Η πολιτική ζωή της χώρας μοιάζει με ένα απέραντο τέλμα στο οποίο βυθίζονται πρωταγωνιστές και κομπάρσοι. Το πεπαλαιωμένο πολιτικό σκηνικό, αυτό που προέκυψε με τη Μεταπολίτευση του 1974 και επαναδιατυπώθηκε τη δεκαετία του 1990, αποσυντίθεται με ταχείς ρυθμούς. Η αδυναμία της κυβέρνησης και της αξιωματικής αντιπολίτευσης είναι προφανής. Γι’ αυτόν ακριβώς τον λόγο «Το Βήμα» θεωρεί ότι επιβάλλεται ένας ευρύς και ειλικρινής διάλογος για την αναγέννηση της πολιτικής. Τρεις γνωστοί πολιτικοί, οι πρώην υπουργοί του ΠαΣοΚ κκ. Αν. Γιαννίτσης και Π. Ευθυμίου και ο πρώην πρόεδρος του Συνασπισμού κ. Ν. Κωνσταντόπουλος, καταθέτουν σήμερα τις εκτιμήσεις και τις προτάσεις τους.


Το πολιτικό σύστημα βρίσκεται στο Τρίγωνο των Βερμούδων. Η πολιτική, δηλαδή τα προβλήματα που βασανίζουν έναν κόσμο ολόκληρο που παλεύει για μια καλύτερη προοπτική, υποσκελίστηκε από αποκαλύψεις για προσωπικό χρηματισμό, διαφθορά, αφανή προσωπικά οφέλη από όσους εμπλέκονται στη δημόσια διαχείριση. Ολα αυτά όμως είναι η αντίστροφη όψη μιας δεύτερης πραγματικότητας. Πιο αφανούς, αλλά και πολύ ορατής: μιας επιτάχυνσης των «άνισων λειτουργιών» και μιας επικίνδυνης διάβρωσης της δημοκρατίας, των θεσμών, των «κανόνων παιχνιδιού». Μιας απροκάλυπτης εύνοιας της πολιτικής απέναντι στη συσσώρευση αθέμιτων θεαματικών κερδών, περιουσιών και ανεξέλεγκτης εκμετάλλευσης, χωρίς διασφάλιση κοινωνικών ανταλλαγμάτων (επενδύσεις, απασχόληση).


Πώς προχωράμε; Πώς από την καρικατούρα της πολιτικής επιστρέφουμε στην πολιτική; Και μάλιστα σε μια φάση στην οποία απλώνεται απειλητικά μια πρωτόγνωρα δύσκολη παγκόσμια συγκυρία.


1. Η νοσηρότητα των θεσμών


Η νοσηρή πραγματικότητα της πολιτικής που βιώνει ο κάθε πολίτης έχει πάψει να είναι πρόβλημα θεσμών. Θεσμούς έχουμε πολλούς, και συχνά εξαιρετικούς. Οι θεσμοί αυτοί όμως με όλο και πιο εμφανή τρόπο έχουν πλέον μετατραπεί σε παραμορφωτική βιτρίνα, πίσω από την οποία διαπιστώνει κανείς έναν ωκεανό ανισοτήτων στη χρησιμοποίηση ή στην καταπάτησή τους, ανάλογα με το ποιους και τι αφορούν. Παραβιάζονται και στρεβλώνονται στην εφαρμογή τους κατ’ εξοχήν από εκείνους που εκλέγονται και πληρώνονται από τους φορολογουμένους για να διασφαλίζουν τη λειτουργία τους. Σε όλα τα επίπεδα εξουσίας και διοίκησης, σε όλα τα επίπεδα οικονομικής δράσης, σε όλα τα επίπεδα οποιασδήποτε συναλλαγής. Και αυτό απλώνεται συνεχώς και καθορίζει την απαράδεκτη ποιότητα της πολιτικής παντού. Σε επίπεδο κυβέρνησης και αντιπολίτευσης. Στην κοινωνική πολιτική, στην οικονομία, στη δικαιοσύνη, στην υγεία. Παντού. Πώς αλλάζει; Ισως από κάτω προς τα πάνω. Οταν ευρύτερες ομάδες πολιτών αποφασίσουν ότι θα δώσουν και αυτοί τη μάχη απέναντι στους κίβδηλους «θεσμοφύλακες» – στην καθημερινή τους πρακτική. Οταν σε κάθε χώρο στηριχθούν πρακτικές που ξαναφέρνουν τη χώρα πιο κοντά στα ευρωπαϊκά πρότυπα θεσμικής λειτουργίας.


2. Κοινωνικές ανισότητες και πολιτικά στερεότυπα


Στις σημερινές συνθήκες ένας ολόκληρος κόσμος που με δυσκολίες ζούσε στο όριο κλυδωνίζεται. Σε φάση οικονομικής κρίσης επιδείνωση των οικονομικών ανισοτήτων σημαίνει μετατροπή τους σε φτώχεια και κοινωνική απελπισία. Με πολλές κοινωνικές, πολιτικές και πρακτικές προεκτάσεις.


