Η ΥΠΟΘΕΣΗ έχει κάτι από την ατμόσφαιρα των φιλμ νουάρ. Τα μεσάνυχτα της 3ης Απριλίου 1991, σε ένα πάρκινγκ της εθνικής οδού Πύργου – Αθήνας σταματούν δύο αυτοκίνητα. Από το πρώτο βγαίνουν ο τότε εισαγγελέας Πρωτοδικών Πύργου κ. Π. Κρίθυμος και η γραμματέας του κυρία Αφροδίτη Λεολέη, ενώ από το δεύτερο ένας αστυφύλακας που υπηρετούσε στο Τμήμα Ασφαλείας Αμαλιάδος. «Είσαι έτοιμος» ρωτά ο εισαγγελέας τον αστυφύλακα. «Ναι, είμαι έτοιμος» απαντά ο τελευταίος. «Τότε μπορούμε ν’ αρχίσουμε», λέει ο κ. Κρίθυμος και κάνει νεύμα στη γραμματέα του.


Είναι ίσως η πρώτη φορά στα δικαστικά χρονικά που ένας μάρτυρας εκλήθη να δώσει κατάθεση όχι στο γραφείο του δικαστικού λειτουργού αλλά σε ερημική περιοχή, υπό το φως των προβολέων των αυτοκινήτων. Τα αυξημένα μέτρα προφύλαξης, που ήταν απαίτηση του αστυφύλακα, κρίθηκαν απολύτως δικαιολογημένα λόγω του αντικειμένου της έρευνας: ο τότε εισαγγελέας Πρωτοδικών Ηλείας κ. Π. Κρίθυμος ­ ένας «ιδιόρρυθμος και αιθεροβάμων», όπως χαρακτηριζόταν, δικαστικός λειτουργός ­ διενεργούσε προκαταρκτική εξέταση για την τρομοκρατία, κατόπιν σχετικής εντολής του τότε εισαγγελέα του Αρείου Πάγου Δ. Τσεβά.


Βεβαίως, ο κ. Κρίθυμος, παρά τις ομολογουμένως φιλότιμες προσπάθειες που κατέβαλε, δεν κατόρθωσε να αποκαλύψει τη «17 Νοέμβρη». Η έρευνά του, όμως, που βασίστηκε σε μαρτυρικές καταθέσεις αστυνομικών που υπηρετούσαν στον νομό Ηλείας, μάλλον δεν έχασε την αξία της. Και αυτό γιατί ανέσυρε στην επιφάνεια μια νοσηρή πραγματικότητα: αστυνομικοί που διατηρούσαν ισχυρές διασυνδέσεις με την πολιτική εξουσία, που είχαν επαφές με παράγοντες της περιοχής, που καλύπτονταν από υψηλόβαθμα στελέχη της ΕΛ.ΑΣ., επιδίδονταν σε μια σειρά παράνομες ενέργειες που κάλυπταν ολόκληρο τον Ποινικό Κώδικα.


Ωστόσο, η έρευνα του Π. Κρίθυμου δεν είχε καμία… τύχη. Ο ίδιος, μάλιστα, αποπέμφθηκε από τον τότε εισαγγελέα του Αρείου Πάγου Δ. Τσεβά όταν του υπέβαλε το πόρισμά του, κατηγορήθηκε ότι απέσπασε μαρτυρικές καταθέσεις από αστυνομικούς υπό την απειλή «βίας και εκβιασμών» και, τελικώς, μετατέθηκε από την Εισαγγελία Ηλείας, με αποτέλεσμα να παραιτηθεί από το εισαγγελικό Σώμα στις 17 Δεκεμβρίου 1992. Ετσι, ο φάκελός του τέθηκε και τυπικά στο αρχείο.





Η
ζωή, όμως, παίζει τα δικά της παιχνίδια. Επτά χρόνια μετά την απομάκρυνση του κ. Κρίθυμου, το θέμα της διαφθοράς των αστυνομικών στην Ηλεία επανήλθε στην επικαιρότητα. Η περιοχή, όπως απεδείχθη, εξακολουθεί ακόμη και σήμερα να είναι ιδιαιτέρως… εύφορη στη διαφθορά των «ανθρώπων του νόμου». Αυτό, τουλάχιστον, κατέδειξε η υπόθεση του τέως διοικητή της Ασφάλειας Πύργου Γ. Δημητρόπουλου, ο οποίος κατηγορήθηκε από τον νυν Εισαγγελέα Πρωτοδικών της περιοχής ότι εμπλέκεται σε υποθέσεις τοκογλυφίας και προστασίας καταστημάτων με ηλεκτρονικά παιχνίδια.


