Ηπαγκόσμια οικονομική κρίση έδειξε ξεκάθαρα την αδυναμία του νεοφιλελεύθερου μοντέλου να εξηγήσει και να δώσει λύσεις στα προβλήματα του καπιταλισμού σήμερα. Οταν ο επιλεκτικά φιλελεύθερος πρόεδρος των ΗΠΑ παρεμβαίνει στην αγορά για να σώσει δύο από τις μεγαλύτερες επενδυτικές τράπεζες της χώρας και όταν προσπαθεί να πείσει το Κογκρέσο να εγκρίνει το μυθικό ποσό των 700 δισ. δολαρίων για την εξαγορά των προβληματικών χρεογράφων που στηρίζονται στη στεγαστική πίστη, γίνεται όλο και πιο φανερό ότι η θεοποίηση της αγοράς ξεθωριάζει. Είναι φανερό ότι χρειάζονται πολύ πιο παρεμβατικοί τρόποι ελέγχου και του αμερικανικού αλλά και του παγκόσμιου οικονομικού συστήματος. Χρειάζονται όχι νεοφιλελεύθερες αλλά σοσιαλδημο- κρατικού τύπου θεσμοί και μηχανισμοί που να στοχεύουν και στην αποφυγή κρίσεων και στη δικαιότερη κατανομή του παγκόσμιου πλούτου. Χρειάζεται, με άλλα λόγια, ένα παγκόσμιοαυτή τη φορά Νew Deal παρόμοιο με αυτό που εφάρμοσε στις ΗΠΑ ο πρόεδρος Ρούζβελτ μετά τη μεγάλη κρίση του 1929-1932.

Αν οι ΗΠΑ δεν είναι διατεθειμένες (για διάφορους λόγους) να αλλάξουν τη δομή του άναρχου καπιταλισμού που κυριαρχεί σήμερα παγκοσμίως, η αλλαγή μπορεί να έρθει από τις αναδυόμενες οικονομικές δυνάμεις της Κίνας, της Ινδίας, της Ρωσίας και της Βραζιλίας. Βέβαια μπορεί σε μια τέτοια περίπτωση να έχουμε σταθεροποίηση χωρίς άμβλυνση των εντεινόμενων ανισοτήτων. Μακροχρόνια όμως η πιο δίκαιη κατανομή του παγκόσμιου πλούτου είναι μια βασική προϋπόθεση για την επιβίωση του καπιταλιστικού συστήματος.

Μετά την άνοδο του θατσερισμού και του ριγκανισμού ο Κέινς ξεχάστηκε. Σήμερα, όμως, όπως η δογματική πίστη στον αυτορρυθμιζόμενο χαρακτήρα των αγορών καταρρέει, ο κεϊνσιανισμός, με διαφορετική βέβαια μορφή, έρχεται πάλι στο προσκήνιο. Ο ευέλικτος παρεμβατισμός, από το κράτος σε εθνικό επίπεδο και από παγκόσμιους οργανισμούς στο επίπεδο του πλανήτη, είναι μια επείγουσα ανάγκη αν θέλουμε να αποφευχθεί η καταστροφική οικονομική αστάθεια και να αμβλυνθούν οι ανισότητες και οι κίνδυνοι που χαρακτηρίζουν τον κόσμο της ύστερης νεωτερικότητας.

Στο νέο αυτό πλαίσιο που θα διαμορφωθεί κατά τη διάρκεια και μετά το πέρασμα της κρίσης η Ευρωπαϊκή Ενωση μπορεί να παίξει έναν πολύ σημαντικό ρόλο. Για να γίνει όμως αυτό χρειάζεται μεγαλύτερη πολιτική ενοποίηση, χρειάζεται η Γηραιά Ηπειρος να μιλάει με μια φωνή στα διεθνή φόρα. Οσο αυτό δεν επιτυγχάνεται, όσο η Ευρώπη παραμένει μια μεγάλη αγορά, τόσο θα ετεροπροσδιορίζεται, τόσο θα λειτουργεί σε ένα σύστημα όπου άλλες δυνάμεις θα το διαμορφώνουν. Μόνο με την πολιτική ενοποίηση θα μπορέσει η ΕΕ να καταστεί ένας από τους σοβαρούς παίκτες στην παγκόσμια γεωπολιτική και οικονομική σκακιέρα.