Ανισότητα και φτώχεια δεν είναι μόνο το αποτέλεσμα ηθελημένων συντηρητικών επιλογών. Είναι και αποτέλεσμα μιας «προοδευτικής» πολιτικής αντίληψης, που με αρτηριοσκληρωτική εμμονή σε παραδοσιακές συνταγές αδυνατεί να απαντήσει πειστικά στα σύνθετα προβλήματα του συνδυασμού ακρίβειας, ανταγωνιστικότητας, ενεργειακών και περιβαλλοντικών πιέσεων. Αδυνατεί να διεκδικήσει την εξουσία για να δώσει άλλες λύσεις. Για αυτό και η κοινωνία δυσπιστεί απέναντι σε πολιτικά νεφελώματα περί ανισοτήτων και κοινωνικών πολιτικών που δεν μπορούν να έχουν αντίκρισμα. Το αισθητήριο του απλού ανθρώπου είναι πιο ισχυρό από το αναισθητικό των κομφορμιστικών κλισέ.


3. Η πορεία προς τα οικονομικά αδιέξοδα


Λέγεται ότι στην πολιτική δεν υπάρχουν αδιέξοδα. Ναι, γιατί υπάρχει κόσμος που πληρώνει με επώδυνο τρόπο τα αδιέξοδα που η πολιτική δημιούργησε και τα οποία πρέπει να ανατραπούν. Και η οικονομία είναι το μεγάλο παράδειγμα μιας συσσώρευσης αδιεξόδων που ναρκοθετεί την αποτελεσματικότητα σε κάθε πεδίο πολιτικής – εκτός από την πολιτική διαφθορά.


Η Ελλάδα από το 2001 ανήκει στην ευρωζώνη. Σε συνθήκες ΟΝΕ όμως η διόρθωση των λανθασμένων πολιτικών δεν μπορεί να γίνει με νομισματική προσαρμογή, υποτιμήσεις ή απάθεια. Μπορεί να γίνει με κατάλληλες πολιτικές και μεταρρυθμίσεις στην πραγματική οικονομία. Εδώ και κάποια χρόνια παγιδευτήκαμε σε επικοινωνιακές προσαρμογές. Παραγωγικότητα και ανταγωνιστικότητα προϋποθέτουν όμως ανθεκτικές παραγωγικές δομές και συγκροτημένες πολιτικές. Η διευκόλυνση της επιχειρηματικότητας σε συνθήκες παγκόσμιου ανταγωνισμού είναι το μεγάλο ζητούμενο. Ανάδειξη νέων ανταγωνιστικών επιχειρήσεων όμως δεν γίνεται σε συνθήκες πολιτικής και διοικητικής διαφθοράς ή φαβοριτισμού.


Η κυβέρνηση δημιουργεί διεξόδους στην αδυναμία της για άσκηση αποτελεσματικής πολιτικής σωρεύοντας αδιέξοδα για το κοινωνικό σύνολο. Σήμερα ο συνδυασμός υπερβολικών δημοσιονομικών ελλειμμάτων, πληθωρισμού, ιδιωτικού δανεισμού και κάθετης πτώσης της ανταγωνιστικότητας έχει δημιουργήσει ένα εκρηκτικό μείγμα. Εχουμε αγγίξει συνθήκες όπου η υπέρβαση δεν θα μπορεί να γίνει παρά είτε με άδικες εισοδηματικές περικοπές είτε με προβληματικές δημοσιονομικές προσαρμογές είτε με ένα μείγμα σύλληψης της τεράστιας φοροδιαφυγής, δραστικής μείωσης της κατασπατάλησης δημόσιων πόρων και αποτελεσματικής οικονομικής διαχείρισης. Ποιες πιθανότητες έχει κάθε επιλογή είναι ορατό.


Ο σοσιαλιστικός χώρος το 1994-2004 έφερε την Ελλάδα πολύ μπροστά. Σήμερα δεν θέλει να το θυμάται. Θα ήταν ικανός να διαγράψει όχι μόνο τον Σημίτη αλλά και τον Ανδρέα του 1994-95. Η χώρα όμως δεν θα βγει από το τέλμα χωρίς να βγει και αυτός. Χωρίς να κατανοήσει κάποτε ότι σοβαρές κοινωνικές, πολιτικές, θεσμικές, οικονομικές μεταρρυθμίσεις πρέπει να γίνουν με πραγματιστικούς και πειστικούς και όχι νεφελώδεις όρους. Με όρους πολιτικής ηθικής. Για να ανατραπεί το πολιτικό σκηνικό και να ξεκινήσει ξανά μια διαδρομή με στόχο ένα αύριο που μας αξίζει πιο πολύ από το σήμερα.