Η δύναμη των παύσεων



«Αν το «Κοντά στον ουρανό» δεν με κάνει διάσημη, θα συνεχίσω να γράφω αλλά δεν θα περιμένω πια την αναγνώριση στη ζωή μου. Ξέρω την αξία αυτού του μυθιστορήματος. Δεν με νοιάζει να γίνω διάσημη από κανένα άλλο», είχε εκμυστηρευθεί απογοητευμένη αλλά και με τη βεβαιότητα της πίστης η Αϊν Ραντ στην Isabel Paterson, κριτικό βιβλίου στη «Herald Tribune» της Νέας Υόρκης. Το μυθιστόρημα που με τόσο πάθος υπερασπιζόταν είχε απορριφθεί μέσα σε δύο χρόνια από δώδεκα εκδοτικούς οίκους. Η ετυμηγορία ήταν σαφής: η αξία του μυθιστορήματος ήταν αμφισβητήσιμη· ιστορία απίθανη και αντίθετη στο κυρίαρχο πολιτικό ρεύμα της εποχής· ήρωας αντιπαθής· κανένας δεν θα μπορούσε να ταυτιστεί μαζί του. Θα αποτύγχανε παταγωδώς.


Το βιβλίο εκδόθηκε τον Μάιο του 1943. Ο εκδότης ήταν ο Archibald G. Ogden, στον οποίο τη σύστησε ο Richard Mealand, υπεύθυνος του τμήματος σεναρίου της Paramount. Είχε χαρακτηρίσει τη δουλειά της Ραντ «σχεδόν μεγαλοφυή». Τον Νοέμβριο της ίδιας χρονιάς, επιστρέφοντας η Αϊν κάποιο μεσημέρι στο σπίτι, ο σύζυγός της Φρανκ Ο’ Κόνορ με ένα αινιγματικό χαμόγελο της ανακοίνωσε πως «μόλις είχε γίνει πλουσιότερη κατά 50.000 δολάρια». Ο Allan C. Collins της Warner Brothers είχε τηλεφωνήσει λίγα λεπτά πριν και είχε συμφωνήσει το ποσόν αυτό για την αγορά των δικαιωμάτων του βιβλίου. Θα γινόταν ταινία με πρωταγωνιστές τον Γκάρι Κούπερ και την Πατρίσια Νιλ. Εκείνο το βράδυ δείπνησαν σε ένα ακριβό ρεστοράν. Την επομένη η Αϊν είχε αποκτήσει, κατά την προτροπή του συζύγου της, την πρώτη της γούνα: μια μινγκ.


Σε μια φωτογραφία, σε ηλικία πέντε ετών, η Αϊν Ραντ κοιτάζει με περιέργεια κατευθείαν στον φακό. Τα μάτια της ήταν μεγάλα, δέσποζαν στο παιδικό της πρόσωπο. Στο βλέμμα της μια ήρεμη αυτοπεποίθηση και η λάμψη της ευφυΐας, που υποσχόταν, κυρίως στον ίδιο της τον εαυτό, να απαντήσει σε όλα τα «γιατί». Η αγαπημένη λέξη της Αϊν ήταν «γιατί». Ζούσε στην Πετρούπολη της Ρωσίας, εκεί όπου γεννήθηκε, το 1905. Ολα ήταν γκρίζα και μουντά. Ο νέος «κόσμος του Λένιν» δεν άφηνε περιθώρια για άλλου είδους χρώματα. Το «γιατί» τη βασάνιζε απελπιστικά.



Από τα παιδικά της χρόνια η Αϊν Ραντ ονειρευόταν έναν ήρωα· τον ιδανικό ήρωα που θα ικανοποιούσε τις δικές της ηθικές αξίες για τη ζωή έτσι όπως ήδη είχαν αρχίσει να μορφοποιούνται στο μυαλό της. Ανακάλυψε τον πρώτο της ήρωα όταν ήταν οκτώ χρόνων, σε ένα γαλλικό περιοδικό για παιδιά.


Αρχισε να επινοεί ιστορίες μέσα στην αίθουσα του σχολείου. Τα μαθήματα της προκαλούσαν αφόρητη ανία. Το μόνο που την ικανοποιούσε ήταν τα μαθηματικά. Στην αυστηρή και απαιτητική διαύγειά τους βρήκε μια σταθερή και ευχάριστη διανοητική πρόκληση. Θεωρούσε θανάσιμα πληκτικές τις συναισθηματικές ιστορίες με απροστάτευτα ορφανά και άσπλαγχνες μητριές. Στα οκτώ της χρόνια άρχισε να γράφει δικές της ιστορίες. Στα εννέα, μόνη στο δωμάτιο ενός ξενοδοχείου του Λονδίνου, όπου είχε πάει για διακοπές με τους γονείς της και τις αδελφές της, βηματίζοντας ανήσυχη, γεννήθηκε η απόφαση: θα γινόταν συγγραφέας.


