Ο μαιτρ και η Μαργαρίτα



Το 1930 ο μυθιστοριογράφος και θεατρικός συγγραφέας Μιχαήλ Μπουλγκάκοφ, έπειτα από πολλούς δισταγμούς, έστειλε μια επιστολή στον Στάλιν, όπου του ζητούσε να του επιτρέψει να μεταναστεύσει με την οικογένειά του στη Δύση. Η απάντηση του Ιωσήφ Βησσαριόνοβιτς ήταν τυπική του τρόπου με τον οποίο ενεργούσε έναντι των συγγραφέων. Ενα βράδυ, μετά τα μεσάνυχτα, τηλεφώνησε στον Μπουλγκάκοφ και τον ρώτησε δήθεν απορημένος για ποιον λόγο δεν κυκλοφορούσε το μυθιστόρημά του Η Λευκή Φρουρά. Στην απάντηση του συγγραφέα ότι αυτή ήταν απόφαση των σοβιετικών αρχών, ο Στάλιν, ως νέος τσάρος, του είπε χρησιμοποιώντας πληθυντικό της μεγαλοπρεπείας, όπως το συνήθιζε όταν αναφερόταν στον εαυτό του: «Εμείς δεν δώσαμε τέτοια εντολή».


Η Λευκή Φρουρά επανακυκλοφόρησε και μεταφέρθηκε από τον Στανισλάφσκι στη σκηνή του Θεάτρου Τέχνης της Μόσχας σε διασκευή του Μπουλγκάκοφ. Το εξαίρετο αυτό μυθιστόρημα επανήλθε στα βιβλιοπωλεία γιατί άρεσε στον Στάλιν, αλλά το αριστούργημα του Μπουλγκάκοφ Ο μαιτρ και η Μαργαρίτα έπρεπε να περιμένει σχεδόν 30 χρόνια μετά την ολοκλήρωσή του και 26 μετά τον θάνατο του συγγραφέα για να δει το φως της δημοσιότητας.


Πρόκειται για ένα από τα μεγαλύτερα μυθιστορήματα του 20ού αιώνα και χωρίς αμφιβολία για το κορυφαίο σατιρικό πεζογράφημα της σύγχρονης ρωσικής λογοτεχνίας. Ο Μπουλγκάκοφ το ολοκλήρωσε το 1938, έναν χρόνο πριν από τον θάνατό του, και είχε μεγάλες περιπέτειες με τη σοβιετική λογοκρισία. Κυκλοφόρησε στη Δύση τη δεκαετία του ’60 και αμέσως σχεδόν κατετάγη στα κλασικά έργα της σοβιετικής περιόδου. Παντομίμα, παρωδία και εξοντωτική σάτιρα, παραβολικός καθρέφτης της σοβιετικής κοινωνίας και άσπλαχνη διακωμώδηση της ιντελιγκέντσιας της εποχής, θυμίζει στις καλύτερες στιγμές του άλλοτε τον Γκόγκολ του Επιθεωρητή και των Νεκρών Ψυχών και άλλοτε τον Λιούις Κάρολ της Αλίκης στη Χώρα των Θαυμάτων. Εκμεταλλεύεται με την ίδια παγερά κωμική σοβαρότητα το θέμα της ανοησίας.