Η σχετική έρευνα που διενεργήθηκε από την ηγεσία του υπουργείου Δημόσιας Τάξης, μετά τις καταγγελίες του νυν Εισαγγελέα Πρωτοδικών του Πύργου για διαφθορά των αστυνομικών στην περιοχή, έφερε στο προσκήνιο… σημεία και τέρατα. «Εκεί η διαφθορά έχει αγγίξει τους πάντες» είναι η έκφραση που χρησιμοποίησε στέλεχος του υπουργείου Δημόσιας Τάξης για να περιγράψει την κατάσταση, συμπληρώνοντας ότι «πράγματι στην ηγεσία του υπουργείου έχουν περιέλθει καταγγελίες για συμμετοχή αστυνομικών σε διακίνηση όπλων και ναρκωτικών, καθώς επίσης και στην παροχή προστασίας».


Πριν από 7 περίπου χρόνια, ο αστυφύλακας που έδωσε την κατάθεσή του στον τότε εισαγγελέα Πρωτοδικών Πύργου υπό το φως των προβολέων των αυτοκινήτων προέβη σε σημαντικές αποκαλύψεις, πρώτον, για την κλοπή του Μουσείου της Κορίνθου, όπου, όπως είπε, ήταν αναμεμειγμένοι και αστυνομικοί, δεύτερον, για παροχή προστασίας από αστυνομικούς σε νυκτερινά κέντρα της περιοχής, οι ιδιοκτήτες των οποίων εμπλέκονταν και σε παράνομο εμπόριο όπλων, και, τρίτον, για την παράνομη διακίνηση ναρκωτικών.


Οι καταγγελίες αυτές, όμως, ουδέποτε διερευνήθηκαν. Και αυτό παρ’ ότι προέρχονταν από ένα «φίλο και συνάδελφο στα ΕΚΑΜ» των Γιάννη Αργύρη και Π. Κοτσυφάκη, που είχαν συλληφθεί δύο μήνες νωρίτερα στην Αθήνα, δηλαδή στις 20 Φεβρουαρίου 1991, με την κατηγορία του παράνομου εμπορίου όπλων. Ισως γι’ αυτό και να μη διερευνήθηκαν. Οι Γιάννης Αργύρης και Π. Κοτσυφάκης, που υπηρετούσαν στην προσωπική φρουρά του τέως υπουργού Δημόσιας Τάξης κ. Βασιλειάδη και του τέως πρωθυπουργού κ. Κ. Μητσοτάκη, ήταν πανίσχυροι στους κύκλους της ΕΛ.ΑΣ. Ποιος θα τολμούσε λοιπόν να διερευνήσει την πολυσχιδή δράση τους.


Ωστόσο, η σύλληψή τους λίγο αργότερα έφερε στην επιφάνεια την εντυπωσιακή υπόθεση διαφθοράς αστυνομικών. Οι παρανομίες τους δεν κάλυπταν μόνο το παράνομο εμπόριο όπλων και εκρηκτικών, αλλά επεκτείνονταν και σε παροχή προστασίας σε νυκτερινά κέντρα. Ο χώρος ευθύνης τους δεν ήταν μόνο η Αθήνα αλλά είχε επεκταθεί τόσο στην Ηλεία όσο και την Εύβοια ­ περιοχές που διατηρούν ακόμη και σήμερα υψηλό δείκτη διαφθοράς των αστυνομικών.


Με άλλα λόγια, η δράση τους ­ που, όπως αφήνουν να εννοηθεί αξιωματικοί της Ασφάλειας Αττικής, συνεχίζεται ακόμη και σήμερα ­ εκτυλισσόταν στον προθάλαμο μιας ιδιότυπης (ελληνικής) μαφίας όπου τα παράνομα κυκλώματα διασταυρώνονται με τα κυκλώματα των επίορκων αστυνομικών. Η μαφία αυτή έχει απλώσει τα πλοκάμια της σε έναν ευρύ χώρο παράνομων επιχειρήσεων και καλύπτει ποικίλες δραστηριότητες. Ως εκ τούτου χαρακτηρίζεται άκρως επικίνδυνη, αν και δεν διαθέτει ακόμη το επίπεδο οργάνωσης και την οργανωτική δομή της κλασικής μαφίας.


Ο νυν διοικητής Ασφάλειας Πύργου, που τοποθετήθηκε μετά την απομάκρυνση του Γ. Δημητρόπουλου, διαμήνυσε προσφάτως προς την ηγεσία του υπουργείου ότι αδυνατεί να ελέγξει την κατάσταση στην περιοχή του. Και αυτό γιατί τα κυκλώματα της διαφθοράς έχουν διαβρώσει τις υπηρεσίες Ασφαλείας. Δυστυχώς, η ίδια εικόνα εμφανίζεται στην Κρήτη και στην Εύβοια, εκεί όπου διασταυρώνονται οι δρόμοι των κακοποιών και των επίορκων αστυνομικών. Οι υποθέσεις διαφθοράς που ήρθαν στην επιφάνεια ως αποτέλεσμα των ερευνών που διενεργήθηκαν μετά από εντολή της ηγεσίας της ΕΛ.ΑΣ. στον Πύργο και στην Κρήτη είναι άκρως αποκαλυπτικές.