Ηταν δώδεκα χρόνων όταν άκουσε για πρώτη φορά το «Ο άνθρωπος πρέπει να ζει για το κράτος». Τότε συνειδητοποίησε ότι αυτός είναι ο πιο μεγάλος τρόμος της ανθρώπινης ύπαρξης. Για εκείνη δεν υπήρχε υψηλότερο και πιο σημαντικό δικαίωμα στη ζωή από την αξία του ατόμου. Το σπέρμα της φιλοσοφίας που αργότερα θα πρέσβευε είχε κιόλας εμποτίσει την ύπαρξή της. «Η φιλοσοφία μου κατ’ ουσίαν είναι η αντίληψη του ανθρώπου ως ενός ηρωικού όντος με ηθικό σκοπό της ζωής του την ευτυχία του, την παραγωγική επίτευξη ως την πλέον ευγενή δραστηριότητα και τη λογική ως το μοναδικό απόλυτό του», θα διακηρύξει η ίδια αργότερα.


Οταν ξέσπασε η Ρωσική Επανάσταση, μαζί με την οικογένειά της κατέφυγε στην Κριμαία. Κατά τη διάρκεια του ταξιδιού κινδύνεψε η ζωή τους. Η απειλή του Κόκκινου Στρατού ταυτίστηκε βαθιά μέσα της με τον υπέρτατο φόβο του θανάτου. Ηταν μόλις 13 χρόνων.


Οι πνευματικές και υπαρξιακές ανησυχίες της θα βρουν διέξοδο στις πανεπιστημιακές σπουδές της. Εχει πια επιστρέψει στην Πετρούπολη και στο πανεπιστήμιο της πόλης θα σπουδάσει Φιλοσοφία και Ιστορία. Αποφοιτώντας, ξεκινά σπουδές στο Κρατικό Ινστιτούτο Κινηματογραφικών Τεχνών.


Στο τέλος του 1925 ένα απρόσμενο γράμμα από κάποιους συγγενείς στην Αμερική θα δώσει στην ελπίδα της φυγής σάρκα και οστά. Λίγους μήνες αργότερα, συγκινημένη, θα αντικρίσει τους ουρανοξύστες της Νέας Υόρκης. Η Αμερική αντιπροσώπευε πάντα για εκείνη το μοντέλο του έθνους των ελεύθερων ανθρώπων. Θα μείνει έξι μήνες στο Σικάγο. Παρατείνοντας την άδεια παραμονής της πηγαίνει στο Χόλιγουντ. Σκοπεύει να γίνει σεναριογράφος. Τη δεύτερη ημέρα της εκεί θα τη συναντήσει ο Cecil Β. de Mille, ο οποίος θα της προσφέρει δουλειά ως σεναριογράφο. Την επόμενη εβδομάδα θα γνωρίσει τον Φρανκ Ο’ Κόνορ. Παντρεύονται το 1929 και ζουν μαζί 50 ολόκληρα χρόνια, ως τον θάνατό της, στις 6 Μαρτίου του 1982.


Οταν έγραψε το πρώτο της μυθιστόρημα, το «Εμείς, οι ζωντανοί» (1936, «We, the living»), το οποίο αρχικά δεν έτυχε θερμής υποδοχής, δεν είχε ολοκληρώσει το πορτρέτο του ιδεώδους ανθρώπου. Στην τελευταία σκηνή η Κίρα, ηρωίδα της ιστορίας, πεθαίνει προτού φθάσει στα σύνορα. Η Αϊν έζησε για να περάσει στην άλλη πλευρά των γκρίζων συνόρων για να ζωντανέψει το όραμα της ζωής της και του ανθρώπου που «θα έπρεπε να είναι». Στο «Κοντά στον ουρανό» ο ήρωάς της, ο ιδεαλιστής, ιδιοφυής αρχιτέκτονας Χάουαρντ Ρόαρκ, που δεν διστάζει να εργαστεί ως εργάτης σε λατομείο για να μην υποκύψει στο κατεστημένο και στην εκπόρνευση της αισθητικής, ενσαρκώνει αυτόν ακριβώς τον δικό της παιδικό ήρωα, εμπνευσμένο από τη ζωή του αρχιτέκτονα Frank Lloyd Wright, αν και η ίδια διευκρινίζει πως δεν υπάρχει ομοιότητα ανάμεσα στους χαρακτήρες τους ούτε στις φιλοσοφικές πεποιθήσεις τους και στη ζωή τους, παρά μονάχα στις κοινές θεμελιώδεις αρχές τους για την αρχιτεκτονική και το γεγονός πως και ο ίδιος ο Wright πολέμησε υπέρ της μοντέρνας αρχιτεκτονικής.


