«ΠΡΕΠΕΙ να χάσουμε ό,τι είχαμε για να καταλάβουμε την αξία του» λέει ο λαός, χωρίς βέβαια αυτό να σημαίνει πως ό,τι είχαμε ήταν το καλύτερο, απλώς μπορεί να μας διευκόλυνε. Κάπως έτσι έχουν τα πράγματα με τις Γενικές Εξετάσεις εισαγωγής στα πανεπιστήμια και στα τεχνολογικά εκπαιδευτικά ιδρύματα (ΤΕΙ). Διότι και οι ελάχιστοι που μπορεί ακόμη να έχουν κατά νου ότι από το 2000 «έτσι απλά και ωραία… ανοίγουμε την πόρτα και μπαίνουμε στα πανεπιστήμια» καλά θα κάνουν να το βγάλουν από το μυαλό τους.


Το παιδί που θέλει να σπουδάσει θα πρέπει να το αποφασίσει πολύ νωρίς, και κυρίως θα πρέπει να έχει τα μάτια του όχι δεκατέσσερα αλλά εκατόν τέσσερα, καθώς κάθε του βαθμολογική κίνηση στις δύο τελευταίες τάξεις του λυκείου θα προστίθεται στο σακουλάκι με τα μόρια, που και πάλι θα πρέπει να γεμίσουν οι υποψήφιοι ως «προικιό» το οποίο θα παραδώσουν στους αρμοδίους, προκειμένου να διαβούν την πόρτα της Τριτοβάθμιας Εκπαίδευσης. Το δε νέο και σημαντικότερο στοιχείο σε αυτή τη νέα διαδικασία τής, υποτίθεται, «ελεύθερης πρόσβασης» στα ΑΕΙ και τα ΤΕΙ είναι πως όποιος βαθμός μπει στο σακούλι με τα μόρια δεν βγαίνει για να βάλουμε άλλον καλύτερο. Εκτός αν τα προεδρικά διατάγματα και οι υπουργικές αποφάσεις, μέσα από τα οποία θα υλοποιηθεί η «ελεύθερη πρόσβαση στα ΑΕΙ και στα ΤΕΙ», επιφέρουν αλλαγές που θα δίνουν με οποιονδήποτε τρόπο μια δεύτερη ευκαιρία.


Εκείνο πάντως που γίνεται ξεκάθαρο από το δεύτερο άρθρο του νομοσχεδίου – σκούπα με τα 11 άρθρα, που ψηφίστηκε ­ όπως τα περισσότερα νομοσχέδια αυτού του υπουργείου ­ μήνα Αύγουστο, είναι ότι κανένας δεν θα μπαίνει ελεύθερα και ακούραστα στο πανεπιστήμιο. Και αν με το ισχύον σύστημα οι υποψήφιοι μελετούσαν σε όλο το λύκειο τέσσερα μαθήματα και μόνον, τώρα θα πρέπει να μελετούν άλλα τόσα και βάλε και παράλληλα να συγκεντρώνουν καλούς βαθμούς στα πάντα, γιατί διαφορετικά η πόρτα θα μείνει ερμητικά κλειστή για πάντα.


Το άρθρο λοιπόν που προβλέπει τα περί της πρόσβασης των νέων στα ΑΕΙ και στα ΤΕΙ ­ που μόνον ελεύθερη δεν πρέπει να χαρακτηρίζεται ­ προβλέπει τα ακόλουθα:


Οι υποψήφιοι αφού πάρουν το απολυτήριο του λυκείου ­ το πώς ακριβώς θα γίνει αυτό θα το πούμε παρακάτω ­ έχουν θεωρητικά το δικαίωμα πρόσβασης είτε στα ισχύοντα προγράμματα σπουδών των πανεπιστημίων είτε στα προγράμματα σπουδών επιλογής, στα προγράμματα δηλαδή που το προηγούμενο οκτάμηνο είχαν γίνει γνωστά ως Ελεύθεροι Κύκλοι Σπουδών (ΕΛΚΥΣ), είτε στο Ανοιχτό Πανεπιστήμιο.


Στην πράξη όμως οι υποψήφιοι που επιθυμούν να εισαχθούν στα ισχύοντα προγράμματα σπουδών των ΑΕΙ και των ΤΕΙ, με άλλα λόγια στα κανονικά προγράμματα, θα πρέπει, αφού πληροφορηθούν τα μόρια που έχουν συγκεντρώσει (διότι και πάλι θα συγκεντρώνουν μόρια και το πώς θα το δούμε παρακάτω), να δηλώσουν ποια σχολή ή ποιο τμήμα προτιμούν. Στο σημείο αυτό εισάγεται μάλιστα και νέος όρος: το επιστημονικό πεδίο, που ορίζεται ως σύνολο ομοειδών ή συγγενών γνωστικών αντικειμένων.


