν τα τελευταία τρία χρόνια ρίχνουν φως στον τρόπο επίδρασης του ιού στο ανθρώπινο κεντρικό νευρικό σύστημα, στη φυσική ιστορία του αλλά και στις προσπάθειες να βρεθεί αποτελεσματική αντιμετώπιση.
-Τον Ιούλιο του 2015, ερευνητές του Πανεπιστημίου Ουάσιγκτον στο Σεν Λούις των ΗΠΑ, με άρθρο τους στην επιθεώρηση PLOS Ρathogens έδωσαν μια εξήγηση στην «προτίμηση» του ιού στα άτομα της τρίτης ηλικίας. (Τα άτομα της τρίτης ηλικίας καθώς και οι χρονίως πάσχοντες και οι ανοσοκατεσταλμένοι ασθενείς ανήκουν στις ομάδες υψηλού κινδύνου για προσβολή του κεντρικού νευρικού συστήματος έπειτα από μόλυνση με τον ιό.) Οπως προέκυψε από συγκριτική μελέτη νεαρών και ηλικιωμένων ποντικών που μολύνθηκαν με τον ιό, τα ηλικιωμένα ποντίκια (όπως και οι άνθρωποι) είχαν πολλαπλάσια ιικά σωματίδια στο αίμα, στον σπλήνα και στον εγκέφαλό τους σε σχέση με τα νεαρότερα ζώα. Περαιτέρω ανάλυση κατέδειξε ότι τόσο οι αριθμοί των ειδικών αντισωμάτων (εναντίον του ιού) όσο και η παραγωγή κομβικών για τη λειτουργία μορίων του ανοσοποιητικού (χυμοκίνες) ήταν σε χαμηλά επίπεδα. Με άλλα λόγια, η γενικότερη κατάπτωση του ανοσοποιητικού συστήματος που επέρχεται με το πέρας του χρόνου αφήνει στον ιό ευκαιρίες να πολλαπλασιαστεί και να κυριαρχήσει στο σώμα των ηλικιωμένων ασθενών.
-Τον Ιούνιο του 2016, ερευνητές της Ιατρικής Σχολής του Πανεπιστημίου Ουάσιγκτον στο Σεν Λούις των ΗΠΑ διαλεύκαναν ένα μεγάλο μυστήριο σχετικά με την επίδραση του ιού στο ανθρώπινο κεντρικό νευρικό σύστημα. Ειδικότερα, ο Robyn Klein και οι συνεργάτες του θέλησαν να διερευνήσουν τους λόγους για τους οποίους οι ασθενείς που επιβιώνουν μιας εγκεφαλίτιδας εμφανίζουν στη συνέχεια μακρόχρονη απώλεια μνήμης. Δημιουργώντας πειραματόζωα μοντέλα για τη νόσο, οι αμερικανοί ερευνητές μπόρεσαν να καταδείξουν ότι αυτή χτυπά στις συνάψεις, στα σημεία επικοινωνίας των νευρικών κυττάρων. Οπως εξήγησαν στο σχετικό άρθρο τους στην επιθεώρηση «Nature» τα νευρικά κύτταρα παραμένουν ζωντανά αλλά οι συνάψεις τους καταστρέφονται, ενώ στη συνέχεια παρεμποδίζεται η επαναδημιουργία τους από κύτταρα μικρογλοίας, κύτταρα του ανοσοποιητικού συστήματος που συγκεντρώνονται στις φλεγμένες από τη νόσο περιοχές του εγκεφάλου.
l Αξίζει να σημειωθεί ότι οι υγιείς ενήλικοι δημιουργούν νέες συνάψεις καθ’ όλη τη διάρκεια της ζωής τους κάθε φορά που μαθαίνουν καινούργια πράγματα. Ετσι, ο Klein και οι συνεργάτες του προσπάθησαν να αποκαταστήσουν τη χαμένη εγκεφαλική ισορροπία. Σύμφωνα με άρθρο τους, το οποίο δημοσιεύτηκε τον Ιανουάριο του 2018 στην επιθεώρηση «Nature Immunology», πέτυχαν τον σκοπό τους μπλοκάροντας φαρμακευτικά την ιντερλευκίνη-1 (IL-1) στα πειραματόζωα. Οπως επισημαίνουν οι αμερικανοί επιστήμονες, η ιντερλευκίνη-1 είναι κομβικής σημασίας για το ανοσοποιητικό σύστημα και ο πειραματισμός τους δεν είναι δυνατόν να εφαρμοστεί σε ανθρώπους. Αποτελεί όμως απόδειξη του τρόπου με τον οποίο ο ιός παρεμβαίνει στη λειτουργία του εγκεφάλου και πώς αυτή η παρέμβαση είναι εφικτό να εξουδετερωθεί.
