Ποιο καθεστώς ισχύει στο Αιγαίο







Οι πρόσφατες δηλώσεις κορυφαίων παραγόντων της αμερικανικής διπλωματίας, όπως ο βοηθός υφυπουργός κ. Μαρκ Γκρόσμαν, ο πρεσβευτής στην Ελλάδα κ. Νίκολας Μπερνς, και ο εκπρόσωπος του Στέιτ Ντιπάρτμεντ κ. Τζέιμς Φόλεϊ, έφεραν και πάλι στην επικαιρότητα το θέμα του ελληνικού εναέριου χώρου και των χωρικών υδάτων στο Αιγαίο. Οι δηλώσεις αυτές προκάλεσαν μια έντονη συζήτηση η οποία όμως παρέβλεψε ένα κρίσιμο στοιχείο: ορισμένες από τις ελληνικές θέσεις για το Αιγαίο ­ όπως είναι γνωστό εδώ και πολλά χρόνια ­ δεν βρίσκουν τη συμπαράσταση της διεθνούς κοινότητας. Ταυτόχρονα, σε ορισμένα κρίσιμα θέματα τόσο οι Ηνωμένες Πολιτείες όσο και άλλες χώρες είναι έτοιμες να αποδοκιμάσουν τις τουρκικές ενέργειες και να υποστηρίξουν τις ελληνικές απόψεις. Οι ερωτήσεις και οι απαντήσεις που ακολουθούν προσπαθούν να εξηγήσουν τι συμβαίνει.


1Γιατί οι Αμερικανοί και οι Ευρωπαίοι αποδοκιμάζουν τις παραβιάσεις του ελληνικού εθνικού εναέριου χώρου και ζήτησαν από την Τουρκία να αναθεωρήσει τα σχέδια των ασκήσεών της;


Παρά το στιγμιαίο της διέλευσης των τουρκικών αεροσκαφών πάνω από ελληνικά νησιά ­ καθώς δεν διαρκούν συνήθως πάνω από μερικά δευτερόλεπτα ­, ανακύπτει ένα μείζον νομικό και πολιτικό θέμα: η διέλευση αυτή συνιστά παραβίαση της κυριαρχίας του ελληνικού κράτους. Σύμφωνα με το Διεθνές Δίκαιο, η κυριαρχία ενός κράτους ασκείται όχι μόνο στο χερσαίο έδαφός του αλλά και στον υπερκείμενο εναέριο χώρο καθώς και πάνω από την αιγιαλίτιδα ζώνη του. Ο κανόνας αυτός έχει αποτυπωθεί ολοκληρωμένα στη Σύμβαση των Ηνωμένων Εθνών για το Δίκαιο της Θάλασσας και με διάφορους τρόπους περιλαμβανόταν νωρίτερα στη Σύμβαση της Γενεύης (1958), στη Σύμβαση του Σικάγου για τη διεθνή πολιτική αεροπορία (1944) και παλαιότερα στη Σύμβαση των Παρισίων (1919). Παρά το γεγονός ότι οι παραβιάσεις αυτές έχουν καταστεί συνήθεια στην περίπτωση της Ελλάδας και της Τουρκίας, αποτελούν ένα φαινόμενο εξέχουσας σημασίας καθώς συνιστούν προσβολή μιας από τις θεμελιώδεις ιδιότητες ενός κράτους. Ο εναέριος χώρος γίνεται γενικά σεβαστός στις σχέσεις μεταξύ χωρών.


Ακόμη και στις περιπτώσεις χωρών που έχουν ισχυρούς ανταγωνισμούς, οι παραβιάσεις του εθνικού εναέριου χώρου (όταν γίνονται) είναι σποραδικές, με στόχο κυρίως τη φωτογράφηση στρατιωτικών ή άλλων εγκαταστάσεων. Το Αιγαίο είναι μια μοναδική περίπτωση στα διεθνή χρονικά, όπου τα αεροπλάνα μιας χώρας ­ της Τουρκίας ­ παραβιάζουν συστηματικά και κατ’ εξακολούθηση τον εναέριο χώρο μιας γειτονικής της χώρας ­ της Ελλάδας.


Οι κινήσεις της τουρκικής αεροπορίας αποτελούν μια διαρκή δήλωση εκ μέρους της Αγκυρας ότι δεν αναγνωρίζει την ελληνική αντίληψη για το status quo στο Αιγαίο και ότι θα προσπαθήσει να επιβάλει τις δικές της θέσεις, έστω και αν γι’ αυτό απαιτείται η χρήση στρατιωτικών μέσων.


