Η σκέψη του Wittgenstein δεν είναι άγνωστη στο ελληνικό κοινό. Πέρα από την ευρεία και συχνά επιφανειακή δημοσιογραφική της προβολή, υπάρχουν καλές μεταφράσεις των βασικότερων έργων του καθώς και ορισμένες αξιόλογες ερμηνευτικές εργασίες στη γλώσσα μας. Η πρόσφατη έκδοση κειμένων του Κωστή Κωβαίου, με τίτλο τη βιτγκενσταϊνική ρήση «Ολα κυοφορούνται μες στη γλώσσα» και με τον υπότιτλο Δοκιμές στη φιλοσοφία του Wittgenstein, παρέχει έναν πολύ ενδιαφέροντα συνδυασμό μελετών εξηγητικού χαρακτήρα και πρωτότυπων προσπαθειών δημιουργικής εφαρμογής της γλωσσαναλυτικής μεθόδου σε διάφορα πεδία για την αντιμετώπιση συγκεκριμένων προβλημάτων.


Ο αναγνώστης που γνωρίζει τον Κωβαίο από τις μεταφράσεις του, συνοδευόμενες από εκτενείς εισαγωγές και σχόλια, όπως μεταξύ άλλων του Μπλε και του καφέ βιβλίου (Εκδόσεις Καρδαμίτσα, 1984), των Φιλοφοσικών παρατηρήσεων (Γνώση, 1993) της Φιλοφοσικής Γραμματικής (ΜΙΕΤ, 1994), ή από τη διδακτορική του διατριβή Η Γραμματική του αισθητικού λόγου (Εκδόσεις Ιδρύματος Σαριπόλου, 1984) και από το βιτγκενσταϊνικής έμπνευσης έργο του Φιλοσοφικές περιηγήσεις (Δωδώνη, 1988), βρίσκει εδώ συγκεντρωμένες τις κυριότερες, δημοσιευμένες και αδημοσίευτες, σχετικές εργασίες του των τελευταίων δεκαπέντε χρόνων. Και οι παλαιότερες από αυτές, συχνά πρωτοδημοσιευμένες σε δυσεύρετα πρακτικά συνεδρίων και ξένα περιοδικά, έχουν υποστεί διορθώσεις και τροποποιήσεις, και συμπληρώνονται από νέο σχολιασμό και βιβλιογραφική ενημέρωση. Εδώ πρέπει να σημειωθεί ότι η βιβλιογραφική τεκμηρίωση της όλης συλλογής είναι εντυπωσιακή και προσφέρει στον ερευνητή ένα πανόραμα των κάθε λογής βιτγκενσταϊνικών μελετών στην Ελλάδα και στο εξωτερικό. Οι πυκνές και κατατοπιστικές υποσημειώσεις συχνά περιλαμβάνουν εκτενή επιχειρηματολογία επί της ουσίας, αλλά και μια ποικιλία πληροφοριών που αντανακλούν την πολύπλευρη παιδεία του συγγραφέα.



Το Ολα κυοφορούνται μες στη γλώσσα, όμως, δεν χρησιμεύει μόνο στον εξοικειωμένο ειδικό, ο οποίος ίσως θα σταθεί περισσότερο σε όσα αφορούν τη μετάβαση από το Tractatus στις Φιλοσοφικές έρευνες, την προσέγγιση του Wittgenstein στο πρόβλημα των «καθόλου» και τη θεματική της θεμελίωσης των μαθηματικών, τις παρατηρήσεις του για το Χρυσό Κλωνί του Frαzer, το συγγραφικό ύφος των κειμένων της ύστερης περιόδου, την κριτική των ερμηνειών που αποκλίνουν από την ορθόδοξη βιτγκενσταϊνική σύλληψη. Περιέχει το υλικό και για μια εμπεριστατωμένη εισαγωγή στη σκέψη του βιεννέζου φιλοσόφου, μέσα από την παρουσίαση των κεντρικών αρχών, των εργαλείων και των τεχνικών της γλωσσανάλυσης αλλά και τη χρησιμοποίησή τους κατά τη διάλυση παραδοσιακών προβλημάτων όπως αυτό του σολιψισμού.