Προσωπικός φρουρός. Στην εθνική οδό Αθηνών – Πύργου, κοντά στην Αμαλιάδα, πριν από λίγα χρόνια λειτουργούσε ένα νυκτερινό κέντρο. Ο ιδιοκτήτης του, που διατηρούσε ισχυρούς δεσμούς με το Τμήμα Ασφαλείας της περιοχής, είχε πετύχει να του παραχωρηθεί ακόμη και προσωπική φρουρά από αστυνομικούς που είχαν ως αποκλειστικό τους καθήκον να «διαφυλάξουν τη σωματική του ακεραιότητα». Η ιδιαίτερη μεταχείριση που είχε πετύχει ο ιδιοκτήτης οφειλόταν εν πολλοίς στους δεσμούς φιλίας που είχε αναπτύξει με στελέχη της ΕΛ.ΑΣ., τα οποία, εκτός των άλλων, του προμήθευαν και όπλα.


Η υπόθεση αυτή αποκαλύφθηκε όταν ο ιδιοκτήτης συνελήφθη με την κατηγορία της παράνομης οπλοφορίας. Βεβαίως, η σύλληψή του δεν έγινε από τους άνδρες της Ασφάλειας Πύργου αλλά από άνδρες του Τμήματος Ασφαλείας Πατρών. Τι είχε συμβεί; Απλώς ένας αστυνομικός, από εκείνους οι οποίοι του είχαν δοθεί ως προσωπική φρουρά, δυσαρεστήθηκε όταν ο ιδιοκτήτης απέλυσε μια τραγουδίστρια με την οποία διατηρούσε ερωτικό δεσμό. Ετσι, αποφάσισε να τον εκδικηθεί και χωρίς να ενημερώσει τους προϊσταμένους του «κάρφωσε» τον ιδιοκτήτη του κέντρου στους άνδρες της Ασφάλειας Πατρών.


Ο… τρύγος. Παραμένει αδιευκρίνιστο αν η περιοχή του Πύργου είναι εύφορη, όπως άφησε να εννοηθεί ο νομάρχης Ηλείας κ. Ράλλης, με αποτέλεσμα να παράγει καλής ποιότητας χασίς. Το βέβαιον είναι ότι πολλές φυτείες χασίς της περιοχής της Ηλείας ελέγχονται από αστυνομικούς που υπηρετούν στη Δίωξη Ναρκωτικών του Πύργου. Το «κόλπο» είναι γνωστό: όταν αποκαλύπτουν μια φυτεία χασίς δεν επιδιώκουν να συλλάβουν τους ιδιοκτήτες της αλλά την «τρυγάνε». Τι σημαίνει αυτό; Πηγαίνουν κάποιο βράδυ στη φυτεία και κόβουν τα δέντρα. Κατόπιν την καίνε, αφού προηγουμένως συντάσσουν Πρακτικό στο οποίο βεβαιώνουν ότι η εν λόγω φυτεία ήταν άχρηστη.


Οι μίζες. Στο πλαίσιο της έρευνας για τον «βίο και την πολιτεία» του πρώην διοικητή του Τμήματος Ασφαλείας Πύργου ένας τοκογλύφος της περιοχής, που διατηρεί ενεχυροδανειστήριο, κατέθεσε ότι η μίζα που έδινε σε αστυνομικούς κάθε μήνα υπερέβαινε τα 2 εκατ. δραχμές. 700.000 δραχμές και 1 εκατ. ήταν η μίζα που έπαιρναν αστυνομικοί μόνο από δύο μπαρ στην περιοχή του Πύργου που «φιλοξενούσαν» Ρωσίδες. Ο ίδιος τοκογλύφος που μιλά για χρηματισμό αστυνομικών διατηρούσε και καταστήματα ηλεκτρονικών παιχνιδιών. Γιατί σήμερα προέβη σε αυτές τις καταγγελίες; Για τον απλούστατο λόγο ότι οι αστυνομικοί προσπάθησαν να τον «εκτοπίσουν» από την… αγορά των ηλεκτρονικών, στην οποία ήθελαν να προωθήσουν έναν άλλο τοκογλύφο από την Πάτρα.


Βεβαίως, η Ηλεία δεν είναι η μοναδική περιοχή στην οποία τα κυκλώματα των κακοποιών διασταυρώνονται με τα κυκλώματα των αστυνομικών. Σύμφωνα με τα στοιχεία που έχουν περιέλθει στην κατοχή των αρχών Ασφαλείας εγκέφαλοι της «μαφίας» που έχει ως χώρο ευθύνης της την περιοχή της Εύβοιας είναι πρώην αστυνομικοί. Οι αστυνομικοί αυτοί, αφού αποτάχθηκαν από το Σώμα μετά τη σύλληψή τους για αξιόποινες πράξεις, έχουν μεταφέρει σήμερα το κέντρο της δράσης τους στη Χαλκίδα. Εκεί παρέχουν προστασία σε νυκτερινά κέντρα, κυρίως μπαρ, και ελέγχουν τα κυκλώματα της πορνείας.


