Στις 17 Ιουνίου 1997 ολοκληρώθηκαν στο Αμστερνταμ οι εργασίες της πολυσυζητημένης διακυβερνητικής διάσκεψης για την αναθεώρηση της Συνθήκης του Μάαστριχτ και στις 2 Οκτωβρίου οι ηγέτες των δεκαπέντε χωρών – μελών της ΕΕ υπέγραψαν τη νέα Συνθήκη της ΕΕ.


Σύμφωνα με πολλούς αναλυτές, η Συνθήκη του Αμστερνταμ δεν αποτελεί παρά μια «ενδιάμεση συνθήκη», η οποία είναι πιθανόν να αναθεωρηθεί εκ νέου από τους Δεκαπέντε προτού η ΕΕ προχωρήσει στη νέα διεύρυνσή της.


Η διακυβερνητική διάσκεψη έδειξε από τις πρώτες συνεδριάσεις των αντιπροσώπων των Δεκαπέντε ότι οι εταίροι δεν είχαν την πολιτική βούληση για να προχωρήσουν σε μια συνθήκη – τομή που θα απαντά στις προκλήσεις του 21ου αιώνα.


Ηταν επόμενο λοιπόν το αποτέλεσμα της συνόδου του Αμστερνταμ τον περασμένο Ιούνιο να υπολείπεται των αρχικών επιδιώξεων που είχε θέσει η διακυβερνητική διάσκεψη για την αναθεώρηση της Συνθήκης του Μάαστριχτ και οι οποίες κωδικοποιούνται σε τρία βασικά επίπεδα: α) οι σχέσεις Ευρωπαϊκής Ενωσης και πολίτη, β) το θεσμικό σύστημα της ΕΕ και γ) η Κοινή Εξωτερική Πολιτική και Πολιτική Ασφαλείας (ΚΕΠΠΑ).


Τα κείμενα που περιλαμβάνονται στο βιβλίο του καθηγητή Γιώργου Παπαδημητρίου, αν και έχουν γραφεί πριν από την ολοκλήρωση των εργασιών της διακυβερνητικής διάσκεψης, αποτελούν εξαιρετικά εργαλεία ανάλυσης του θεσμικού προβλήματος στο πλαίσιο της ΕΕ.


Ο ενδιαφερόμενος αναγνώστης, παρακολουθώντας τις σκέψεις και αναλύσεις του Γιώργου Παπαδημητρίου, έχει την ευκαιρία να προσεγγίσει κατά τον καλύτερο τρόπο τις συνταγματικές αναζητήσεις για τη διαμόρφωση και εξέλιξη της Ευρωπαϊκής Ενωσης αλλά και τις επιπτώσεις της ευρωπαϊκής ολοκλήρωσης στην έννομη τάξη των κρατών.


Η συνταγματική πολιτική, ως έννοια και θεωρητική κατασκευή που θα μπορούσε να αποβεί εξαιρετικά χρήσιμη στους προβληματισμούς για τη διαρκή θεσμική «ωρίμανση» της Ενωσης, αναλύεται στο βιβλίο του Γ. Παπαδημητρίου με βάση δύο κοινοτικού ενδιαφέροντος παραδείγματα: τη Συνθήκη του Μάαστριχτ και το Σχέδιο Συντάγματος που επεξεργάστηκε το 1994 η Θεσμική Επιτροπή του ευρωπαϊκού κοινοβουλίου.



Στη συνέχεια ο συγγραφέας αναφέρεται στο δημοκρατικό, στο δικαιοκρατικό και στο κοινωνικό έλλειμμα και εξετάζει τη λειτουργική ισότητα των μικρών και των μεγάλων κρατών στο θεσμικό σύστημα της Ευρωπαϊκής Ενωσης.


Με την όσμωση δύο εννόμων τάξεων (της συνταγματικής και της ενωσιακής) ασχολείται ο Γ. Παπαδημητρίου στο δεύτερο μέρος του βιβλίου του. Η ευρωπαϊκή ενοποίηση, η Συνθήκη του Μάαστριχτ και το Σύνταγμά μας, η δυαδική άρθρωση της συντακτικής εξουσίας και η αδιαφανής αναθεώρηση του Συντάγματος είναι οι θεματικές ενότητες που αναλύονται εδώ από τον συγγραφέα.


«Το Σύνταγμα, η συμμετοχή στην Ευρωπαϊκή Ενωση και η εγγύηση της εδαφικής ακεραιότητας» τιτλοφορείται το τελευταίο κεφάλαιο του βιβλίου.


Με εύληπτο λόγο ο Γεώργιος Παπαδημητρίου δίνει τη δυνατότητα στον αναγνώστη να προσεγγίσει μια προβληματική ιδιαιτέρως ενδιαφέρουσα και επίκαιρη που αναφέρεται στην εγγύηση της εδαφικής ακεραιότητας ως συνταγματικού όρου για τη συμμετοχή στην Ευρωπαϊκή Ενωση. Πολύ εύστοχα επισημαίνει ο συγγραφέας ότι η προοπτική μιας Κοινής Αμυντικής Πολιτικής στο πλαίσιο της Κοινής Εξωτερικής Πολιτικής και Πολιτικής Ασφαλείας (ΚΕΠΠΑ) θα ήταν αδιανόητη χωρίς την εγγύηση της εδαφικής ακεραιότητας και των συναφών κυριαρχικών δικαιωμάτων των μελών της ΕΕ. Η παραπάνω θέση «δεν αποτελεί απλώς πολιτική επιδίωξη· η προβολή της στους εταίρους μας συνιστά συμμόρφωση προς συνταγματική επιταγή».


Η εν λόγω επιχειρηματολογία δικαιολογεί απολύτως και την απόφαση της ελληνικής κυβέρνησης να προβάλει κατά προτεραιότητα στη διακυβερνητική διάσκεψη την ανάγκη εγγύησης της εδαφικής ακεραιότητας των μελών της ΕΕ.


Ο κ. Σωτήρης Ντάλης είναι διεθνολόγος.