Πιο κοντά φέρνει τον ορίζοντα των πρόωρων εκλογών η ανεξαρτητοποίηση του βουλευτή Πιερίας κ. Κ. Κουκοδήμου μετά την εμπλοκή του στο πολύπτυχο, όπως εξελίσσεται, σκάνδαλο Ζαχόπουλου που βαρύνει επικίνδυνα το πολιτικό κλίμα. Η μείωση κατά έναν βουλευτή τής ούτως ή άλλως οριακής κοινοβουλευτικής πλειοψηφίας του κυβερνώντος κόμματος, σε συνδυασμό με τη συνεχιζόμενη κυβερνητική παράλυση που παρατηρείται σε όλους τους τομείς, αναθέρμανε τη σεναριολογία για στήσιμο της κάλπης το αμέσως προσεχές διάστημα. Ωστόσο λόγω του συνταγματικού περιορισμού που εμποδίζει την κυβέρνηση να είναι εκείνη που θα διεξαγάγει τυχόν πρόωρες εκλογές, οι οποίες θα προκηρυχθούν προτού συμπληρωθεί ο πρώτος χρόνος της θητείας της τρέχουσας κοινοβουλευτικής περιόδου, προβάλλει ως πλέον πιθανό το ενδεχόμενο να στηθεί η κάλπη τον προσεχή Σεπτέμβριο, οπότε θα μπορεί ο πρωθυπουργός κ. Κ. Καραμανλής να υποβάλει αίτημα για διάλυση της Βουλής επικαλούμενος την ανάγκη αντιμετώπισης εθνικού θέματος εξαιρετικής σημασίας.


Τα σενάρια για πρόωρες εκλογές κυκλοφορούσαν με επίταση όλες τις προηγούμενες ημέρες στο Κοινοβούλιο με αφορμή τόσο τη δυστοκία της κυβέρνησης να αντιμετωπίσει το «θέμα Κουκοδήμου» όσο και την ψήφιση την περασμένη Τρίτη του νέου εκλογικού νόμου, ο οποίος συζητήθηκε με διαδικασίες εξπρές μία εβδομάδα νωρίτερα στην Ολομέλεια της Βουλής και συνοδεύτηκε από μηνύματα για «εκλογική ετοιμότητα» που εκπέμπονταν από τη Ρηγίλλης.


Το γεγονός μάλιστα ότι την ημέρα ψήφισης του νέου εκλογικού νόμου δημοσιοποιούνταν μία ακόμη δημοσκόπηση (της MRB) που έδειχνε ότι, παρά τη ραγδαία πτώση της εκλογικής δύναμης της ΝΔ, το προβάδισμα του κυβερνώντος κόμματος έναντι της αξιωματικής αντιπολίτευσης εμφανιζόταν διευρυνόμενο, ενίσχυσε το πεσμένο ηθικό των ιθυνόντων της Ρηγίλλης και του Μαξίμου από τη σχεδόν καθημερινή παρέλαση κυβερνητικών στελεχών στα δικαστήρια της οδού Ευελπίδων.


Στους διαδρόμους της Βουλής ο Γραμματέας της ΝΔ κ. Ελ. Ζαγορίτης άφηνε στις επαφές που είχε με συναδέλφους του βουλευτές να διαφανεί ότι με την ψήφιση του νέου εκλογικού νόμου η κυβερνητική παράταξη είναι ανά πάσα ώρα και στιγμή έτοιμη για εκλογές. Ως ενισχυτικό του «γαλάζιου» ηθικού λειτουργούσε εκείνη την ώρα και η «προεξόφληση» του ενδεχόμενου οριστικής ρήξης στην αξιωματική αντιπολίτευση. Κάτι ωστόσο που ανατράπηκε λίγο αργότερα, όταν γνωστοποιήθηκε η κίνηση του κ. Ευ. Βενιζέλου να ζητήσει από τους φίλους του πανεπιστημιακούς να μην προχωρήσουν στον περιλάλητο «Ομιλο Προβληματισμού», η ίδρυση του οποίου είχε αναχθεί από τη Χαριλάου Τρικούπη σε casus belli.


* Στις κάλπες με υπηρεσιακή


Ο πολύπειρος πρώην πρόεδρος της Βουλής κ. Απ. Κακλαμάνης σε ένα «πράσινης» απόχρωσης «πηγαδάκι» δεν έκρυβε την ικανοποίησή του από την εξέλιξη στο εσωτερικό του ΠαΣοΚ. «Αν δεν γινόταν αυτό που έκανε ο Βαγγέλης απόψε, θα μας πήγαιναν αμέσως σε εκλογές, ρισκάροντας ακόμη και με πρωθυπουργό Νικόπουλο!» εξηγούσε σε συναδέλφους του, οι οποίοι αναρωτιόνταν αν το όνομα του υποψήφιου πρωθυπουργού που μόλις είχαν ακούσει ήταν ή όχι υπαρκτό.