Η διαφθορά. Η σύλληψη του Γιάννη Αργύρη δεν υπήρξε απλώς η αποκάλυψη μιας υπόθεσης διαφθοράς. Μάλλον η δράση του θα πρέπει να εκτεινόταν και πέρα από το εμπόριο όπλων, όπως έδειξε η προανάκριση που διενεργήθηκε. Πουλούσε, μάλλον, και προστασία σε μπαρ της Ομόνοιας και της Χαλκίδας. Οι έρευνες μετά τη σύλληψή του σε σπίτια φίλων του στον Αμάρυνθο της Εύβοιας δεν ήταν άσχετες με αυτές τις πληροφορίες.


Πόλεμος νονών. Η σύλληψη των Αργύρη – Κοτσυφάκη συνέπεσε και με τον πόλεμο που ξέσπασε στον κόσμο της νύχτας. Ο πόλεμος αυτός δεν ήταν άσχετος με την ανακατανομή της λείας, όχι μόνο στην Αθήνα αλλά και σε περιοχές όπως η Χαλκίδα. Στη Χαλκίδα δρούσε για ένα χρονικό διάστημα και ο Β. Δαναλάτος, ο οποίος ακόμη και σήμερα εξακολουθεί μέσα από τη φυλακή να εισπράττει διάφορα ποσά από προστασία σε νυκτερινά κέντρα.


Η υπόθεση, όμως, από την αρχή. Ως τώρα οι αρχές Ασφαλείας δίσταζαν να παραδεχθούν ότι το οργανωμένο έγκλημα έχει εισβάλει, πλέον, και στην Ελλάδα. Η διστακτικότητα αυτή μάλλον θα πρέπει να αποδοθεί στην απροθυμία τους να παραδεχθούν ότι έχουν διαμορφωθεί ισχυροί δεσμοί μεταξύ των κυκλωμάτων της παρανομίας, όπως διακίνηση ναρκωτικών, παροχή προστασίας κλπ., με διάφορα κέντρα εξουσίας, πράγμα που αποτελεί και το κύριο χαρακτηριστικό του οργανωμένου εγκλήματος. Και αυτό γιατί το ισχυρότερο «κέντρο εξουσίας» όπου διατηρεί διαρκείς δεσμούς η εγχώρια μαφία είναι η ίδια η ΕΛ.ΑΣ.


Το οργανωμένο έγκλημα, λοιπόν, μπορεί να μην έχει λάβει ακόμη τη μορφή της Κόζα Νόστρα, αλλά είναι παρόν. Περί αυτού ομιλούν τέσσερα κύρια γεγονότα που ρίχνουν πλέον τη σκιά τους στη δράση της μαφίας στην Ελλάδα. Το πρώτο γεγονός είναι παγίδευση με εκρηκτικά του αυτοκινήτου του διοικητή Ασφαλείας Ηρακλείου Κρήτης κ. Κ. Σολδάτου, καθώς επίσης και η ανατίναξη του διαμερίσματος του νομάρχη Ρεθύμνου, που κατέδειξαν ότι η μαφία στο νησί χρησιμοποιεί πλέον μεθόδους Δον Κορλεόνε. Το δεύτερο είναι η αποκάλυψη της ομάδας που εκτελούσε συμβόλαια θανάτου, κυρίως στον κόσμο της νύχτας. Το τρίτο είναι τα νέα στοιχεία για τη δράση της ρωσικής και της αλβανικής μαφίας που διεκδικούν σημαντικό μερίδιο στον χώρο του παράνομου εμπορίου όπλων, του λαθρεμπορίου ναρκωτικών και της πορνείας. Και το τέταρτον είναι οι αποκαλύψεις για εμπλοκή ανώτατων αξιωματικών της ΕΛ.ΑΣ. σε υποθέσεις προστασίας σε νυκτερινά κέντρα, καταστήματα ηλεκτρονικών και σε κυκλώματα πορνείας.


Θέλετε ένα παράδειγμα; Το πρωί της 18ης Φεβρουαρίου 1997 μια έκρηξη σημειώνεται σε μία από τις πιο πολυσύχναστες περιοχές του Ηρακλείου της Κρήτης, στα Καμίνια, όταν η γυναίκα του διοικητή του Τμήματος Ασφαλείας της περιοχής κ. Κ. Σολδάτου προσπαθεί να θέσει σε λειτουργία το αυτοκίνητό της που ήταν παγιδευμένο με εκρηκτικά. Τη βόμβα, όπως αποφάνθηκαν οι ειδικοί, τοποθέτησαν επαγγελματίες που μετέβησαν γι’ αυτό τον λόγο στην Κρήτη. Δηλαδή οι δράστες εκτελούσαν κάποιο συμβόλαιο θανάτου; Μάλλον.