2Γιατί καμιά χώρα δεν αναγνωρίζει τα δέκα μίλια του ελληνικού εθνικού εναέριου χώρου; Υπάρχει κάποιο νομικό κενό στον καθορισμό του εύρους του;


Σύμφωνα με τους κανόνες του Διεθνούς Δικαίου, το εύρος του εναέριου χώρου και των χωρικών υδάτων πρέπει να συμπίπτει. Η ανάγκη σύμπτωσης άλλωστε προκύπτει και από τον ίδιο τον ορισμό του εναέριου χώρου ως του υπερκείμενου των χερσαίων εδαφών και των χωρικών υδάτων. Από τη στιγμή που η Ελλάδα ορίζει το εύρος των χωρικών υδάτων της στα έξι μίλια, υπάρχει μια διαφορά τεσσάρων μιλίων η οποία χρειάζεται ειδική δικαιολόγηση. Οι διαρρυθμίσεις αυτές έγιναν βέβαια τη δεκαετία του ’30, όταν τα σχετικά θέματα δεν είχαν ακόμη τη βαρύτητα που απέκτησαν τη δεκαετία του ’70 κυρίως λόγω της εξέλιξης των τεχνικών μέσων που επιτρέπουν την οικονομική αξιοποίηση του υποθαλάσσιου πλούτου. Το Προεδρικό Διάταγμα που ορίζει το εύρος του εναέριου χώρου χρονολογείται από τον Σεπτέμβριο του 1931. Η αιγιαλίτιδα ζώνη των 6 μιλίων καθιερώθηκε με τον νόμο 230 του 1936. Οι μόνοι που είχαν τότε αντιδράσει, λόγω των αναγκών του στόλου τους στη Μεσόγειο, ήταν οι Βρετανοί, που είχαν μάλιστα υποβάλει και σχετική διπλωματική νότα.


Η ελληνική θέση που παραδοσιακά παρουσιάζεται για την υπεράσπιση της διαφοράς είναι ότι η Ελλάδα μπορούσε το 1936 να ορίσει εύρος χωρικών υδάτων ίσο με εκείνο του εναέριου χώρου, αλλά δεν το έπραξε ώστε να αποφύγει την παρεμβολή περιττών εμποδίων στη ναυσιπλοία. Ταυτόχρονα, επειδή εκείνη την εποχή η αεροπορία ήταν κάτι νέο και δημιουργούσε ιδιαίτερο φόβο, ο ορισμός των 10 μιλίων για τον εθνικό εναέριο χώρο απέβλεπε στην καλύτερη αστυνόμευση της ζώνης πέριξ των χερσαίων εδαφών. Από τη στιγμή όμως που η Ελλάδα είχε και έχει τυπικά το δικαίωμα ορισμού ενός μεγαλύτερου εύρους χωρικών υδάτων, η άσκηση του δικαιώματός της στην ελάχιστη δυνατή βάση χαρακτηρίζεται νόμιμη.


3Πότε εμφανίστηκαν τα προβλήματα διαφορετικής ερμηνείας ανάμεσα στην Ελλάδα και στους συμμάχους της για το θέμα του εναέριου χώρου;


Η ελληνική νομική επιχειρηματολογία τέθηκε σε δοκιμασία από τη δεκαετία του ’50 και μετά, ιδιαίτερα όταν πύκνωσαν τα δρομολόγια της πολιτικής αεροπορίας και κυρίως όταν αυξήθηκε ο αριθμός των στρατιωτικών ασκήσεων που γίνονταν στην περιοχή. Το θέμα συζητήθηκε και στο ΝΑΤΟ, στα πλαίσια του οποίου αναπτύχθηκε ένα σύστημα σιωπηρών παραδοχών. Οι χώρες – μέλη του ΝΑΤΟ δεν αποδέχονταν ως νόμιμο ούτε αναγνώριζαν το εύρος των 10 μιλίων του ελληνικού εναέριου χώρου, αλλά ταυτόχρονα δεν ήγειραν το θέμα της τροποποίησης των σχετικών εθνικών ρυθμίσεων. Η φόρμουλα αυτή άφηνε αμετάβλητο το νομικό καθεστώς αλλά τα αεροσκάφη των χωρών του ΝΑΤΟ κινούμενα στο Αιγαίο θεωρούσαν διεθνή εναέριο χώρο εκείνον επέκεινα των 6 ναυτικών μιλίων. Επιπρόσθετα, δεν υπήρξε κάποια μεγάλη χώρα που να υποστήριξε τις ελληνικές θέσεις. Ακόμη και η Σοβιετική Ενωση, που τότε προσπαθούσε να αξιοποιήσει κάθε ευκαιρία για να οξύνει τις σχέσεις της Ελλάδας με τις ΗΠΑ, σε αυτό το σημείο υποστήριζε, διακριτικά αλλά σταθερά, την ανάγκη ταύτισης του εύρους των χωρικών υδάτων και του εναέριου χώρου.


