ΤΑ ΤΑΜΕΙΑ Συντάξεων, των οποίων η κατάσταση επιβαρύνεται ολοένα και περισσότερο από την αύξηση του μέσου όρου ζωής των ανθρώπων στην Ευρώπη, απειλούν τις ισορροπίες ως προς την πορεία προς μια Οικονομική και Νομισματική Ενωση (ΟΝΕ). Το πρόβλημα εστιάζεται στο γεγονός ότι τα κρατικά κονδύλια για τις συντάξεις στα οποία βασίζονται τα κράτη – μέλη της Ευρωπαϊκής Ενωσης ­ με εξαίρεση τη Βρετανία, την Ιρλανδία και την Ολλανδία ­ για την εφαρμογή της συνταξιοδοτικής πολιτικής τους τροφοδοτούνται από τη φορολόγηση της συνεχώς μειουμένης (σε ποσοστό επί του συνόλου) νεότερης γενιάς εργαζομένων.


Η Γερμανία ακολούθησε πρόσφατα τη γενική τάση για αποφασιστική αντιμετώπιση του προβλήματος των συντάξεων όταν η Μπούντεσταγκ (Κάτω Βουλή) αποφάσισε την αύξηση του ορίου ηλικίας συνταξιοδότησης στα 65 έτη για όλους τους εργαζομένους, από 60 που ήταν για τις γυναίκες και 63 για τους άνδρες.


Οι επιπτώσεις που θα έχει το παθητικό που προκύπτει από τις συντάξεις στη Νομισματική Ενωση έχουν αγνοηθεί από την Ευρωπαϊκή Ενωση. Οπως δηλώνει εκπρόσωπος του αρμοδίου για τα θέματα ΟΝΕ επιτρόπου, «δεν βρίσκεται στο επίκεντρο των ενασχολήσεών μας. Η αρχή της «μη αποχώρησης» προκύπτει σαφώς από το άρθρο 104 της Συνθήκης του Μάαστριχτ». Ωστόσο με τη Νομισματική Ενωση προγραμματισμένη να λάβει χώρα σε ­ μόνο ­ 2,5 έτη η σχετική ανησυχία είναι μεγάλη. Και όπως χαρακτηριστικά δηλώνει ο Τζόναθαν Χόφμαν της Credit Suisse First Boston, «υπάρχουν πολιτικά και οικονομικά επιχειρήματα υπέρ και κατά του ενιαίου νομίσματος. Στο οικονομικό μέτωπο όμως το ζήτημα των συντάξεων είναι με διαφορά το πιο πιεστικό». Τα βουνά των χρεών των συνταξιοδοτικών ταμείων μπορεί να επιφέρουν δραματική άνοδο στα επιτόκια για το ενιαίο νόμισμα με αποτέλεσμα την έλευση του κινδύνου για το εύρο. Εξάλλου τα κράτη – μέλη που θα μετέχουν στην ΟΝΕ θα είναι, κατά τον Χόφμαν, «καθένα χωριστά και εις ολόκληρον υπεύθυνα για την ακεραιότητα του εύρου. Ο,τι και αν λέγεται για τη ρήτρα «μη αποχώρησης», θα υπάρχει κίνδυνος να κληθεί ο βρετανός φορολογούμενος να χρηματοδοτήσει τους άλλους. Και αυτό είναι το πλέον ακαταμάχητο επιχείρημα για τη Βρετανία υπέρ της μη συμμετοχής της».