Αυτό ήταν και το πρώτο στοιχείο που προέκυψε από τις έρευνες. Το δεύτερο ήταν ότι την περίοδο της απόπειρας δολοφονίας του ο Κ. Σολδάτος ερευνούσε μια σοβαρή υπόθεση τοκογλυφίας, γεγονός που σηματοδοτεί ίσως και τον χώρο των αυτουργών της απόπειρας. Το τρίτο είναι αυτή καθεαυτή η απόπειρα, που κατέδειξε ότι στην Κρήτη το έγκλημα έχει σπάσει πλέον κάθε κώδικα τιμής. Και αυτό διότι σε αυτό εισήλθαν πλέον νέες μορφές εγκληματικότητας. Η Κρήτη τείνει να καταστεί η Σικελία της Ελλάδας.


Εμπόριο όπλων. Κατά μια περίεργη σύμπτωση, όταν δεν έχει φεγγάρι οι ακτές των Καλών Λιμένων και των Σφακιών παρουσιάζουν αυξημένη κίνηση. Είναι οι βραδιές που πιάνουν δουλειά οι λαθρέμποροι. Ψαροκάικα φεύγουν από την ακτή, πλευρίζουν καράβια που έχουν ρίξει άγκυρα μεσοπέλαγα, φορτώνουν κιβώτια με όπλα και ξαναβγαίνουν στη στεριά. Η Κρήτη σήμερα αποτελεί το μεγαλύτερο διαμετακομιστικό κέντρο παράνομου εμπορίου όπλων στην Ελλάδα. Μόνο στο νησί διακινούνται 600.000 περίπου πιστόλια από τα οποία μόνο τα 2.000 είναι νόμιμα. Σημαντικές ποσότητες οπλισμού επανεξάγονται από την Κρήτη στην ηπειρωτική Ελλάδα. Το ειδικό καθεστώς που ισχύει στο νησί γύρω από αυτό το ζήτημα έχει καταστήσει τη δράση των εμπόρων ανεξέλεγκτη.


Οι Ρώσοι. Ενας σημαντικός προμηθευτής όπλων στην Κρήτη υπήρξε ο Αλεξάντρ Σολόνικ, ο οποίος χρησιμοποιούσε την Κρήτη για να κάνει εισαγωγή όπλων στην Ελλάδα. Είναι χαρακτηριστικό ότι τα χρόνια της παρουσίας του στην Ελλάδα αυξήθηκαν σημαντικά τα Καλάσνικοφ που έφθαναν στην Κρήτη από τα εγκαταλελειμμένα στρατόπεδα της πρώην Σοβιετικής Ενωσης. Για την προώθηση του εμπορίου όπλων ο Α. Σολόνικ εκμεταλλεύθηκε και το κύκλωμα της ρωσικής μαφίας που δρα στην Κρήτη. Η κύρια δραστηριότητα αυτού του κυκλώματος, που αποτελείται κυρίως από Ρωσοπόντιους, είναι η εισαγωγή στο νησί αλλοδαπών γυναικών, που «επενοικιάζονται» από ιδιοκτήτες μπαρ έναντι 2.000.000 δραχμών. Εξάλλου, όλοι σχεδόν οι μπράβοι στα νυκτερινά κέντρα είναι Ρωσοπόντιοι.


Η τοκογλυφία. Πράγματι, η τοκογλυφία στην Κρήτη, όπως και σε πολλές άλλες περιοχές της Ελλάδας, έχει προσλάβει ανεξέλεγκτες διαστάσεις. Εγκέφαλοι της μαφίας των τοκογλύφων είναι άτομα υπεράνω υποψίας. Στήνουν παρατράπεζες και διακινούν υπέρογκα ποσά. Είναι χαρακτηριστικό ότι το κίνητρο ορισμένων εγκλημάτων στην Κρήτη, όπως είναι οι δολοφονίες και οι απαγωγές, είναι υποθέσεις τοκογλυφίας.


