Ο μικρός λευκός χοίρος της Καρδίτσας, με τα κοντά πόδια, το μακρύ σώμα και τα πεσμένα αφτιά, οι λιγοστές αγελάδες – νάνοι των Πρεσπών, τα βραχύσωμα πόνι της Σκύρου, οι κατσίκες της ουλοκερατικής φυλής της Βοιωτίας και πολλά άλλα είδη ζώων αποτελούν τους αυτόχθονες ελληνικούς πληθυσμούς ζώων. Οι φυλές της Ελλάδας διαμορφώθηκαν χάρη στις ιδιαίτερες φυσικές γεωμορφολογικές, κλιματικές και κοινωνικές συνθήκες. Η επιβίωσή τους όμως δεν είναι αυτονόητη και σε ορισμένες περιπτώσεις πρέπει να ληφθούν μέτρα ώστε να μην εξαφανιστούν. Επιτυχημένο παράδειγμα αποτελεί η προστασία του μεγαλύτερου ζώου της κρητικής πανίδας, του γιωργαλίδικου αλόγου, που βρισκόταν υπό εξαφάνιση. Χάρη στη φροντίδα του Παγκρήτιου Συλλόγου Φίλων του Αλόγου (ΠΑΣΥΦΑ) ο κίνδυνος εξαλείφθηκε.


Η διαφύλαξη των τοπικών φυλών κρίνεται απαραίτητη τόσο για τη γενετική ποικιλότητα όσο και για τη διατήρηση της πολιτιστικής μας κληρονομιάς, αφού τα ήθη και τα έθιμα της κάθε περιοχής συνδέονται άμεσα με τα ζώα. Μια δεύτερη άποψη που εκφράστηκε και στο διεθνές σεμινάριο για τη «Διατήρηση του γενετικού υλικού των αγροτικών ζώων», που διοργανώθηκε από το Εκπαιδευτικό Κέντρο της Αγροτικής Τράπεζας της Ελλάδος, στο πλαίσιο του κοινοτικού προγράμματος Comett, τάσσεται εναντίον της θεσμοθέτησης μέτρων προστασίας για όλες τις φυλές, θεωρεί πως πρέπει να προστατευτούν μόνο εκείνες που θα αποδειχθούν οικονομικά χρήσιμες και αναφέρεται στο κόστος της προσπάθειας προστασίας που πρέπει να αναληφθεί.


Ωστόσο, η παρουσία των φυλών μπορεί να βοηθήσει και στη διαχείριση προστατευόμενων περιοχών. Λόγου χάρη, στις εκβολές του Ροδανού στη Νότια Γαλλία, και του Πάδου στην Ιταλία, άλογα και αγελάδες χρησιμοποιούνται για τον έλεγχο της εξάπλωσης των καλαμώνων που εμπόδιζε την εξάπλωση άλλων υδρόβιων φυτών και περιόριζε τις ανοιχτές εκτάσεις νερού όπου τρέφονται οι ερωδιοί και άλλα παρυδάτια ή υδρόβια είδη πουλιών.


Στη χώρα μας, σύμφωνα με τον γενικό γραμματέα της Ελληνικής Εταιρείας Προστασίας της Φύσης, κ. Γιώργο Σφήκα, η κατάσταση είναι η εξής: οι ελληνικές φυλές ζώων αντικαθίστανται με ξένες, οι οποίες αν πρόκειται για μηρυκαστικά συχνά αποδίδουν περισσότερο κρέας, γάλα ή άλλα προϊόντα. Αν πρόκειται για κατοικίδια, σκύλους και γάτες, «απλώς θεωρούνται πιο σικ». Οσο για τα άλογα, τα μουλάρια και τους γαϊδάρους; Τα είδη έχουν από χρόνια εκτοπιστεί από τα μηχανοκίνητα οχήματα. Επιπλέον, οι φυλές απειλούνται και με το πρόβλημα του εκφυλισμού που οφείλεται στην ανεξέλεγκτη διασταύρωσή τους με τις εισαγόμενες.