Ο κ. Κακλαμάνης αναφερόταν στον Πρόεδρο του Αρείου Πάγου κ. Β. Νικόπουλο, ο οποίος, όπως ορίζεται στο Σύνταγμα, είναι ένας εκ των τριών προσώπων (οι άλλοι δύο είναι οι ομόλογοί του από το Συμβούλιο της Επικρατείας και το Ελεγκτικό Συνέδριο) που θα κληθούν από τον Πρόεδρο της Δημοκρατίας να σχηματίσουν εκλογική (υπηρεσιακή) κυβέρνηση στην περίπτωση που ανακύψει ζήτημα εκλογών προτού συμπληρωθεί ένας χρόνος από τη διενέργεια των τελευταίων εκλογών.


Κατά τη συνταγματική αυτή πρόβλεψη, η Βουλή που προέκυψε από προσφυγή σε πρόωρες εκλογές με επίκληση εθνικού θέματος εξαιρετικής σημασίας μπορεί να διαλυθεί τον πρώτο χρόνο της θητείας της μόνον εφόσον η σύνθεσή της δεν δίνει βιώσιμο κυβερνητικό σχήμα. Αυτό πρακτικά σημαίνει ότι η σημερινή κυβέρνηση ως τον προσεχή Σεπτέμβριο δεν έχει άλλον τρόπο για να προκαλέσει προσφυγή στις κάλπες παρά μόνο το να υποβάλει την παραίτησή της. Σε μια τέτοια περίπτωση θα προηγηθεί η ανάθεση διερευνητικών εντολών για σχηματισμό κυβέρνησης στα τρία πρώτα σε δύναμη κόμματα και, εφόσον διαπιστωθεί η αδυναμία για νέο σχήμα που να μπορεί να λάβει ψήφο εμπιστοσύνης από τη Βουλή, οι εκλογές θα γίνουν από υπηρεσιακή κυβέρνηση.


* Μόνο μέλημα η εξουσία


Αν όμως οι εξελίξεις στο ΠαΣοΚ «πάγωσαν» προς στιγμήν τα εκλογικά σενάρια, δύο ημέρες αργότερα η – έστω προσχηματική – ανεξαρτητοποίηση του κ. Κουκοδήμου τα αναθέρμανε. «Τα σενάρια πηγαινοέρχονται από τον φούρνο της Ρηγίλλης στον καταψύκτη του Μαξίμου» σημείωνε την Παρασκευή έμπειρος κοινοβουλευτικός. Ο ίδιος επεσήμανε ως ενδεικτικό των κυβερνητικών προθέσεων για προσφυγή στις κάλπες με την πρώτη ευκαιρία τη σπουδή με την οποία προωθήθηκε η ψήφιση νέου εκλογικού νόμου, ο οποίος, όπως έλεγε σκωπτικά, «είναι ίσως η μόνη… μεταρρυθμιστική συνεισφορά της κυβέρνησης που ανέλαβε εκ νέου τις τύχες της χώρας τον περασμένο Σεπτέμβριο».


Στελέχη της αντιπολίτευσης τονίζουν πως ο νόμος αυτός συνιστά επιβεβαίωση του ότι «πρώτιστο, αν όχι και μοναδικό, μέλημα της κυβέρνησης είναι η διατήρησή της στην εξουσία, έστω και αν χρειαστεί να πάνε και να ξαναπάνε στις κάλπες». Οι μόνες αλλαγές άλλωστε που επήλθαν είναι αφενός η μείωση του «πήχη της αυτοδυναμίας» του πρώτου κόμματος – από 41,5% που ήταν με τον «νόμο Σκανδαλίδη» υποχώρησε με την «τροποποίηση Παυλόπουλου» στο 39,5% – και αφετέρου η θέσπιση απαγόρευσης για τη συγκρότηση συνασπισμών κομμάτων μέσω της πρόβλεψης να δίνεται μόνο σε αυτοτελή κόμματα το μπόνους των 50 εδρών.