* Ο Διάβολος στη Ρωσία


Ο μαιτρ και η Μαργαρίτα ξεκινά με τη συνάντηση δύο Μοσχοβιτών σε ένα πάρκο της πόλης με κάποιον καθηγητή από το εξωτερικό. Ο ειρωνικός τίτλος του πρώτου κεφαλαίου είναι Μη μιλάτε σε ξένους, οι Μοσχοβίτες αυτοί, όμως, λόγω της ιδιότητάς τους (ο ένας είναι διάσημος ποιητής και ο άλλος εξίσου διάσημος συγγραφέας και εκδότης λογοτεχνικού περιοδικού), κάνουν το μοιραίο λάθος: όχι μόνο μιλούν αλλά διαφωνούν ανοιχτά με τον ξένο σχετικά με ένα κρίσιμο ερώτημα, το οποίο ωστόσο αποδεικνύεται τόσο γκροτέσκο όσο και εκείνα που θα ακολουθήσουν στα επόμενα κεφάλαια: Υπήρξε πραγματικά ο Χριστός; Αν δοθεί καταφατική απάντηση, τότε υπάρχει και Θεός – επομένως και Διάβολος. Και όταν ο τελευταίος αποφασίζει να χώσει τη μύτη του στις υποθέσεις μιας σοσιαλιστικής χώρας, τι συμβαίνει; Ναι, αυτό κάνει ο Διάβολος στο μυθιστόρημα του Μπουλγκάκοφ. Σκαρώνει τις πλέον εξωφρενικές φάρσες και όπου εμφανίζεται επικρατεί ύστερα από λίγο το απόλυτο χάος, αφού η λεγόμενη σοσιαλιστική αγωγή πάει περίπατο και οι πάντες εκδηλώνουν τον χειρότερο εαυτό τους. Οταν ο Εξαποδώ φεύγει από τη χώρα, τα άσυλα φρενοβλαβών είναι γεμάτα, πολλοί έχουν δολοφονηθεί, κάθε ιδέα νόμου και τάξης έχει καταστρατηγηθεί και οι φήμες οργιάζουν – μεταξύ άλλων και ότι 2.000 άνθρωποι εθεάθησαν να τρέχουν γυμνοί έξω από ένα θέατρο και να επιστρέφουν με ταξί στα σπίτια τους. Πιο γκροτέσκα όμως και από την παραπάνω σκηνή στην εξωφρενική μυθιστορηματική «διαβολιάδα» του Μπουλγκάκοφ είναι η άποψη της αστυνομίας ότι αυτό οφείλεται στη δράση μιας συμμορίας ικανότατων υπνωτιστών και εγγαστρίμυθων. Διατάσσεται έρευνα που διαρκεί επί μακρόν, τα αποτελέσματα όμως είναι πενιχρότατα. Από αυτό το γενικό «σάλεμα» δύο πρόσωπα βγαίνουν αλώβητα: ο Μαιτρ, που έχει αφιερώσει τη ζωή του στην αναζήτηση της αλήθειας, και η Μαργαρίτα, η γυναίκα που αγαπά.


Ο Διάβολος είναι βέβαια Γερμανός. Στο μυθιστόρημα άλλωστε προτάσσεται μότο από τον Φάουστ του Γκαίτε. Δεν υπάρχει αμφιβολία ότι το φαουστικό θέμα της εξαγοράς (του χρόνου, των ιδεών ή των πεποιθήσεων) μεταφέρεται από τον Μπουλγκάκοφ στο πεδίο της σάτιρας, όπου κάθε μεγάλη ιδέα είναι φαουστική και όταν εφαρμόζεται παρουσιάζεται γκροτέσκα. Ο μείζων αυτός συγγραφέας έγραψε μια σκοτεινή μυθιστορηματική όπερα μπούφα η οποία είναι ταυτοχρόνως και μια πινακοθήκη επηρμένων, ματαιόδοξων και ηλιθίων.


Το σοβιετικό σύστημα επιχείρησαν να το διακωμωδήσουν αργότερα και άλλοι, χωρίς ωστόσο να φθάσει κανένας τους στο επίπεδο του Μπουλγκάκοφ. Η πασίγνωστη φράση «Προσοχή! Βρίσκεστε ήδη στο μέλλον» από τα Απύθμενα ύψη του Αλεξάντρ Ζινόβιεφ είναι σαν να βγαίνει κατευθείαν από το Ο μαιτρ και η Μαργαρίτα. Εβδομήντα χρόνια μετά την ολοκλήρωση της γραφής του το μυθιστόρημα του Μπουλγκάκοφ, παραμένοντας το ίδιο συναρπαστικό, μοιάζει πολύ πιο επίκαιρο αν σκεφθεί κανείς τα όσα διαδραματίζονται στη σημερινή Ρωσία. Ο αναγνώστης αρχίζει να γελάει από τις πρώτες ακόμη σελίδες αλλά πολύ σύντομα το γέλιο του μετατρέπεται σε καγχασμό – όπως συμβαίνει με τα έργα όλων των μεγάλων σατιρικών: από τον Ραμπελέ και τον Σουίφτ ως τους Ιλφ και Πετρόφ. Για το έργο όμως αυτό, που εκτός των άλλων είναι και μια εξαίρετη πολιτική αλληγορία, δεν θα δίσταζε κανείς να επαναλάβει εκείνο που έλεγε ο Ναμπόκοφ για τον Τολστόι: Αρχίζεις να διαβάζεις και δεν μπορείς να σταματήσεις.