Το Νομπέλ της Χαλιμάς



Ο Ναγκίμπ Μαχφούζ δεν ταξίδεψε στο εξωτερικό για να παρουσιάσει τα βιβλία του. Δεν επιδίωξε καν να μεταφραστούν. Και όταν το 1988 βραβεύθηκε από τη Σουηδική Ακαδημία δήλωσε σεμνά από το Κάιρο: «Υπάρχουν αρκετοί αιγύπτιοι και άραβες συγγραφείς που αξίζει να τιμηθούν με Νομπέλ». Οταν του ζήτησαν να δώσει στα έργα του μια θέση στην ευρωπαϊκή λογοτεχνία είπε ότι είναι «τέταρτης ή πέμπτης κατηγορίας, όπως όλη η σύγχρονη αραβική λογοτεχνία». Διαρκώς υποτιμά τον εαυτό του. Ισως επειδή γαλουχήθηκε με τη διδασκαλία του Κορανίου. Η θρησκεία του τον προβλημάτισε από την εποχή της ενηλικίωσης, όταν ανακάλυψε τον Δαρβίνο.


Οι θρησκόληπτοι συμπατριώτες του δεν του συγχώρησαν ποτέ το ότι έθετε ερωτήματα σε ζητήματα πίστης. Του δημιούργησαν προβλήματα που κορυφώθηκαν με τη δολοφονική απόπειρα από φανατικούς ισλαμιστές. Η επίθεση έγινε προτού προλάβει ο συγγραφέας να διηγηθεί στους επίδοξους δολοφόνους του μία από τις ιστορίες που μαλακώνουν και τις πιο σκληρές καρδιές. Κάποια από τις ιστορίες που αφηγείται η Σεχραζάτ στις «Χίλιες και μία νύχτες» και που χρησιμοποίησε ο Μαχφούζ στο βιβλίο του «Μέρες και νύχτες της Αραβίας», το οποίο μεταφράστηκε πρόσφατα στα ελληνικά.



Ο αιγύπτιος νομπελίστας είναι σήμερα 85 ετών και ζει στη γενέτειρά του με το δεξί χέρι ημιπαράλυτο. Το μόνο που γράφει πλέον είναι μικρά, πλην όμως αριστουργηματικά, άρθρα για την εφημερίδα «Αλ Αχράμ». Η νεότερη γενιά αράβων λογοτεχνών πιστεύει ότι ο Ναγκίμπ Μαχφούζ έχει γράψει τα πάντα. Μάλιστα ένας από τους πρωτοεμφανιζόμενους αιγύπτιους πεζογράφους είχε πει ότι «προτού ένας νέος συγγραφέας γράψει κάποιο μυθιστόρημα πρέπει να επιβεβαιώσει ότι δεν το έχει ήδη γράψει ο Μαχφούζ». Ο κατάλογος των έργων του είναι πράγματι μακρύς: από το 1934, όπου δημοσίευσε το πρώτο του διήγημα «Η τιμή της αδυναμίας», ώς σήμερα έχει εκδώσει 35 μυθιστορήματα, 12 συλλογές διηγημάτων ενώ έγραψε και θεατρικά έργα.


Ο Μαχφούζ ήταν πάντοτε εξαιρετικά δημοφιλής στον αραβικό κόσμο και εντελώς άγνωστος στους δυτικούς. Ο Τζον Φάουλς έγραφε το 1978 προλογίζοντας τη μετάφραση στα αγγλικά του «Μιραμάρ»: «Παρ’ όλο που ο Ναγκίμπ Μαχφούζ είναι ο πιο φημισμένος πεζογράφος της χώρας του, με ένα τεράστιο έργο πίσω του, μάταια θα υποκρινόμασταν πως το όνομά του είναι γνωστό στη Δύση». Το Νομπέλ δεν έκανε γνωστό μόνο τον συγγραφέα αλλά και τη χώρα του, έτσι όπως τη βλέπουν οι υπήκοοί της. Η Αίγυπτος ήταν γνωστή μέσα από τα μάτια των δυτικών επισκεπτών, όπως του Ε. Μ. Φόρστερ, του Λόρενς Ντάρελ, του Πολ Μπόουλς και άλλων που χρησιμοποίησαν την έρημο και τα παζάρια ως σκηνικά και τους βεδουίνους ως κομπάρσους στα βιβλία τους. Από το 1988 οι αναγνώστες του κόσμου απέκτησαν μια εκ των έσω μαρτυρία. Μια μαρτυρία που αναφέρεται στην αρχαία και σύγχρονη Αίγυπτο, πάντα με την ίδια απλότητα, πάντα με την ίδια δεξιοτεχνία.


Οι «Μέρες και νύχτες της Αραβίας» βασίζονται στις ιστορίες που έλεγε η Σεχραζάτ στον σύζυγό της, στον άγρυπνο σουλτάνο, για χίλιες και μία νύχτες. Ο Μαχφούζ ξαναγράφει, στην ίδια ατμόσφαιρα παραμυθιού, κάποιες από τις αφηγήσεις που μετέβαλαν τον άγριο σουλτάνο σε συναισθηματικό και ευαίσθητο άνθρωπο. Εμφανίζονται τα καλά και κακά τζίνι της Χαλιμάς που ανατρέπουν καταστάσεις: ένα τζίνι βοηθά ζευγάρια ερωτευμένων και κάποιο άλλο συνδράμει στην αποκάλυψη της διαφθοράς της ηγεσίας του τόπου. Ο Μαχφούζ εμπνεόμενος από την αραβική φαντασία του όγδοου αιώνα μ.Χ. γράφει ένα σύγχρονο βιβλίο, επιβεβαιώνοντας την άποψη ότι γράφει με την ίδια άνεση για όλες τις περιόδους της αιγυπτιακής ιστορίας.