Περνώντας τώρα από το παγκόσμιο

Δεν είναι απίθανο η τωρινή οικονομική κρίση να οδηγήσει σε ένα πιο κοινωνικά δίκαιο καπιταλιστικό σύστημα

και ευρωπαϊκό στο εθνικό επίπεδο, όπως πολλοί παρατηρητές έχουν επισημάνει, τα σοσιαλδημοκρατικά κόμματα βρίσκονται σε κρίση. Στην Ευρώπη των «15» μόνο η Αγγλία, η Ισπανία και η Πορτογαλία έχουν κεντροαριστερές/σοσιαλδημοκρατικές κυβερνήσεις- κυβερνήσεις που και αυτές αντιμετωπίζουν σοβαρά προβλήματα επιβίωσης. Αυτή η κατάσταση δεν είναι συγκυριακή. Ούτε εξηγείται πλήρως από το ότι η εργατική τάξη, λόγω της διαφοροποίησης στο εσωτερικό της και της εξατομίκευσης των μελών της, δεν λειτουργεί πλέον ως ένα ενιαίο συλλογικό υποκείμενο. Νομίζω ότι ο πιο καθοριστικός λόγος που εξηγεί το σημερινό αδιέξοδο της σοσιαλδημοκρατίας είναι πως, αντίθετα με την Κεντροδεξιά, η Κεντροαριστερά είναι αναγκασμένη να λειτουργεί σε έναν μη συμβατό, νεοφιλελεύθερο παγκόσμιο χώρο. Αυτός ο χώρος δημιουργεί σοβαρά, συστημικά εμπόδια στην εφαρμογή πολιτικών που να στοχεύουν στον συνδυασμό οικονομικής ανάπτυξης, κοινωνικής δικαιοσύνης και οικολογικής υπευθυνότητας. Κάθε σοβαρή προσπάθεια προς αυτή την κατεύθυνση οδηγεί στη φυγή των κεφαλαίων σε χώρες όπου οι μισθοί είναι χαμηλοί, οι συνθήκες εργασίας βάρβαρες και οι περιβαλλοντικοί έλεγχοι ανύπαρκτοι. Και στη συνέχεια βέβαια η φυγή των κεφαλαίων και η μείωση των επενδύσεων οδηγούν στη μείωση του παραγόμενου πλούτου, στην ανεργία και στη συρρίκνωση των εισοδημάτων των οικονομικά ασθενέστερων τάξεων.

Αν τα παραπάνω ισχύουν, τότε η αλλαγή του παγκόσμιου συστήματος προς μια πιο παρεμβατική κατεύθυνση μπορεί σε βάθος χρόνου να δημιουργήσει ευνοϊκές συνθήκες για την ανανέωση των σοσιαλδημοκρατικών, κεντροαριστερών κομμάτων. Μπορεί να δημιουργήσει συνθήκες που θα αναγκάσουν τη συντηρητική παράταξη να κινηθεί προς τα αριστερά (όπως η αμερικανική κυβέρνηση σήμερα) παρά η Κεντροαριστερά να πάει προς τα δεξιά (όπως συνέβη με την μπλερική διακυβέρνηση). Ετσι δεν είναι απίθανο η τωρινή οικονομική κρίση να οδηγήσει σε ένα πιο αυστηρά ρυθμιζόμενο, πιο κοινωνικά δίκαιο και πιο οικολογικά υπεύθυνο καπιταλιστικό σύστημα. Μπορεί, δηλαδή, να οδηγήσει σε μια δεύτερη «χρυσή εποχή» της σοσιαλδημοκρατίας. Ολα αυτά ίσως ακούγονται ως υπερβολικά αισιόδοξα. Παρ΄ όλα αυτά, οι σοβαρές κρίσεις δημιουργούν πάντα νέες ευκαιρίες, νέες συνθήκες που μπορούν να οδηγήσουν ή σε ένα χειρότερο ή σε ένα καλύτερο μέλλον.

Ο κ. Νίκος Μουζέλης είναι ομότιμος καθηγητής Κοινωνιολογίας της LSΕ.