Η σχετική συζήτηση αναθερμάνθηκε στο πλαίσιο του ΝΑΤΟ όταν προ ετών τέθηκε σε κίνηση η διαδικασία αναθεώρησης ορισμένων κανονισμών του. Η Ελλάδα στη βάση της παραδοσιακής της επιχειρηματολογίας ζήτησε να ληφθεί υπόψη η ιδιαιτερότητά της αλλά το αίτημά της ουδέποτε έγινε δεκτό. Από μια άποψη προκάλεσε την ενόχληση όλων των άλλων χωρών, καθώς δημιούργησε την εντύπωση ότι προσπαθούσε να αποσπάσει μέσα από ρυθμίσεις της Συμμαχίας κάποιο νομικό πλεονέκτημα στις διαφορές της με την Τουρκία. Οι άλλες χώρες του ΝΑΤΟ διατύπωσαν ανοικτά τις αντιρρήσεις τους, η αμερικανική αντιπροσωπεία μάλιστα κατέθεσε ειδικό νομικό κείμενο όπου μνημονεύονται όλα τα στοιχεία του Διεθνούς Δικαίου τα οποία αντιτίθενται στην αποδοχή των ελληνικών θέσεων.


4Ποια είναι τα πολιτικά και διπλωματικά προβλήματα που ανακύπτουν από αυτή τη διαφορά απόψεων ανάμεσα στην Ελλάδα και στους συμμάχους της;


Μπορούμε να διακρίνουμε δύο κατηγορίες προβλημάτων, αφενός όσα αναφέρονται στην περιγραφή του status quo στο Αιγαίο και έχουν στρατηγικό χαρακτήρα και αφετέρου εκείνα που αφορούν την τρέχουσα ελληνοτουρκική αντιδικία για τον εναέριο χώρο.


Η ελληνική αντίληψη για το status quo στο Αιγαίο είναι ότι περιλαμβάνει ως κρίσιμο συστατικό του στοιχείο το εύρος των 10 μιλίων του εναέριου χώρου. Η θέση αυτή έχει περιληφθεί, με διάφορους τρόπους, σε όλα τα έγγραφα από τη δεκαετία του ’80 και μετά. Στη βάση αυτή η Αθήνα διαμορφώνει και την αντίληψή της για την πολιτική της Τουρκίας, την οποία χαρακτηρίζει «επιθετική», εν μέρει λόγω του γεγονότος ότι η Αγκυρα δεν αναγνωρίζει τα 10 μίλια του ελληνικού εναέριου χώρου. Η απότομη αναβάθμιση της δημόσιας αντιπαράθεσης των απόψεων της Ελλάδας και των Ηνωμένων Πολιτειών εκ των πραγμάτων συνιστά ένα σαφές μήνυμα ότι η παραδοσιακή άποψη της Αθήνας για το status quo στο Αιγαίο δεν βρίσκει ευρύτερη διεθνή στήριξη.


Η δεύτερη ομάδα προβλημάτων περιγράφεται πολύ καλά από την τοποθέτηση του εκπροσώπου Τύπου του Στέιτ Ντιπάρτμεντ κ. Τζέιμς Φόλεϊ, ο οποίος είπε: «Οι Ηνωμένες Πολιτείες και άλλα έθνη δεν αναγνωρίζουν τον ισχυρισμό της Ελλάδος για εύρος εναέριου χώρου 10 ναυτικών μιλίων. Ετσι δεν θεωρούμε ότι υφίσταται παραβίαση αν ένα αμερικανικό ή τουρκικό αεροσκάφος ίπταται στη ζώνη μεταξύ των 6 και 10 μιλίων». Η δήλωση αυτή έχει ιδιαίτερη σημασία καθώς Ελλάδα και Τουρκία έχουν ουσιαστικά προσφύγει στη διαιτητική κρίση του ΝΑΤΟ με την αποστολή της RAP (Αξιόπιστης Εναέριας Εικόνας), η οποία παρέχει όλες τις αναγκαίες πληροφορίες για την κίνηση των ελληνικών και των τουρκικών αεροσκαφών μέσα στο Αιγαίο. Ενα μέρος των ελληνικών κατηγοριών εναντίον της Τουρκίας θα απορρίπτεται λοιπόν ως εμπίπτον στην κατηγορία της ενδιάμεσης ζώνης.