Η μαφία της Κρήτης συνδέεται απολύτως πλέον με τη μαφία της ηπειρωτικής Ελλάδας, κυρίως όσον αφορά τη διακίνηση όπλων και ναρκωτικών. Είναι οι μορφές της εγκληματικότητας όπου βασίζεται η ανάπτυξη του οργανωμένου εγκλήματος στην Ελλάδα. Και όχι μόνο. Οι ύπαρξη διασυνδέσεων μεταξύ των κυκλωμάτων της νύχτας και των κυκλωμάτων διακίνησης όπλων και ναρκωτικών με κέντρα εξουσίας παραμένει πάντοτε το ζητούμενο. Πριν από μερικά χρόνια, για παράδειγμα, ο εισαγγελέας κ. Γ. Γεράκης, που άσκησε προσφάτως τις διώξεις εναντίον ανώτατων στελεχών της ΕΛ.ΑΣ., προσπάθησε να διερευνήσει τη συμμετοχή αστυνομικών στα κυκλώματα προστασίας. Το σχετικό πόρισμα που συνέταξε περιείχε συγκλονιστικές λεπτομέρειες που αποδείκνυαν την αμαρτωλή σχέση αστυνομικών και νονών της νύχτας. Ωστόσο ουδέποτε ασκήθηκε δίωξη, καθώς κρίθηκε ότι οι μαρτυρικές καταθέσεις δεν στοιχειοθετούσαν επαρκές αποδεικτικό υλικό. Η έρευνα, δηλαδή, είχε σταματήσει στην «ομερτά», στον νόμο της σιωπής, που απεδείχθη ισχυρότερος από την πυγμή της Δικαιοσύνης.


Παρά την αδυναμία όμως της δικαστικής διερεύνησης, παραμένει γεγονός ότι η πλέον οργανωμένη μορφή της δράσης των συμμοριών στην Ελλάδα ­ μετά τη δράση του κυκλώματος της διακίνησης των ναρκωτικών ­ είναι οι νονοί της νύχτας. Και αυτό γιατί έχουν κατορθώσει να αποκτήσουν ένα (στοιχειώδες έστω) επίπεδο οργάνωσης που τους επιτρέπει να λειτουργούν υπό τη μορφή του συνδικάτου, έχουν μοιράσει τις περιοχές της Αθήνας σε «ζώνες επιρροής» και διαθέτουν μικρούς αλλά ισχυρούς ιδιωτικούς στρατούς.


Η εμβρυϊκή, έστω, μορφή οργάνωσης των νονών της νύχτας θα πρέπει να αναζητηθεί στην «αυτονόμηση» των μπράβων των ιδιοκτητών των νυκτερινών κέντρων, που τους έδωσε τη δυνατότητα να εκβιάζουν τα ίδια τα αφεντικά τους, να ελέγχουν την κάβα των μαγαζιών και να διακινούν ναρκωτικά. Στα κυκλώματα της νύχτας αργότερα εισήλθαν και «επιφανείς παράγοντες» του κόσμου του εγκλήματος που είχαν διακριθεί στις ληστείες και στο εμπόριο ναρκωτικών. Σήμερα σε αυτόν το χώρο συναντά κανείς και άτομα με «λευκά κολάρα», άτομα δηλαδή υπεράνω πάσης υποψίας.


Οι συμμορίες της νύχτας, που αποτελούν την ανώτερη μορφή του οργανωμένου εγκλήματος στην Ελλάδα, μετά τη διακίνηση των ναρκωτικών και το εμπόριο των όπλων, υπολογίζονται σήμερα γύρω στις 10. Ελέγχουν το 70% των καταστημάτων που πληρώνουν προστασία, ενώ έχουν ένα ισχυρό μερίδιο στη διακίνηση νοθευμένων ποτών και στο εμπόριο των ναρκωτικών. Βεβαίως, γίνεται λόγος για αμιγώς ελληνικές συμμορίες, χωρίς δηλαδή σε αυτόν τον αριθμό να προσμετρούνται οι συμμορίες των Ρωσοποντίων και των Αλβανών που ελέγχουν τη Δυτική Αττική.


Οι αρχηγοί αυτών των συμμοριών είναι σήμερα τα άτομα που έχουν επιβιώσει από τον πόλεμο που ξέσπασε μεταξύ τους την περίοδο 1990-92. Αλλοι από τους αρχηγούς τους βρίσκονται στη φυλακή από όπου εξακολουθούν να κινούν τα νήματα. Σε αυτή την κατηγορία ανήκουν οι Β. Δαναλάτος, Αλέκος Κοσμόπουλος, Κώστας Ναστούλης κλπ. Μεταξύ των νονών συγκαταλέγονται και άτομα που στο παρελθόν υπηρετούσαν στα Σώματα Ασφαλείας από τα οποία αποτάχθηκαν για υποθέσεις διαφθοράς.


Την περίοδο 1990-92 είχε ξεσπάσει ένας αιματηρός πόλεμος μεταξύ των συμμοριών με αποτέλεσμα ορισμένα μέλη τους να χάσουν τη ζωή τους. Κάθε βράδυ, σχεδόν, έξω από νυκτερινά κέντρα κροτάλιζαν τα όπλα, έσκαγαν χειροβομβίδες και βόμβες. Πρωτεργάτης του «πολέμου της νύχτας» υπήρξε ο Β. Δαναλάτος, ο οποίος πιστεύεται ότι τοποθετούσε τις βόμβες που έσκαγαν κυρίως στις εκθέσεις αυτοκινήτων. Οι βόμβες αυτές «εσίγησαν» μόνο μετά τη σύλληψή του. Οι ιδιαίτερες σχέσεις που είχε αναπτύξει με ανώτατα στελέχη της ΕΛ.ΑΣ., των οποίων επισκεύαζε όπλα, δεν στάθηκαν ικανές να τον διασώσουν.