Παράλληλα, πολύ σημαντική είναι και η περαιτέρω αξιοποίηση της γλωσσαναλυτικής μεθόδου από τον Κωβαίο για τη διαμόρφωση νέων τοποθετήσεων απέναντι σε μια σειρά προβλημάτων από τον χώρο της φιλοσοφίας της γλώσσας, της αισθητικής, της ηθικής, αλλά και της πολιτικής φιλοσοφίας, όπως του θανάτου και της αυτονομίας των τεχνών, της επανερμηνείας της διαλεκτικής (με αναφορά στον Ηράκλειτο, στον Hegel και στον Popper), της συνέχειας και της συνέπειας στην ηθική, της ιδεολογίας του προοδευτισμού, και για τη διερεύνηση της γραμματικής εννοιών όπως αυτή των αισθητικών κρίσεων και του καλλιτεχνικού αριστουργήματος. Το πρόσφατο δοκίμιό του «Το λυκόφως των χιμαιρών», το οποίο κλείνει τη συλλογή, εντάσσει τη βιτγκενσταϊνική γλωσσανάλυση στη φιλοσοφική σκηνή της εποχής μας και περιλαμβάνει διεξοδική κριτική των νέων επιστημονιστικών τάσεων της αναλυτικής φιλοσοφίας αλλά και των κειμενοκρατικών αντιλήψεων των γάλλων κυρίως μεταμοντέρνων στοχαστών.


Για τον Wittgenstein η φιλοσοφία συνιστά μια ιδιάζουσα πνευματική δραστηριότητα που πρέπει να διακρίνεται αυστηρά από την επιστήμη. Σκοπός της δεν μπορεί να είναι η εμπειρική ή η υπερεμπειρική γνώση, η κατασκευή θεωριών για την υποστήριξη θέσεων, αλλά η διασάφηση και η εποπτεία της λογικής «γραμματικής» της χρήσης των λέξεων μέσα σε συγκεκριμένα «γλωσσικά παιχνίδια». Αυτή η εποπτεία καθιστά δυνατή τη ριζική «διαλυτική» αντιμετώπιση των μεταφυσικών (ψευδο-)προβλημάτων που κυοφορούνται μες στη γλώσσα και προκαλούνται τελικά από τον ίμερο της γενικότητας και τη μάταιη ουσιοκρατική αναζήτηση νοημάτων πέρα από τα όρια επιμέρους χρήσεων. Διαρκής στόχος μας πρέπει να είναι η κατάδειξη των πλανών στις οποίες αναπόφευκτα οδηγούμαστε και η θεραπεία μας από την εμμονή στις μεταφυσικές χίμαιρες που συχνά παίρνει τη μορφή νοητικής αγκύλωσης.


Ο Κωβαίος υιοθετεί αυτή την αντίληψη του φιλοσοφείν και εφαρμόζει τη γλωσσαναλυτική μέθοδο (ή καλύτερα μεθόδους) με εξαιρετική ικανότητα. Είναι ενδεχόμενο να διαφωνεί κανείς με τις αφετηριακές προϋποθέσεις της βιτγκενσταϊνικής θεώρησης και να μη δέχεται τα περισσότερα αρνητικά και θετικά αποτελέσματα της γλωσσαναλυτικής πρακτικής που αναπτύσσεται στα υπό εξέταση κείμενα. Δεν μπορεί όμως να μην αναγνωρίσει τη σημασία της και να μη θαυμάσει την ερμηνευτική επάρκεια των προτεινόμενων αναγνώσεων, τον πλούτο και την ακρίβεια των παρατηρήσεων, αλλά και την εγκυρότητα της συστηματικής επιχειρηματολογίας του Κωβαίου, αν όχι την απόλυτη πειστικότητά της, εφόσον δεν προσυπογράφει τις βασικές του προκείμενες. Το Ολα κυοφορούνται μες στη γλώσσα πρέπει να διαβαστεί προσεκτικά όχι μόνο από τον μελετητή του έργου του Wittgenstein, αλλά και από κάθε φιλόσοφο που παρακολουθεί τις σύγχρονες συζητήσεις για τη φύση της φιλοσοφικής σκέψης και τον απασχολεί η εξέλιξή της.


Ο κ. Στέλιος Βιρβιδάκης είναι επίκουρος καθηγητής Φιλοσοφίας στο Πανεπιστήμιο Αθηνών.