– Μόλις πέρυσι λύθηκε ένα άλλο μυστήριο σχετικά με τη γεωγραφική κατανομή του ιού. Ειδικότερα, οι ερευνητές δεν γνώριζαν αν τα τοπικά ξεσπάσματα του ιού από χρόνο σε χρόνο οφείλονταν σε επανεισαγωγή του, ή αν παρέμενε κρυμμένος σε κουνούπια που επιβίωναν τον χειμώνα. Το μυστήριο έλυσε διεθνής ερευνητική ομάδα με επικεφαλής αυστριακούς ερευνητές της κτηνιατρικής σχολής της Βιέννης. Οπως περιγράφουν στο σχετικό άρθρο τους, το οποίο δημοσιεύτηκε στην επιθεώρηση «Parasites & Vectors», επί επτά συνεχή χρόνια οι ερευνητές συνέλεγαν και μελετούσαν δείγματα κουνουπιών από την περιοχή της Νότιας Μοραβίας στην Τσεχία. Τα δείγματα λαμβάνονταν με συσκευές αναρρόφησης και προέρχονταν από σημεία τα οποία μπορούν να φιλοξενήσουν κουνούπια, όπως τοίχοι και ταβάνια σε κάβες και υπόγεια (λόγω ζέστης και υγρασίας) ή υδραγωγεία. Συνολικά αναλύθηκαν δεδομένα από 27.872 θηλυκά κουνούπια του είδους Culex pipiens από 573 διαφορετικά σημεία. Διαπιστώθηκε ότι άτοκα θηλυκά που διαχειμάζουν (μπορούν να ζήσουν για περισσότερο από 6 μήνες) μεταφέρουν τον ιό και μπορούν την επόμενη σεζόν να ξαναρχίσουν τον κύκλο του μολύνοντας πουλιά… Με άλλα λόγια, ο ιός δεν χρειάζεται να επανενταχθεί (χωρίς φυσικά να αποκλείεται και αυτό το ενδεχόμενο), αλλά μπορεί να μεταφέρεται στις επόμενες γενιές κουνουπιών από χρόνο σε χρόνο.
-Ενα σημαντικό εύρημα αφορά την αντιμετώπιση του ιού και είναι πολύ πρόσφατο: μόλις στα τέλη Μαρτίου του 2018 ερευνητές της Ιατρικής Σχολής του Πανεπιστημίου Yale στις ΗΠΑ ανακοίνωσαν στην επιθεώρηση «Cell Host & Microbe» μια πειραματική θεραπεία για τον ιό. Η θεραπεία, η οποία δοκιμάστηκε σε πειραματόζωα, χορηγείται μέσω της μύτης προκειμένου να εισέρχεται στον εγκέφαλο χωρίς να εμποδίζεται από τον αιματοεγκεφαλικό φραγμό. Το σκεύασμα συνίσταται σε ένα μόριο interfering RNA (παρεμβατικού RNA) το οποίο είναι συνδεδεμένο με ένα πεπτίδιο έτσι ώστε να εξασφαλιστεί η είσοδός του στα νευρικά κύτταρα. Το ειδικά σχεδιασμένο μόριο, όταν εισέλθει στα κύτταρα παρεμποδίζει τον πολλαπλασιασμό του ιού. Είναι χαρακτηριστικό ότι στα πειραματόζωα στα οποία χορηγήθηκαν εμφάνισαν επίπεδα επιβίωσης μετά τη μόλυνση από τον ιό της τάξεως του 90%, ενώ σύντομα το ανοσοποιητικό σύστημά τους είχε απομακρύνει τον ιό από τον οργανισμό τους. Καθώς το παρεμβατικό RNA έχει σχεδιαστεί έτσι ώστε να παρεμποδίζεται η δράση και άλλων φλαβοϊών, εκτιμάται ότι βρισκόμαστε στην τελική ευθεία για την αντιμετώπιση του ιού του Δυτικού Νείλου και όχι μόνο.