* ΑΛΟΓΑ


Τα χρώματα των ελληνικών αλόγων είναι το καφετί ­ από μπεζ ως καστανό ­ και το μαύρο. Σπάνια συναντά κανείς λευκό. Τα πιο μικρόσωμα από αυτά, τα πόνι της Σκύρου, παραμένουν μια από τις σπανιότερες φυλές αλόγων στον κόσμο. Ο αριθμός τους σήμερα, σύμφωνα με στοιχεία του Τμήματος Γεωπονίας του Αριστοτέλειου Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης, εκτιμάται πως φτάνει τα 120. Η όμορφη εμφάνισή τους μαρτυρεί και τον καλό χαρακτήρα τους. Πρόκειται για το ένα από τα δύο πιο μικρόσωμα άλογα ανά την υφήλιο και η ύπαρξή τους, πριν από αρκετές χιλιάδες χρόνια, βεβαιώνεται από αναφορές. Πιο μεγαλόσωμα είναι εκείνα της Ζακύνθου και της Ηλείας. Ενδιαμέσως κατατάσσονται τα άλογα της Πίνδου (περίπου 300 ζώα), της Πηνείας (περίπου 180 ζώα) και της Μεσσαράς Κρήτης (περίπου 100 άλογα). Τα αλογάκια του Αίνου (υποείδος της φυλής της Πίνδου) και της Θεσσαλίας βρίσκονται σε κατάσταση εξαφάνισης, αφού ελάχιστα έχουν πια απομείνει. Παλαιότερα τα άλογα αυτά βρίσκονταν σε ημιάγρια κατάσταση και εκτρέφονταν σε ορεινά λιβάδια, σε αγέλες, τις λεγόμενες Αργιλέδες.


* ΒΟΥΒΑΛΟΙ


Κάποτε ο κατοικίδιος βούβαλος αποτελούσε μέρος της βιοποικιλότητας των ελληνικών υγροτόπων. Πριν από τη δεκαετία του ’50 ο πληθυσμός τους έφθανε στη χώρα μας τα 100.000 ζώα. Σήμερα, όσα έχουν απομείνει (περίπου 600 ζώα) ζουν σε περιοχές της Μακεδονίας και της Θράκης ­ στις λίμνες Βιστωνίδα, Κερκίνη, Βόλβη, στον ποταμό Στρυμόνα και στις εκβολές του Γαλλικού και του Αξιού, και στη λιμνοθάλασσα του Πόρτο Λάγος ­, και διατρέχουν κίνδυνο άμεσης εξαφάνισης.


* ΑΓΕΛΑΔΕΣ


Από τη Δυτική Ασία ­ κατά τη Νεολιθική Εποχή ­ πιστεύεται πως έφθασαν στη χώρα μας οι ελληνικές φυλές αγελάδων, οι οποίες φαίνεται πως επηρεάστηκαν και από το ευρωπαϊκό είδος βους ο πρωτογενής, που εισήχθη αργότερα. Η βραχυκέρατη ιλλυρική φυλή χαρακτηρίζεται ευαίσθητη και ο αριθμός των ζώων δεν ξεπερνά τις 7.000. Τη συναντούμε σε περιοχές της Ροδόπης, του Μπέλες, της Δυτικής Μακεδονίας και της Πίνδου. Ακόμη υπάρχουν οι φυλές της Κατερίνης, της Συκιάς Χαλκιδικής και η ιδιότυπη φυλή της Τήνου, οι οποίες βρίσκονται σε κατάσταση εξαφάνισης. Από τις περίφημες αγελάδες – νάνους των Πρεσπών δεν έχουν παραμείνει παρά 70 ζώα.