Μέσα από την άκρως δεξιοτεχνική πλοκή ο λόγος ρέει παρασύροντας τον αναγνώστη ­ αξίζει να επισημανθεί και η συμβολή της πολύ καλής μετάφρασης ­ σε ένα στρόβιλο με ξέφρενους ρυθμούς. Στις «παύσεις» η συγγραφέας βρίσκει χώρο να ενσωματώσει τις φιλοσοφικές της απόψεις για την αρχιτεκτονική, την αισθητική, την ηθική. Ο αφηγηματικός ρυθμός όχι μόνο δεν διακόπτεται βίαια μέσα από αυτές τις παρεμβολές αλλά αντιθέτως συνενώνει τις νότες του λόγου της σε εκπληκτικής τεχνικής συγχορδίες. Οι χαρακτήρες ­ στον αντίποδα του Ρόαρκ ο Πίτερ Κίτινγκ, φιλόδοξος, ιδιοτελής, ανήθικος ­ αποτυπώνονται με πληρότητα, με την ακρίβεια των γραμμών του αρχιτεκτονικού σχεδίου.


Η έρευνα για το βιβλίο διήρκεσε δύο χρόνια. Η Αϊν μελέτησε ιστορία της αρχιτεκτονικής, βιογραφίες των πιο αξιόλογων αρχιτεκτόνων, ακόμη και επαγγελματικές εφημερίδες. Για μερικούς μήνες μάλιστα εργάστηκε σε ένα αρχιτεκτονικό γραφείο ως δακτυλογράφος, χωρίς κανένας να γνωρίζει τον πραγματικό λόγο. Τότε σχεδίασε την πλοκή της ιστορίας.


Τα βιβλία της θεωρούνται κλασικά και διδάσκονται στα σχολεία και στα πανεπιστήμια. Ακόμη και σήμερα το «Κοντά στον ουρανό» και το «Atlas Shrugged» (1957), το τελευταίο της μυθιστόρημα, στο οποίο συμπυκνώνεται όλη η φιλοσοφική ουσία της σκέψης της και το οποίο θεωρείται το πιο σημαντικό έργο της ­ η συγγραφή του κράτησε σχεδόν δέκα χρόνια ­, συνεχίζουν να πουλούν περισσότερα από 100.000 αντίτυπα το καθένα ετησίως. Εκτός των μυθιστορημάτων, έγραψε και αμιγώς φιλοσοφικά έργα αλλά και πολιτικά καθώς και το «Romantic Manifesto», όπου καταθέτει τις απόψεις της για την τέχνη. Το 1988 ιδρύθηκε το Ayn Rand Institute, το οποίο προωθεί τον «αντικειμενισμό», ενώ το Objectivist Graduate Center από το 1994 εκπαιδεύει σπουδαστές για ακαδημαϊκή σταδιοδρομία.


Αναρίθμητα ήταν τα γράμματα που ελάμβανε καθημερινά η Αϊν Ραντ. Κατά τη διάρκεια του πολέμου ένας στρατιώτης έγραφε ότι θα ένιωθε πολύ καλύτερα αν πολεμούσε για τα ιδανικά του Χάουαρντ Ρόαρκ. Τέτοια γράμματα συνεχίζουν να έρχονται ακόμη και σήμερα. Και η Αϊν, κάπου ανάμεσα στα σύννεφα, μπορεί να χαμογελάει ευτυχισμένη.


* Το μυθιστόρημα της Αϊν Ραντ «Κοντά στον ουρανό» θα κυκλοφορήσει περί τα τέλη Νοεμβρίου από τις εκδόσεις «Ωκεανίδα», από τις οποίες κυκλοφορεί επίσης το «Εμείς, οι ζωντανοί» (μετάφραση Εφη Καλλιφατίδη).