Το πέρασμα σαράντα χρόνων αποτελεί πρόκληση για μια σφαιρική αποτίμηση των γεγονότων εκείνων που περιγράφονται ως «Μάης του ’68». Τι ακριβώς εννοούμε, όμως, όταν χρησιμοποιούμε τον όρο αυτόν;


Η εικόνα που φέρνουμε σχεδόν αυτόματα στο μυαλό μας είναι αυτή του Παρισιού με τους φοιτητές στα οδοφράγματα και τα ευρηματικά συνθήματα και τις αφίσες. Αναμφίβολα, το Παρίσι υπήρξε το επίκεντρο της «έκρηξης» του 1968, γι’ αυτό άλλωστε αναφερόμαστε στον Μάιο και όχι σε άλλους μήνες ή άλλες χρονιές. Παρ’ όλ’ αυτά, το φαινόμενο έχει ευρύτερες διαστάσεις. Σε αυτό πρέπει να συμπεριλάβουμε οπωσδήποτε το άγριο αμερικανικό 1968 με τον Πόλεμο του Βιετνάμ, τη δολοφονία του Μάρτιν Λούθερ Κινγκ και τις εξεγέρσεις των μαύρων στις αμερικανικές μεγαλουπόλεις. Σε μικρότερο βαθμό, επίσης, αναφερόμαστε και στο γερμανικό ’68 με τις φοιτητικές κινητοποιήσεις και την απόπειρα δολοφονίας του Rudi Dutschke. Η Ανοιξη της Πράγας με τη βίαιη κατάπνιξη της απόπειρας αποδέσμευσης από τη σοβιετική σφαίρα επιρροής κατέχει ίσως πιο περιφερειακή θέση. Αν όμως τριτοκοσμικοί επαναστάτες όπως ο Μάο και ο Τσε Γκεβάρα κατείχαν κεντρική συμβολική θέση στο Παρίσι, τα επαναστατικά κινήματα του Τρίτου Κόσμου υπήρξαν περισσότερο πηγή έμπνευσης και λιγότερο συμμέτοχοι στα γεγονότα που περιγράφουμε ως Μάη του ’68. Ο λόγος είναι απλός: ο Μάης υπήρξε ένα φαινόμενο που αφορούσε μια συγκεκριμένη κοινωνική ομάδα, τους νέους και ιδιαίτερα τους φοιτητές, και έναν συγκεκριμένο τύπο κοινωνίας, τις οικονομικά ανεπτυγμένες κοινωνίες της Δύσης.


Η απαρχή στις ΗΠΑ


Η απαρχή πρέπει να αναζητηθεί στις Ηνωμένες Πολιτείες. Το φοιτητικό κίνημα στη χώρα αυτή είχε ως επίκεντρο το Πανεπιστήμιο του Berkeley στην Καλιφόρνια και χρονική στιγμή έναρξης το 1964. Η ανάπτυξη του κινήματος είναι αναπόσπαστα συνδεδεμένη με το κίνημα για πολιτικά δικαιώματα στον Αμερικανικό Νότο, το αίτημα για τον τερματισμό του Πολέμου στο Βιετνάμ και την ανάπτυξη της ελευθερίας του λόγου στα πανεπιστήμια. Πέρα, όμως, από τους άμεσα πολιτικούς στόχους του κινήματος μπορεί να διακρίνει κανείς στον λόγο των πρωταγωνιστών του, όπως π.χ. σε αυτόν του χαρισματικού ηγέτη των φοιτητών του Berkeley Mario Savio, κάτι άλλο: τη διεκδίκηση ενός διαφορετικού κοινωνικού ρόλου για τον νέο της μεταβιομηχανικής κοινωνίας. Σιγά σιγά η φοιτητική εξέγερση θα ξεφύγει από τον χώρο του πανεπιστημίου και των στενών πολιτικών αιτημάτων, με την εξαίρεση του Πολέμου στο Βιετνάμ που θα παραμείνει ένας κοινός παρονομαστής. Θα μετασχηματιστεί (για κάποιους θα εκφυλιστεί) σε ένα ρευστό σύνολο πρακτικών και αντιλήψεων που έγινε γνωστό ως «αντι-κουλτούρα» και εκφράστηκε μέσα από τη μουσική, το ντύσιμο, τη χρήση ναρκωτικών και γενικότερα τη «χαλαρή» αντιμετώπιση των απαιτήσεων της ζωής. Κάποιοι ελάχιστοι επέλεξαν τον θνησιγενή δρόμο της τρομοκρατίας (με πιο γνωστή οργάνωση τη Weather Underground), ορισμένοι άλλοι έστησαν ένα υποτυπώδες αριστερό κίνημα, πολλοί αυτοπεριθωριοποιήθηκαν, ενώ οι περισσότεροι εντάχθηκαν στην κοινωνία και, όπως θα δούμε παρακάτω, συνέβαλαν στην αλλαγή της από ηγετικές θέσεις.