Αν τώρα ο αριθμός των υποψηφίων που έχουν δηλώσει προτίμηση για κάθε σχολή, τμήμα ή επιστημονικό πεδίο συμπίπτει με τον αριθμό των θέσεων που διατίθενται, τότε ουδέν πρόβλημα. Μπορεί όμως κανένας να φανταστεί, παραδείγματος χάριν, ότι οι 8.000 υποψήφιοι που δηλώνουν κάθε χρόνο ως πρώτη προτίμηση τις ιατρικές σχολές, που διαθέτουν το πολύ 800 θέσεις εισακτέων, θα «βολευτούν» με μια θέση στο τμήμα νοσηλευτικής, και ότι δεν θα ανοίξουν την πόρτα για το εξωτερικό; Εκτός και αν ξαφνικά οι ιατρικές σχολές δώσουν 8.000 θέσεις εισακτέων. Ποτέ κανείς δεν μπορεί να ξέρει…


Αν όμως οι διατιθέμενες θέσεις στις διάφορες σχολές είναι λιγότερες από τις δηλωθείσες προτιμήσεις, τότε μπαίνουμε στα δύσκολα. Η απάντηση που δίνει το νομοσχέδιο για την περίπτωση αυτή είναι η ακόλουθη: «Οι προτεραιότητες ικανοποίησης των προτιμήσεων των υποψηφίων για συγκεκριμένα τμήματα, στα οποία δεν επαρκούν οι θέσεις, προσδιορίζονται από τα συνολικά μόρια του υποψηφίου (σ.σ. προφανώς εννοείται το σύνολο μορίων που έχει συγκεντρώσει κάθε υποψήφιος). Τα μόρια αυτά προσδιορίζονται από τον βαθμό του Απολυτηρίου του ενιαίου λυκείου, από την επίδοση στη δοκιμασία δεξιοτήτων (σ.σ. βλέπε παρακάτω) και από τη βαθμολογία σε δύο μαθήματα της Γ’ τάξης του ενιαίου λυκείου, που ορίζονται για κάθε επιστημονικό πεδίο (σ.σ. βλέπε παρακάτω), καθώς επίσης και από τον χρόνο αποφοίτησης από το λύκειο».


«Και τι είναι όλα τούτα ‘δώ;» θα αναρωτηθεί κανείς και με το δίκιο του. Μην ανησυχείτε όμως και κυρίως μη βιάζεστε. Απαντήσεις υπάρχουν, αλλά θα δοθούν στο μέλλον…


Λέει λοιπόν το νομοσχέδιο: «Με απόφαση του υπουργού Παιδείας καθορίζονται τα επιστημονικά πεδία (σ.σ. που λέγαμε παραπάνω), τα θέματα διεξαγωγής και αξιολόγησης της δοκιμασίας δεξιοτήτων, τα δύο μαθήματα της Γ’ τάξης του ενιαίου λυκείου για κάθε επιστημονικό πεδίο, στα οποία η επίδοση των υποψηφίων λαμβάνεται υπόψη για τον προσδιορισμό του συνόλου των μορίων, ο τρόπος διεξαγωγής των εξετάσεων στα πρόσθετα ειδικά μαθήματα, οι συντελεστές υπολογισμού των δύο μαθημάτων της Γ’ τάξης, ο τρόπος γνωστοποίησης του συνολικού αριθμού μορίων που συγκεντρώνουν οι υποψήφιοι, το περιεχόμενο αυτών (;), ο τρόπος συγκέντρωσης και επεξεργασίας των δηλώσεων προτίμησης και ανακοίνωσης των πινάκων εισαγωγής, η διαδικασία εγγραφής στα τμήματα Τριτοβάθμιας Εκπαίδευσης και κάθε άλλη σχετική λεπτομέρεια, που αναφέρεται στην πρόσβαση κατόχων Απολυτηρίου Ενιαίου Λυκείου στα προγράμματα Σπουδών Τριτοβάθμιας Εκπαίδευσης».


Με άλλα λόγια, δηλαδή, ψηφίστηκε ένα νομοσχέδιο που ορίζει επί της ουσίας ότι θα ξαναψηφισθεί ένα άλλο… νομοσχέδιο στο μέλλον, που θα ρυθμίζει τα της εισαγωγής στα ΑΕΙ και στα ΤΕΙ. Ισως αυτό να εννοούσαν ευθύς εξαρχής οι αρμόδιοι του υπουργείου Παιδείας όταν ομιλούσαν «για μια Παιδεία ανοιχτών οριζόντων».