7 Ερωτήσεις-απαντήσεις

Τι είναι ο ιός του Δυτικού Νείλου;
Πρόκειται για έναν ιό RNA (δηλαδή το γενετικό υλικό του είναι RNA και όχι DNA), ο οποίος ανήκει στο γένος των φλαβοϊών (Flavivirus). Στο ίδιο γένος ανήκουν ακόμη ο ιός Ζίκα, ο ιός που προκαλεί τον δάγκειο πυρετό, αλλά και ο ιός που προκαλεί τον κίτρινο πυρετό. Μάλιστα, σε αυτόν τον τελευταίο οφείλεται και η ονομασία του γένους, καθώς «flavus» στα λατινικά σημαίνει «κίτρινο». Κοινό χαρακτηριστικό των παραπάνω ιών είναι ότι για τη μετάδοσή τους «αξιοποιούν» αρθρόποδα όπως τα κουνούπια και τα τσιμπούρια.
Πώς μεταδίδεται και ποια είδη προσβάλλει ο ιός;
Ο ιός μεταδίδεται μέσω των θηλυκών κουνουπιών του γένους Culex, το οποίο είναι ένα από τα τρία πλέον διαδεδομένα παγκοσμίως (τα άλλα δύο είναι το γένος Anopheles, το οποίο μεταδίδει την ελονοσία, και το γένος Aedes, το οποίο ευθύνεται για τη μετάδοση του ιού Zika αλλά και τη μετάδοση του δάγκειου και του κίτρινου πυρετού). Κομβικής σημασίας για τη μετάδοση του ιού του Δυτικού Νείλου είναι η μόλυνση των πτηνών, μέσω των τσιμπημάτων κουνουπιών. Ορισμένα είδη πτηνών, όπως παραδείγματος χάριν τα κοράκια, είναι πολύ ευαίσθητα στη μόλυνση από τον ιό, ο οποίος πολλαπλασιαζόμενος ταχύτατα εντός τους ανιχνεύεται σε πολύ υψηλά επίπεδα στο αίμα τους. Οταν τα κουνούπια αντλούν αίμα από άρρωστα πτηνά, επαναπροσλαμβάνουν τον ιό, τον οποίο, μετά το πέρας μιας εβδομάδας, μπορούν να μεταδώσουν σε άλλα πτηνά ή και σε θηλαστικά. Σε αντίθεση όμως με τα πτηνά, τα οποία δρουν ως ξενιστές πολλαπλασιαστές του ιού, τα θηλαστικά, όπως τα άλογα και ο άνθρωπος, δεν παρέχουν φιλόξενο περιβάλλον για τον πολλαπλασιασμό του. Με άλλα λόγια, μπορεί τα άλογα και οι άνθρωποι να μολυνθούν μεν από τον ιό (και σε ορισμένες περιπτώσεις η μόλυνση να αποβεί θανατηφόρος), αλλά τα επίπεδά του στην αιματική κυκλοφορία τους δεν είναι τόσο υψηλά ώστε ο ιός να επαναπροσληφθεί από κάποιο κουνούπι που θα τσιμπήσει μολυσμένο με τον ιό άνθρωπο ή άλογο. Αξίζει πάντως να τονιστεί ότι η μετάδοση από άνθρωπο σε άνθρωπο μπορεί να συμβεί μέσω μετάγγισης αίματος, μέσω μεταμόσχευσης οργάνων, αλλά και από τη μητέρα στο έμβρυο ή στο θηλάζον βρέφος.
Δηλαδή, ο ιός δεν μεταδίδεται από άνθρωπο σε άνθρωπο, όπως το κρυολόγημα;
Οχι! Ο ιός δεν μεταδίδεται ούτε με τον βήχα ούτε με το άγγιγμα. Επίσης δεν μεταδίδεται ούτε αν αγγίξουμε μολυσμένα ζώα. Και παρά το γεγονός ότι δεν έχει καταγραφεί μετάδοση μέσω του αγγίγματος νεκρού ζώου, οι ειδήμονες συνιστούν τη χρήση γαντιών στην περίπτωση που πρέπει να αποθέσουμε ένα νεκρό ζώο. Τέλος, συνίσταται το καλό μαγείρεμα κρέατος πτηνών και θηλαστικών.