Οι σχέσεις όμως μεταξύ των νονών της νύχτας γρήγορα εξομαλύνθηκαν. Μάλιστα, κατά τη διάρκεια του 1993, κατεβλήθη προσπάθεια να συσταθεί ακόμη και συνδικάτο του κόσμου της νύχτας. Ως πρώτο βήμα σε αυτή την κατεύθυνση υπήρξε η αυστηρή οριοθέτηση των διαφόρων περιοχών ευθύνης των συμμοριών που αποφασίστηκε σε συγκέντρωση των ηγετών τους σε κεντρικό ξενοδοχείο της Αθήνας. Εκτοτε τα πνεύματα ηρέμησαν και εσίγησαν τα πιστόλια.


Ωσπου ένα πτώμα, που αποκαλύφθηκε σε ερημική τοποθεσία της Πάρνηθας, ήρθε να ανατρέψει τα δεδομένα. Το πτώμα ανήκε στο Βασίλη Σούφλα που, όπως λέει η Αστυνομία, δολοφονήθηκε από συντρόφους του. Ο Σούφλας με την ομάδα του, εκτός των άλλων, έκλειναν και συμβόλαια θανάτου. Ποιος ήταν ο εγκέφαλος του κυκλώματος; Ουδείς γνωρίζει μετά βεβαιότητος. Οι αρχές Ασφαλείας αφήνουν να εννοηθεί ότι έχουν διαβιβάσει τον σχετικό φάκελο στη Δικαιοσύνη από όπου αναμένουν το «πράσινο φως» προκειμένου να προχωρήσουν σε συλλήψεις. Γιατί δεν έχει δοθεί ακόμη; Αγνωστον. Πάντως οι αστυνομικοί φωτογραφίζουν ως εγκέφαλο της συμμορίας που εκτελούσε συμβόλαια θανάτου τον υπ’ αριθμόν ένα νονό αυτή τη στιγμή στον κόσμο της νύχτας. Ορισμένοι άλλοι, όμως, μιλούν για άτομα υπεράνω πάσης υποψίας που κινούν τα νήματα των νονών της νύχτας. Ο χρόνος θα δείξει. Οι έμποροι «λευκής σαρκός»


Η μαφία της νύχτας δεν εξαντλείται στις συμμορίες των εκβιαστών. Αντιθέτως, οι συμμορίες αυτές αποτελούν ένα παρακλάδι του εγκλήματος ­ έστω και το πλέον οργανωμένο. Ακόμη ένα παρακλάδι είναι το εμπόριο «λευκής σαρκός». Σε αυτό κυρίαρχο λόγο διαδραματίζουν ακόμη και οι γυναίκες, πρώην «τσατσάδες» των οίκων ανοχής, που διατηρούν ισχυρές διασυνδέσεις με αξιωματικούς των Σωμάτων Ασφαλείας. Η νέα μέθοδος είναι τα… μασάζ και το νέο «εμπόρευμα» οι αλλοδαπές που προέρχονται από τις χώρες κυρίως του πρώην υπαρκτού σοσιαλισμού.


Μαρτυρία πρώτη. Για να εισέλθει μια γυναίκα σε αυτά τα κυκλώματα υπάρχουν δύο τρόποι. Ο πρώτος είναι μέσα από οργανωμένα κυκλώματα που διακινούν αλλοδαπές, κυρίως Ρωσίδες, που έρχονται παράνομα στην Ελλάδα και πέφτουν θύματα εκβιαστών. Ο δεύτερος είναι σχετικά απλός και γίνεται μέσω των αγγελιών. Κοπέλες τηλεφωνούν σε κάποιο «γραφείο» και ζητούν δουλειά. Το ραντεβού με τους υπευθύνους του «γραφείου» κλείνεται σε κάποια καφετέρια όπου γίνονται και οι σχετικές διαπραγματεύσεις. Αν οι διαπραγματεύσεις ευοδωθούν, τότε δίνεται στην κοπέλα το νούμερου ενός τηλεφώνου, κατά κύριο λόγο κινητού, με το οποίο επικοινωνεί για όλες τις λεπτομέρειες.


Μαρτυρία δεύτερη. Οι κοπέλες που επιδίδονται στην πορνεία συνήθως μοιράζονται την αμοιβή τους με τους προστάτες τους. Αν δηλαδή παίρνουν 20.000 δρχ. σε κάθε ραντεβού, τότε τις 10.000 δραχμές τις αποδίδουν στα «γραφεία». Η απόδοση των χρημάτων γίνεται είτε κάθε μήνα, όταν οι κοπέλες είναι αρκετό χρόνο στη δουλειά, είτε κάθε πρωί. Τα «γραφεία» από την πλευρά τους φροντίζουν για την πελατεία και την παροχή της αναγκαίας προστασίας. Τις περισσότερες φορές, όμως, αφήνουν τις κοπέλες στην τύχη τους στην περίπτωση που πάει κάτι στραβά.