Το πέρασμα του Ατλαντικού


Το νεανικό αυτό κίνημα θα διασχίσει τον Ατλαντικό και θα βρει την πληρέστερη έκφρασή του στη Γαλλία. Η Γαλλία του 1968 είναι μια αντιφατική χώρα: αποστεωμένη πολιτικά και κοινωνικά, αλλά δυναμική στον οικονομικό τομέα. Μια γενιά νέων χωρίς τις αναμνήσεις των στερήσεων του πολέμου και της μεταπολεμικής εποχής εισέρχεται μαζικά σε πανεπιστήμια που δεν έχουν ακόμη καταφέρει να προσαρμοστούν στις απαιτήσεις της μαζικής παιδείας. Η εξέγερση θα ξεκινήσει από μια ομάδα φοιτητών που διαμαρτύρονται για την ποιότητα των ημιτελών εγκαταστάσεων του Πανεπιστημίου της Nanterre και ζητούν ελεύθερη πρόσβαση στις εστίες των φοιτητριών. Θα εξελιχθεί μέσα σε σύντομο χρονικό διάστημα σε μια συνολική αμφισβήτηση τόσο της κυβέρνησης Ντε Γκωλ όσο και του κοινοβουλευτικού συστήματος και του κοινωνικού καθεστώτος εν γένει. Τα αριστερά κόμματα θα αντιμετωπίσουν αρχικά το φοιτητικό κίνημα με δυσπιστία (οι κομμουνιστές, μάλιστα, θα το καταδικάσουν ανοιχτά) και αργότερα θα προσπαθήσουν να το ελέγξουν. Η προσπάθεια συμμαχίας φοιτητών και εργατικών συνδικάτων θα αποτύχει τελικά, όταν τα συνδικάτα θα «αδειάσουν» τους φοιτητές υπογράφοντας τη συμφωνία της Grenelle με την κυβέρνηση, ενώ ο Ντε Γκωλ θα επανέλθει θριαμβευτικά, προκηρύσσοντας εκλογές στις οποίες θα θριαμβεύσει. Οπως και στις ΗΠΑ, ο γαλλικός Μάης καταλήγει ως πολιτική αποτυχία.


Η αποκλειστική, όμως, προσήλωση σε μια απλή πολιτική ανάγνωση του Μάη του ’68 θα ήταν δείγμα μυωπίας. Ο αφελής (εφηβικός θα έλεγε κανείς) αριστερισμός του Μάη, όπως εκφράστηκε μέσα από την ακατάσχετη μαοϊκή, τροτσκιστική ή αναρχική λογοδιάρροια της εποχής, έχει στις μέρες μας αποκλειστικά φολκλορικό ενδιαφέρον και αφορά είτε τις αναμνήσεις των εξηντάρηδων που συμμετείχαν στα γεγονότα είτε την έρευνα των πανεπιστημιακών που ασχολούνται με την ιστορική του μελέτη. Η σημασία του Μάη του ’68 βρίσκεται αλλού.


Θα μπορούσε να ισχυριστεί κανείς πολύ σχηματικά πως η εξέλιξη των ανεπτυγμένων κοινωνιών της Δύσης προς τη μεταβιομηχανική εποχή παρήγαγε μιαν έντονη αντίφαση. Από τη μία, η κοινωνική οργάνωση που ταυτίστηκε με τη βιομηχανοποίηση ήταν ακόμη άθικτη. Βασισμένη σε κομφορμιστικές συλλογικότητες, ιεραρχημένους ρόλους, ρουτινοποιημένες συμπεριφορές και την περιθωριοποίηση των νέων, ήταν μια κοινωνική πραγματικότητα ξεπερασμένη από τις εξελίξεις. Από την άλλη, η επιτυχία της βιομηχανοποίησης που οδηγούσε με ταχύτητα στη μετάβαση σε ένα νέο μεταβιομηχανικό κοινωνικό καθεστώς είχε αρχίσει να γεννά μια καταναλωτική κοινωνία με τελείως διαφορετικές αξίες. Οι νέοι της δεκαετίας του ’60 βρέθηκαν λοιπόν μέσα σε μια κοινωνική συγκυρία όπου ο προκαθορισμένος ρόλος τους συγκρούστηκε με την αναδυόμενη κοινωνική πραγματικότητα. Οι φοιτητικές εξεγέρσεις της δεκαετίας του ’60 που περιγράφονται ως «Μάης του ’68» δεν ήταν τελικά τίποτε παραπάνω από την έκφραση αυτής της αντίφασης και την προσπάθεια υπέρβασής της. Από την άποψη αυτή, ο Μάης του ’68 υπήρξε απίστευτα επιτυχής καθώς έθεσε τα θεμέλια της κοινωνικής πραγματικότητας μέσα στην οποία πορεύονται σήμερα όλες οι δυτικές κοινωνίες.


Η νέα πραγματικότητα


Τρεις είναι οι βασικοί αξιακοί άξονες της νέας αυτής κοινωνικής πραγματικότητας.