* ΠΡΟΒΑΤΑ


Ως πρόγονος των ελληνικών φυλών προβάτων θεωρείται το άγριο πρόβατο των στεπών της Ασίας. Οι περισσότερες φυλές (σαρακατσάνικη, βλάχικη, Αιγαίου, Κρήτης κ.ά) είναι ευρέως διαδεδομένες στην ορεινή Ελλάδα. Με κίνδυνο εξαφάνισης απειλούνται οι φυλές Καταφυγίου, Ρουμλουκίου, Ευδήλου Ικαρίας, Λευκίμμης Κερκύρας και Αργους ενώ ελάχιστα ­ 450 ζώα ­ έχουν απομείνει από την ψηλόσωμη φυλή της Ζακύνθου που είχε εισαχθεί παλαιότερα από τη Βόρεια Ιταλία.


* ΧΟΙΡΟΙ


Εχει κοντά πόδια, πολύ μακρύ σώμα και κεφάλι, πεσμένα μακριά αφτιά και χρώμα… λευκό! Δεν είναι σκύλος αλλά γουρούνι της φυλής της Καρδίτσας και η διάσωσή του χαρακτηρίζεται επισφαλής. Υπολογίζεται πως ο αριθμός τους δεν ξεπερνά τα 200 ζώα.


* ΑΙΓΕΣ


Οι ελληνικές φυλές θεωρείται πως προέρχονται από το άγριο είδος capra prisca, που σήμερα έχει εξαφανιστεί. Ωστόσο, σε ορισμένους πληθυσμούς, όπως της Δυτικής Κρήτης, έχει παρατηρηθεί διασταύρωση με το κρητικό αγριοκάτσικο, το γνωστό αγρίμι. Η βλάχικη φυλή είναι διαδεδομένη σε ολόκληρη τη χώρα, ενώ αρκετά κοινή είναι και η ορθοκέρατη φυλή. Σπανιότερη είναι η ουλοκερατική φυλή, η οποία απαντάται μόνο στο χωριό Λουκίσια των Θηβών και στη γύρω περιοχή.


* ΣΚΥΛΟΙ ΚΑΙ ΜΙΑ ΓΑΤΑ


Λευκός με μαύρα μπαλώματα, μεγάλο και δυνατό σώμα, ισχυρά σαγόνια, παχύ τρίχωμα και αφτιά που κρέμονται προς τα κάτω. Αυτά είναι τα χαρακτηριστικά του πιο χαριτωμένου ελληνικού σκύλου, του ελληνικού ποιμενικού, δηλαδή του τσοπανόσκυλου της Πίνδου. Σήμερα περιορίζεται στην Πίνδο, στη Δυτική Μακεδονία, στα βουνά των συνόρων και της Ρούμελης. Τα δύο τρία τελευταία χρόνια μια περίεργη τάση τον έφερε και στα αθηναϊκά σαλόνια ως pet. Ο ελληνικός ιχνηλάτης, γνωστός ως γκέκας ­ πανάρχαιο κυνηγόσκυλο ­, κατάγεται από το λαγωνικό της Αρχαίας Αιγύπτου και το έφεραν στην Ελλάδα οι Φοίνικες. Ζει στα ορεινά χωριά, κυρίως της Πίνδου. Ο ελληνικός ιχνηλάτης έχει διεθνώς αναγνωριστεί ως ελληνική ράτσα. Προσπάθειες για επίσημη αναγνώριση γίνονται για τον ελληνικό ποιμενικό και τον κρητικό ιχνηλάτη αλλά και για τη γάτα του Αιγαίου.


* ΓΑΪΔΑΡΟΙ


Οι ελληνικοί γάιδαροι αποτελούν μιαν αβελτίωτη φυλή με έντονα τα χαρακτηριστικά των άγριων προγόνων τους, σε αντίθεση με τους κύπριος όνους, που είναι σαφώς βελτιωμένοι, μεγαλόσωμοι, σκουρόχρωμοι και πιστεύεται πως προέρχονται από βελτιωμένες φυλές της Αιγύπτου. Στην ηπειρωτική Ελλάδα έχουν επανειλημμένα εισαχθεί κυπριακοί γάιδαροι για διασταυρώσεις.