Οι ανοιχτοί ορίζοντες πάντως του υπουργείου Παιδείας περιλαμβάνουν και τα Προγράμματα Σπουδών Επιλογής, στα οποία εκτός από τους κατόχους απολυτηρίου ενιαίου λυκείου μπορούν να έχουν πρόσβαση φοιτητές από το εξωτερικό, φοιτητές άλλων ελληνικών ΑΕΙ ή ΤΕΙ, πτυχιούχοι ηλικίας από 26 ως 40 ετών και από εκεί και πέρα όποιος Ελλην διαθέτει απολυτήριο λυκείου, αρκεί όμως να ανταποκρίνεται στα κριτήρια, καθώς λαμβάνονται υπόψη ο βαθμός του απολυτηρίου, τα έτη ανεργίας, τα έτη επαγγελματικής προϋπηρεσίας και τα έτη μεταλυκειακής κατάρτισης. [Από αυτό το τελευταίο αντιλαμβάνεται ο καθείς ότι τα Ινστιτούτα Επαγγελματικής Εκπαίδευσης (ΙΕΚ) πρόκειται οσονούπω να ενταχθούν εντός του εκπαιδευτικού συστήματος εντασσόμενα σε μεταλυκειακή βαθμίδα].


Περισσότερα μη ζητάτε τώρα, διότι ο τρόπος συγκρότησης και λειτουργίας των προγραμμάτων σπουδών επιλογής, τα ποσοστά των κατηγοριών των υποψηφίων, που θα γίνονται κατά προτεραιότητα δεκτοί, οι συντελεστές βαρύτητας των κριτηρίων και το πώς θα καθορισθούν, οι προϋποθέσεις και η διαδικασία εγγραφής και φοίτησης, όπως ήδη θα έχετε καταλάβει, θα καθορισθούν με υπουργική απόφαση. Ναρκοπέδιο η Α’ λυκείου


«Ούτε ψύλλος στον κόρφο των μαθητών της Α’ λυκείου». Πρόκειται για τα παιδιά που θα τελειώσουν το λύκειο παίζοντας… τυφλόμυγα πάνω σε ναρκοπέδιο. Θα αρχίσουν από φέτος κάνοντας δοκιμές με το νέο σύστημα αξιολόγησης. Θα έχουν νέου τύπου διαγωνίσματα, αλλά με βάση τα ίδια προγράμματα και μελετώντας τα παλαιού τύπου βιβλία, εξεταζόμενοι από καθηγητές που κλήθηκαν να εμπεδώσουν τις νέου τύπου εξετάσεις με ένα εβδομαδιαίο σεμινάριο. Με κλειστά, πρακτικά, τα μάτια θα αναζητούν να αγγίξουν όποια σχολή μπορέσουν. Επειδή όμως θα κυκλοφορούν χιλιάδες παιδιά με κλειστά τα μάτια σε όλα τα σχολειά της χώρας, οπότε πολλά χέρια θα αγγίζουν την ίδια σχολή, θα κερδίζει όποιος αγγίζει το σωστό σημείο, την κορυφή.


Με άλλα λόγια, όποιος νομίζει ότι τελείωσε το άγχος και ο ανταγωνισμός επειδή καταργήθηκαν οι εξετάσεις πλανάται πλάνην οικτράν. «Η αγωνία θα ξεκινάει από το γυμνάσιο και τα ιδιαίτερα μαθήματα, ακόμη και στα θρησκευτικά, από το δημοτικό», όπως λένε χαρακτηριστικά οι εκπαιδευτικοί. Και κάτι θα ξέρουν για να το λένε, διότι και αυτοί παίρνουν μέρος στην… τυφλόμυγα εφοδιασμένοι με… ενημερωτικό σεμινάριο μιας εβδομάδας και με ένα «ντοσιέ πληροφοριών» που μετατράπηκε στην πορεία σε «βιβλίο καθηγητή», για να αμβλυνθούν οι αρχικές εντυπώσεις.


Μέρος όμως στο ιδιόρρυθμο αυτό παιχνίδι της τυφλόμυγας παίρνουν και τα παιδιά που θα φοιτήσουν φέτος στις δύο τελευταίες τάξεις του λυκείου. Και επειδή «ο παλιός είναι αλλιώς», με μεταβατικές διατάξεις τους εξασφαλίζεται το δικαίωμα της κατοχύρωσης βαθμολογίας. Ετσι η τελευταία φουρνιά, που θα δώσει Γενικές Εξετάσεις το 1999, θα μπορεί να επαναδιαγωνισθεί με βάση τους παλιούς κανόνες και το 2000 και το 2001, αλλά ο αριθμός των θέσεων που θα διατεθεί σε αυτή την κατηγορία υποψηφίων θα καθορισθεί με υπουργική απόφαση.