Πρώτον, ο αντιαυταρχισμός, ο αντικομφορμισμός και η αυτονομία. Η αναγκαιότητα της ταύτισης με παραδοσιακές αξίες, μόνο και μόνο γιατί ήταν παραδοσιακές, εξέλιπε. Οι άνθρωποι είναι πλέον αυτόνομοι και ελεύθεροι και έχουν το δικαίωμα της αμφισβήτησης. Ο αντικομφορμισμός είναι τώρα δέον. Οι νέοι κατακτούν έναν πιο παρεμβατικό ρόλο στην οικονομική και κοινωνική ζωή, μακριά από τους παραδοσιακούς περιορισμούς και υποχρεώσεις. Το επάγγελμα δεν είναι πια απλό μέσο βιοπορισμού αλλά πρέπει να ικανοποιεί δημιουργικές ανάγκες. Η ίδια η νεότητα αναδεικνύεται σε μια από τις υπέρτατες αξίες.


Δεύτερον, η εξατομίκευση και η ελευθεριότητα. Η δεκαετία του ’60 σημαδεύτηκε από τη σημαντικότερη ίσως κοινωνική εξέλιξη του 20ού αιώνα, τη σεξουαλική επανάσταση. Οι συνέπειές της ήταν τεράστιες και οδήγησαν στην ισότητα των φύλων, τη μαζική είσοδο των γυναικών στην αγορά εργασίας, καθώς και στην παρακμή του θεσμού της οικογένειας.


Τρίτον, ο ευδαιμονισμός και ο καταναλωτισμός. Η άμεση και πλήρης ικανοποίηση των ατομικών επιθυμιών βρήκε την πλήρη έκφρασή της στην καταναλωτική κοινωνία. Οπως έδειξε ο Thomas Frank στο βιβλίο του «The Conquest of Cool», ο ύστερος καπιταλισμός ενσωμάτωσε άμεσα και αποφασιστικά τις αξίες, τον λόγο και την αισθητική του ’68, ενώ είναι χαρακτηριστικό πως ένας σημαντικός αριθμός των ανθρώπων που συμμετείχαν στα γεγονότα αυτά κινήθηκε αργότερα στον επαγγελματικό χώρο των ΜΜΕ και της διαφήμισης.


Σήμερα ζούμε με τις αξίες αυτές που ξεπετάχτηκαν μέσα από τον Μάη του ’68. Γι’ αυτό, άλλωστε, και με τον Μάη του ’68 επιχειρούν να αναμετρηθούν όσοι αρνούνται τις αξίες αυτές – και είναι αρκετά ετερόκλητοι. Θα συναντήσει κανείς νεοσυντηρητικούς στοχαστές, όπως τον αμερικανό φιλόσοφο Allan Bloom που το 1987 δημοσίευσε μια από τις πλέον καυστικές επιθέσεις ενάντια στο πνεύμα του ’68 («The Closing of the American Mind»). Δίπλα τους θα βρει κανείς και «νεο-αριστερούς», όπως τον γάλλο συγγραφέα Michel Houellebecq, για τον οποίο η κριτική της παγκοσμιοποίησης και του καταναλωτισμού προαπαιτούν το ξεθεμελίωμα των αξιών του ’68 (βλέπε ιδίως τα δύο πρώτα του βιβλία, το «Extension du domaine de la lutte» που κυκλοφόρησε το 1994 και το «Les Particules elementaires» του 1998). Ο γάλλος πρόεδρος Nicolas Sarkozy έθεσε με ιδιαίτερη ένταση την κληρονομιά του ’68 στο στόχαστρό του κατά τη διάρκεια των πρόσφατων προεδρικών εκλογών, καταγγέλλοντάς τη για την «ηθική κρίση» που υποτίθεται πως περνά η χώρα του. Είναι όμως ο ίδιος κληρονόμος των αξιών του ’68 αν κρίνει κανείς από το ύφος της προσωπικής του ζωής και τον τρόπο με τον οποίο διαχειρίζεται την πολιτική του καριέρα.


Είτε μας αρέσει λοιπόν η κληρονομιά του Μάη είτε όχι, ζούμε σε έναν κόσμο που καθορίζεται από αυτήν. Οσο και αν είναι εύστοχες κάποιες από τις κριτικές που εγείρονται, ο κόσμος μας έχει εναγκαλιστεί τις αξίες του Μάη του ’68 τόσο στενά που μόνο μια βαθιά κρίση ή μια δομική οικονομική αλλαγή θα μπορούσε να τις αναπροσδιορίσει. Από την άποψη αυτή, η ακατάσχετη οικονομική ανάπτυξη της Κίνας παρουσιάζει ιδιαίτερο ενδιαφέρον. ‘Η το πνεύμα του Μάη θα καταφέρει να κατακτήσει και την Κίνα (πράγμα που δεν κατάφερε με την εξέγερση της πλατείας Τιενανμέν το 1989) ή η άνοδος της Κίνας θα θέσει τέλος στην κληρονομιά του Μάη.


Ο κ. Στάθης Καλύβας είναι καθηγητής Πολιτικής Επιστήμης στο Πανεπιστήμιο Yale.