Ποια είναι η γεωγραφική κατανομή του ιού;
Ο ιός εντοπίζεται κυρίως σε τροπικές και εύκρατες ζώνες, όπου ευδοκιμούν τα κουνούπια και οι περίοδοι έξαρσής του είναι συνυφασμένες χρονικά με τις περιόδους ευδοκίμησης των κουνουπιών. Αξίζει πάντως να σημειωθεί ότι ο ιός πρωτοανιχνεύθηκε το 1937 σε ασθενή από την περιοχή του Δυτικού Νείλου στα βόρεια της Ουγκάντας (εξ ου και το όνομά του) και ενώ στις δεκαετίες του ’50 και του ’60 εντοπιζόταν κυρίως στη λεκάνη της Μεσογείου, σήμερα καταγράφεται σε ολόκληρο τον κόσμο, με εξαίρεση την Ανταρκτική.
Πόσο επικίνδυνος είναι ο ιός;
Η πλειονότητα των ανθρώπων (80%) που μολύνεται από τον ιό παραμένει ασυμπτωματική. Αλλά και το υπόλοιπο 20% που μολύνεται εμφανίζει συμπτώματα ελαφρού κρυολογήματος (τα οποία ποικίλλουν και μπορεί να είναι: πυρετός, ήπιος πονοκέφαλος, έμετοι και διάρροιες, γενικευμένη κούραση και εξάνθημα). Ωστόσο, σε ένα ποσοστό της τάξεως του 1% ο ιός προκαλεί σοβαρές νευρολογικές μολύνσεις, όπως εγκεφαλίτιδα (φλεγμονή του εγκεφάλου) ή μηνιγγίτιδα (φλεγμονή των μηνίγγων, των μεμβρανών που «ντύνουν» τον εγκέφαλο και τον νωτιαίο μυελό). Τα συμπτώματα σε αυτές τις περιπτώσεις είναι έντονα και μπορεί να περιλαμβάνουν υψηλό πυρετό, έντονο πονοκέφαλο, αυχενική δυσκαμψία, αποπροσανατολισμό και σύγχυση, μυϊκό σπασμό και τρόμο, μερική παράλυση και μυϊκή αδυναμία, επιληπτικές κρίσεις, ενώ σε ορισμένες περιπτώσεις επέρχεται κώμα και θάνατος.
Υπάρχει θεραπεία για τη μόλυνση από τον ιό του Δυτικού Νείλου;
Οχι, δεν υπάρχει θεραπεία εγκεκριμένη για την αντιμετώπιση του ιού αυτού, όπως δεν υπάρχει ούτε εμβόλιο. Για τον λόγο αυτόν συνιστάται να λαμβάνονται προληπτικά μέτρα για την αποφυγή της μόλυνσης, τόσο σε επίπεδο κοινότητας (ψεκασμοί σε κατάλληλες χρονικές περιόδους, αποξήρανση στεκούμενων υδάτων) όσο και σε ατομικό επίπεδο (χρήση κουνουπιέρων και εντομοαπωθητικών). Ιδιαίτερη προσοχή οφείλουν να δείχνουν ηλικιωμένα, ανοσοκατεσταλμένα και άτομα με χρόνια υποκείμενα νοσήματα, καθώς ανήκουν στις ομάδες υψηλού κινδύνου για εμφάνιση της βαριάς μορφής της νόσου.
Πώς μπορούμε να προστατευθούμε από τα τσιμπήματα κουνουπιών;
Εκτός σπιτιού φορώντας μακριά ρούχα και επαλείφοντας τα γυμνά μέρη του σώματος με εντομοαπωθητικό. Εντός σπιτιού, με κατάλληλα εντομοαπωθητικά και εντομοκτόνα, αλλά και θωρακίζοντας το ίδιο το σπίτι με σήτες. Επιπροσθέτως, για τα ευαίσθητα στα εντομοαπωθητικά άτομα (όπως π.χ. τα μωρά) χρησιμοποιούμε κουνουπιέρες. Τέλος, φροντίζουμε να απαλλάσσουμε τον χώρο γύρω από το σπίτι από εστίες φιλοξενίας κουνουπιών, όπως είναι τα παντός φύσεως στάσιμα νερά: βάζα, γλάστρες, παλιά λάστιχα, υδρορροές.

ΕΝΤΥΠΗ ΕΚΔΟΣΗ