Ο πληθυσμός των ζώων αυξάνεται επικίνδυνα





Η
ΣΑΜΟΘΡΑΚΗ είναι ίσως το μοναδικό ελληνικό νησί με τόσο μεγάλα σε έκταση και ποικιλία δάση: βελανιδιές, καστανιές, σφενδάμια, θαμνόκεδρα, πλάτανοι, λυγαριές, μέντες, φτέρες, πικροδάφνες… Το υπόλοιπο καλύπτεται με θάμνους: σχίνα, κουμαριές, μυρτιές, αγριογκορτσιές, αγριοτριανταφυλλιές, ρείκια, σπάρτα… Εκεί βρίσκεται και το βασίλειο των άγριων κατσικιών (ενδημικό είδος). Πριν από δέκα χρόνια οι πληθυσμοί τους ήταν μικροί, ώσπου ήρθαν οι κοινοτικές επιχορηγήσεις. Και από τότε κάθε κτηνοτρόφος θεώρησε «καθήκον» του να τα προστατεύσει και να αυξήσει τα κοπάδια των αιγοπροβάτων ελευθέρας βοσκής. Σήμερα ο αριθμός τους ξεπερνά τις 50.000 με αποτέλεσμα τα ζώα στην αναζήτηση της τροφής τους να καταστρέφουν τα δάση, τα οποία αποτελούν καταφύγιο σπάνιων ειδών άγριας πανίδας ­ όπως είναι οι ερωδιοί, οι πελαργοί, τα αρπακτικά, οι χαλκόκοτες… αλλά και οι πολύχρωμες λιβελούλες.


Το ότι γίνεται υπερβόσκηση δεν το αμφισβητεί κανείς. Η διαφωνία βρίσκεται στο μέγεθος του προβλήματος. Ο προϊστάμενος της Διεύθυνσης Γεωργίας Αλεξανδρούπολης κ. Θεόφιλος Αμιρίδης αναγνωρίζει το πρόβλημα, θεωρεί όμως ότι το μεγαλοποιούν οι δασολόγοι και οι οικολόγοι. «Οι επιδοτήσεις ­ 9.000 για κάθε ζώο τον χρόνο και 40% της αξίας κάθε νέου ζώου ­ στηρίζουν το κτηνοτροφικό εισόδημα και πρέπει να συνεχιστούν. Γίνεται βέβαια αλόγιστη βόσκηση αλλά αυτό δεν εμπνέει ιδιαίτερη ανησυχία», λέει.


Παρ’ όλα αυτά η Διεύθυνση Γεωργίας και η Διεύθυνση Δασών αποφάσισαν να μην ενθαρρύνουν τις επιδοτήσεις αιγών αλλά προβάτων. «Αυτό γίνεται με δική μας πρωτοβουλία αλλά θα έχει αποτέλεσμα μόνο αν καταφέρουμε να έχουμε μια καλή συνεννόηση με τους κτηνοτρόφους», καταλήγει.


Σε αυτήν τη συνεννόηση ελπίζει και ο πρόεδρος της Νομαρχιακής Επιτροπής Αγροτικού Τομέα, κ. Θεόδωρος Γκουγκουσκίδης. «Το τοπίο στο νησί μοιάζει σεληνιακό. Γι’ αυτό σε συνεργασία με την τοπική αυτοδιοίκηση και τη Διεύθυνση Αγροτικής Πολιτικής αποφασίσαμε να δημιουργήσουμε κτηνοτροφικά πάρκα και να περιορίσουμε τα ζώα εκεί. Αυτή η προοπτική βρίσκει σύμφωνη την πλειοψηφία των κτηνοτρόφων. Ελπίζουμε μέσα στον χρόνο να υλοποιηθεί».


Αντίθετα, ο δήμαρχος της Σαμοθράκης κ. Ιωάννης Πετρούδας θεωρεί ότι πρέπει να δοθούν κίνητρα (με την έννοια των επιδοτήσεων) στους κτηνοτρόφους, αλλά αυτή τη φορά με σκοπό τη μείωση του αριθμού των ζώων τους και ιδιαίτερα των αιγών. «Εχουν φθάσει στο σημείο να τρώνε ακόμη και ανεπτυγμένα φυτά», τονίζει και συμπληρώνει: «Το υπουργείο Γεωργίας, πέρα από την επισήμανση των προβλημάτων, οφείλει να διορίσει στο νησί και κάποιους μόνιμους δασολόγους. Δεν μπορεί να έχεις σωστή αστυνόμευση με τέσσερις δασοφύλακες. Γιατί ούτε αρκούν, ούτε τις γνώσεις έχουν». Πέρα όμως από την άγρια πανίδα, οι αίγες καταστρέφουν και τις καλλιέργειες. «Δεν σταματούν πουθενά. Τρώνε ακόμη και τις ελιές ­ έχουμε 150.000 ρίζες στο νησί. Επανειλημμένα ενοχλήσαμε τη Νομαρχία, το υπουργείο Γεωργίας, αλλά «φωνή βοώντος εν τη ερήμω». Βέβαια έχουμε και πλεονεκτήματα: τέτοιο νόστιμο κρέας δεν θα το βρει κανείς πουθενά στην Ελλάδα», λέει ο πρόεδρος του γεωργικού συνεταιρισμού κ. Γιώργος Βραχιόλας.


«Η ικανότητα βόσκησης της Σαμοθράκης αντέχει πολύ μικρότερο αριθμό ζώων. Αυτό μπορεί να το διαπιστώσει ο καθένας με μία και μόνο επίσκεψη στην περιοχή», λέει ο δασονόμος της Διεύθυνσης Δασών Αλεξανδρούπολης κ. Γιώργος Δεμερίδης. Ο κίνδυνος για καταστροφή της ευαίσθητης χλωρίδας οδήγησε την υπηρεσία, σαν πρώτο βήμα, στην απαγόρευση της βοσκής στο δημόσιο δάσος Μαρτίνι. «Το νησί θα καταστραφεί. Τρώνε ακόμη και τις ρίζες», συμπληρώνει ο κ. Βασίλης Βασιλούδης, ένας από τους τέσσερις δασοφύλακες του νησιού.


Η Οικολογική Εταιρεία Εβρου, πάντως, εκτιμά πως μόνο μία λύση υπάρχει. Γι’ αυτό εδώ και χρόνια ζητεί από το υπουργείο Γεωργίας την ίδρυση Εθνικού Δρυμού Σαμοθράκης.