5Η είσοδος τουρκικών αεροσκαφών στο ελληνικό FIR συνιστά και αυτό παραβίαση της ελληνικής κυριαρχίας;


Το FIR δεν συνιστά περιοχή άσκησης της εθνικής κυριαρχίας κάποιας χώρας. Τα FIR (Περιοχές Πληροφοριών Πτήσεων) και η δημιουργία τους ήταν αποτέλεσμα της Σύμβασης του Σικάγου. Τα όρια των FIR καθορίζονται από Περιοχικές Διασκέψεις του ICAO, οι αποφάσεις των οποίων αποτυπώνονται στα περιοχικά σχέδια αεροπλοΐας και στη συνέχεια υποβάλλονται προς έγκριση στο Γενικό Συμβούλιο του ICAO. Τα όρια των FIR της Αθήνας και της Κωνσταντινούπολης ορίστηκαν από την Περιοχική Διάσκεψη της Ευρώπης στο Παρίσι το 1952 και στη Γενεύη το 1958 και έκτοτε παραμένουν σε ισχύ χωρίς κάποια μείζονα τροποποίηση.


Η χώρα που έχει την ευθύνη ενός συγκεκριμένου FIR έχει την υποχρέωση να παρέχει ορισμένες υπηρεσίες: (α) να ασκεί τον έλεγχο εναέριας κυκλοφορίας ώστε τα αεροσκάφη που κινούνται εκεί να έχουν την αναγκαία κάθε φορά απόσταση ασφαλείας, (β) να παρέχει πληροφορίες πτήσης, (γ) να παρέχει βοήθεια στα αεροπλάνα που κινδυνεύουν ή να ενεργοποιεί τα κέντρα έρευνας και διάσωσης σε περίπτωση που απολεσθεί κάποιο αεροσκάφος. Τους τρεις αυτούς σκοπούς εξυπηρετεί άλλωστε και η κατάθεση σχεδίων πτήσης από τα αεροσκάφη που πρόκειται να εισέλθουν στο FIR μιας χώρας.


Η Τουρκία αρνείται να συμμορφωθεί με τους περιορισμούς των διεθνών κανόνων και τα στρατιωτικά της αεροπλάνα που εισέρχονται στο ελληνικό FIR δεν υποβάλλουν σχέδια πτήσης, με τον ισχυρισμό ότι αυτό δεν συνιστά υποχρέωση των κρατικών – στρατιωτικών αεροσκαφών. Την ίδια πρακτική, της μη υποβολής σχεδίων πτήσης, ακολουθούν και οι άλλες χώρες του ΝΑΤΟ. Η ελληνική πλευρά θεωρεί τις εισόδους των στρατιωτικών αεροσκαφών στο FIR παραβάσεις, διότι ακριβώς δεν αφορούν θέματα κυριαρχίας.


6Επηρεάζεται το θέμα των χωρικών υδάτων από τις διαφορετικές προσεγγίσεις για τον εναέριο χώρο;


Το σημερινό εύρος των ελληνικών χωρικών υδάτων, το οποίο έχει οριστεί στα 6 μίλια, δεν δημιουργεί κάποιο πρόβλημα στις διμερείς ή πολυμερείς σχέσεις της Αθήνας. Εν τούτοις, διαδοχικές κυβερνήσεις έχουν υιοθετήσει τη θέση ότι η Ελλάδα διατηρεί το δικαίωμά της να επεκτείνει τα χωρικά της ύδατα στα 12 μίλια και επιφυλάσσεται να το ασκήσει όταν το θεωρήσει πρόσφορο. Τόσο η Τουρκία όσο και άλλες χώρες με συμφέροντα στη Μεσόγειο έχουν εκφράσει την αντίθεσή τους στην (υποτιθέμενη) πρόθεση της Ελλάδας να επεκτείνει τα ελληνικά χωρικά ύδατα. Η Αγκυρα μάλιστα έχει καταστήσει σαφές ότι μια τέτοια αλλαγή θα την θεωρούσε μείζονος σημασίας απόπειρα αλλαγής του status quo στο Αιγαίο και θα αντιδρούσε ανάλογα. Αλλωστε ουδέποτε η Τουρκία ακύρωσε τη δήλωσή της ότι θα θεωρούσε μια τέτοια ελληνική ενέργεια ως casus belli.


Το μείζον πρόβλημα που κρύβεται πίσω από το εύρος των χωρικών υδάτων είναι η υφαλοκρηπίδα και η εκτίμηση της τουρκικής πλευράς είναι ότι η αύξηση του τμήματος του Αιγαίου που βρίσκεται κάτω από τον εθνικό έλεγχο της ελληνικής πλευράς θα επηρέαζε την τελική διαπραγμάτευση που θα γίνει ανάμεσα στις δύο χώρες για τη διανομή της.