Μαρτυρία τρίτη. Οι αρχές Ασφαλείας, παρά τα μέτρα προφύλαξης που λαμβάνονται από τα «γραφεία» με τη χρήση κυρίως κινητών τηλεφώνων, γνωρίζουν «πρόσωπα και πράγματα» στον χώρο του εμπορίου λευκής σαρκός. Παρά ταύτα, όμως, δεν παρεμβαίνουν. Οι λόγοι είναι κυρίως τρεις: Ο πρώτος έχει σχέση με το ισχύον νομικό καθεστώς στην Ελλάδα που θεωρείται ελλιπές. Ο δεύτερος βασίζεται στην πεποίθηση ότι οι χώροι αυτοί ανακυκλώνονται και ως εκ τούτου δεν έχει κανένα νόημα η άσκηση διώξεων. Και ο τρίτος συνδέεται με τη διαφθορά των αστυνομικών οι οποίοι εισπράττουν μίζα από τους ιδιοκτήτες των οίκων ανοχής. Οι ρωσικές συμμορίες


Μερίδιο από την πίτα της νύχτας διεκδικεί και η ρωσική μαφία, που δραστηριοποιείται κυρίως στη Δυτική Οχθη. Η ρωσική μαφία, όπως αφήνουν να εννοηθεί οι αξιωματικοί της Ασφάλειας Αττικής, διακινεί τεράστιες ποσότητες όπλων που εισάγει από τις δημοκρατίες της πρώην Σοβιετικής Ενωσης, επιδίδεται σε εμπόριο ηρωίνης και χασίς, ελέγχει ορισμένα από τα κυκλώματα πορνείας νεαρών Ρωσίδων, εκβιάζει ιδιοκτήτες γουναράδικων στο κέντρο της Αθήνας και εκδίδει πλαστά ταξιδιωτικά έγγραφα.


Τα μέλη των συμμοριών των Ρωσοποντίων, που ήρθαν στο προσκήνιο και με την «υπόθεση Σολόνικ», δεν υπερβαίνουν τα 50 άτομα. Είναι δύο κύριες ομάδες που διαφοροποιούνται ανάλογα με τη χώρα προέλευσής τους, καθώς επίσης και με το αντικείμενο της δράσης τους. Η μία ομάδα διακινεί, κυρίως, όπλα που τα εισάγει στην Ελλάδα μέσα σε οικοσκευές των μελών της, καθώς επίσης και πλαστά ταξιδιωτικά έγγραφα. Τα όπλα πουλιούνται σχετικά φθηνά, αφού τα Καλάσνικοφ στοιχίζουν περίπου 150.000 δραχμές. Η δεύτερη ομάδα δραστηριοποιείται κυρίως στη διακίνηση ναρκωτικών και στα κυκλώματα πορνείας νεαρών γυναικών. Η αλβανική «οικογένεια»


Υπαρκτό κίνδυνο συνιστά για τη χώρα μας και η αλβανική μαφία που δραστηριοποιείται κυρίως στον τομέα της διακίνησης ναρκωτικών και, εσχάτως, του παράνομου εμπορίου όπλων.


Μαρτυρία πρώτη. Σύμφωνα με τα στοιχεία που έχει στη διάθεσή της η Υπηρεσία Ναρκωτικών του υπουργείου Δημόσιας Τάξης, παρατηρείται συνεχής διόγκωση του προβλήματος των ναρκωτικών από την Αλβανία, παρ’ ότι έχουν ενισχυθεί τα μέτρα ελέγχων στα ελληνοαλβανικά σύνορα. Βασική αιτία είναι η συστηματική καλλιέργεια καννάβεως σε διάφορες περιοχές, όπως Φέρι – Κονίσπολη, είτε παράνομα είτε με την «ανοχή» των επίσημων αρχών λόγω του υψηλού βαθμού διαφθοράς που υπάρχει στους μηχανισμούς καταστολής.


Μαρτυρία δεύτερη. Η αλβανική μαφία, προκειμένου να εισαγάγει ναρκωτικά στην Ελλάδα, χρησιμοποιεί κυρίως Βορειοηπειρώτες ομογενείς ή άλλους Αλβανούς χωρίς ποινικό παρελθόν που διαμένουν ή εργάζονται στο ελληνικό έδαφος. Επίσης μεμονωμένοι Αλβανοί εισάγουν και διακινούν ναρκωτικά από τα σημεία εισόδου – εξόδου (Κακκαβιά – Κρυσταλλοπηγή) αλλά και από άλλα δυσεπιτήρητα σημεία (περάσματα) της συνοριακής γραμμής.