Αλλά και αυτές οι αλλαγές θα ισχύσουν από τις μεθεπόμενες εκλογές, ενώ στις προσεχείς κάλπες, όποτε και αν στηθούν, θα ισχύσει ο «νόμος Σκανδαλίδη», κάτι που αποτελεί ένα επιπρόσθετο εμπόδιο στις «γαλάζιες» επιδιώξεις. Βεβαίως οι κυβερνητικοί ιθύνοντες διατείνονται ότι σε περίπτωση μη αυτοδυναμίας θα προσφύγουν αμέσως σε νέες εκλογές που αυτή τη φορά θα γίνουν με την «τροποποίηση Παυλόπουλου».


* Ο φόβος της ακυβερνησίας


Ποντάρουν, δηλαδή, οι «γαλάζιοι» στη διατήρηση του εκλογικού προβαδίσματος που διαθέτουν σε όλες τις μετεκλογικές δημοσκοπήσεις. Ενώ ευελπιστούν ότι το δίλημμα της «ακυβερνησίας» θα λειτουργήσει και πάλι, ούτως ώστε να εξασφαλίσουν μια πιο άνετη από την τωρινή κοινοβουλευτική αυτοδυναμία. Και ίσως και μια πιο «πειθήνια» Κοινοβουλευτική Ομάδα, μέσω της λίστας στη σειρά εκλογής των βουλευτών που θα ισχύσει εφόσον οι κάλπες στηθούν σε διάστημα 18 μηνών από τις προηγούμενες, στην προκειμένη δηλαδή περίπτωση ως τον Μάρτιο του 2009.


Ολοι οι αναλυτές πάντως, ανεξαρτήτως αποχρώσεων, συμφωνούν ότι όσο η κυβέρνηση θα διατηρεί το σαφές δημοσκοπικό προβάδισμα, θα έχει την άνεση να συντηρεί – πότε στον «φούρνο» και πότε στην «κατάψυξη» – τα εκλογικά σενάρια. Αν όμως η εικόνα αυτή αλλάξει, «τα σενάρια θα καούν». Και ο μόνος τρόπος για να συμβεί κάτι τέτοιο είναι, όπως τονίζουν, η ανάκαμψη της αξιωματικής αντιπολίτευσης. Ορισμένα αχνά στίγματα προς αυτή την κατεύθυνση διεφάνησαν την τελευταία εβδομάδα τόσο με την κίνηση εκτόνωσης του διχαστικού κλίματος στην οποία προχώρησε ο κ. Βενιζέλος όσο και με τις πρωτοβουλίες για τη διερεύνηση από τη Βουλή όλων των σκανδαλωδών υποθέσεων που ανέλαβαν οι ιθύνοντες της «πράσινης» ΚΟ. Μένει να φανεί αν τα στίγματα αυτά θα έχουν συνέχεια και, κυρίως, αν θα μετατραπούν σε δείγματα γραφής ικανά να ανατρέψουν το υφιστάμενο σκηνικό.


Εκτιμήσεις Τα διλήμματα και η αντίδραση του εκλογικού σώματος


Παρ’ ότι η λίστα και η προοπτική εφαρμογής του νέου εκλογικού νόμου ευνοούν την κυβερνητική ηγεσία, τα εκβιαστικά διλήμματα και οι απανωτές κάλπες δεν είναι βέβαιο ότι θα επιφέρουν αποτέλεσμα τόσο επιθυμητό όσο το σχεδιάζουν οι επιτελείς του κ. Κ. Καραμανλή, εκτιμούν στελέχη της αντιπολίτευσης. «Το ρίσκο είναι πολύ μεγάλο» τονίζουν όσοι υποστηρίζουν ότι τα εκλογικά σενάρια «δεν είναι παρά επικοινωνιακά τεχνάσματα για να ξεφύγει η κυβέρνηση από τον κλοιό των σκανδάλων». Πολύ περισσότερο που, όπως σημειώνουν αναλυτές, γεννάται ζήτημα αντίδρασης του εκλογικού σώματος από τυχόν απανωτό στήσιμο της κάλπης όταν τα δύο προσεχή χρόνια επίκεινται δύο επιπλέον εκλογικές αναμετρήσεις: η μία βέβαιη καθώς το καλοκαίρι του 2009 θα διεξαχθούν οι ευρωεκλογές και η άλλη σφόδρα πιθανή καθώς την άνοιξη του 2010 λήγει η θητεία του Προέδρου της Δημοκρατίας και από τη σημερινή σύνθεση της Βουλής είναι πολύ αμφίβολο αν θα επιτευχθεί η απαιτούμενη συναίνεση των 180 βουλευτών χωρίς να έχουν μεσολαβήσει εκλογές.