Μια διαπίστωση που αναδύεται από όλα τα κείμενα του Μαχφούζ είναι ότι υπό οποιεσδήποτε κοινωνικές και ιστορικές συνθήκες αυτό που πρωτίστως απασχολεί τον άνθρωπο είναι η απόκτηση της ευτυχίας. Οι «Μέρες και νύχτες της Αραβίας» μιλούν για σχέσεις, ισορροπίες και συναισθήματα που βρίσκουν αναλογίες ακόμη και στη σύγχρονη ευρωπαϊκή κοινωνία.


Στα ελληνικά έχουν μεταφραστεί από τις εκδόσεις Ψυχογιός βιβλία που καλύπτουν ένα ευρύ φάσμα των ενδιαφερόντων του συγγραφέα. Ο εκδοτικός οίκος ξεκίνησε από τα πιο αντιπροσωπευτικά έργα, όπως είναι «Η αρχή και το τέλος», που απεικονίζει την αιγυπτιακή κοινωνία κατά τη δεκαετία του ’30, και το «Μιραμάρ», που αναφέρεται στους πελάτες ενός ξενοδοχείου στην Αλεξάνδρεια. Ακολούθησαν οι μεταφράσεις των μυθιστορημάτων «Ράδοπις», στο οποίο η ηρωίδα είναι μια εταίρα της αρχαίας Αιγύπτου, «Τα παιδιά του Γκεμπελάουι» και οι τόμοι της «Τριλογίας του Καΐρου», που έχουν χαρακτηριστεί από πολλούς τα καλύτερα βιβλία του.


Ο Ναγκίμπ Μαχφούζ έγραφε τις ώρες όπου δεν τον απασχολούσε η εργασία του δημοσίου υπαλλήλου. Ξεκίνησε ως γραμματέας στο πανεπιστήμιο, ενώ στο τέλος της θητείας του ήταν σύμβουλος στο υπουργείο Πολιτισμού. Οι νεανικές φιλοδοξίες του ήταν εντελώς διαφορετικές: γεννημένος σε μια μικροαστική οικογένεια στην παλιά λαϊκή συνοικία Γκαμαλία, ευελπιστούσε να γίνει καθηγητής στο πανεπιστήμιο. Εγκατέλειψε όμως γρήγορα τη διατριβή του που είχε θέμα «Η έννοια της αισθητικής στην ισλαμική φιλοσοφία», ίσως επειδή τα πενιχρά οικονομικά του μέσα δεν του επέτρεπαν να αφοσιωθεί.


Οι ήρωες του Μαχφούζ ανήκουν κυρίως στη μικροαστική τάξη του Καΐρου και συχνά έχουν την ιδιότητα του δημοσίου υπαλλήλου. Δεν είναι δύσκολο να ανιχνεύσει κανείς τα αυτοβιογραφικά στοιχεία του έργου του. Ο Μαχφούζ αφηγείται ιστορίες που ακούγονται οικείες σε κάθε Αιγύπτιο και το κάνει χρησιμοποιώντας την επίσημη λογοτεχνική αραβική γλώσσα, που θα μπορούσε να χαρακτηριστεί ένα είδος «καθαρεύουσας». Τα έργα του Μαχφούζ διακρίνονται σε σε κατηγορίες με εντελώς διαφορετικό χαρακτήρα μεταξύ τους. Για παράδειγμα, βρίσκει κανείς θαυμάσια δείγματα κοινωνικού ρεαλισμού και ιστορίες μεταφυσικής αλληγορίας.


Στη σταδιοδρομία του πάντως υπάρχει ένα χρονολογικό κενό: το 1952, το έτος της αιγυπτιακής επανάστασης, σταμάτησε να γράφει. Εξήγησε ότι αφού στόχος της επανάστασης ήταν να θεραπεύσει τα δεινά που εκείνος περιέγραφε στα μυθιστορήματά του, ο ρόλος του είχε γίνει δευτερεύων. Επανήλθε στα γράμματα μετά από επτά χρόνια με «Τα παιδιά του Γκεμπελάουι», του οποίου η κυκλοφορία απαγορεύτηκε στη χώρα του και εκδόθηκε στον Λίβανο. Αναφέρεται στην ιστορία του μονοθεϊσμού χρησιμοποιώντας συμβολικά τον Αδάμ, τον Μωυσή, τον Ιησού.


Στο εισαγωγικό σημείωμα του «Μέρες και νύχτες της Αραβίας» ο επιμελητής της έκδοσης Κ. Ι. Τσαούσης χρησιμοποιεί ένα κομμάτι από τη συνομιλία του σουλτάνου Σαχραγιάρ με τον βεζίρη του Νταντάν για να προσδιορίσει τις επιδιώξεις του Ναγκίμπ Μαχφούζ: «Η Σεχραζάτ με δίδαξε να πιστεύω σε αυτά που αρνείται να παραδεχτεί η λογική του ανθρώπου. Με δίδαξε επίσης πώς να επιπλέω μέσα στον ωκεανό των αντιφάσεων. Κάθε φορά που σκοτεινιάζει αισθάνομαι τόσο φτωχός!».